Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης:
«Ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί ας, αἱ λεγόμεναι Ἀνατολικαί ἤ Δυτικαί ἀποτελοῦν αἱρετικά ἀθροίσματα μικρά ἤ μεγάλα, σώματα νοσοῦντα ποικίλως καί ἄλλα ἐντελῶς νεκρά...
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν εἶναι πολύ περίεργον, πῶς ἐλπίζεται μία προσέγγισις τῆς Ἐκκλησίας μετά τοῦ παπισμοῦ, ὅταν ἡ πτῶσις του θεωρεῖται ἡ Τρίτη εἰς τήν ἱστορίαν, μετά τήν πτῶσιν τῶν πρωτοπλάστων καί κατόπιν τοῦ Ἰούδα, ὡς λέγει ὁ Πόποβιτς;
Ἤ πῶς δύναται νά γίνῃ διάλογος μέ τόν προτεσταντισμόν, ὅταν ἡ πτῶσις του εἶναι τόσον μεγάλη, ὥστε πολλοί ἐκ τῶν ἀντιπροσώπων του νά ἔχουν ἐν πολλοῖς ὑπερβάλλει εἰς ἀρειανισμόν καί αὐτόν τόν Ἄρειον;»
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν εἶναι πολύ περίεργον, πῶς ἐλπίζεται μία προσέγγισις τῆς Ἐκκλησίας μετά τοῦ παπισμοῦ, ὅταν ἡ πτῶσις του θεωρεῖται ἡ Τρίτη εἰς τήν ἱστορίαν, μετά τήν πτῶσιν τῶν πρωτοπλάστων καί κατόπιν τοῦ Ἰούδα, ὡς λέγει ὁ Πόποβιτς;
Ἤ πῶς δύναται νά γίνῃ διάλογος μέ τόν προτεσταντισμόν, ὅταν ἡ πτῶσις του εἶναι τόσον μεγάλη, ὥστε πολλοί ἐκ τῶν ἀντιπροσώπων του νά ἔχουν ἐν πολλοῖς ὑπερβάλλει εἰς ἀρειανισμόν καί αὐτόν τόν Ἄρειον;»
(Ὀρθόδοξος Τύπος, ἀριθμ. φύλλου 97, 10 Φεβρουαρίου 1969).