Ἐρώτηση:
Ἤθελα νὰ ρωτήσω τί γίνεται ἂν δύο νέοι θέλουν νὰ παντρευθοῦν, καὶ τοῦ ἑνὸς ὁ ἕνας γονιὸς δὲν συμφωνεῖ γιὰ τὸ γάμο του μὲ τὸν ἄλλον (ἐνῶ ὁ ἄλλος γονιὸς συμφωνεῖ).
Γιατί ἔχω διαβάσει στὸν 42ο κανόνα ὅτι ὁ γάμος χωρὶς νὰ συμφωνοῦν οἱ γονεῖς εἶναι πορνεία. Δηλαδὴ ἂν ὁ γονέας αὐτὸς ἔχει παράλογες ἀπαιτήσεις γιὰ αὐτὸν ποὺ θέλει νὰ παντρέψει τὸ παιδὶ του τί γίνεται; καὶ ἂν παντρευθοῦν ἁμαρτάνουν χωρίς νά εἶναι μάλιστα καί ἔγκυρος ὁ γάμος τους;
Ἀπάντηση:
Ὁ Ἱερός Κανόνας ἔτσι ὁρίζει. Ὑπέρβαση τοῦ Κανόνα γίνεται μόνο σὲ ἐξαιρετικὲς περιπτώσεις μὲ τὴ σύμφωνη γνώμη κάποιου φωτισμένου πνευματικοῦ ποὺ μπορεῖ νὰ διακρίνει ὅτι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ συγκεκριμένη περίπτωση εἶναι διαφορετικό.
Γιατί ὅμως νὰ μὴν δεχθοῦμε ὅτι ἡ ἄρνηση τοῦ γονηοῦ ἐκφράζει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Μὲ διάφορα γεγονότα δὲν μᾶς μιλάει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας;
Στὶς σημερινὲς συνθῆκες ἂν ὁ γονηὸς συμφωνεῖ στὴν ἐξώγαμη σχέση τοῦ παιδιοῦ του ἢ πολὺ περισσότερο ἂν ἔχει συναινέσει σὲ ἀρραβώνα τότε ἔχει δώσει καὶ τὴ συγκατάθεση ποὺ προβλέπει ὁ Ἱερὸς Κανόνας.
Βέβαια ὁ γάμος ποὺ ἔγινε χωρὶς συναίνεση μπορεῖ νὰ θεραπευθεῖ μὲ τὴν ἐκ τῶν ὑστέρων ἔγκριση τοῦ γονηοῦ.
Ἐκτός αὐτῶν ὅμως, ὁ ἐν λόγῳ κανόνας ἀναφέρεται πρωτίστως στὸ ἰσχῦον δίκαιο τῆς ἐποχῆς. Ἡ συναίνεση ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ ἐν λόγῳ κανόνας τοῦ Μ. Βασιλείου προβλεπόταν μὲ αὐστηρὸ δίκαιο στὸ ῥωμαϊκὸ δίκαιο τῆς ἐποχῆς, ἦταν θεσμὸς δημοσίου δικαίου, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τὸν παρακάμψει ἡ ἰδιωτικὴ βούληση. Ἡ σύναψη γάμου χωρὶς αὐτὴν τὴν προϋπόθεση (συναίνεση) καθιστοῦσε τὸ γάμο ἄκυρο, ἐξ οὗ καὶ ἐθεωρεῖτο παράνομη συμβίωση καὶ ὄχι γάμος, ἑπομένως πορνεία, σύμφωνα μὲ τὴν χριστιανικὴ ἀντίληψη. Ὁ Μ. Βασίλειος οὐσιαστικὰ μὲ τὸν ἐν λόγῳ κανόνα ἐπιβεβαίωνε τὴ συμφωνία τοῦ δικαίου τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸ ἰσχῦον δίκαιο τῆς Αὐτοκρατορίας.
Ἐπίσης οἱ προβλέψεις τοῦ τότε δικαίου δὲν ἀναγνώριζαν σύσταση γάμου σὲ δούλους· οἱ σχετικοὶ ὅμως ἱεροὶ Κανόνες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ 42ος Μ. Βασιλείου περιλαμβάνουν στὸ ἐπιτρεπτό τους καὶ τοὺς δούλους, ἐφ'ὅσον ὑπάρχει συναίνεση· καὶ εἶναι ἄλλο ὅτι ἡ ἔλλειψή της καθιστᾷ ἄκυρο τὸ γάμο· ὡστόσο ὀφείλουμε νὰ ἐπισημάνουμε τὴν καμπὴ αὐτὴ ποὺ ἔφερε ἡ δικαιικὴ ἀντίληψη τῆς Ἐκκλησίας εὐρύτερα στὸν πολιτισμό.
