Του Ιωσήφ Αγαπητού
Έκδοσις Πνευματικού Κέντρου Ιερού Ναού
Αγίου Ερμολάου Παλαιοκήπου, Μυτιλήνη
Παλαιόκηπος Λέσβου 1998
Εκδοτικό σημείωμα
Την Κυριακή της Ορθοδοξίας 8/3/98, εορτή πού ο Ναός μας πανηγυρίζει την επέτειο των εγκαινίων του, θεμελιώσαμε το Χριστιανικό Κέντρο του Ναού μας. Ένα όνειρο και μία προσδοκία πολλών ετών πού ήδη βρίσκεται στην εξέλιξη του.
Το Χριστιανικό Κέντρο θα αποτελέσει μετά το Ναό το πιο νευραλγικό σημείο της ενορίας μας και του χωρίου γενικά. Σ'αυτό θα στεγαστούν και θα υλοποιηθούν όλες οι πνευματικές και πολιτιστικές δραστηριότητες των Χριστιανικών Συντροφιών, των Κατηχητικών Σχολείων των νέων όλου του χωρίου μας.
Μια σπουδαία δραστηριότητα θα είναι και η έκδοση διαφόρων βιβλίων, συγγραμμάτων, φυλλαδίων και παρεμφερή άλλων εκδόσεων.
Την προσπάθεια λοιπόν αύτη την ξεκινάμε με την παρούσα έκδοση της βιογραφίας και της ακολουθίας του Παρακλητικού Κανόνος του προστάτου και πολιούχου μας Αγίου Ερμολάου, έπ'ονόματος του οποίου τιμάται ο Ναός μας και το Χριστιανικό Κέντρο της ενορίας μας.
Είναι αντίδωρο ευχαριστιών σε όλα τα πνευματικά και σωτήρια πού επί δύο και πλέον αιώνες τώρα μετά από την ίδρυση του Ναού στο Χωριό μας, ο Άγιος Ερμόλαος επιδαψιλεύει σε όλη την ενορία.
Εύχεσθε, η δραστηριότητα πού ξεκινάει με την πρώτη αυτή έκδοση να καρποφορήσει, να αυξηθεί και να συμβάλλει τα μέγιστα στην κατά Θεόν προκοπή και μόρφωση των ενοριτών μας.
Οι εκδότες
Κυριακή της Ορθοδοξίας 1998
Παλαιόκηπος Λέσβου
Πρόλογος
Αναμφισβήτητα τα συναξάρια, οι βίοι των Μ. Αγίων μας, οι Ιερές τους Ακολουθίες, είναι η πνευματική τροφή πού τρέφει τις ψυχές των πιστών. Σε συνδυασμό με την προσευχή προτρέπουν, παρακινούν, παραδειγματίζουν, κατανύγουν ακόμα, τους αναγνώστες τους και τους ωθούν σ'ένα πνευματικό ανέβασμα της κλίμακας των αρετών και της κατά Χάριν Θεώσεως.
Δε μπορεί κανείς να ταξινομήσει σε μικρούς ή μεγάλους σε σημαντικούς ή λιγότερο σπουδαίους, τα εκατομμύρια των Αγίων της Εκκλησίας μας. Η μοναδική ταξινόμηση είναι εκείνη πού η Εκκλησία άπ'αρχής έχει καθιερώσει και η οποία καθορίζεται βάσει της ιδιότητας, του τρόπου με τον όποιον εβίωσαν, του τρόπου επίσης με τον όποιον ετελείωσαν τη ζωή τους, την άθληση του μαρτυρίου τους.
Έτσι στη χωρία των Αγίων μας έχουμε τους Αποστόλους, τους μάρτυρας, τους Ιεράρχας, τους Όσιους, τους Ιερομάρτυρας, τους Οσιομάρτυρας, τους Νεομάρτυρας και στα δύο φύλα, άνδρες και γυναίκες, αρχομένων απ'αυτή την τρυφερή ηλικία των νηπίων.
