Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov (Ἐπίσκοπος Καυκάσου καί Μαύρης Θάλασσας)
Δύο ἀγαπημένοι μαθητές ζήτησαν ἀπό τόν Κύριο θρόνους δόξης.
– Αὐτός τούς ἔδωσε τό Ποτήριό Του (Μτ. κ΄, 23).
Τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ εἶναι οἱ ὀδύνες.
Σέ ὅσους τό πίνουν ἐδῶ στή γῆ, τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ ὑπόσχεται μετοχή στή Βασιλεία τῆς χάρης τοῦ Χριστοῦ. Προετοιμάζει γι’ αὐτούς τίς καθέδρες τῆς ἐπουράνιας αἰώνιας δόξης.
Σέ ὅσους τό πίνουν ἐδῶ στή γῆ, τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ ὑπόσχεται μετοχή στή Βασιλεία τῆς χάρης τοῦ Χριστοῦ. Προετοιμάζει γι’ αὐτούς τίς καθέδρες τῆς ἐπουράνιας αἰώνιας δόξης.
Στεκόμαστε σιωπηλοί μπροστά στό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ , δέν μπορεῖ κανείς οὔτε νά παραπονεθεῖ γι’ αὐτό, οὔτε νά τό ἀπορρίψει γιατί Αὐτός πού μᾶς ἔδωσε ἐντολή νά τό γευτοῦμε, πρῶτος ὁ Ἴδιος τό ἤπιε.
Ὦ, δέντρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ ! Σκότωσες τούς προγόνους μας στόν Παράδεισο, τούς ἐξαπάτησες μέ τήν πλάνη τῆς σαρκικῆς ἀπόλαυσης καί τήν πλάνη τῆς λογικῆς. Ὁ Χριστός, ὁ Λυτρωτής τῶν πεπτωκότων, ἔφερε τό Ποτήριο τῆς σωτηρίας σ’ αὐτόν τόν κόσμο, στούς πεπτωκότες καί ἐξόριστους ἀπό τόν Παράδεισο. Ἡ πίκρα αὐτοῦ τοῦ Ποτηρίου καθαρίζει τήν καρδιά ἀπό τήν ἀπαγορευμένη, καταστροφική καί ἁμαρτωλή ἀπόλαυση μέσω τῆς ταπείνωσης πού ρέει ἀπ’ αὐτό μέ ἀφθονία, νεκρώνεται ἡ ἔπαρση ἀπό τή γνώση σέ σαρκικό ἐπίπεδο. Γι’ αὐτόν πού πίνει ἀπό τό Ποτήριο μέ πίστη καί ὑπομονή, ἡ αἰώνιος ζωή, πού ἔχασε δοκιμάζοντας τόν ἀπαγορευμένο καρπό, ἐπανακτᾶται.
«Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι»(Ψ. 115, 4)
Ὁ χριστιανός ἀποδέχεται τό Ποτήριο ὅταν ὑπομένει τίς ἐπίγειες δοκιμασίες μέ πνεῦμα ταπείνωσης, ὅπως διδάσκεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο.
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἔβγαλε τό μαχαίρι του γιά νά ὐπερασπιστεῖ τόν θεάνθρωπο, πού ἦταν περικυκλωμένος ἀπό τόν ὄχλο ἀλλά ὁ πρᾶος Ἰησοῦς εἶπε στὸν Πέτρο: «βάλε τήν μάχαιραν εἰς τήν θήκην· τό Ποτήριον ὅ δέδωκέ μοι ὁ Πατήρ, οὐ μή πίω αὐτό;» (Ἰω. ιη΄ 11)
Ἔτσι κι ἐσύ, ὅταν σέ περικυκλώνουν συμφορές, θά πρέπει νά παρακαλεῖς καί νά ἐνισχύεις τήν ψυχή σου λέγοντας : «Τό Ποτήριον ὅ δέδωκέ μοι ὁ Πατήρ, οὐ μή πίω αὐτό ; »
Οἱ Φαρισαῖοι σκέπτονται μοχθηρά, ὁ ‘Ιούδας προδίδει, ὁ Πιλᾶτος διατάσσει τήν παράνομη θανάτωση, οἱ στρατιῶτες τῆς ἐξουσίας ἐκτελοῦν τήν ἐντολή του. Μέσω τῶν ἄνομων πράξεών τους ὅλοι αὐτοί ἑτοίμασαν τή δική τους ἀληθινή καταδίκη. Μήν ἑτοιμάζεις γιά τον ἑαυτό σου τήν ἴδια καταδίκη, ὄντας μνησίκακος, ζητώντας καί σχεδιάζοντας ἐκδίκηση, ἀγανακτώντας μέ τούς ἐχθρούς του.
