Γεννήθηκα στην Δρούσια Πάφου της Κύπρου το 1921.
Είμαι ηλικίας 88 ετών, 73 χρόνια μοναχός και ο Γέροντας Εφραίμ και όλη η αδελφότητα είναι δικά μου πνευματικά παιδιά.
Λυπούμαι που στας δυσμάς του βίου μου ασχολούμαι με μία υπόθεση που δεν έχει κανένα πραγματικό υπόβαθρο για να αποδοθεί ψόγος στα πνευματικά μου παιδιά, αλλά κατασκευάσθηκε για να εξυπηρετηθούν άλλοι σκοποί.
Σε ηλικία 15 ετών με προετοίμαζαν οι γονείς μου, επειδή ήμασταν πολυμελής και πτωχή οικογένεια, για να μεταναστεύσω στην Αμερική, όπου ήδη είχαν μεταναστεύσει δύο αδελφοί μου.
Ενώ είχα έτοιμα τα εισιτήριά μου, πέρασα από τη Μονή Σταυροβουνίου της Κύπρου και χωρίς να γνωρίζω τίποτε ιδιαίτερο για το μοναχικό βίο, μου προκάλεσε δυνατή συγκίνηση η ζωή στη Μονή και ζήτησα από τους γονείς μου να μου επιτρέψουν να παραμείνω στη Μονή μέχρι την ενηλικίωσή μου, οπότε θα αποφάσιζα αν θα γινόμουν μοναχός. Πράγματι, ασπάστηκα τον μοναχικό βίο και γνώρισα πατέρες, μεγάλους ασκητές, από τους οποίους μερικοί είχαν ασκηθεί στο Άγιον Όρος και επέστρεψαν στη Μονή Σταυροβουνίου. Οι διηγήσεις τους για την υψηλή πνευματική ζωή του Αγίου Όρους και ιδιαίτερα για τη θαυμαστή ζωή των ασκητών με παρώθησαν να πάω στο Άγιον Όρος για να διδαχθώ την ασκητική ζωή και το δρόμο της αγιότητας.
Σε ηλικία 25 ετών μου έδωσε την ευλογία του ο Ηγούμενος της Μονής Σταυροβουνίου να πάω στο Άγιον Όρος και να αναζητήσω να βρω αυτό που επιθυμούσα. Έφτασα το 1946, μέσα σε δύσκολες συνθήκες και σύντομα ανακάλυψα μια μεγάλη ασκητική μορφή στις σπηλιές της Μικράς Αγίας Αννας, τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή. Μαζί του ήταν και ο Γέρων Αρσένιος ο συνασκητής του. Η ζωή τους ήταν πάρα πολύ σκληρή, σε τέλεια ακτημοσύνη, νηστεία, αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή. Ζήτησα να μείνω μαζί τους και μετά από προσευχή με δέχτηκαν.
Έμεινα 12 χρόνια κοντά στο Γέροντα Ιωσήφ μέχρι το θάνατό του. Στο διάστημα αυτό ήρθαν ακόμη και έμειναν μαζί μας ο γέροντας Χαράλαμπος, μετέπειτα Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Διονυσίου, ο γέροντας Εφραίμ, μετέπειτα Ηγούμενος της Μονής Φιλόθεου, ο οποίος επάνδρωσε τις Μονές Καρακάλου, Κωσταμονίτου, Ξηροποτάμου με Ηγουμένους, δικά του πνευματικά παιδιά και ο οποίος σήμερα είναι πνευματικός πατέρας των Ηγουμένων των προαναφερόμενων Μονών και έχει ιδρύσει 20 περίπου Μονές στην Αμερική.
Μετά το θάνατο του Γέροντα Ιωσήφ το 1959, μέχρι το 1979 παρέμενα στην ήσυχη ασκητική ζωή του Αγίου Όρους. Το 1979 ζήτησα την ευλογία από τον Γέροντα Παϊσιο, επειδή ήμασταν σύγχρονοι, να επιστρέψω στην Κύπρο για να ενισχύσω το φρόνημα του καταπονημένου από την εισβολή λαού της πατρίδας μου Κύπρου.
Αν και τελείωσα μόνο την τρίτη τάξη του Δημοτικού, λόγω της μακράς πνευματικής εμπειρίας μου και του πνευματικού βιώματος της μετανοίας της ασκητικής ζωής, που αποτελεί βασική προϋπόθεση της Ορθόδοξης Θεολογίας, με καλούσαν συχνά σε Σχολές, Μητροπόλεις, Συλλόγους κ.λπ., όπου επιτελούσα Ιεραποστολικό Πνευματικό Έργο.
