Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Στο κείμενο που ακολουθεί θα γνωρίσουμε τον Γέροντα Διονύσιο μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες ενός Ρουμάνου Αγιορείτη ιερομονάχου, του π. Πετρωνίου που κατοικεί στο Κελλί του Αγίου Γεωργίου Καψάλας. Να τι μας έγραψε ο π. Πετρώνιος, μεταφρασμένα στα ελληνικά:
Την πρώτη εμπειρία είχα στα πρώτα χρόνια της διαβιώσεώς μου στο Άγιον Όρος. Η δεύτερη εμπειρία μου συνέβη το 2000, όταν ο Γέροντας μού προείπε ότι θα χειροτονηθώ κληρικός από τον ηγούμενο της Σκήτης Δαρβάρη του Βουκουρεστίου, τον επίσκοπο Αμβρόσιο, και ητρίτη μου συνέβη το 2002, όταν ο Πρώτος του Αγίου Όρους μού πρότεινε να διακονήσω σαν διάκονος στον αρχαίο ναό του Πρωτάτου.
Σαν νέος μοναχός, όπως συμβαίνει λόγω της ηλικίας μας σε όσους ερχόμαστε από τη Ρουμανία να μονάσουμε στο Άγιον Όρος, μας ενοχλούν αλύπητα οι λογισμοί να επιστρέψουμε στη Μονή της μετανοίας μας στη Ρουμανία. Ήμουν στην υπακοή του Γέροντά μου εδώ στο Ορος, του μοναχού Μελετίου, ο οποίος, όταν ήμουν ταραγμένος, με έστελνε στον Γέροντα Διονύσιο της Κολιτσούς.
Μία ημέρα πήγα στον Γέροντα Διονύσιο να ζητήσω συμβουλές και τις προσευχές του. Ήμουν συνηθισμένος από τη Ρουμανία, όπου πήγαινα στη Μονή Συχαστρία, στον Γέροντα Κλεόπα, ο οποίος μας καθοδηγούσε και μας εξομολογούσε, όταν είχαμε ανάγκη.
Όταν έφθασα στο Κελλί του Γέροντα, οι πατέρες με υποδέχθηκαν με πολλή χαρά. Τους είπα ότι ήλθα να δω τον Αββά, αλλά μου είπαν ότι ξεκουραζόταν, διότι είχαν αγρυπνία. Σκεπτόμουν να φύγω και να έλθω άλλη φορά, αλλά ένας μοναχός μού είπε να περιμένω για να ερωτήσει τον Γέροντα τι θα γίνει. Είναι σαν να τον βλέπω μπροστά μου να κατεβαίνει τα σκαλιά με το μπαστουνάκι του. Όταν πλησίασε ζήτησα την ευλογία του λέγοντάς του:
– Ευλογείτε, πάτερ.
– Ποιός είσαι;
– Είμαι ο π. Πετρώνιος από το Κελλί του Αγίου Γεωργίου Καψάλας, μαθητής του π. Μελετίου.
– Ω, πάτερ Πετρώνιε, καλώς όρισες! Περιμένεις πολλή ώρα;
– Όχι, Πανοσιότατε.
– Τι κάνει ο καημένος ο π. Μελέτιος;
– Είναι καλά με τις ευχές σας. Σας στέλνει προσκυνήματα.
– Ο Κύριος να τον ελεήσει.
– Ευχαριστώ, πάτερ. Ζητώ για κάτι την συμβουλή σας.
– Έλα στην εκκλησία, παιδί μου, να μας ψάλλεις και την καταβασία της εορτής του Γενεσίου της Θεοτόκου που εορτάσαμε χθες.
