«Ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι». Ὀφείλουμε νά τιμοῦμε τούς Ἁγίους ὡς φίλους του Χριστοῦ, ὡς παιδιά καί κληρονόμους τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστής καί Θεολόγος Ἰωάννης.
Λειψανοθήκη με την κάρα του Αγίου Κλήμεντος Αρχιεπισκόπου Αχρίδος.
Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου (Σκήτη) Βέροιας
Ἄν ὁ Δημιουργός τῶν πάντων καί Κύριος ὀνομάζεται «Βασιλεύς αὐτῶν ποῦ βασιλεύουν καί Κύριος αὐτῶν ποῦ ἔχουν ἐξουσίαν» καί Θεός τῶν Θεῶν, ὁπωσδήποτε καί οἱ Ἅγιοι ὀνομάζονται θεοί καί κύριοι καί βασιλεῖς.Ὀνομάζονται θεοί καί βασιλεῖς καί κύριοι, ὄχι κατά τή φύση τους, ἀλλά ἐπειδή ἔγιναν βασιλεῖς καί κύριοι τῶν παθῶν τους. Διαφύλαξαν ἀπαραχάρακτη τήν ὁμοίωση τῆς θείας εἰκόνας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία εἶχαν δημιουργηθεῖ -διότι βασιλεύς ὀνομάζεται καί τό ὁμοίωμα τοῦ βασιλέως- καί ἐπειδή ἑνώθηκαν μέ τόν Θεό σύμφωνα μέ τήν προαίρεσή τους. Τόν δέχθηκαν νά κατοικήσει μέσα τους καί ἔτσι, μέ τήν κοινωνία μαζί Του, ἔγιναν, κατά Χάριν, αὐτό πού εἶναι ὁ Ἴδιος κατά φύσιν.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι ὁ Θεός κατοίκησε καί μέσα στά σώματα τῶν Ἁγίων μέσῳ τοῦ νοῦ· «οὐκ οἴδατε ὅτι τά σώματα ὑμῶν ναός τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν; Ὁ δέ Κύριος τό Πνεῦμά ἐστι». Καί «εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός». Πῶς, λοιπόν, δέν πρέπει νά τιμοῦμε τούς ἔμψυχους ναούς τοῦ Θεοῦ, τά ἔμψυχα σκηνώματα τοῦ Θεοῦ; Αὐτοί ζωντανοί στέκονται μέ παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Οἱ Ἅγιοι ἔχουν γίνει θησαυροφυλάκια τοῦ Θεοῦ καί καθαρά καταλύματα· « ἐ ν ο ι κ ή σ ω γάρ ἐν αὐτοῖς καί ἐμπεριπατήσω», λέγει ὁ Θεός, «καί ἔσομαι αὐτῶν Θεός». Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή «ψυχαί δικαίων ἐν χειρί Θεοῦ, καί οὐ μή ἅψηται αὐτῶν ὁ θάνατος», διότι ὁ θάνατος τῶν Ἁγίων εἶναι μᾶλλον ὕπνος παρά θάνατος. «Ἐκοπίασαν γάρ εἰς τόν αἰῶνα καί ζήσονται εἰς τέλος». Λοιπόν, τί πολυτιμότερο ὑπάρχει ἀπό τό νά εἶναι κανείς μέσα στό χέρι τοῦ Θεοῦ; Διότι ὁ Θεός εἶναι ζωή καί φῶς καί αὐτοί πού εἶναι μέσα στό χέρι τοῦ Θεοῦ, εἶναι μέσα στή ζωή καί μέσα στό φῶς.
Ὁ Δεσπότης Χριστός μᾶς χάρισε ὡς σωστικές πηγές τά λείψανα τῶν Ἁγίων, τά ὁποῖα ἀναβρύουν μύρο εὐωδίας καί ἀπό τά ὁποῖα πηγάζουν μέ πολλούς τρόπους εὐεργεσίες. Κανένας δέν πρέπει νά ἀπιστεῖ γι’ αὐτό. Διότι, ἄν ἀπό ἀπόκρημνο καί σκληρό βράχο πήγασε νερό στήν ἔρημο, ἐπειδή τό θέλησε ὁ Θεός, καί ἀπό τή σιαγόνα ὄνου, ὅταν δίψασε ὁ Σαμψών, εἶναι ἀπίστευτο νά ἀναβλύζει εὐωδιαστό μύρο ἀπό λείψανα Μαρτύρων; Καθόλου, γι’ αὐτούς πού γνωρίζουν τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί τήν τιμή πού ἔχουν οἱ Ἅγιοι ἀπό Αὐτόν.
Σύμφωνα μέ τόν Νόμο, ὅποιος ἄγγιζε νεκρό ἦταν ἀκάθαρτος, ἀλλά οἱ Ἅγιοι δέν εἶναι νεκροί. Διότι ἀπό τή στιγμή πού ἡ Αὐτοζωή, ὁ αἴτιος τῆς ζωῆς, συγκαταριθμήθηκε στούς νεκρούς, δέν ὀνομάζουμε νεκρούς αὐτούς πού κοιμήθηκαν μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καί μέ τήν πίστη σ’ Αὐτόν. Διότι πῶς εἶναι δυνατόν νά θαυματουργεῖ νεκρό σῶμα; Πῶς ἐκδιώκονται μέ αὐτά οἱ δαίμονες, ἀπομακρύνονται οἱ ἀρρώστιες, θεραπεύονται οἱ ἀσθενεῖς, οἱ τυφλοί ἀποκτοῦν τό φῶς τους, καθαρίζονται λεπροί, παύουν οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις; Κάθε καλή δωρεά κατέρχεται διά μέσου αὐτῶν (τῶν ἁγίων λειψάνων) ἀπό τόν Πατέρα τῶν φώτων (τόν Θεό) σ’ αὐτούς πού τήν ζητοῦν μέ ἀκράδαντη πίστη.
