Ό οφθαλμίατρος άπ’ τό Μπίτολ, δρ. Α. X., μάς αφηγήθηκε την παρακάτω ασυνήθιστη περίπτωση: Μου έφεραν, λέει, ένα τυφλό Τούρκο άπ’ την Αχρίδα. Τόν εξέτασα: τά μάτια του ήταν άνοικτά καί ως προς την όψη υγιή, αλλά αυτός δεν έβλεπε τίποτα.
Όταν τόν ρώτησα, πώς τυφλώθηκε αυτός μου είπε πώς κάποια φορά μέ μερικούς φίλους του περνούσε μπροστά άπ’ την εκκλησία του Αγίου Έρασμου στήν Αχρίδα. Βλέποντας αλλόπιστους μαζεμένους, τραβά τό πιστόλι του καί ρίχνει στο ναό.
Τό πιστόλι του έπεσε άπ’ τό χέρι κι αυτός τυφλώθηκε. Δεν ήταν άπ’ τό μπαρούτι, λέει, δεν αισθάνθηκε κανένα πόνο ούτε εξωτερικά ούτε εσωτερικά, αλλά παρόλα αυτά έχασε την όρασή του. Καί ενώ τά μάτια του παρέμειναν υγιή, εκείνος δεν έβλεπε τίποτα.
Σάν κάποιος να ’χε απλώσει τό μυστηριώδες χέρι του καί να τράβηξε την όρασή του. Κατόπιν μάς είπε ό γιατρός, πώς του έδινε διάφορες θεραπείες μέ διάφορους τρόπους καί μέσα, αλλά δεν μπόρεσε να τόν θεραπεύσει. Αυτός ό Τούρκος ζει ακόμα καί είναι ακόμη καί τώρα τυφλός.