Πρέπει ἐπίσης νὰ τονιστεῖ ὅτι οἱ ἐν λόγῳ προβλέψεις τοῦ ῥωμαϊκοῦ δικαίου, ποὺ προσλήφθηκαν καὶ στὸ βυζαντινὸ δίκαιο (δηλαδὴ ἀπὸ αὐτοκράτορες μὲ χριστιανικὴ αὐτοσυνειδησία, οἱ ὁποῖοι μαζὶ μὲ τὶς ὁμάδες ἐργασίας τους ἔκριναν ὑπὲρ τῆς συμφωνίας αὐτῶν τῶν προβλέψεων μὲ τὴ χριστιανικὴ ἠθικὴ), ἀφοροῦσαν κυρίως ὑπεξούσια τέκνα (δηλαδὴ τέτοια ποὺ δὲν εἶχαν δικαίωμα δικαιοπραξίας), τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ ἦταν καὶ ἄνω τῶν 18 ἐτῶν, ἐπίσης αὐτεξούσιες θυγατέρες μέχρι τὰ 25 ἔτη.
Ἑπομένως ὑποκείμενά του δὲν ἦταν κάθε νόμιμο τέκνο, ὅπως γιὰ παράδειγμα τὰ αὐτεξούσια ἄρρενα τέκνα. Ἡ ἐν Καρθαγένῃ Σύνοδος (419μ.Χ.) σὲ σχετικό της Κανόνα (35) ἐγκληματοπροληπτικὰ ἀπέτρεπε τοὺς γονεῖς ἀπὸ τὸ νὰ χορηγοῦν εὔκολα σὲ αὐτὰ τὴν αὐτεξουσιότητα (emancipatio), ἐπισημαίνοντας τὴν εὐθύνη ποὺ αὐτὴ ἡ πράξη ἐπέφερε γιὰ τοὺς γονεῖς, εἰδικὰ στὴν περίπτωση ἐφάμαρτης συμπεριφορᾶς τῶν τέκνων τους, ὡς ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐπιπόλαιας χορήγησης αὐτεξουσιότητας, στὴν ὁποία βέβαια μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε καὶ τὴ σύναψη γάμου μὲ πρόσωπα παρὰ τὴ θέληση τῶν γονέων.
Οἱ ἀπαγορευτικὲς προβλέψεις αὐτὲς καὶ ὁ σκοπός τους μεταφέρθηκαν καὶ στὸ Κανονικὸ Δίκαιο, διότι ἐξ ὑπαρχῆς ὑφίσταντο στὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἀποτελοῦν καὶ σήμερα ὡς κάποιο σημεῖο ἰσχῦον δίκαιο μὲ κάποιες διακρίσεις, ἀφοῦ πλέον ἡ συναίνεση τῶν γονέων, ποὺ ἀπαιτεῖτο αὐστηρὰ στὸ βυζαντινοῤῥωμαϊκὸ δίκαιο, δὲν ὑφίσταται ὡς προϋπόθεση στὸ ἰσχῦον ἀστικὸ δίκαιο γιὰ τὴ σύναψη τοῦ γάμου, ἐκτὸς τῶν περιπτώσεων τῆς ἀνηλικότητας. Ἡ Ἐκκλησία, ὡστόσο, θεωρεῖ ὅτι δὲν πρέπει νὰ παρακάμπτεται ἡ συναίνεση τῶν γονέων γιὰ τὸ γάμο τῶν τέκνων τους, θέλοντας νὰ τονίσει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ τὴν εὐθύνη τῶν γονέων γιὰ τὶς ἐπιλογὲς τῶν τέκνων τους, ἀκόμη καὶ ὅταν αὐτὰ ἔχουν εἰσέλθει στὴν ἐνηλικότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνάγκη νὰ ἐπικαλοῦνται τὰ τέκνα τὶς εὐχὲς τῶν γονέων καὶ τὴν ἠθική τους στήριξη τιμώντας παράλληλα καὶ τοὺς γονεῖς ποὺ τὰ ἀνέθρεψαν.