Ὁ ἐπουράνιος Πατήρ εἶναι παντοδύναμος καί παντογνώστης: βλέπει τήν ὀδύνη σου καί ἄν τό ἔβρισκε ἀπαραίτητο καί συμφέρον νά ἀποσύρει τό Ποτήριο ἀπό σένα, σίγουρα θά τό ἔκανε.
Ὁ Κύριος - ὅπως οἱ Γραφές καί ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μαρτυροῦν –συχνά ἐπέτρεψε θλίψεις στούς ἀγαπημένους Του καί συχνά ἀπέτρεψε θλίψεις ἀπό αὐτούς, σύμφωνα μέ τούς ἀκατάληπτους δρόμους τῆς Θείας Προνοίας.
Ὅταν ἔρχεσαι ἀντιμέτωπος μέ τό Ποτήριο, ἀπόστρεψε τό βλέμμα σου ἀπό τούς ἀνθρώπους πού σοῦ τό δίνουν· σήκωσε τά ματια σου στόν Οὐρανό καί πές : «Τό Ποτήριον ὅ δέδωκέ μοι ὁ Πατήρ, οὐ μη πίω αὐτό;»
«Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι». Δέν μπορῶ νά ἀρνηθῶ τό Ποτήριο, τήν ὑπόσχεση τοῦ ἐπουρανίου καί αἰωνίου ἀγαθοῦ. Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ μοῦ διδάσκει τήν ὑπομονή ὅταν λέει : «... διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πρ. ιδ΄ 22). Πῶς μπορεῖ κανείς νά ἀρνηθεῖ τό Ποτήριο πού εἶναι ὁ τρόπος νά κερδίσεις τήν Βασιλεία καί νά αὐξηθεῖς μέσα σ’ αὐτήν; Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι – τή δωρεά τοῦ Θεοῦ.
Τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὁ μέγας Παῦλος γράφει πρός τούς Φιλιππησίους, «ὅτι ἡμῖν ἐχαρίσθη τό ὑπέρ Χριστοῦ, οὐ μόνο τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλ. α’, 29)
Λαμβάνεις τό Ποτήριο τό ὁποῖο φαινομενικά προέρχεται ἀπό ἀνθρώπινα χέρια. Τί σέ νοιάζει ἐσένα ἄν αὐτός πού σοῦ τό δίνει ἐνεργεῖ δίκαια ἤ ἄδικα; Ὡς ἀκόλουθος τοῦ Ἰησοῦ, ἡ ἔγνοια σου εἶναι νά φέρεσαι ἐνάρετα· νά λάβεις τό Ποτήριο μέ εὐγνωμοσύνη πρός τό Θεό καί μέ ζωντανή πίστη καί γενναῖα νά τό πιεῖς ὡς τόν πάτο.