Στην κορυφή δε, αυτής της Αγιολογικής πυραμίδας βρίσκεται ο μόνος Άγιος και εν Αγίοις επαναπαυόμενος Τριαδικός Θεός μας στέφοντας στην πάνω από τους Αγίους Αγιότερα, Μητέρα του Θεού, την Κυρίαν Θεοτόκον, την Παναγία μας. Η οποία ως τιμιωτέρα και ενδοξότερα, δορυφορείται από τας τάξεις των Χερουβείμ και Σεραφείμ και πασών των Επουρανίων Δυνάμεων Ασωμάτων.
Το παρόν πόνημα ασχολείται με τη ζωή, τα θαύματα, το μαρτυρικό τέλος και τον Ιερό Ναό του πολιούχου και προστάτου του χωρίου μας, Αγ. Ιερομάρτυρος Ερμολάου του πνευματικού διδασκάλου και πατρός του επίσης μεγάλου μάρτυρος και Ιαματικού Αγ. Παντελεήμονος. Συμπεριλαμβάνει το συναξάρι του Άγιου σε αφηγηματική μορφή, γραμμένο από τον δόκιμο εκκλησιαστικό συγγραφέα Ιωσήφ Αγαπητό. Συμπεριλαμβάνεται και ο παρακλητικός κανόνας του Αγίου, ποίημα του Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής του Λειμώνας Καλλονής, Αρχιμανδρίτου π. Νικόδημου Παυλοπούλου, καθώς επίσης και Λιτανευτικά Μεγαλυνάρια του Άγιου, συγγραφή του Καθηγητού κ. Χαραλάμπους Μ. Μπούσια.
Σκοπός της εκδόσεως αυτής είναι ή αμεσότερη επικοινωνία και γνωριμία με τον Άγιο Ερμόλαο, τόσο των ενοριτών μας όσο και των ευλαβών προσκυνητών του Ναού μας όπως επίσης και των επισκεπτών του χωρίου μας. Πιστεύουμε πώς αυτή η επικοινωνία με τον Προστάτη Άγιο μας θα είναι καθοριστική για την πνευματική ζωή όλων πού θα την επιχειρήσουν. Το ευχόμεθα αυτό εκ βάθους καρδίας, παρακαλούντες τον Άγιο ένδοξο Ιερομάρτυρα Ερμόλαο, τον πολιούχο και προστάτη μας. Ζητούμε ταπεινά τις δίκες σας προσευχές, όλων δηλ. των αναγνωστών για τη δική μας πνευματική προκοπή.
Τέλος ευχαριστούμε ευγνωμώνως τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη και ποιμενάρχη μας κ.κ. Ιάκωβο δια την ευλογίαν του, όπως προβούμε στην παρούσα έκδοση. Τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη και Καθηγούμενο της Ί. Μονής Λειμώνας π. Νικόδημο Παυλόπουλο για τη συγγραφή του παρακλητικού κανόνος, τον αξιότιμο κ. Ιωσήφ Δ. Αγαπητό για την συγγραφή της βιογραφίας του Άγιου μας, όπως επίσης και τον Καθηγητή κ. Χαράλαμπο Μ. Μπούσια για την συγγραφή των Μεγαλυναρίων του Αγίου. Επίσης δε, ευχαριστούμε κι όλους εκείνους πού συνέβαλλαν με τον οποιοδήποτε τρόπο στην παρούσα έκδοση.
