Στὸν Ὀρθόδοξο Τύπο (ἐτῶν 2001 καὶ 2006) βρίσκουμε τὸ πολὺ σημαντικὸ αὐτὸ ἄρθρο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, τὸ ὁποῖο δημοσιεύτηκε σὲ τρία μέρη καὶ δύο φορές μία τὸ ἔτος 2001 (19/10/01, 26/10/01, 2/11/01) καὶ μία πρόσφατα τὸ 2006 (2/6/06, 9/6/06, 16/6/06).
Όλο το άρθρο βρίσκεται εδώ.
Ἐμεῖς ἐδὼ θὰ ἀντιγράψουμε λίγα μόνο ἀποσπάσματα, ἀλλὰ προτείνουμε τὴν ἀνάγνωση τοῦ συνόλου ἄρθρου.
«[...] Φαίνεται ὅτι ὑπάρχει ἰσχυρὰ καὶ ἀρχαία παράδοση, γιὰ τὴν μυστικὴ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν ἰδίως κατὰ τὴ θεία Λειτουργία.
Ὁ ἱερομόναχος Νικόδημος Μπαρούσης σὲ ἄρθρο του στὸ περιοδικὸ "Θεοδρομία", τοῦ ὁποίου ἐκδότης καὶ διευθυντὴς εἶναι ὁ Καθηγητὴς π. Θεόδωρος Ζήσης, μὲ τίτλο "Λειτουργικὴ ἀναγέννηση ἢ οἰκουμενιστικὴ ὁμοιομορφία;"μεταξὺ ἄλλων θεμάτων ἀναφέρεται καὶ στὸ θέμα τῆς ἀναγνώσεως τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν. Μάλιστα δὲ ἐντοπίζει χωρία Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀναφέρονται στὴν μυστικὴ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, ὅπως τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ ἁγίου Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, τοῦ ἱεροῦ Νικολάου Καβάσιλα καὶ τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου. Πράγματι, ἀνέτρεξα στὰ κείμενα, ποὺ παραπέμπει ὁ π. Νικόδημος καὶ διεπίστωσα ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες, ποὺ ἀναφέρθησαν κάνουν λόγο, γιὰ τὸ θέμα αὐτό, ποῦ μᾶς ἀπασχολεῖ. Συγκεκριμένα.
Ὁ ἱερομόναχος Νικόδημος Μπαρούσης σὲ ἄρθρο του στὸ περιοδικὸ "Θεοδρομία", τοῦ ὁποίου ἐκδότης καὶ διευθυντὴς εἶναι ὁ Καθηγητὴς π. Θεόδωρος Ζήσης, μὲ τίτλο "Λειτουργικὴ ἀναγέννηση ἢ οἰκουμενιστικὴ ὁμοιομορφία;"μεταξὺ ἄλλων θεμάτων ἀναφέρεται καὶ στὸ θέμα τῆς ἀναγνώσεως τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν. Μάλιστα δὲ ἐντοπίζει χωρία Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀναφέρονται στὴν μυστικὴ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, ὅπως τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ ἁγίου Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, τοῦ ἱεροῦ Νικολάου Καβάσιλα καὶ τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου. Πράγματι, ἀνέτρεξα στὰ κείμενα, ποὺ παραπέμπει ὁ π. Νικόδημος καὶ διεπίστωσα ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες, ποὺ ἀναφέρθησαν κάνουν λόγο, γιὰ τὸ θέμα αὐτό, ποῦ μᾶς ἀπασχολεῖ. Συγκεκριμένα.
[...] Ἡ θεία Λειτουργία ἀποτελεῖ τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων, εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Γι'αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες διεφύλαξαν τὴν μυστικότητα, τὴν σιωπή καὶ τὴν σεμνότητα τῶν μυστηρίων. Γιατί, ὅταν τὸ κεκρυμμένο γίνεται φανερό καὶ ὅταν τὸ ἄφθεγκτο φθέγγεται καὶ τὸ πληροφορεῖται ὁ καθένας, τότε παύει νὰ εἶναι μυστήριο.
[...] Ὁ ἱερομόναχος Νικόδημος Μπαρούσης ἀναφέρει καὶ μαρτυρία τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου Παρίου, τὴν ὁποία μνημονεύει ὁ Καθηγητὴς Παντελῆς Πάσχος, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἅγιος λέγει: "Τὰς ἀνεκφωνήτους ἐπικλήσεις εἰς τὴν μετουσίωσιν τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου". Καὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι οἱ Κολυβάδες διασώζουν καὶ ἐκφράζουν τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, τὴν λεγομένη ἡσυχαστική, ποὺ εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καὶ ζωῆς.
Στὶς ἡμέρες μας, ὅμως, ἀγνοεῖται ἐπιδεικτικὰ ὅλη αὐτὴ ἡ παράδοση, ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ἡσυχαστικὴ μύηση στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ γίνεται λόγος μόνο γιὰ μιὰ διανοητικὴ καὶ αἰσθητηριακὴ γνώση. Δημιουργεῖται, δηλαδή, ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ κατανόηση τῆς λατρείας καὶ ἡ συμμετοχὴ στὴ θεία Λειτουργία ἔχει σχέση μόνον μὲ τὴ θέαση, τὴν ἀκρόαση καὶ τὴν λογικὴ κατανόηση τῶν λεγομένων καὶ πραττομένων. Ἀλλὰ ὅλη αὐτὴ ἡ νοοτροπία ἐξοβελίζει τὸ πνεῦμα τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως καὶ βεβαίως, κρύβει μέσα της στοιχεῖα μιᾶς βαρλααμίτικης σχολαστικῆς προσεγγίσεως στὸ χῶρο τῶν μυστηρίων.