Λαμβάνοντας τό Ποτήριο ἀπό ἀνθρώπινα χέρια, θυμήσου ὅτι εἶναι Ποτήριο ἀπό Αὐτόν, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι μόνο ἀθῶος ἀλλά καί πανάγιος. Σκεπτόμενος αὐτό, θυμήσου καί ἐσύ καί οἱ ἄλλοι πάσχοντες ἁμαρτωλοί, τά λόγια πού ὁ μακάριος καί φωτισμένος ληστής στά δεξιά τοῦ ἐσταυρωμένου Θεανθρώπου εἶπε «ἄξια ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν ... μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τῆ βασιελεία σου» (Λκ. κγ΄, 41 – 42)
Καί τότε στρεφόμενος πρός τούς ἀνθρώπους θά τούς πεῖς : Μακάρι ἐσεῖς πού εἶστε τά μέσα τῆς δικαιοσύνης καί τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Μακάριοι ἐσεῖς ἀπό τοῦ νῦν καί ἔως τοῦ αἰῶνος! (Ἄν δέν εἶναι σέ θέση νά κατανοήσουν καί νά δεχθοῦν τούς λόγους σας, μή ρίχνετε τούς πολύτιμους μαργαρίτες σας τῆς ταπείνωσης κάτω ἀπό τά πόδια ἐκείνων πού δέν μποροῦν νά τούς ἐκτιμήσουν, ἀλλά πεῖτε αὐτούς τούς λόγους νοερά, στήν καρδιά σας).
Μ’ αὐτό καί μόνο θά ἐκπληρώσεις τήν ἐντολή τοῦ Εὐαγγελίου πού λέει : «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τούς καταρωμένους ὑμᾶς» (Μτ. ε΄, 44).
Γιά ἐκεῖνους πού σ’ ἔχουν προσβάλει καί σ’ ἔχουν ἐξοργίσει, προσευχήσου στόν Κύριο ὅ,τι ἔχουν κάνει γιά σένα νά ἀνταμοιφθεῖ μέ μιά προσωρινή εὐλογία καί μέ αἰώνια ἀνταμοιβή σωτηρίας, καί ὅταν αὐτοί θά στέκονται ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ γιά νά κριθοῦν, νά μετρηθεῖ γι’ αὐτούς ὡς πράξη ἀρετῆς.
Παρόλο πού ἡ καρδιά σου δέν θέλει νά ἐνεργεῖ ἔτσι, βίασέ την. Γιατί μόνο ὅσοι ἀσκοῦν βία στήν ἴδια τους τήν καρδιά, γιά νά ἐκπληρώνουν τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, μποροῦν νά κληρονομήσουν τόν Οὐρανό.
Ἄν δέν θέλεις νά ἐνεργεῖς μ’ αὐτόν τόν τρόπο, τότε δέν θέλεις νά εἶσαι ἀκόλουθος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κοίταξε βαθιά μέσα σου καί ἐρεύνησε : μήπως ἔχεις βρεῖ ἄλλον δάσκαλο, τόν δάσκαλο τοῦ μίσους –τόν διάβολο –καί ἔχεις πέσει ὑπό τήν ἐξουσία του ;
Εἶναι μεγάλο ἁμάρτημα κανείς νά προσβάλλει ἤ νά καταπιέζει τόν πλησίον του· εἶναι πολύ πιό μεγάλο ἁμάρτημα τό νά σκοτώσει. Ὅμως ὅποιος μισεῖ αὐτόν πού τόν καταπιέζει, πού τόν συκοφαντεῖ, πού τόν προδίδει, πού τόν σκοτώνει, καί ὅποιος σκέφτεται ἀρρωστημένα γι’ αὐτούς καί παίρνει ἐκδίκηση ἀπ’ αὐτούς, διαπράττει ἁμάρτημα πολύ κοντινό μέ τό δικό τους. Μάταια παριστάνει στόν ἑαυτό του καί στούς ἄλλους τόν ἐνάρετο. «Πᾶς ὁ μισῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί», κηρύττει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης, ὁ ἀγαπημένος μαθητής τοῦ Χριστοῦ. (Α΄ Ἰω. γ΄ 15)
Ἡ ζωντανή πίστη στόν Χριστό διδάσκει καθέναν νά παίρνει τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ, καί τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ ἐμπνέει δίνει ἀνδρεία καί παράκληση στήν καρδιά.
