– Δηλαδή, Γέροντα, δὲν πρέπει νὰ ἔχη κανεὶς τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας καὶ τὸν φόβο τῆς κολάσεως;
– Ἂν ἔχη τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, δὲν θὰ ἔχη τὸν φόβο τῆς κολάσεως. Καὶ γιὰ νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, θὰ εἶναι κάπως τακτοποιημένος.
Τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγωνίζεται μὲ φιλότιμο, ὅσο μπορεῖ, καὶ δὲν ἔχει διάθεση νὰ κάνη ἀταξίες, ἀλλὰ πάνω στὸν ἀγώνα του νικιέται–νικάει, νικιέται–νικάει, ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση. Ἂν ἔχη λίγη διάθεση νὰ μὴ λυπήση τὸν Θεό, θὰ πάη στὸν Παράδεισο «μὲ τὰ παπούτσια». Ὁ φύσει Ἀγαθὸς Θεὸς θὰ τὸν σπρώξη στὸν Παράδεισο σκανδαλωδῶς.
Θὰ οἰκονομήση νὰ τὸν πάρη τὴν ὥρα ποὺ βρίσκεται σὲ μετάνοια. Μπορεῖ σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ νὰ παλεύη, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση· θὰ τὸν πάρη στὴν καλύτερη ὥρα.
Ὁ Θεὸς εἶναι καλός· θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦμε. Ἂν ἦταν νὰ σωθοῦν μόνο λίγοι, τότε γιατί σταυρώθηκε ὁ Χριστός; Δὲν εἶναι στενὴ ἡ πύλη τοῦ Παραδείσου. Χωράει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκύβουν ταπεινὰ καὶ δὲν εἶναι φουσκωμένοι ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἀρκεῖ νὰ μετανοήσουν, νὰ δώσουν δηλαδὴ τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν τους στὸν Χριστό, καὶ τότε χωροῦν νὰ περάσουν εὔκολα ἀπὸ τὴν πύλη. Ἔπειτα, ἔχουμε καὶ τὸ δικαιολογητικὸ ὅτι εἴμαστε χωματένιοι· δὲν εἴμαστε μόνον πνεῦμα ὅπως οἱ Ἄγγελοι. Εἴμαστε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, ὅταν δὲν μετανοοῦμε καὶ δὲν πλησιάζουμε τὸν Σωτήρα μας ταπεινά. Ὁ ληστὴς στὸν σταυρὸ ἕνα «εὐλόγησον» εἶπε καὶ σώθηκε.
Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ δευτερόλεπτο, ὄχι ἀπὸ τὸ λεπτό. Ὁ ἄνθρωπος μὲ ἕναν ταπεινὸ λογισμὸ σώζεται, ἐνῶ, ἂν φέρη ἕναν ὑπερήφανο λογισμό, τὰ χάνει ὅλα.
Ἀπὸ φιλότιμο καὶ μόνον πρέπει νὰ σωθοῦμε. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος πόνος γιὰ τὸν Θεὸ ἀπὸ τὸ νὰ δῆ τὸν ἄνθρωπο στὴν κόλαση. Νομίζω ὅτι καὶ μόνον ἡ εὐγνωμοσύνη στὸν Θεὸ γιὰ τὶς πολλές Του εὐλογίες καὶ ἡ ταπεινὴ συμπεριφορὰ μὲ ἀγάπη πρὸς τὶς εἰκόνες Του, τοὺς συνανθρώπους μας, μὲ λίγο φιλότιμο ἀγώνα, εἶναι ἀρκετά, γιὰ νὰ ἔχουμε ἀναπαυμένη τὴν ψυχή μας καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη .
ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Β΄, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ, εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1999, σσ. 60-61.