Πόσο θά κοπίαζες γιά νά βρεῖς προστάτη νά σέ παρουσιάσει σέ θνητό βασιλέα καί νά μιλήσει γιά χάρη σου σ’ αὐτόν; Λοιπόν, δέν πρέπει νά τιμοῦμε τούς προστάτες ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, πού παρακαλοῦν τόν Θεό γιά χάρη μας; Μάλιστα, πρέπει νά τούς τιμοῦμε μέ τό νά ἀνεγείρουμε ναούς πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ στό ὄνομά τους, μέ τό νά προσφέρουμε καρπούς ἀπό τήν παραγωγή μας, μέ τό νά τιμοῦμε τή μνήμη τους καί νά εὐφραινόμαστε πνευματικά, γιά νά εἶναι ἔτσι ἡ χαρά ἀρεστή σ’ αὐτούς πού μᾶς συγκαλοῦν, γιά νά μήν τούς παροργίσουμε ἀντιθέτως, ἐνῶ προσπαθοῦμε νά τούς τιμήσουμε. Διότι μ’ αὐτά πού λατρεύεται ὁ Θεός, μ’ αὐτά θά εὐφρανθοῦν καί οἱ ὑπηρέτες Του, μ’ αὐτά ὅμως πού δυσαρεστεῖται ὁ Θεός θά δυσαρεστηθοῦν καί οἱ ὑπασπιστές Του. Ἄς τιμήσουμε, πιστοί, τούς Ἁγίους«ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ᾠδαῖς πνευματικαῖς». Μέ κατάνυξη καί ἐλεημοσύνη πρός τούς φτωχούς, μέ τά ὁποῖα κατεξοχήν λατρεύεται καί ὁ Θεός. Ἄς ἀνεγείρουμε στῆλες καί ὁρατά εἰκονίσματα πρός τιμή τους καί ἄς γίνουμε καί οἱ ἴδιοι, μέ τή μίμηση τῶν ἀρετῶν, ἔμψυχες στῆλες καί ἔμψυχα εἰκονίσματά τους.
Τή Θεοτόκο, ἄς τήν τιμοῦμε ὡς δικαιωματικά καί ἀληθινά μητέρα τοῦ Θεοῦ. Τόν προφήτη Ἰωάννη, ὡς Πρόδρομο καί Βαπτιστή, ὡς Ἀπόστολο καί Μάρτυρα. Ὡς τόν μεγαλύτερο ἄνδρα πού γεννήθηκε ἀπό γυναίκα, σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Κυρίου, καί διότι ὁ ἴδιος ἔγινε πρῶτος κήρυκας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τούς Ἀποστόλους ὡς ἀδελφούς του Κυρίου καί αὐτόπτες μάρτυρες καί ὑπηρέτες τῶν παθημάτων Του, «οὕς καί προγνούς προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ» ὁ Θεός καί Πατήρ. Τούς Μάρτυρας τοῦ Κυρίου, ἄς τοῦς τιμοῦμε ὡς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ. Ὡς ἀνθρώπους πού ἔχουν πιεῖ τό ποτήριό Του καί βαπτίστηκαν τό βάπτισμα τοῦ ζωοποιοῦ θανάτου Του. Ὡς μετόχους στά παθήματά Του καί στή δόξα Του, τῶν ὁποίων ταξίαρχος εἶναι ὁ πρωτοδιάκονος τοῦ Χριστοῦ καί ἀπόστολος καί πρωτομάρτυρας Στέφανος. Ἀκόμη, τούς Ὁσίους Πατέρες μας, τούς θεοφόρους ἀσκητές, αὐτούς πού ἀγωνίστηκαν μέχρι τέλους τόν πιό μακροχρόνιο καί πιό ἐπίμοχθο μαρτυρικό ἀγῶνα τῆς συνειδήσεως· «οἵ περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καί ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, ὧν οὐκ ἥν ἄξιος ὁ κόσμος». Νά τιμοῦμε ἀκόμη τούς πρό τῆς Χάριτος Προφῆτες, τούς δικαίους Πατριάρχες, αὐτούς πού προεῖπαν τήν παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ἐξετάζοντας τή ζωή ὅλων αὐτῶν, ἄς ποθήσουμε μέ ζῆλο τήν πίστη, τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα, τόν ζῆλο, τή ζωή, τήν ἀντοχή στά παθήματα, τήν ὑπομονή μέχρι αἵματος, γιά νά γίνουμε συμμέτοχοι καί στά στεφάνια τῆς δόξης.
Ἀποσπάσματα ἀπό τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ (Ἔκδοσις Ἀκριβῆς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Δ΄ 88, ΕΠΕ 1, σελ. 486 - 495)
Ἐπιμέλεια: Μιχάλη Νικολάου
Θεολόγου
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ, τεῦχος 19ο, Ἀπρίλιος - Ἰούνιος 2012.