Τί μαρτύριο – τί μαρτύριο κόλασης –νά παραπονιέται ἤ νά γογγύζει κανείς μπροστά στό πρό αἰώνων ἡτοιμασμένο Ποτήριο ἐξ οὐρανοῦ!
Ὁ γογγυσμός, ἡ ἀδημονία, ἡ λιποψυχία καί εἰδικά ἡ ἀπόγνωση εἶναι ἁμαρτίες ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ -εἶναι τά παιδιά τῆς ἁμαρτωλῆς ἀπιστίας, ἐκτρώματα.
Εἶναι ἁμαρτωλό τό νά παραπονιόμαστε γιά τόν πλησίον μας, ὅταν καί εἶναι ἀκόμα πιό ἁμαρτωλό ὅταναὐτός εἶναι τό μέσο τοῦ μαρτυρίου μας φωνάζουμε γιά τό Ποτήριο, τό ὁποῖο ἔρχεται γιά μᾶς ἀπευθείας ἀπό τόν οὐρανό, ἀπό τό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ.
Ὅποιος πίνει τό Ποτήριο μέ εὐγνωμοσύνη πρός τόν Θεό καί εὐλογώντας τόν πλησίον του, λαμβάνει θεία ἀνάπαυση, τήν χάρη τῆς εἰρήνης τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι σάν ἀπό τώρα νά ἀπολαμβάνει τόν πνευματικό Παράδεισο τοῦ Θεοῦ.
Οἱ προσωρινές θλίψεις εἶναι ἀπό μόνες τους ἀσήμαντες: τούς προσδίδουμε ἀξία μέ τήν πρσκόλλησή μας στή γῆ καί σέ ὅλα τά διεφθαρμένα πράγματα καί μέ τήν ψυχρότητά μας πρός τόν Χριστό καί τήν αἰωνιότητα.
Εἶσαι διατεθειμένος νά ὑπομείνεις τήν πικρή καί ἀποκρουστική γεύση τῶν φαρμάκων· νά ὑπομείνεις τόν ὀδυνηρό ἀκρωτηριασμό καί καυτηριασμό τῶν ἄκρων σου· νά ὑπομείνεις τήν πείνα, τήν παρατεταμένη ἀπομόνωση στό δωμάτιό σου· εἶσαι διατεθειμένος νά ὑπομείνεις ὅλα αὐτά προκειμένου νά ἀποκατασταθεῖ ἡ ὑγεία τοῦ σώματός σου, τό ὁποῖο ἀφοῦ γιατρευτεῖ, σίγουρα πάλι θά ἀρρωστήσει καί σίγουρα θά πεθάνει καί θά ἀποσυντεθεῖ. Ὑπόμεινε τότε καί τήν πίκρα τοῦ Ποτηρίου τοῦ Χριστοῦ τό ὁποῖο θά φέρει ἵαση καί αἰώνια μακαριότητα στήν ἀθάνατη ψυχή σου.
Ἄν τό Ποτήριο σοῦ φαίνεται ἀφόρητο, ἀδυσώπητο, τότε ἀποκαλύπτει ὅτι παρόλο πού φέρεις τό Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, δέν ἀνήκεις στόν Χριστό.
Γιά τούς ἀληθινούς ἀκολούθους τοῦ Χριστοῦ, τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ εἶναι Ποτήριο χαρᾶς. Ἔτσι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ἀφοῦ τούς ἔδειραν στή σύναξη τῶν πρεσβυτέρων τῶν Ἰουδαίων, «ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὄτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος Αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πρ. ε΄, 40-41)
Ὁ δίκαιος Ἰώβ ἄκουσε πιρκά μαντάτα. Ἡ μιά εἴδηση μετά τήν ἄλλη διαπερνοῦσαν τήν ἀσάλευτη καρδιά του· ἡ τελευταία ἀπό αὐτές ἦταν ἡ πιο ὀδυνηρή -ὅλοι οἱ υἱοί καί οἱ θυγατέρες εἶχαν πεθάνει μέ σκληρό καί βίαιο θάνατο. Μέσα στή μεγάλη ὀδύνη του, ὁ δίκαιος Ἰώβ διέρρηξε τά ἱμάτιά του, ἔριξε στάχτη στό κεφάλι του καί μέ ἀκλόνητη πίστη ἔπεσε κάτω καί προσκύνησε τόν Κύριο καί εἶπε: «Γυμνός ἐξῆλθον ἐκ κοιλίας μητρός μου, γυμνός καί ἀπελεύσομαι ἐκεῖ· ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω και ἐγένετο· εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τούς αἰῶνας» (Ἰώβ α΄, 21-22)
Ἐμπιστεύσου τήν καρδιά σου μέ ἁπλότητα σέ Αὐτόν ἀπό τόν ὁποῖο Ἐκεῖνος γνωρίζει τή δόση ἀπό τόεἶναι μετρημένες καί οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σου λυτρωτικό Ποτήριο πού πρέπει νά λάβεις.
