Του κ. Νίκου Ράπτη(*)
Χρειάζεται να είναι κανείς εντελώς ανιστόρητος και κακοπροαίρετος για να αμφισβητεί την συμβολή της Εκκλησίας μας στους εθνικούς μας αγώνες. Ιδίως την δεκαετία του 1940, η Εκκλησία κράτησε άψογη εθνική στάση, που οφείλουμε να τη γνωρίζουμε και να την τιμούμε. Ευθύς εξαρχής, η φασιστική Ιταλίαστόχευσε τον δεσμό μεταξύ Ορθοδοξίας και Ελληνισμού.
Στις 15 Αυγούστου 1940, ο τορπιλισμός της Έλλης διαμήνυε πως στο Αιγαίο οι Έλληνες (δηλαδή οι Ορθόδοξοι) δεν είχαν καμία δουλειά να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Δεν είναι τυχαίο πως ο τορπιλισμός στόχευε τον εορτασμό της κοίμησης της Θεοτόκου, που αποτελεί στοιχείο διχογνωμίας της Ορθόδοξης με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Με την κήρυξη του πολέμου, πολλοί κληρικοί και μοναχοί στρατεύτηκαν εθελοντικά και πολέμησαν στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Η εικόνα του στρατιωτικού ιερέα αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του Έπους της Αλβανίας. Αλλά και στα μετόπισθεν, η εκκλησία δημιούργησε ανθρωπιστικές οργανώσεις που στάθηκαν στο πλευρό της οικογένειας των μαχητών. Κατά τη διάρκεια του πολέμου 1940-41, υπολογίζονται σε 60.000 οι οικογένειες του λεκανοπεδίου της Αττικής που φροντίστηκαν ποικιλόμορφα από την Εκκλησία.
Τη θέση της Εκκλησίας απέναντι στον κατακτητή σηματοδοτεί η περήφανη στάση του Αρχιεπισκόπου Χρύσανθου, που –στον κολοφώνα της κυριαρχίας του Άξονα!- αρνήθηκε να παραστεί στην παράδοση της πόλης των Αθηνών και να ορκίσει την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Να υπογραμμισθεί πως με την πράξη του αυτή ο Αρχιεπίσκοπος δεν αρνούνταν απλά να τιμήσει μιαν κυβέρνηση. Ταυτοχρόνως εκδήλωνε έμπρακτα την υποστήριξή του στην εξόριστη, ελεύθερη κυβέρνηση της Κρήτης και του Καΐρου, που υπό τον Βασιλέα Γεώργιο συνέχιζε τον πόλεμο κατά του Άξονα.
Στη διάρκεια της Κατοχής, η Εκκλησία οργάνωνε συσσίτια, φρόντιζε για την ένδυση, την υγειονομική περίθαλψη και τη θέρμανση των σκλαβωμένων. Πολλοί μοναχοί και κληρικοί συμμετείχαν ενεργά στην Εθνική Αντίσταση ή θυσιάστηκαν για να μην προδώσουν τους πατριώτες. Ιδιαίτερη μνεία οφείλει να γίνει στον κλήρο της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, που αντιμετώπιζε την μανιασμένη επιχείρηση εκβουλγαρισμού της Σόφιας, που στο πρόσωπο του Έλληνα «Πατριαρχικού» ιερέα έβλεπε ανέκαθεν τον μεγάλο της αντίπαλο.
Αποτελεί όνειδος για τους σημερινούς αμφισβητίες του ρόλου της Εκκλησίας, ανάμεσα στους οποίους ατυχώς συμπεριλαμβάνεται και ο νυν Υπουργός Παιδείας, ότι κατά τη δεκαετία του 1940 πολλοί κληρικοί δολοφονήθηκαν από άλλους Έλληνες, στο όνομα θολών και σκοτεινών ιδεοληψιών.
Τον Απρίλιο του 1949 ο π. Αναστάσιος (Καφαντάρης) της Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος δολοφονήθηκε ενώ τελούσε τη Θεία Λειτουργία, από έκρηξη βόμβας που είχαν τοποθετήσει κομμουνιστές στην Ιερά Τράπεζα. Αυτή είναι η ολέθρια κληρονομιά που φέρουν οι σημερινοί επίδοξοι διώκτες της Εκκλησίας μας. Ας προσέχουν τα βήματά τους για να μην καταβαραθρωθούν στα ίδια αντεθνικά και ανθρωποκτόνα σκοτάδια με τους δύσμοιρους ιδεολογικούς τους προκατόχους.
(*) Ο κ. Νίκος Ράπτης είναι Διδάκτωρ Παιδαγωγικής, Διευθύνων Σύμβουλος των Εκπαιδευτηρίων Μαίρης Ν. Ράπτου-“ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” 27/10/2016.