Έψαλα και κατόπιν ο Γέροντας μ’ ερώτησε:
– Πες μου, τι πρόβλημα έχεις;
– Πανοσιότατε, ήλθα αποφασισμένος να μείνω στο Άγιον Όρος σαν υποτακτικός του π. Μελετίου, αλλά δεν με αφήνουν οι λογισμοί και με πιέζουν να γυρίσω στο μοναστήρι μου στη Ρουμανία. Τι να κάνω;
– Ω, πάτερ Πετρώνιε! Μην ακούς αυτό τον λογισμό, διότι είναι από τον διάβολο. Προσευχήσου στην Κυρία Θεοτόκο και στον άγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο να σε ενδυναμώνουν σ’ αυτό τον πειρασμό, διότι θα έχουν πολύ μισθό οι μοναχοί εκείνοι που άφησαν γονείς, αδέλφια, πατρίδα και κοινοβίασαν εδώ στο Περιβόλι της Παναγίας. Στο δικό σου το Κελλί έκαμα κι εγώ την πρώτη αγρυπνία, όταν ήλθα το 1926 στις 8 Σεπτεμβρίου στο Άγιον Όρος. Τι καλοί που ήταν τότε οι πατέρες! Τι ωραίες αγρυπνίες έκαναν! Και να ξέρεις ότι τότε ήταν πολύ πιο δύσκολα για να μείνει κάποιος στο Άγιον Όρος.
Κατόπιν μου είπε ο Γέροντας:
– Για το όνομα του Θεού κάνε αγάπη και μείνε στον π. Μελέτιο, γιατί κι αυτός είναι σε ηλικία και έχει μεγάλη ανάγκη.
– Καλά, Πανοσιότατε, του είπα εγώ, αλλά δεν έχουμε ιερέα στο κελλί μας και δεν κάνουμε θείες Λειτουργίες.
Τότε ο Γέροντας μου είπε:
– Θα γίνης εσύ και ιερέας!
Εγώ δεν είχα ποτέ σκεφθεί την ιεροσύνη και ερωτούσα τον εαυτό μου από πού το ήξερε αυτό ο Γέροντας; Άρα ήταν διορατικός. Με δυνάμωσε πολύ πνευματικά, μετά μου έδωσε κάτι να φάω και αναχώρησα από το κελλί του. Κάθε φορά που πήγαινα στο κελλί του μ’ ερωτούσε ο Γέροντας:
– Πώς είσαι, πάτερ Πετρώνιε; Θέλεις να αναχωρήσεις τώρα για τη Ρουμανία;
– Όχι, Γέροντα, συνήθισα πλέον εδώ.
Το 2000, Μάρτιο μήνα, ήλθε για επίσκεψη στο Άγιον Όρος και στο Κελλί μου ο ηγούμενος της Σκήτης Δαρβάρη του Βουκουρεστίου π. Αμβρόσιος (τώρα είναι επίσκοπος) και με παρακάλεσε να τον συνοδεύσω στη Μονή Βατοπεδίου για να προσκυνήσει την Ζώνη της Κυρίας Θεοτόκου. Μας υποδέχθηκαν εκεί οι πατέρες με χαρά. Αφού προσκυνήσαμε, ερώτησα τον π. Αμβρόσιο.
– Δεν θέλετε να πάτε στην Κολιτσού, στον π. Διονύσιο, να πάρετε την ευλογία του;
– Με χαρά, πάμε, πάτερ, μου είπε. Ίσως να με δεχθεί και να με εξομολογήσει.
– Πάμε και η Κυρία Θεοτόκος να μας βοηθήσει.
Φθάσαμε στο κελλί του και ο Γέροντας μας υποδέχθηκε στην αυλή. Του παρουσίασα τον π. Αμβρόσιο και ο Γέροντας χάρηκε. Ο π. Αμβρόσιος ζήτησε την ευλογία του να εξομολογηθεί. Εγώ περίμενα λίγο στην αυλή και ο π. Αμβρόσιος τελείωσε την εξομολόγησή του. Ερώτησα τον ηγούμενο:
– Σας εξομολόγησε ο Γέροντας;
– Ναι, εξομολογήθηκα, μου απήντησε.
– Και πώς σας φάνηκε ο Γέροντας;
– Με έβαλε σε λογισμούς ο Γέροντας.
– Γιατί;
– Είναι ένα μυστήριο το οποίο θα σου πω: μου είπε ότι στις 15 Οκτωβρίου (2000), δηλαδή μετά έξι μήνες, θα γίνω επίσκοπος.
Εγώ άρχισα να γελώ λέγοντάς του:
– Άφησε αυτό το θέμα, πάτερ ηγούμενε. Έχεις καιρό μέχρι τα ογδόντα να γίνεις και επίσκοπος.