Νά συλλογίζεσαι συχνά τόν Ἰησοῦ, νά στέκεται μπροστά σέ αὐτούς πού Τόν θανάτωσαν – «ὡς ἀμνός ἄφωνος ἐνώπιον τοῦ κείραντος αὐτόν». Παραδόθηκε πρός θάνατο, νά σφαγιαστεῖ ὡς πρόβατο ἀνυπεράσπιστο. Μεῖνε μέ τό βλέμμα καρφωμένο σέ Αὐτόν καί ὁ πόνος σου θά μεταμορφωθεῖ σέ οὐράνια πνευματική γλυκύτητα. Οἱ πληγές τῆς καρδιᾶς σου θά γιατρευτοῦν ἀπό τίς πληγές τοῦ Ἰησοῦ.
«’Εᾶτε ἕως τούτου», εἶπε ὁ Κύριος σέ αὐτούς πού θέλησαν νά Τόν ὑπερασπιστοῦν στόν Κῆπο τῆς Γεσθημανῆ, καί ἴασε τό κομμένο αὐτί τοῦ δούλου τοῦ ἀρχιερέα. (Λκ. κβ΄, 51)
«Δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τόν πατέρα μου, καί παραστήσει μοι πλείους ἤ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων ;», εἶπε ὁ Κύριος σέ ἐκεῖνον πού προσπάθησε νά πάρει τό Ποτήριο ἀπ’ Αὐτόν (Μτ. κστ΄23)
Σε καιρούς θλίψεων μήν ψάχνεις τή βοήθεια ἀπό τούς ἀνθρώπους· μήν ξοδεύεις τή δύναμη τῆς ψυχῆς σου ἀναζητώντας αὐτήν τήν ἀνίσχυρη βοήθεια. Νά ἀναμένεις τή βοήθεια ἀπό τό Θεό: μετά ἀπό δική Του ἐντολή καί ὅταν Ἐκεῖνος θέλει, θά ἔρθουν οἱ ἄνθρωποι πρός βοήθειά σου.
Ὁ Κύριος παρέμεινε σιωπηλός ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου καί τοῦ Ἡρώδου, δέν ἔκανε καμία προσπάθεια νά ὑπερασπιστεῖ τόν ἑαυτό Του. Μιμήσου αὐτήν τήν ἁγία καί σοφή σιωπή Του ὅταν βλέπεις τούς ἐχθρούς σου νά σέ κατηγοροῦν προσπαθώντας νά κρύψουν τίς μοχθηρές προθέσεις τους κάτω ἀπό τό πρόσχημα τῆς ὀρθοφροσύνης.
Εἴτε τό Ποτήριο ἔρχεται σταδιακά σάν σύννεφα πού βαθμιαῖα πυκνώνουν, εἴτε ξαφνικά σάν λυσσώδης ἀνεμοστρόβιλος, πές στό Θεό «Γεννηθήτω τό θέλημά Σου».