Το όνομα του Γέροντά μου, Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή, είχε γίνει πλέον ευρέως γνωστό, όχι μόνο στο Άγιον Όρος, αλλά και εκτός αυτού και εκλεκτοί νέοι άρχισαν να στρέφονται προς το μοναχισμό, ως αποτέλεσμα της γνωριμίας τους με τα προαναφερθέντα πνευματικά του παιδιά, αλλά και της έκδοσης επιστολών του Γέροντα Ιωσήφ προς πνευματικά του παιδιά, από την Ιερά Μονή Φιλοθέου, με τίτλο «Εκφραση Μοναχικής Εμπειρίας» και λίγο αργότερα, από την έκδοση του βίου του, που συνέγραψα, αναξία χειρί, ο ελάχιστος εγώ.
Στο διάστημα που ήμουν στην Κύπρο ήρθαν κοντά μου για να διδαχθούν τη μοναχική ζωή ο νυν Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος, που τότε ήταν Ιεροδιάκονος, φοιτητής Θεολογίας και αγαπητό πνευματικό παιδί του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου, ο νυν Γέροντας Εφραίμ, τότε καθηγητής Θεολογίας στην Ιερατική Σχολή της Εκκλησίας της Κύπρου «Απόστολος Βαρνάβας», και ο Γέροντας Γερμανός ο οποίος διετέλεσε «Πρωτεπιστάτης» του Αγίου Hρους. Ήρθαν και άλλοι μοναχοί, άρχισε να μεγαλώνει σημαντικά η αδελφότητα και αρχίσαμε να αντιμετωπίζουμε δυσκολίες από τον τοπικό Επίσκοπο, ενώ παράλληλα οι νέοι είχαν σφοδρή επιθυμία και ζήλο να βιώσουν την ασκητική ζωή του Αγίου Όρους. Έτσι αποχωρήσαμε από την Κύπρο για να εγκατασταθούμε στο Άγιον Όρος.αρχικά, προσωρινά στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου, όπου κατετάγη στην αδελφότητά μας το 1982 ο νυν μοναχός Αρσένιος, και στη συνέχεια στη Νέα Σκήτη. Το 1988 μας κάλεσαν, επειδή ήμασταν ήδη μια μεγάλη αδελφότητα, με πολλές δυνατότητες, οι ελάχιστοι Γέροντες της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου και μας ζήτησαν να επανδρώσουμε τη Μονή τους, γιατί αυτοί ήταν λίγοι και μεγάλης ηλικίας. Το 1990 το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά Κοινότητα, μετά από αίτησή μας, μετέτρεψε την Ιερά Μονή από ιδιόρρυθμη σε κοινοβιακή και ενθρόνισε τον εκλεγέντα από την αδελφότητα πρώτο Ηγούμενο Γέροντα Εφραίμ, ο οποίος εξελέγη αφενός γιατί ήταν το πλέον εκλεκτό από τα πνευματικά μου παιδιά και αφετέρου μπορούσε να εκλεγεί Ηγούμενος, γιατί ήταν Ιερομόναχος.
Πριν ακόμη αναλάβουμε τα ηνία της διοίκησης της Μονής, επειδή συνήθιζα καθημερινά, μετά το Απόδειπνο, να νουθετώ τους αδελφούς και επειδή ως ο γεροντότερος, με μεγάλη διαφορά ηλικίας, γνώριζα το Άγιον Όρος και τις ιστορικές διαστάσεις των Μονών, έλεγα στους αδελφούς ότι «η Ιερά Μονή, όπως βλέπετε, εκτός από το τεράστιο κτιριακό μέγεθός της, έχει και τεράστιο πλήθος κειμηλίων, χειρογράφων, παλαιτύπων βιβλίων, χρυσοκεντημάτων κ.