Μαρτυρία Σωτηρίας Σαλταγιάννη:
«Ἦταν Μεγάλη Σαρακοστή καί εἶχα πάει γιά ἐξομολόγηση στόν Ὅσιο Δαυΐδ. Ὅταν ἔφτασα στό Μοναστήρι, μέ καλωσόρισαν οἱ ἄλλοι μοναχοί καί ἐγώ τούς ζήτησα νά ἐξομολογηθῶ στόν Πνευματικό μου π. Ἰάκωβο.
Καί ἐκεῖνοι μέ λύπη μοῦ ἀπάντησαν ὅτι δέν θά μπορέση νά μέ δεχθῆ, γιατί ἦταν πολύ ἄρρωστος.
Καί ἐκεῖνοι μέ λύπη μοῦ ἀπάντησαν ὅτι δέν θά μπορέση νά μέ δεχθῆ, γιατί ἦταν πολύ ἄρρωστος.
»Ἐγώ, ἄν καί στενοχωρήθηκα, τούς εἶπα, “δέν πειράζει”, πεῖτε του ὅμως ὅτι εἶναι ἡ Σωτηρία ἀπό Χαλκίδα.
»Ὅταν πῆγαν στό δωμάτιό του καί τοῦ τό εἶπαν, ἐκεῖνος ἀπάντησε: “Πές της νά μέ περιμένη ἔξω ἀπό τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους”.
»Καί ὅπως περίμενα, τόν εἶδα μέ μία ἅγια μορφή νά ἔρχεται πολύ ἀδυνατισμένος, νά ἔρχεται πολύ σιγά καί αὐτό ἐμένα μέ συγκλόνισε καί μέ συγκίνησε πολύ. Μπήκαμε στό ἐκκλησάκι καί ἐξομολογήθηκα. Ἐκεῖνος προσπαθοῦσε νά μοῦ δείξη ὅτι εἶναι καλά.»Ὅταν τελείωσε ἡ ἐξομολόγηση καί μοῦ ἔδωσε τήν εὐχή του, χαμογελαστός μέ συνόδεψε, ἐνῶ ἦταν ἄρρωστος, μέχρι τό “ἁγιονέρι” καί μοῦ εἶπε:
— Σωτηρία, νά ἔρχεσαι πιό τακτικά.
— Δέν ἔρχομαι, γιατί σᾶς κουράζω.
— Ναί, ὅταν θά ξανάρθης, δέν θά μέ βρῆς ἐδῶ, θά μέ βρῆς ἐκεῖ, καί μοῦ ἔδειξε τό μέρος πού εἶναι ὁ τάφος του σήμερα. Καί ὅταν θά ἔρχεσαι, θά μοῦ τά λές ὅλα, μοῦ εἶπε γελώντας καί ἐγώ ἀπό ᾽κεῖ πού θά εἶμαι θά τά ἀκούω ὅλα.
»Πῆρα τήν εὐχή καί ἔφυγα. Καί ἔγινε ὅπως εἶπε. Δέν τόν εἶδα ξανά ζωντανό».
ΑΠΟΣΜΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ:
Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