Ό όσιος Ιωάννης ό Σιναΐτης διηγείται ότι κάποτε, ένώ βρισκόταν σ’ ένα κοινόβιο κοντά στην Αλεξάνδρεια, ήρθε εκεί ένας μετανοημένος ληστής, θέλοντας να γίνει μοναχός.
'Ο ηγούμενος τόν πρόσταξε να εξομολογηθεί όλα τά αμαρτήματα του μπροστά στούς διακόσιους τριάντα αδελφούς της μονής, που ήταν συναγμένοι στον ναό, καί, όταν εκείνος τό έκανε μέ θερμό ζήλο καί συντριβή, τόν έκειρε μοναχό χωρίς καθυστέρηση.
Αργότερα ό όσιος Ιωάννης ρώτησε ιδιαιτέρως τόν ηγούμενο, γιατί έδωσε τόσο γρήγορα τό μοναχικό σχήμα στον πρώην ληστή.
Ό γέροντας αποκρίθηκε ότι μέ τή δημόσια καί ειλικρινή Εξομολόγηση του ό ληστής αξιώθηκε να λάβει την άφεση όλων τών αμαρτημάτων του. «Καί μην αμφιβάλλεις γι` αυτό», συμπλήρωσε, «γιατί κάποιος από τούς αδελφούς, πού παραβρίσκονταν εκεί, ξεκάθαρα μου είπε ότι έβλεπε κάποιον φοβερό άνδρα, πού κρατούσε ένα χαρτί γραμμένο κι ένα κοντύλι καί κάθε φορά πού ό ληστής, ριγμένος καθώς ήταν στο δάπεδο τού ναού, έλεγε μιαν αμαρτία του, εκείνος τή διέγραφε μέ τό κοντύλι. Κι αυτό ήταν πολύ φυσικό.
Γιατί ψάλλει ό Δαβίδ: “Είπα: “Θα εξομολογηθώ μέ αύτομεμψία την ανομία μου στον Κύριο’. Κι Εσύ αμέσως συγχώρησες την ασέβεια της καρδιάς μου” (Ψαλμ. 31:5)»