Ο εφημέριος του Αγ. Ερμολάου
Οικονόμος π. Αμφιλοχίος Βασιλτσιωτέλλης
Σάββατο του Ακάθιστου 1998
Παλαιόκηπος Μυτιλήνης
Φτωχό και ταπεινό συναξάρι του
Αγίου Ιερομάρτυρος Ερμολάου
Τριακόσια χρόνια είχαν περάσει από τότε πού ήρθε στη γη σαν άνθρωπος ο Θεός της αγάπης και είπε και βεβαίωσε με τη ζωή και με τη σταυρική θυσία Του ότι όλοι οι άνθρωποι είναι παιδιά αγαπημένα του ουράνιου Πατέρα, μα η κοσμοκράτειρα Ρώμη δεν τα δεχόταν αυτά. Άνθρωποι γι'αυτήν ήταν μόνο οι «κύριοι». Οι άλλοι ήταν δούλοι, στην απόλυτη διάθεση των «κυρίων», όπως τα ζώα τους. Χωρίς κανένα δικαίωμα. Χωρίς καμμιά νομική προστασία. Τα σκληρά βασανιστήρια ήταν ή ποινή σε κάθε απείθαρχο. Φόβος και τρόμος, βαρύ το ξίφος της Ρώμης πάνω απ'τα κεφάλια τούτων των δυστυχισμένων.
Όμως δεν έλειπαν οι μαθητές του Θεού της αγάπης σ'όλη την επικράτεια, και στη Νικομήδεια, όπου ζούσε ο ιερέας Ερμόλαος.
Από μικρόν χαιρόταν τον γιο του ειδωλολάτρη Ευστόργιου και της χριστιανής Ευβούλης. Κι ήταν χαρά του μεγάλη καθώς έβλεπε τον Παντολέοντα να μεγαλώνει και να λάμπει στο πρόσωπό του η ευγένεια και η αγάπη του Χριστού, πού η ευλαβική μητέρα του έβαλε στην ψυχή του, και τούτος, σαν -πνευματικός πατέρας του, πότισε και καλλιέργησε.
-Η ψυχή σου είναι πλασμένη για την αγάπη του Θεού, παιδί μου, του είπε μια μέρα. Είναι καιρός να βαπτιστείς χριστιανός, και σαν τελειώσεις τις σπουδές σου, να γίνεις ένας γιατρός αγάπης ταπεινός, μα, το κατά δύναμη, μιμητής του Κυρίου ημών Ιησού Χρίστου.
Ο Παντολέων δέχθηκε μετά χαράς την πρόταση, βαπτίσθηκε και έλαβε από τον πατέρα Ερμόλαο το όνομα Παντελεήμων, για να ελεεί τους πάντες - έτσι τον φανταζόταν τον χαριτωμένο τούτο νέο και τέτοιον επιθυμούσε να τον δει: Γιατρό αγάπης προς όλους, «κυρίους» και δούλους. Χάδι ιαματικό του Θεού της αγάπης στα παιδιά του. Και του το είπε συγκινημένος και δακρυσμένος, με παλλόμενη φωνή:
-Γιατρός αγάπης, Παντελεήμων, του Θεού της αγάπης μαθητής. Τι χαρά! Και τί ευλογία Κυρίου και έλεος!
Η μητέρα Ευβούλη έπλεε σε πελάγη ευτυχίας. Η λαχτάρα και ευχή της καρδιάς της ήταν μπροστά της φωτεινή, θερμή, γλυκεία πραγματικότητα.
Ύψωσε μ'ευγνωμοσύνη τα δακρυσμένα μάτια της στον ουρανό, και υστέρα αγκάλιασε και καταφίλησε το καμάρι της και έβρεξε το λευκό μέτωπο του με τα δάκρυα της.
-Μιμητής του Θεού της αγάπης, Παντελεήμων μου! Ω, ευτυχία μου! Ω χαρά μου! Ω υψίστη τιμή για μια χριστιανή μητέρα! Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι!
Ο Παντελεήμων ήταν τούτη τη μεγάλη ώρα άγγελος περισσότερο παρά άνθρωπος. Τόση ομορφιά και χάρη έλαμπε στο πρόσωπο του! Το φως του ουρανού τον έλουζε όλον!
-Με τη χάρη του Θεού της αγάπης, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, την ευλογία του πατρός και αναδόχου μου Ερμολάου, και την ευχή της αγίας μητέρας μου, θα προσπαθήσω να γίνω μαθητής της αγάπης, είπε συγκινημένος και πρόσθεσε: Δός μου, Κύριε Ιησού, από την ιαματική δύναμη σου. Κάνε με μικρό και ταπεινό μιμητή Σου.