Εἶσαι μαθητής, ἀκόλουθος καί διάκονος τοῦ Ἰησοῦ. Καί ὁ Ἰησοῦς εἶπε: «ἐάν ἐμοί διακονῆ τίς, ἐμοί ἀκολουθείτω, καί ὅπου εἰμί ἐγώ, ἐκεῖ καί ὁ διάκονος ὁ ἐμός ἔσται» (Ἰω, ιβ΄26). Ὅμως ὁ Ἰησοῦς πέρασε τή ζωή Του πάνω στή γῆ μέσα σέ ὀδύνες· καταδιωκόταν ἀπό τή γέννησή Του μέχρι τόν τάφο· ἀπό τά σπάργανα ὁ φθόνος ἑτοίμαζε γι’ Αὐτόν ἕνα βίαιο θάνατο. Οὔτε καί κατέπαυσε ὁ φθόνος ἐπιτυγχάνοντας τό σκοπό αὐτό, ἀλλά προσπάθησε νά ξεριζώσει ὁποιαδήποτε ἀνάμνησή Του πάνω στή γῆ.
Ἀκολουθώντας Τον, ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Κυρίου περνοῦν ἀπό τό δρόμο τῶν προσωρινῶν θλίψεων πού ὁδηγεῖ στή μακάρια αιωνιότητα. Ὅσο οἱ σαρκικές ἀπολαύσεις κυριαρχοῦν πάνω μας, εἶναι ἀδύνατο νά ὑπερισχύσει μέσα μας ἡ πνυεματική κατάσταση. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ὁ Κύριος ἀδιάκοπα προσφέρει τό Ποτήριό Του σέ ὅσους ἀγαπᾶ, γιά νά τούς κρατήσει νεκρούς γιά τόν κόσμο καί νά τούς καταστήσει ἱκανούς νά ζήσουν ή ζωή τοῦ Πνεύματος. Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος εἶπε :Αὐτός στόν ὁποῖο στέλνονται ἀδιάκοπα θλίψεις, εἶναι κάτω ἀπό τήν ἰδιαίτερη φροντίδα τοῦ Θεοῦ». Ὡστόσο, μήν ἐκθέτετε τόν ἑαυτό σας παράτολμα σέ βάθη θλίψεων, γιατί αὐτό εἶναι ὑπερήφανη αὐτοπεποίθηση. Προσευχηθεῖτε στό Θεό, νά ἀλλά ὅταν αὐτές ἔρθουν ἀπό μόνες τους, ἀποτρέψει τίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες μήν τίς φοβηθεῖτε, μή νομίζετε ὅτι ἦρθαν τυχαῖα, συμπτωματικά. Ὄχι, ἐπετράπηκαν ἀπό τήν ἀνεξιχνίαστη Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γεμάτοι πίστη, μέ καρτερικότητα καί μεγαλοψυχία πού πηγάζουν ἀπ’ αὐτήν, κολυμπεῖστε ἄφοβα ἐν μέσῳ τῆς σκοτεινῆς καί ἄγριας καταιγίδας πρός τό εἰρηνικό λιμάνι τῆς αἰωνιότητας : τό ἀόρατο χέρι τοῦ Ἰησοῦ θά σᾶς ὁδηγεῖ.
Μέ ταπείνωση καί ἀπόλυτη προσήλωση μάθετε τήν προσευχή τήν ὁποία προσέφετε ὁ Κύριος πρός τόν Πατέρα Του στόν Κῆπο τῆς Γεσθημανῆ, στίς δύσκολες ὧρες τοῦ πόνου πρίν ἀπό τό Πάθος Του καί τό θάνατο στό Σταυρό. Μ’ αὐτή τήν προσευχή ἀντιμετωπίστε καί ὑπερνικῆστε κάθε θλίψη. «Πάτερ μου,» προσευχήθηκε πλήν οὐχ ὁ Λυτρωτής μας, «εἰ δύνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ὡς σύ» (Μτ. κστ΄, 39)
Προσευχηθεῖτε στό Θεό νά ἀποτρέψει τίς δυστυχίες καί ταυτόχρονα ἀποποιηθεῖτε τοῦ θελήματός σας, σάν νά εἶναι ἁμαρτωλό θέλημα, τυφλό. Ἐμπιστευθεῖτε τόν ἑαυτό σας, τήν ψυχή καί τό σῶμα σας, τίς περιστάσεις τῆς ἡμέρας καί τοῦ μέλλοντος, ἐμπιστευθεῖτε τά πλησιέστερα στήν καρδιά σας, στο πανάγιο καί πάνσοφο θέλημα τοῦ Θεοῦ.
«Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειραμόν· τὸ μέν πνεῦμα πρόθυμον ἡ δέ σάρξ ἀσθενής» (Μτ. κστ΄ 41). Ὅταν περικυκλώνεστε ἀπό θλίψεις νά προσεύχεστε περισσότερο, ὥστε νά ἑλκύσετε τήν ἰδιαίτερη χάρη τοῦ Θεοῦ πρός ἐσᾶς. Μόνο μέ τή βοήθεια αὐτῆς τῆς χάρης μποροῦμε νά ξεπεράσουμε τίς ἐγκόσμιες δυστυχίες.
Ὅταν λάβετε ἀπό τόν Οὐρανό τό δῶρο τῆς ὑπομονῆς, νά εἶστε προσεκτικοί μέ τόν ἑαυτό σας καί νά ἐπαγρυπνεῖτε, ὥστε νά κρατήσετε καί νά διατηρήσετε μέσα σας τή χάρη τοῦ Θεοῦ, διαφορετικά ἡ ἁμαρτία θά εἰσβάλει χωρίς νά τό καταλάβετε στήν ψυχή ἤ στό σῶμα σας καί θά διώξει αὐτή τή χάρη.
Ἀλλά ἐάν ἀπό ἀπροσεξία καί ἀμέλεια ἀφήσετε τήν ἁμαρτία νά εἰσβάλει μέσα σας, καί εἰδικά ἐκεῖνο τό πάθος πρός τό ὁποῖο ἡ ἀσθενής σάρκα σας εἶναι ἰδιαίτερα ἐπιρρεπής καί τό ὁποῖο σπιλώνει τό σῶμα καί τήν ψυχή, τότε ἡ χάρις θά φύγει ἀφήνοντάς σας ἀπογυμνωμένους καί μόνους. Τότε θλίψη, σταλμένη γιά τή σωτηρία και τήν τελειώσή σας, θά πέσει βαριά πάνω σας, θά σᾶς συντρίψει μέ λύπη, κατάθλιψη, ἀπόγνωση, ὡς κάποιον πού κρατᾶ τό δῶρο τοῦ Θεοῦ χωρίς τήν πρέπουσα εὐσέβεια πρός τό δῶρο. Βιαστεῖτε νά ἐπαναφέρετε τήν ἁγνότητα στήν καρδιά σας μέ ἀληθινή καί ἀκλόνητη μετάνοια καί μέσῳ τῆς ἁγνότητας, τό δῶρο τῆς ὑπομονῆς· ἀφοῦ αὐτό τό δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπαναπαύεται μόνο στούς ἀγνούς.
Οἱ ἅγιοι μάρτυρες ἔψαλλαν ὕμνο χαρᾶς ἐν μέσῳ φλογισμ΄νεων καμίνων, ὅταν περπατοῦσαν πάνω σέ καρφιά, σέ κοφτερά μαχαίρια, ὅταν κάθονταν σέ καζάνια βραστοῦ νεροῦ ἤ λαδιοῦ. Ἔτσι καί ἡ δική σας καρδιά θά εὐφρανθεῖ ὅταν μέ τήν προσευχή ἑλκύσετε τή δωρεά τῆς χάριτος καί τή διαφυλάξετε μέ διαρκῆ προσοχή τοῦ ἑαυτοῦ σας. Τότε ἡ καρδιά σας θά ψάλλει ὕμνους ἐν μέσῳ συμφορῶν καί τρομερῶν θλίψεων, δοξάζοντας καί εὐχαριστώντας τόν Θεόν.
