Γεννηθήκαμε καί μεγαλώνουμε τά παιδιά μας μέσα σέ μιά κοινωνία, πού θεωρεῖ αὐτονόητο τό ὅτι εἴμαστε Χριστιανοί, χωρίς ὅμως νά ἔχουμε συνειδητοποιήσει οὔτε τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας οὔτε τίς προϋποθέσεις γιά νά γίνει καί γιά νά εἶναι κάποιος Χριστιανός.
Σήμερα, σέ μιά ἐποχή ἀναίσχυντα ἐγωκεντρική καί ἀτομικιστική, τά «αὐτονόητα»... ἀρχίζουν νά πεθαίνουν. Κάθε ἔφηβος μπορεῖ νά σοῦ πετάξει κατάμουτρα τήν ἀναίδεια τῆς ἐγωιστικῆς του ἀπαίτησης γιά αὐτονομημένη ζωή: «Μέ ρωτήσατε πού μέ βαφτίσατε;»
Γιά νά μή βρεθοῦμε στήν δύσκολη θέση νά ἀντιμετωπίσουμε μιά τέτοια ἐρώτηση, εἶναι καλό πρῶτα ἐμεῖς νά ἀναρωτηθοῦμε σοβαρά: «Γιατί βαφτίσαμε τό παιδί μας;»
Προφανῶς, ὄχι «γιά τό καλό», ἔτσι ἀόριστα. Ὄχι γιά νά δημοσιοποιήσουμε κάπως πανηγυρικά ὅτι ἀποκτήσαμε παιδί. Ὄχι μόνο γιά νά πάρει κάποιο ὄνομα. Ὄχι γιά νά τό πάει ἡ κουμπάρα ... τρεῖς Κυριακές στήν Ἐκκλησία, καί μετά νά ξαναμπεῖ τό παιδί στήν Ἐκκλησία στό γάμο του (ἄν κάνει θρησκευτικό γάμο)!...
Τό βαφτίσαμε γιά νά μπεῖ μέσα σέ ἕνα Σπίτι, στήν Ἐκκλησία, τήν ὁποία τήν ἀπολαμβάνουμε σάν τόν μόνο χῶρο Ἀληθινῆς Ζωῆς.
Πρῶτα ἐμεῖς λαχταρᾶμε νά μπαίνουμε ἐκεῖ (τουλάχιστον κάθε Κυριακή), γιά νά τρεφόμαστε ὄχι μόνο ἀπό τήν Ζωντανή Παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί (ὅσο συχνότερα μποροῦμε) ἀπό τό Ἄχραντο Σῶμα Του καί τό Τίμιο Αἷμα Του. Ἡ ἐπιλογή μας νά μπεῖ τό παιδί μας στήν Ἐκκλησία ἔχει πρωτίστως σχέση μέ τήν ΔΙΑΤΡΟΦΗ του. Δέν πρόκειται ἁπλῶς γιά... ὑγιεινή διατροφή. Πρόκειται γιά τήνΜΟΝΗ διατροφή, πού μᾶς κρατάει στήν ΖΩΗ, ὄχι μόνο τώρα ἀλλά καί μετά τήν ἀναχώρησή μας ἀπό ἐδῶ. Διότι ἡ ΖΩΗ εἶναι μία,καί ἐδῶ καί ἐκεῖ: εἶναι Ο ΧΡΙΣΤΟΣ!
Ἄν τά παιδιά μας βλέπουν ὅτι αὐτά τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει καί τά ζοῦμε μέ σταθερότητα καί συνέπεια, τότε μεγαλώνοντας, ὄχι ἁπλῶς δέν θά μᾶς παραπονεθοῦν, πού τά βαφτίσαμε χωρίς νά τά ρωτήσουμε, ἀλλά καί θά μᾶς εὐγνωμονοῦν γιά πάντα γιά τήν μέγιστη εὐεργεσία πού τούς κάναμε, νά τά βοηθήσουμε νά ἐνταχθοῦν στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδήστόν μόνο χῶρο τῆς Ἀληθινῆς καί ΑἰώνιαςΖωῆς.
Ἄν αὐτά δέν τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει καί δέν τά ζοῦμε, ἄν βλέπουμε τήν Ἐκκλησία ἁπλῶς σάν ἕνα διακοσμητικό στοιχεῖο φολκλορικοῦ τύπου, σάν ἕνα κεφάλαιο τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶςἤ μόνο σάν ἕνα καταφύγιο γιά τίς δύσκολες στιγμές τῆς ζωῆς μας, τότε μᾶλλον εἶναιπροτιμότερο ... νά μή βαφτίζουμε τά παιδιά μας! Ἴσως ἀργότερα ἀναζητήσουν τήνἘκκλησία καί Τήν γνωρίσουν μέσα ἀπό ἄλλες διαδρομές. Ἀλλά ἔστω κι ἄν κάποτε Τήν βροῦν, θά ἔχουν πάντοτε τό διπλόπικρό παράπονο:
α) «Γιατί τέτοιο Δῶρο νά μή μοῦ τό ἔχουν κάνει οἱ γονεῖς μου;» καί
β) «Γιατί τέτοιο Δῶρο δέν μοῦ τό ἔκαναν οἱ γονεῖς μου νωρίς;»
Ἀρχιμ. Β. Λ.
Μηνιαῖον Περιοδικόν «Λυχνία»
Ἱ. Μητροπόλεως Νικοπόλεως