-Αμήν. Αμήν, είπαν μ'ένα στόμα και με μια ψυχή και με μια καρδιά ο ιερεύς Ερμόλαος και η μητέρα Ευβούλη, και πλησίασαν και αγκαλιάστηκαν και οι τρεις, κι ήταν ένα τριπλό φωτεινό και θερμαντικό μετέωρο ανάμεσα στον παγωμένο και σκοτεινό ειδωλολατρικό κόσμο της Νικομήδειας τούτη τη μεγάλη και υπέροχη, την τρισευλογημένη ώρα!
Ο Παντελεήμων συνέχισε και τελείωσε τις σπουδές του κοντά στο μεγάλο γιατρό Ευφρόσυνο.
Καινούργιες χαρές και καινούργιες ολόψυχες και ολοκάρδιες ευχές τώρα από τον ιερέα Ερμόλαο και τη μητέρα Ευβούλη:
-Ιαματικός Απόστολος Αγάπης, Παντελεήμων.
Ήταν οι άγιες ευχές του ιερέα Ερμολάου -Ήταν κι οι άγιες ευχές της μάνας Ευβούλης -Ήταν κι η άγια επιθυμία του Παντελεήμονα -Έ, ένας γιατρός θερμής και ιαματικής αγάπης περιδιάβαινε τη Νικομήδεια, άγγελος χαράς, ελπίδας και παρηγοριάς για όλους, πλούσιους και φτωχούς, «κυρίους» και δούλους, δούλους πονεμένους, χτυπημένους και τραυματισμένους περισσότερο.
Ο ιερέας Ερμόλαος έβλεπε τα ιαματικά έργα του Παντελεήμονα και ευφραινόταν.
-Συνεχιστής του έργου των αγίων Αποστόλων με τη χάρη και τη δύναμη του Θεού!, έλεγε και δοξολογούσε τον Κύριο.
Όμως η Ρώμη παρακολουθούσε. Μάζευε, συγκέντρωνε γεγονότα. Ανεχόταν προς το παρόν το γυιό του πιστού της πατέρα. Για χάρη του δεν τον σταμάτησε ακόμα. Όμως το ποτήρι γέμιζε. Ο Μαξιμιανός ένιωθε να ανάβει το αίμα του.
Έτσι, μια μέρα το 304 πέταξαν σπίθες τα μάτια και φωτιά ξεχείλισε απ'το στόμα του:
-Κάψτε τους όπως είναι μαζεμένοι στο ναό τους!, πρόσταξε και πήγε πρώτος με ένα αναμμένο δαυλό εκείνος. Κάψτε τους εχθρούς της Ρώμης Χριστιανούς. Τους υπονομευτές της.
Έβαλαν φωτιά οι στρατιώτες στο ναό και πήραν να καίγονται οι χριστιανοί σα λαμπάδες, φωτίζοντας και με τη θυσία τους το πυκνό σκοτάδι της αγνωσίας και της κακίας.
Ελάχιστοι γλύτωσαν απ'τους είκοσι χιλιάδες πού κάηκαν μέσα και γύρω απ'το ναό. Ανάμεσα σ'αυτούς τους ελάχιστους ήταν και ο ιερέας Ερμόλαος, πού κατέφυγε καψαλισμένος σ'ένα απόκρυφο καταφύγιο.
Η φωτιά της θηριωδίας πίστεψε πώς θα εξαλείψει τη δροσιά της αγάπης του Θεού. Γι'αυτό έφευγε περήφανος, με άγρια ικανοποίηση αιμοβόρου θηρίου ο Μαξιμιανός. Πόσο ψεύτικη όμως αποδείχθηκε η πίστη του...
Ο Παντελεήμων δρόσιζε τους πυρετούς των ασθενειών και χάρισε την ίαση σε σώματα και ψυχές. Ήταν η κάλυψη του ειδωλολάτρη πατέρα του το λιγότερο, μα η κάλυψη του Θεού — Πατέρα το πολύ, για όσο χρόνο ήταν στο σχέδιο Του.