[...] Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι συμμετοχὴ στὰ γεγονότα τοῦ παρελθόντος τῆς θείας οἰκονομίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ μέλλοντος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν καὶ δὲν εἶναι μιὰ προτεσταντικὴ καὶ νοησιαρχικὴ κατανόηση τῶν γενομένων. Ἡ ἐπιχειρούμενη ἀπὸ πολλοὺς ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν "γεγονυῖᾳ τῇ φωνῇ"ὑποσκάπτει αὐτὴν τὴν ὀρθόδοξη ἄποψη περὶ μυήσεως στὰ γεγονότα τῆς θείας Λειτουργίας καὶ τὴν μετατρέπει σὲ μιὰ προτεσταντικὴ ὀρθολογιστικὴ κατανόηση. Ἂν δὲ προστεθῇ τὸ γεγονὸς ὅτι πολλοὶ κατὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν δίδουν τὸ προσωπικό τους "χρῶμα", δηλώνοντας τὴν "εὐσέβεια"καὶ τὴν "κατάνυξή"τους, τότε μαζὶ μὲ τὸν ὀρθολογισμὸ εἰσάγεται καὶ ὁ ἀτομικὸς εὐσεβισμός.
[...] Ἡ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας ὑπὸ τῶν Κληρικῶν, μυστικῶς καὶ χαμηλοφώνως, εἶναι σαφὴς ἔνδειξη ὅτι ἡ θεία Λειτουργία δὲν τελεῖται ἀπὸ ὅλους τοὺς παρευρισκομένους, ὅπως κακῶς ὑποστηρίζεται ἀπὸ μερικούς, ἀλλὰ τελεῖται ἀπὸ τοὺς Κληρικούς, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν χειροτονία τους ἀναλαμβάνουν αὐτὸ τὸ ὑπεύθυνο ἔργο.
[...] Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι ἡ συμμετοχὴ τῶν πιστῶν σὲ ὅλα τὰ λεγόμενα καὶ πραττόμενα συνιστᾶ μιὰ ἰσοπέδωση τῶν χαρισμάτων, μιὰ προτεσταντικὴ ἀντίληψη περὶ τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὴν ὁποία ἀποβάλλεται ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ ἔργου τῶν ἱερέων.
[...] Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺ λόγους ἐπιμένω ὅτι ἡ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας, ἀκόμη καὶ τῆς εὐχῆς τῆς ἀναφορᾶς, δὲν πρέπει νὰ γίνεται εἰς ἐπήκοον πάντων, ἀλλὰ ὡς πρὸς τοὺς συμπαρισταμένους Κληρικούς οἱ εὐχὲς νὰ διαβάζωνται "χαμηλοφώνως", ὥστε ὅλοι οἱ Κληρικοὶ νὰ συμμετέχουν στὰ τελούμενα καὶ τὰ λεγόμενα, ὡς πρὸς τὸν λαὸ δὲ νὰ θεωροῦνται "μυστικῶς", ἤτοι ἤ νὰ ψάλλη ὁ ψάλτης "πραείᾳ τῇ φωνῇ"τὴν ὥρα ἐκείνη ἤ νὰ ἐπικρατῆ ἡ ἡσυχία καὶ ἡ σιωπή, γιὰ νὰ ὑπάρχη ἀλληλουχία μεταξὺ εὐχῶν καὶ ἐκφωνήσεων, οἱ ὁποῖες ἐκφωνήσεις εἶναι πάντα οἱ ἀκροτελεύτιες αἰτιολογίες. Βέβαια, πρέπει νὰ προσέχουμε μήπως τὸ "χαμηλοφώνως"μὲ τὴν ὕπαρξη τῶν μεγαφωνικῶν ἐγκαταστάσεων γίνεται "μεγαλοφώνως", πράγμα τὸ ὁποῖο ἀνατρέπει καὶ τὴν ἐπικρατήσασα λειτουργικὴ παράδοση καὶ τὴν θεολογία τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας. Ἑπομένως, τὸ "μυστικῶς"ἁρμόζει περισσότερο, τόσο πρὸς τὴν ὅλη θεολογία τῆς θείας λατρείας ὅσο καὶ πρὸς τὴν χρήση τῶν συγχρόνων μέσων ἀκουστικῆς.
Ὅπως ἔγινε κατανοητό, τὸ θέμα αὐτὸ δὲν εἶναι παρωνυχίδα, οὔτε μιὰ τυπικὴ διάταξη, ἀλλὰ ἐκφράζει τὴν θεολογία τῆς θείας λατρείας καὶ τὴν οὐσία τῆς ὅλης πνευματικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρίσμα πρέπει νὰ ἐξετάζεται».
Ὀρθόδοξος Τύπος, [19/10/01, 26/10/01, 2/11/01] καὶ [2/6/06, 9/6/06, 16/6/06]