λπ. Από τις επιγραφές των κειμηλίων και των αρχιτεκτονημάτων θα διαπιστώσετε ότι η Μονή αυτή έχει πολύ μεγάλη ιστορία και η παρουσία της είναι γνωστή σε όλο τον Ορθόδοξο χώρο, διότι όλοι οι βυζαντινοί αυτοκράτορες με κάθε τρόπο την ευεργέτησαν, ο λαός των Σέρβων σέβεται και τιμά με ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη τη Μονή, διότι οι δύο ιδρυτές του Σερβικού Κράτους, Στέφανος Νεμάνια και ο γιος του, πρίγκιπας Ράτσκο, αγίασαν στη Μονή μας και η Μονή μας τους έδωσε το χώρο για να κτίσουν το δικό τους Μοναστήρι, τη Μονή Χιλανδαρίου, με την οποία η Μονή συνεχίζει και σήμερα να έχει ιδιαίτερες πνευματικές σχέσεις. Επίσης να γνωρίζετε ότι ο Ρωσικός λαός συνδέεται πνευματικά και τιμά ιδιαίτερα τη Μονή, διότι πληθώρα ενάρετων βατοπαιδινών ανδρών βοήθησαν ιεραποστολικά την Ορθοδοξία στη Ρωσία και το ρωσικό λαό, με κορυφαίο τον Άγιο Μάξιμο τον Γραικό τον Βατοπαιδινό. Μετά την πτώση της Πόλης στα χέρια των Τούρκων, από το 1495 ο ιδρυτής του Μολδαβικού Κράτους Άγιος Στέφανος ο Μέγας έγινε προστάτης τη Μονής και στη συνέχεια οι Φαναριώτες στη Βλαχία και Μολδαβία δώρισαν στη Μονή 45 Μονές και Σκήτες, στρεμματικού μεγέθους 1.300.000 στρεμμάτων. Έτσι η Μονή αυτή έφτιαξε την Αθωνιάδα Ακαδημία το 1749 σαν Πανεπιστήμιο, από την οποία προήλθαν και δίδαξαν πολύ μεγάλες προσωπικότητες, που κατά τους ιστορικούς διαμόρφωσαν το ιδεολογικό πλαίσιο που οδήγησε στην επανάσταση του 1821. Μεταξύ αυτών ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Ρήγας Φεραίος, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο επίσκοπος Ευγένιος Βούλγαρης κ.α. Πριν την επανάσταση του 1821 μάλιστα τα όπλα του Υψηλάντη ευλόγησε Βατοπαιδινός Επίσκοπος και τεράστιες οικονομικές ενισχύσεις δόθηκαν για τον Αγώνα.
Μεγαλώσατε πνευματικά στη Νέα Σκήτη, όπου εκεί ήμασταν ακτήμονες και ουδέποτε παραμελήσαμε το πρόγραμμα της προσευχής, των νηστειών, των αγρυπνιών και όλου του τυπικού του Ορθόδοξου μοναχισμού. Επιθυμώ το πρόγραμμα αυτό να το τηρήσετε σε όλη σας τη ζωή και επειδή η Μονή αυτή, με την πίστη, το ζήλο και την εργατικότητά σας, με την αγάπη και την ενότητά σας πιστεύω ότι θα επανέλθει στην ιστορική της διάσταση, δεν θέλω η καρδιά σας να δεθεί σε τίποτε το υλικό, αλλά να διαχειρίζεσθε την περιουσία της σαν πράγματα που ανήκουν στο Θεό και στο Έθνος υπέρ των ανθρώπων».
Σήμερα η Μονή έχει πλέον των εκατό μοναχών, έχουν γίνει μεγάλης έκτασης αναστηλώσεις, έχουν συντηρηθεί πολλά μοναδικά ιστορικά κειμήλια και τοιχογραφίες, έχουν γίνει παρά πολλές σημαντικές εκδόσεις σε δύο τομείς, πνευματικές εκδόσεις πλέον των 15, τις οποίες μέχρι πρόσφατα είχα τη δυνατότητα να συγγράφω ο ίδιος και ο Γέροντας Εφραίμ, ενώ ομάδα αδελφών παρουσιάζει σε ιστορικές εκδόσεις, την ιστορία, τα αρχιτεκτονήματα και τον κειμηλιακό πλούτο της Μονής, με βράβευση από την Ακαδημία Αθηνών, ενώ το 2008 τα ιστορικά σκευοφυλάκια στα οποία εκθέτονται με σύγχρονο τρόπο τα ιστορικά κειμήλια της Μονής πήραν έπαινο από την Europa Nostra.