Ο ιερέας Ερμόλαος μάθαινε τα νέα μέσα στην κρυψώνα του και ανακουφιζόταν η ψυχή του και δόξαζε το Θεό.
-Θα νικήσει ο Κύριος, έλεγε με βεβαιότητα. Θα συντρίψει τα είδωλα. Θα σκορπίσει το σκοτάδι. Θα διώξει το μίσος. Θα γεμίσει με τη θέρμη της αγάπης τις ψυχές. Πότε; Όταν Εκείνος κρίνει. Χρέος μας να κρατούμε την πίστη και να ομολογούμε τ'όνομά Του τώρα.
Όπως κάνει ο Παντελεήμων.
Για κάμποσο καιρό ήταν χορτάτο το θηρίο ο Μαξιμιανός από το κατασπάραγμα των προβάτων του Θεού. Ήταν τόσα πολλά.
Τώρα άρχισε να νιώθει πάλι τους νυγμούς της πείνας στην θηριώδη ψυχή του. Και τούτους τους νυγμούς τους έκανε εντονότερους η θαυματουργική και ιαματική αγάπη του Παντελεήμονα. Παντού γιάτρευε, χωρίς να κάνει διάκριση «κυρίων» και δούλων.
-Πολύ το τραβάει τούτος το σχοινί. Θα εξαντλήσει κάποτε την υπομονή και την μακροθυμία μου. Και τότε θα καταλάβει τι θα πει Μαξιμιανός, έλεγε μέσα του κάθε τόσο και όλο και πιο θυμωμένος, ώσπου ένα θαυμαστό γεγονός τον εξαγρίωσε:
Ο Παντελεήμων θεράπευσε ένα τυφλό δούλο.
Σηκώθηκε στο πόδι όλη η Νικομήδεια.
-Μέγας και πολύς ο Παντελεήμων! Πήραν να φωνάζουν ενθουσιασμένοι πολλοί, χριστιανοί και ειδωλολάτρες ακόμα. Όλους τους ευεργετούσε ό Παντελεήμων. Ειδωλολάτρης ήταν ο πρώην τυφλός. Δούλος όμως. Και έγινε χριστιανός τώρα.
Αυτό ερέθισε το θηρίο.
-Καλά τους άλλους. Μα να ευεργετήσει ένα δούλο, πού τον τιμώρησε ο κύριος του.
Αυτό προσβάλλει τη Ρώμη και τους νόμους της. Η ανοχή μου πήρε τέλος. Έχω καθήκον να κάνω σεβαστή τη Ρώμη στους πάντες, και σε τούτον τον γυιό του πιστού της, περήφανο όμως περιφρονητή μου, λογίστηκε και έκραξε κατακόκκινος:
-Χιλίαρχε, αποκεφάλισε τον γιατρεμένο δούλο χριστιανό και σπεύσε με τους άνδρες σου να συλλάβεις και να φέρεις ενώπιον μου τούτο τον νεαρό γιατρό. Παρευθύς!
-Ως κελεύεις, κράτιστε, είπε εκείνος, πήρε τους άνδρες του και βγήκε.
Σε λίγη ώρα έφεραν μπροστά στον Μαξιμιανό τον Παντελεήμονα.
Στάθηκε ειρηνικός μπροστά του εκείνος.
-Ξέρεις ότι ξεπέρασες τα όρια, Παντελέων;
-Πώς, άναξ;
-Με τη θεραπεία του τυφλού δούλου.
-Η αγάπη δεν έχει όρια, κράτιστε. Είναι άπειρη.
-Ποιος το λέει αυτό;
-Ο Θεός της αγάπης!
-Ποιος σε πήρε από την πίστη του πατέρα σου και πιστεύεις σε καινούργιο Θεό;
-Είναι ο Πρώτος και ο Ένας.