Παρόμοια μποροῦμε νὰ διαπιστώσουμε διαβάζοντας τοὺς σχετικοὺς Κανόνες ποὺ ἐπιτάσσουν τὴν ἀπόδοση τιμῆς καὶ διατροφῆς πρὸς τοὺς γονεῖς (σὲ περίπτωση ἀπορίας τους), θεωρώντας αὐτὸ μάλιστα φυσικὸ χρέος (Γάγγρας 15 καὶ 16).
Αὐτὴ ὅμως ἡ ὑποχρέωση παρακάμπτεται, ὅταν λ. χ. ἐμπλέκονται ἀπαιτήσεις ἐκ μέρους τῶν γονέων ποὺ ὠθοῦν σὲ ἁμαρτία (πρβλ. τὴ σχετικὴ ἑρμηνεία τοῦ Πηδαλίου στὸν Γάγγρας 16).
Τὶς προβλέψεις αὐτὲς τὶς βλέπουμε, μεταξὺ ἄλλων, καὶ στοὺς ἱεροὺς Κανόνες ποὺ ἀπαγορεύουν καὶ ποινικοποιοῦν τὴν ἁρπαγὴ γυναίκας μὲ σκοπὸ τὸ γάμο χωρὶς τὴ συναίνεση τῶν γονέων, ἢ τὸν ἐκβιασμὸ γιὰ τὴ χορήγηση τῆς συναινέσεως, μία ἐγκληματικὴ συμπεριφορὰ (πολλὲς φορὲς συνοδευόταν ἀπὸ τὴ χρήση ὅπλων), ποὺ εὐτυχῶς στὶς ἡμέρες μας ἔχει ἐκλείψει. Ὡστόσο οἱ σχετικὲς ἀπαγορεύσεις τῶν ἱερῶν Κανόνων τονίζουν τὴν ἀξία τῆς συναινέσεως τῶν γονέων, ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ παρακάμπτεται μὲ τὴ χρήση βίας (ἁρπαγή). Γιὰ αὐτὸ καὶ στὴν περίπτωση διαπράξεως ἁρπαγῆς δὲν ἐπιτρέπουν τὴ σύναψη τοῦ γάμου. Αὐτὸ βέβαια ἔχει νὰ κάνει καὶ μὲ τὸ προαναφερθὲν αὐστηρὸ ἰσχῦον δίκαιο τῆς ἐποχῆς, πού, στὶς περιπτώσεις ποὺ ἀπαιτοῦσε τὴ συναίνεση τῶν γονέων, ΣΕ ΚΑΜΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ δὲν κύρωνε τὸ γάμο χωρὶς αὐτήν, ἐὰν δὲν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ συναίνεση, καὶ ἔτσι ὠθοῦσε πολλὰ πρόσωπα στὸ ἐν λόγῳ ἔγκλημα μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς χορήγησης τῆς συναινέσεως (διὰ τοῦ ἐκβιασμοῦ). Στὴν περίπτωση ὅμως τῆς ἁρπαγῆς, ἀκόμη καὶ ἐὰν μετὰ τὴ διάπραξη τοῦ ἐγκλήματος οἱ γονεῖς χορηγοῦσαν συναίνεση, ἡ πολιτεία ΔΕΝ κύρωνε τὸ γάμο. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ διαπιστώνεται συνεπῶς ἡ διαφοροποίηση τῆς Ἐκκλησίας, διότι, ἐνῷ στὸ τότε ἰσχῦον ποινικὸ δίκαιο τῆς Αὐτοκρατορίας τὸ κώλυμα ἦταν ἀνατρεπτικὸ καὶ ἀπόλυτο, στὸ κανονικὸ δίκαιο ἡ μεταγενέστερη συναίνεση κύρωνε τὸ γάμο. Τονίζουμε αὐτὸ τὸ στοιχεῖο, γιατὶ δείχνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει τόσο αὐστηρὸ δίκαιο, ἀκόμη καὶ ὅταν ἡ ἀρχικὴ σύναψη τοῦ γάμου πάσχει ἀπὸ αὐτὸ τὸ σοβαρὸ ἐλάττωμα.