Όταν πήγαμε στη Μονή, με κάλεσαν οι Γέροντες και, μεταξύ άλλων, μου ζήτησαν, αφού η αδελφότητά μας θα είχε πλέον και νέους και μορφωμένους αδελφούς, να επιμεληθούμε τα μετόχια της Μονής, τα οποία για πολλά χρόνια δεν είχαν δυνατότητα να φροντίσουν. Μεταξύ αυτών έδιναν ιδιαίτερη σημασία στη λίμνη Βιστωνίδα, από την οποία, όπως έλεγαν, έτρωγε ψάρι όλο το Άγιον Όρος. Η λίμνη και όλη η περιοχή γύρω από αυτή είχε παραχωρηθεί στη Μονή από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες, με χρυσόβουλλα, τα οποία υπάρχουν σε πρωτότυπα στη Μονή μας και η κτήση αυτή επιβεβαιώθηκε διαχρονικά με πατριαρχικά σιγίλια και επιστολές, που επίσης σώζονται στη Μονή. Έχω όμως τη γνώμη ότι αφού η Μονή έδωσε το 1924, 35.000 στρέμματα στη Χαλκιδική στο Ελληνικό Δημόσιο, το Δημόσιο αναγνώρισε την κυριότητα της Μονής στη λίμνη. Εξάλλου κανείς δεν θα μεταβίβαζε 35.000 στρέμματα καλλιεργήσιμα και παραθαλάσσια στη Χαλκιδική για να λαμβάνει τη δεκαετία του 1990, 30.000.000 δρχ. το χρόνο και να παραιτηθεί από την κυριότητα του Μετοχίου στη λίμνη. Μέχρι το 1995 δεν ασχοληθήκαμε ιδιαίτερα με το θέμα του Μετοχίου, γιατί μας απασχολούσε πρωτίστως το κτιριακό πρόγραμμα και οι αναστηλώσεις της Μονής. Αφορμή για να ασχοληθούμε δόθηκε από τις Υπηρεσίες, όταν μας ζήτησαν να τους αποστείλουμε τους τίτλους ιδιοκτησίας μας για το Μετόχι. Αποτέλεσμα της διαδικασίας ήταν η έκδοση Γνωμοδότησης, που αναγνώριζε ότι το Δημόσιο δεν έχει δικαίωμα στη νησίδα Αντά Μπουρού.
Στη συνέχεια και επειδή ο πατέρας Αρσένιος δεν μπορούσε, λόγω της κατάστασης της υγείας του, γιατί είχε παρουσιάσει ένα σοβαρό εγκεφαλικό ανεύρυσμα, να ασχοληθεί με άλλα διακονήματα, του ανέθεσε η Γεροντία να παρακολουθήσει το θέμα του Μετοχίου. Εκδόθηκαν έτσι με αίτηση της Μονής δύο γνωμοδοτήσεις που αναγνώριζαν ότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν είχε δικαιώματα, ούτε στις παραλίμνιες εκτάσεις ούτε στη λίμνη Βιστωνίδα. Για τις ενέργειές μας είχαμε ενημερώσει και τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος προκειμένου να ενισχύσει την προσπάθειά μας απέστειλε και σχετική επιστολή στον τότε Υπουργό Γεωργίας, Γιώργο Ανωμερίτη, υποστηρίζων τα δίκαιά μας.
Μετά λύπης μας αντιληφθήκαμε ότι ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ξάνθης δημιουργούσε προβλήματα σε βάρος της Μονής, οπότε αποτανθήκαμε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, που ανταποκρίθηκε στην έκκλησή μας με επιστολή. Ήταν για μας αδιανόητο πως ο Μητροπολίτης ένωσε τους φορείς εναντίον της Μονής μας, ώστε και σήμερα να πρωτοστατεί εναντίον μας, προστατεύοντας δήθεν τους ψαράδες, ενώ οι τελευταίοι αγαπούν τη Μονή, θέλουν τη συνεργασία με τη Μονή και αναγνωρίζουν τα δικαιώματά μας.
Όλοι αυτοί λοιπόν πίεζαν εναντίον της Μονής και ανάγκασαν το Δημόσιο να καταλήξει στην πρόταση ανταλλαγής της λίμνης με άλλες εκτάσεις του Δημοσίου, η οποία έγινε δεκτή από τη Γεροντία μας, όχι γιατί θέλαμε να αφήσουμε τη λίμνη, αλλά για χάρη της ειρήνης και της αγάπης.
Συγχαίρω τα παιδιά μου γιατί ακολουθούν τις πνευματικές μου συμβουλές, φροντίζουν για τη Μονή και όχι για τον εαυτό τους, προστατεύουν και φροντίζουν τους αδελφούς της Μονής, που δεν είναι στη Διοίκηση, με κόπους και αυτοθυσίες, δεν έχουν καμία προσωπική περιουσία, αγαπούν το Θεό, τίμησαν και φρόντισαν μέχρι το θάνατό τους τους παλαιούς πατέρες της Μονής, παρουσίασαν ένα πολύπλευρο πνευματικό έργο, που έκανε σημαντικές προσωπικότητες, Έλληνες και ξένους, να θαυμάζουν τον ελληνικό ορθόδοξο πολιτισμό και να σέβονται την ορθοδοξία.
Γι'αυτό ζητώ να εννοήσετε τον κόπο και την αυτοθυσία των παιδιών μου και να τα απαλλάξετε από την άδικη ταλαιπωρία που υφίστανται.
Εύχομαι ο Θεός να σας δίνει υγεία και να ευλογεί το έργο σας.