Εκφέροντας την κρίση μας για τις άγιες Οικουμενικές Συνόδους λέμε ότι οι επτά Οικουμενικές Σύνοδοι πρέπει να θεωρηθούν ως επτά συνεδρίες μιας και της αυτής Συνόδου που συγκροτήθηκε για να
συζητήσει, να διαλευκάνει και να καθορίσει τα διάφορα μέρη μίας και της αυτής υπόθεσης και να φρουρήσει και να διδάξει μία και την αυτή αλήθεια. Για την ταυτότητα λοιπόν του θέματος και του σκοπού τους τις θεωρώ μία Σύνοδο και διαβεβαιώνω ότι Ορθόδοξη είναι μόνο εκείνη η
Εκκλησία η οποία δέχεται τις επτά Οικουμενικές Συνόδους και διατηρεί το πνεύμα τους αναλλοίωτο.
Εκκλησία η οποία δέχεται τις επτά Οικουμενικές Συνόδους και διατηρεί το πνεύμα τους αναλλοίωτο.
Διότι αυτός που απορρίπτει μια συνεδρία, απορρίπτει μία αλήθεια του ίδιου θέματος και επομένως δεν μπορεί να είναι Ορθόδοξος. Όμοια χάνει τον τίτλο της Ορθοδοξίας εκείνος που διαστρέφει μια αλήθεια, την οποία η πρώτη συνεδρία διακήρυξε και οι έξι μετά από αυτήν σεβάστηκαν.
Η πρώτη οικουμενική Σύνοδος αποφάνθηκε ότι ο Υιός του ανθρώπου είναι Υιός του Θεού και κήρυξε αυτόν ομοούσιο με τον Πατέρα.
Η δεύτερη επιβεβαίωσε το σύμβολο της πίστεως που συντάχθηκε από την πρώτη και κήρυξε από το ένα μέρος την ενότητα του Τριαδικού Θεού και από το άλλο τη θεότητα του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος, η οποία μας αποκαλύφθηκε δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Η τρίτη απέκρουσε την παρανόηση από κάποιους του πνεύματος των δύο πρώτων Συνόδων, επικύρωσε τα δόγματά τους, διασάφησε και ανέπτυξε τα ζητήματα τα οποία δεν είχαν αναπτυχθεί από τις δύο προηγούμενες Συνόδους και όρισε τη σχέση ή μάλλον τον σύνδεσμο και τον τρόπο της ένωσης των δύο φύσεων στον Χριστό, της θείας και της ανθρώπινης, και αποφάνθηκε ότι η Παρθένος Μαρία είναι Θεοτόκος.
Η τέταρτη απέκρουσε το μονοφυσιτικό δόγμα, κατά το οποίο το ανθρώπινο στοιχείο στον Κύριό μας Ιησού Χριστό απορροφήθηκε από το θεϊκό και αναγνωριζόταν σε αυτόν μια φύση η θεϊκή, και αποφάνθηκε ότι ο Κύριος είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος.
Η πέμπτη με την καταδίκη των τριών κεφαλαίων και των οπαδών της Αντιοχειανής σχολής περιφρούρησε τη μία πίστη που ομολογήθηκε από τους οπαδούς των τεσσάρων προηγούμενων Συνόδων και απομάκρυνε από την ορθή πίστη την κατηγορία για απόκλιση προς τον Νεστοριανισμό.
Η έκτη απέδειξε ότι στον Ιησού Χριστό που έχει δυο τέλειες φύσεις υπάρχουν δυο θελήσεις, η θέληση της θεότητας και η θέληση της ανθρωπότητας, και ότι η ανθρώπινη θέληση υποτασσόταν στη θεϊκή.
Η έβδομη με την απόκρουση των μεταρρυθμιστικών ιδεών απέκρουσε πλανεμένες δοξασίες που αναφέρονταν στις σχέσεις της στρατευόμενης Εκκλησίας προς την θριαμβεύουσα, αποδέχθηκε την πίστη των προηγούμενων Συνόδων και επικύρωσε τις αρχαιότατες παραδόσεις που αναγνωρίστηκαν από την πρώτη Σύνοδο.
Για τον στενό αυτό σύνδεσμο των επτά Οικουμενικών Συνόδων και για το έργο τους οι επτά άγιες Σύνοδοι είναι οι επτά ακλόνητοι στύλοι της Εκκλησίας, στους οποίους στηρίζεται όλο το οικοδόμημα της Ορθοδοξίας· είναι οι επτά πύργοι της αλήθειας που ανυψώθηκαν από το Άγιο Πνεύμα για την φρούρηση της αποκαλυμμένης αλήθειας· είναι επτά προμαχώνες που υπερασπίζονται την ευσέβεια απέναντι στις εισβολές της ασέβειας· είναι επτά περίβολοι που περιχαράκωσαν τη μία αναπτυγμένη ορθόδοξη πίστη· είναι επτά σάλπιγγες που διασάλπισαν στα πέρατα της οικουμένης τα δόγματα της αλήθειας· είναι οι επτά άγγελοι φρουροί της αληθινής πίστης, και τέλος η λυδία λίθος με την οποία πρέπει να δοκιμάζεται η πίστη κάθε ορθόδοξου Χριστιανού.
Από το βιβλίο του Αγίου Νεκταρίου «Περί των Ιερών Συνόδων», που το συνέγραψε το 1888, όταν ήταν Αρχιμανδρίτης στην Αλεξάνδρεια (δημοσίευση στο περιοδικό «Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία» 38-39, Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σ. 44).