– Εγώ δεν σκέπτομαι κάτι τέτοιο, αλλά αυτό μου είπε ο Γέροντας.
– Ήθελε να σε ενθαρρύνει, επειδή είσαι νέος. Έτσι, ήθελε να σου δώσει μία συμβουλή.
Αναχώρησε ο π. Αμβρόσιος για το μοναστήρι του στη Ρουμανία. Στις 15 Σεπτεμβρίου μου τηλεφώνησε και μου είπε:
– Πάτερ Πετρώνιε, είσαι καλεσμένος στη χειροτονία μου σε επίσκοπο, που θα γίνει στις 15 Οκτωβρίου.
Στην αρχή νόμισα ότι αστειεύεται, αλλά και πάλι μου επανέλαβε το ίδιο πράγμα. Εγώ του υπενθύμισα τι του είπε ο αββάς Διονύσιος τον Μάρτιο του ιδίου έτους. Έμεινε άφωνος! Πράγματι στις 15 Οκτωβρίου πήγα στη χειροτονία του π. Αμβροσίου σε επίσκοπο.
Το έτος 2002 άλλαξε η Επιστασία της Ιεράς Κοινότητος. Μπήκε η Ιβηριτική. Εγώ τότε ήμουν διάκονος και μία ημέρα με κάλεσε ο άγιος Πρώτος (ήταν ο ιερομόναχος π. Καλλίνικος Ιβηρίτης) να βάλω μετάνοια και να πάρω διακόνημα να υπηρετώ σαν διάκονος στην κεντρική μεγάλη εκκλησία του Πρωτάτου. Εγώ του είπα ότι δεν ξέρω καλά την ελληνική γλώσσα και αναχώρησα με λεπτότητα. Τότε με πρόλαβε ο άγιος Πρώτος και μου είπε:
– Άφησε. Κι εμείς δεν ξέρουμε καλά την γλώσσα μας κι όμως υπηρετούμε εδώ την Κυρία Θεοτόκο.
Τότε εγώ του απήντησα:
– Άγιε Πρώτε, σας παρακαλώ να με συγχωρήσετε και μετά από μία εβδομάδα θα σας απαντήσω.
– Καλά, μου είπε. Θα περιμένω.
Έτρεξα αμέσως στον Γέροντα Διονύσιο και ζήτησα την συμβουλή του. Και εκείνος μου είπε:
– Και βέβαια θα πας. Σε καλεί η Ιερά Επιστασία και θέλεις να δραπετεύσεις;
– Γέροντα, δεν ξέρω καλά την ελληνική γλώσσα.
– Πήγαινε, πάτερ Πετρώνιε, και βάλε μετάνοια στον άγιο Πρώτο. Δέξου να υπηρετήσεις σαν διάκονος και έτσι θα μάθεις καλύτερα και τα ελληνικά. Αλλιώς δεν θα μάθεις ποτέ.
Έτσι, έκανα υπακοή στον Γέροντα και εκείνη την χρονιά ήμουν ο διάκονος του Πρωτάτου.
Αυτός ήταν ο π. Διονύσιος. Είχε βαθιά ταπείνωση και αγάπη, δύο αρετές τις οποίες απέκτησε μετά από πολλά χρόνια ασκητικής ζωής. Ναι, η ταπείνωση και η καλοσύνη τον περικοσμούσαν πάντοτε. Σε έκανε να αισθάνεσαι κοντά του σαν μία προσωπικότητα, ενώ ο ίδιος υποκλινόταν με ταπείνωση μπροστά σε κάθε μοναχό.
Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Πηγή: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης, «Αυθεντικές μαρτυρίες Αγιορειτών πατέρων και προσκυνητών για την προσωπικότητα του οσίου Γέροντα Διονυσίου του Ρουμάνου, Αγιορείτη ησυχαστή». Ομιλία στο Μοναχικό συμπόσιο προς τιμήν τού οσίου Γέροντα Διονυσίου του Ρουμάνου, Αγιορείτη ησυχαστή. Ιάσιο Ρουμανίας, 12-15 Νοεμβρίου 2015. (Αποσπάσματα.)