Όταν πάψουμε να προστατεύουμε τον εαυτό μας, να διεκδικούμε πρωτεία, να διεκδικούμε δικαίωση, τότε θα γίνουμε ελεύθεροι.
Είναι δύσκολο. Πολύ δύσκολο να πάψεις να διεκδικείς, δύσκολο να γκρεμίσεις του λογισμούς περί της αξιότητάς σου. Είναι όμως αναγκαίο. Διότι χωρίς αυτό πάντα θα είμαστε δούλοι του εγώ μας. Δεν θα βρούμε ποτέ τον Θεό.
Πάντα μπροστά μας θα στέκουν τα κατορθώματά μας, η ορθοδοξία μας, η νηστεία μας, η αγρυπνία μας, η καλοσύνη μας, ο εκκλησιασμός μας, η ανεξικακία μας, η σιωπή μας, η αρετή μας.
Θα αυτοθεωνόμαστε.
Συνεχώς θα δημιουργούμε εξωτερικά, αλλά μέσα θα όζουμε.
Θα επεκτείνουμε τα πνευματικά παλαίσματά μας για τα μάτια του κόσμου, εσωτερικά όμως θα είμαστε κενοί.
Θα κοπιάζουμε εξωτερικά ώστε να αποδείξουμε ότι είμαστε του Θεού, ότι είμαστε θεραπευμένοι, όμως εσωτερικά θα παραμένουμε τυφλοί, παράλυτοι, καχεκτικοί, λεπροί, νεκροί.
Θα ψευτοειρηνεύουμε μέσα στην πνευματική αυτονομία μας που προκαλεί ταραχές και διαμάχες.
Ο Θεός θα παραμένει πάντοτε καταπατητής των δικαιωμάτων μας, της γνώμης μας.
Θα ψάχνουμε την δικαίωση μέσα από την αντιπαράθεση με τους άλλους.
Θα προσπαθούμε να νιώθουμε σπουδαίοι μέσα από την σύγκρουση με τους άλλους.
Δεν μπορούμε να υποψιαστούμε τί σημαίνει «εν Χριστώ ζωή», «Χάρις», «Αγάπη», «Ειρήνη», «Χαρά», όταν κλείνουμε ερμητικά τα μάτια μας στον θάνατο, όταν το μόνο που μας νοιάζει είναι «το καλό μας όνομα», όταν η αρετή μας γίνεται αυτοσκοπός, όταν εμμονή της ζωής μας είναι η προστασία του εαυτού μας.
Όλα τα υπολογίζουμε με βάση την επίγεια ζωή μας.
Αναπόφευκτα λοιπόν έρχεται η διάσπαση, έρχεται ο χωρισμός.
Διότι προτιμούμε «να έχουμε δίκαιο» τώρα, παρά να είμαστε μαζί για πάντα.
Προτιμούμε τα πρωτεία, παρά την διακονία.
Προτιμούμε τον μονόλογο, παρά τον διάλογο.
Προτιμούμε την μοναξιά, παρά την συνύπαρξη.
Προτιμούμε τα συνοικέσια παρά τον έρωτα.
Προτιμούμε φυλακές παρά ελευθερία.
Προτιμούμε χώμα παρά πνεύμα.
Προτιμούμε την Θρησκεία παρά την Εκκλησία.
Προτιμούμε, ενώ δεν θα έπρεπε να προτιμούμε παρά μόνον να ποθούμε...απαθώς.