Ὁ νοῦς ἐξαγνισμένος ἀπό τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ, προικίζεται μέ πνευματική ὅραση· ἀρχίζει νά βλέπει τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ πού ἀγκαλιάζει τά πάντα, καί εἶναι ἀόρατη μέ τά σαρκικά μάτια· βλέπει τήν ἀπεραντοσύνη τῆς αἰωνιότητας οἰκεία· βλέπει τό Θεό στὰ θαυμαστά ἔργα Του, στή δημιουργία Του καί τήν ἐπαναδημιουργία τοῦ σύμπαντος. Τότε ἡ ἐπίγεια ζωή ἀρχίζει νά φαίνεται σάν ἕνα σύντομο ταξίδι, τοῦ ὁποίου τά γεγονότα εἶναι ὄνειρα, τοῦ ὁποίου οἱ εὐλογίες δέν εἶναι παρά σύντομες ὀπτικές ἀπάτες, βραχεῖες λόγῳ τῶν ἐπικίνδυνων παρανοήσεων τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς.
Τί καρπούς φέρουν οἱ προσωρινές θλίψεις γιά τήν αἰωνιότητα; Ὅταν ἀποκαλύφθηκε ὁ Παράδεισος στόν Ἀπόστολο Ἰωάννη, μέ ἕνα ἀμέτρητο πλῆθος φορέων τοῦ φωτός, ντυμένων στά ἄσπρα, ἐξυμνώντας τή σωτηρία καί τή μακαριότητά τους ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, ἕνας ἀπό τούς κατοικοῦντες στή Βασιλεία τόν ρώτησε: «οὗτοι οἱ περιβεβλημένοι τάς στολάς τάς λευκάς τίνες εἰσί καί πόθεν ἦλθον;» «καί εἴρηκα αὐτῶ»λέει ὁ Ἅγιος καί θεῖος Ἰωάννης «Κύριε μου, σύ οἶδας». Τότε ὁ πρεσβύτερος ἀπάντησε στόν Ἅγιο Ἰωάννη ὁὗτοι εἰσίν οἱ ἐρχόμενοι ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης, καί ἔπλυναν τάς στολάς αὐτῶν καί ἐλεύκαναν αὐτάς ἐν τῶ αἵματι τοῦ ἀρνίου. Διά τοῦτο εἰσίν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ καί λατρεύουσιν αὐτῶ ἡμέρας καί νυκτός ἐν τῶ ναῶ αυτού. Καί ὁ καθημένος ἐπί τοῦ θρόνου σκηνώσει ἐπ’ αὐτούς. Οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδί πᾶν καῦμα, ὅτι τό ἀρνίον τό ἄνα μέσον τοῦ θρόνου ποιμαίνει αὐτούς, καί ὁδηγήσει αὐτούς ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων, καί ἐξαλείψει ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν»(Ἀποκ. ζ΄13-17)
Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τό Θεό εἶναι αἰώνιο μαρτύριο στήν κόλαση, αἰώνια ἐπαφή μέ τόν διάβολο καί διαβολικούς ἀνθρώπους· μέ φλόγες, πικρό ψύχος, τό σκοτάδι τῆς Γέεννας· αὐτό εἶναι ἡ πραγματική ὀδύνη. Αὐτό εἶναι μαρτύριο τεράστιο, φρικτό καί ἀβάσταχτο. Ἡ ἀπόλυτη παράδοση στήν ἡδύτητα τῶν ἐπίγειων ἀπολαύσεων ὁδηγεῖ σέ μεγάλο αἰώνιο μαρτύριο.
Τό Ποτήριο τοῦ Χριστοῦ σώζει ἀπό αὐτό τό μαρτύριο ὅποιον πιεῖ ἀπ’ αὐτό μέ εὐχαριστία καί δοξολογία πρός τόν πανάγαθο Θεό, ὁ Ὁποῖος μέσῳ τοῦ πικροῦ Ποτηρίου τῶν προσωρινῶν θλίδεων ἐκχωρεῖ στόν ἄνθρωπο τό ἄμετρο καί αἰώνιο ἔλεός Του.