Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΠΟΙΟΣ εἶναι ὁ µεγαλύτερος ἐχθρὸς τῶν κοσµικῶν καὶ ἄπιστων ἀνθρώπων; Ἤ καλύτερα ποιὸν θεωροῦν µεγαλύτερο ἐχθρό τους; Εἶναι φοβερὴ ἡ ἀπάντηση. Θεωροῦν τὸν Θεό, γιατὶ τοὺς ἐµποδίζει στὴν ἀκόρεστη ἡδονή, στὴ φιλοδοξία καὶ τὴν πλεονεξία.
∆ὲν θέλουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἐµπόδια στὴν ἱκανοποίηση τῶν ἁµαρτωλῶν τους παθῶν, δὲν ἀναγνωρίζουν ἠθικὲς ἐντολὲς καὶ ἀρνοῦνται κάθε περιορισµὸ τῆς ἐλευθερίας τους, γι’ αὐτὸ κι ἔχουν κηρύξει πόλεµο κατὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν κληρικῶν.
Προσπαθοῦν νὰ θέσουν στὸ περιθώριο καθετί ποὺ ἔχει σχέση µὲ τὸν Θεό -ὁ ὁποῖος γι᾽ αὐτοὺς δὲν ὑπάρχει!- καὶ κινοῦνται χωρὶς σαφῆ προσανατολισµό. Ἄλλοι ἔχουν πολιτικὲς ἰδέες καὶ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐπικράτησή τους, προκειµένου ὁ λαὸς νὰ εὐηµερεῖ καὶ νὰ ζεῖ µέρες εὐτυχίας, ἄλλοι ὑπερτονίζουν τὴν πνευµατικὴ ἀξία τοῦ πολιτισµοῦ, ἄλλοι µεθοῦν µὲ τὰ ἐπιτεύγµατα τῆς ἐπιστήµης καὶ τῆς τεχνολογίας καὶ γενικὰ µὲ κάθε ἐπιτυχία, ποὺ ἐντυπωσιάζει. Ὅλα αὐτὰ ὅµως ἔχουν σχετικὴ ἀξία καὶ δὲν ἐξασφαλίζουν ἐκεῖνα ποὺ κάνουν τὴ ζωὴ καλύτερη. ∆ὲν δίνουν νόηµα στὴ ζωή. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ κατάσταση τῆς κοινωνίας εἶναι ἀποκαρδιωτική. Οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀνυψώνονται, δὲν ἀποκτοῦν ἀρετές, δὲν πιστεύουν, στὴν ἄλλη ζωὴ καὶ δὲν ἔχουν ἐµπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἡ δυστυχία τοὺς συνοδεύει παντοῦ. Εἶναι ἀποτέλεσµα τῆς ἀποµάκρυνσής τους ἀπὸ τὸ Θεό.
Ὁ ἀείµνηστος γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος ἔλεγε ὅτι ἡ δυστυχία τῶν ἀνθρώπων ὀφείλεται στὴν ἀπιστία τους. Εἶναι χαρακτηριστικὰ τὰ λόγια του: «Παντοῦ θλίψη, παντοῦ στενοχώριες, παντοῦ στεναγµοί, πόνοι καὶ θάνατοι. Μεγάλη ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Νόµισαν οἱ ἀχάριστοι ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἀκούει τὶς βλασφηµίες, ποὺ κάθε µέρα ἐξεστόµιζαν ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα στόµατά τους. Νόµισαν ὅτι δὲν βλέπει τὶς ἀσωτεῖες, τὶς ἀδικίες, τὶς πλεονεξίες, τοὺς δόλους, τὶς συκοφαντίες. Πλανήθηκαν οἱ σκοτισµένοι, προτίµησαν περισσότερο τὸ σκότος ἀπὸ τὸ φῶς, τὸν διάβολο ἀπὸ τὸν Χριστό, τώρα πληρώνονται, λαµβάνουν τὴν τιµὴ τῶν κακῶν, τὰ ὁποῖα ἐργάστηκαν. Θερίζουν ὅ,τι ἔσπειραν. Τρυγοῦν τοὺς καρποὺς τῆς ἀσεβείας, τῆς ἀπιστίας καὶ ἀκολασίας τους. ∆υστυχῶς δὲν µετανοοῦν, γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν στὸν Θεό, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀποµακρύνθηκαν. Ἔκλεισαν τοὺς ὀφθαλµούς τους, γιὰ νὰ µὴ βλέπουν, βούλωσαν τὰ αὐτιά τους, γιὰ νὰ µὴ ἀκοῦν, πωρώθηκαν, σκληρύνθηκαν, ἔπεσαν οἱ ταλαίπωροι σὲ τέλεια ἀναισθησία'» (Γνωριµία µὲ τὸν γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο, Θεσ/νίκη 2014, σελ. 150-151).
Μακάρι κάποτε οἱ ἄνθρωποι νὰ ἐπιστρέψουν στὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνουν συνειδητοὶ χριστιανοί. Νὰ βροῦν δηλ. τὸ πραγµατικὸ νόηµα τῆς ζωῆς καὶ νὰ ἀποκτήσουν ὅλα τὰ πνευµατικὰ ὅπλα, µὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἀντιµετωπίζουν τὶς µεθοδεῖες τοῦ διαβόλου καὶ τὰ προβλήµατα, ποὺ θὰ παρουσιάζονται στὴ ζωή τους.