-Δεν θέλω διδασκαλίες. Ποιος σου μίλησε γι'αυτόν;
-Η καρδιά, η ψυχή και ο νους μου.
-Ποιος άνθρωπος σου μίλησε για τη χριστιανική πίστη; Ποιος; έκραξε οργισμένος ο Μαξιμιανός. Πες μου τ'όνομα του.
Ο Παντελεήμων δε θέλησε να πει ψέματα.
-Ο ιερεύς Ερμόλαος, είπε.
-Και που είναι αυτός να τον δω και να τον ακούσω; Που μένει;
Είπε ο Παντελεήμων:
-Σπεύσε να μου τον φέρεις, πρόσταξε τον χιλίαρχο ο αυτοκράτορας.
Γύρισε σε λίγη ώρα εκείνος με τους στρατιώτες του και τρεις κρατούμενος.
-Γιατί τρεις; Ποιος είναι ό ιερέας του σταυρωμένου, ο Ερμόλαος;
-Εγώ, είπε εκείνος θαρρετά.
-Και σεις οι άλλοι δυο ποιοι είσθε;
-Ο Έρμιππος, είπε ο ένας.
-Ο Ερμοκράτης, είπε ο άλλος.
-Γιατί ήρθατε μαζί του;
-Είμαστε κι εμείς ιερείς του Θεού της αγάπης και δεν μπορούσαμε να αποχωριστούμε.
-Εσύ, λοιπόν, Ερμόλαε, οδήγησες στη χριστιανική πίστη τον Παντελέοντα και τον έκανες υβριστή και περιφρονητή της Ρώμης και των θεών της;
-Υμνητής του Θεού της αγάπης έγινε με τα θαυμαστά έργα πού βλέπεις συ και όλη η Νικομήδεια.
-Μα τούτα τα έργα παρασύρουν το λαό.
-Τον οδηγούν στην αλήθεια, άναξ. Στην άγια δύναμη. Στην θεραπεία. Στην υγεία ψυχής και σώματος.
-Δάσκαλος δεν μου χρειάζεται. Τί λέτε σεις οι άλλοι δύο;
-Ό,τι και ο αδελφός μας είπε, γιατί αυτά είναι η ξάστερη και η ευεργετική αλήθεια.
-Αυθάδεις προδότες της Ρώμης κι οι τρεις σας. Αποκεφαλίστε τους! έκραξε. Πάρτε τους.
Έτσι το ιερατικό αδελφικό αίμα του Ερμολάου, του Ερμίππου και του Ερμοκράτη έγινε σπονδή αγάπης στον τρισυπόστατο Θεό της αγάπης και θυσία λυτρωτική απ'την κάθε είδους δουλεία σε αναρίθμητες ψυχές στους αιώνες. Γι'αυτό οι τρεις ιερείς έγιναν ιερομάρτυρες της Εκκλησίας και τιμώνται δεκαεπτά αιώνες τώρα από την Εκκλησία, και θα τιμώνται στους αιώνες!
-Τον Παντολέοντα στη φυλακή προς το παρόν. Λυπούμαι τα νειάτα του και την ομορφιά του, είπε, χορτασμένος απ'το αίμα των τριών αγίων μαρτύρων ιερέων, το τέρας ο Μαξιμιανός.
Θα περίμενε να πεινάσει και να διψάσει πάλι αίμα -για να φέρει μπροστά του τον ιαματικό -ιατρό Παντελεήμονα, με το αγνό, παρθενικό και άγιο αίμα.
Και δεν άργησε να πεινάσει και να διψάσει το τέρας...
Άγιοι του Θεού, πρεσβεύετε υπέρ ημών να ζούμε τη ζωή της αγάπης του Θεού, για την οποία δώσατε το αίμα σας.
Συγχωρήστε δε πού τόλμησα να γράψω φτωχό και ταπεινό συναξάρι για σας εγώ ο μικρός.
ΙΩΣΗΦ Δ. ΑΓΑΠΗΤΟΣ