Μητροπολίτου Λεμεσού κ. Αθανασίου
Εἶναι καλό γιά ὅλους μας νά ὑπενθυμίζομε καί στόν ἑαυτό μας, καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους τό πῶς στεκόμαστε μπροστά στίς ἅγιες ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας.
Οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, δέν ἔχουν ἕνα ἱστορικό λόγο· δηλαδή δέν εἶναι ἁπλῶς ἀναμνήσεις κάποιων ἱστορικῶν γεγονότων γιά νά θυμηθοῦμε, ἄς ποῦμε, ὅτι πρίν ἀπό 2000 χρόνια γεννήθηκε ὁ Χριστός. Ἀλλά, ἐκεῖνο πού ἡ Ἐκκλησία ζητᾶ μέσα ἀπό τίς ἑορτές, εἶναι πῶς θά μπορέσομε αὐτό τό ἱστορικό γεγονός, πού ἔλαβε χώρα πρίν 2000 νά τό βιώσουμε σήμερα στή ζωή μας καθημερινά.
Γιά αὐτό καί ὅλη ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρεται στό παρόν. Δέν ἀναφέρεται στό παρελθόν. Δέν λέμε, «Χριστὸς ἐγεννήθη δοξάσατε» ἀλλά, «Χριστὸς γεννᾶται», «σήμερον ἡ Παρθένος τὸν προαιώνιον Λόγον», «σήμερον ἡ Παρθένος τὸν ὑπερούσιον τίκτει», «σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου», σήμερον, ὄχι ἐχθές, ὄχι αὔριον. Σήμερον.
Ὅλα αὐτά τά γεγονότα στήν Ἐκκλησία λαμβάνουν χώρα, σήμερον, αὐτή τήν ὥρα· γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχει τόση σημασία γιά τήν Ἐκκλησία ἡ ἱστορική ἀνάμνηση. Πολλοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία (Χιλιαστές) καί λένε ὅτι τά Χριστούγεννα δέν ἔγιναν στίς 25 Δεκεμβρίου. Δέν ξέρουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ὅτι γιά μᾶς δέν ἔχει σημασία ἄν ὁ Χριστός γεννήθηκε 25 τοῦ Δεκέμβρη ἤ 25 τοῦ Ἀπρίλη ἤ 25 τοῦ Αὐγούστου. Σημασία ἔχει ὅτι γεννήθηκε ὁ Χριστός καί σημασία ἔχει ὅτι ὁ Χριστός γεννᾶται κάθε μέρα μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἐάν τοποθετήθηκε μία ἡμερομηνία συγκεκριμένη σέ κάποια ἱστορική στιγμή, αὐτό ἔγινε γιά λόγους καθαρά λειτουργικούς, ἑορτολογικούς, ὥστε νά μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία ὡς ἕνα σῶμα νά ἑορτάζει αὐτή τήν ἁγία καί μεγάλη ἑορτή.
Ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἄσαρκος ὤν, ἔλαβε σάρκα ἔγινε γιά μᾶς ἄνθρωπος καί εἰσέβαλε μέσα στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Καί ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά γίνει Θεός κατά χάρη, νά λάβει αὐτή τή μεγάλη δωρεά πού τοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός.
Γι’ αὐτό λοιπόν στήν Ἐκκλησία ὅλα τά τροπάρια πού ψάλλομε, ἀναφέρονται στό σήμερον, στόν ἐνεστώτα χρόνο, καί καλούμαστε, σήμερα, νά τόν δοξάσουμε, τόν Χριστό, πού γεννᾶται, τόν Χριστό, πού σταυρώνεται, τόν Χριστό, πού ἀνασταίνεται, τόν Χριστό, πού μεταμορφώνεται. Ὅλος ὁ Χριστός εἶναι παρών στήν Ἐκκλησία.
Οἱ γιορτές τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι, ὅπως οἱ πατέρες μας λένε καί ὅπως τό βιώνουμε, ἁπλές, ἑορταστικές τελετές, ὅπου δίδεται μία εὐκαιρία νά χαροῦμε γιά τό γεγονός αὐτό. Ἀλλά εἶναι σταθμοί θείας χάριτος, εἶναι μέρες ὅπου ὄντως ὁ Θεός δίδει ἄφθονη χάρη στούς ἀνθρώπους. Γιά αὐτό οἱ πατέρες μας στούς λόγους τους ἐκφράζουν αὐτή τήν ἐμπειρία. «Σήμερον», λέει, «τὰ ἄνω συνεορτάζει τοῖς κάτω», «σήμερον, ἄγγελοι ἀγάλλονται», «σήμερον, τέρπονται οἱ ἄνθρωποι», σήμερον, ὅλα αὐτά λαμβάνουν χώρα.
Καί εἶναι πραγματικότητα. Δέν εἶναι σχήματα λόγου ἤ ρητορικά σχήματα, ἀλλά, εἶναι ἐμπειρία ζωῆς, εἶναι πραγματικότητα ὅτι τήν ἡμέρα τῆς μεγάλης αὐτῆς δεσποτικῆς ἑορτῆς, ὑπάρχει μία ἰδιαίτερη χάρη, μία μεγάλη χάρη, μία μεγάλη εὐλογία μέσα στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Καί ὅλος ὁ ἀγώνας μας εἶναι ἀκριβῶς πῶς αὐτόν τόν πλοῦτο τῆς χάριτος θά μπορέσομε νά κερδίσομε, πώς θά καταφέρομε ἰδιαίτερα τήν ἁγία ἡμέρα τῆς δεσποτικῆς ἑορτῆς, κάθε ἑορτῆς, νά κοινωνήσουμε μέ τή χάρη πού ὑπάρχει ἀπό τόν Χριστό.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπειδή εἶναι καλή μητέρα, ἀλλά καί καλός ἐπιστήμονας τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, ξέρει πώς νά μᾶς ἑτοιμάσει. Γιά αὐτό βλέπετε, πρό τῶν μεγάλων ἁγίων ἑορτῶν τοῦ Πάσχα καί τῆς Γεννήσεως προηγεῖται νηστεία. Ἡ νηστεία ὡς ἐκκοπή τοῦ θελήματος, ὡς ἐνίσχυση τοῦ ἀνδρείου φρονήματος τοῦ ἀνθρώπου, ὡς πρόσκληση γιά πνευματικά καί ψυχοσωματικά ἀγωνίσματα, γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο ψυχή, δέν εἶναι μόνο πνεῦμα, εἶναι καί σῶμα καί ψυχή, ἁγιάζει ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο ψυχῇ τέ καὶ σώματι, καί τόν εἰσάγει σιγά σιγά στόν πνευματικό ἀγώνα.
Ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει μέ τήν ὑμνολογία. Ἐάν προσέξει κανείς τά τροπάρια βλέπει ὅλη αὐτή τήν ἑτοιμασία τῶν ἡμερῶν. Καί στόν κόσμο μπορεῖτε νά προμηθευτεῖτε λειτουργικά βιβλία ὅπως, ὁ μέγας συνέκδημος ἤ τό μηναῖο τοῦ Δεκεμβρίου. Κάθε μέρα ἑτοιμαζόμαστε μέσα ἀπό τά τροπάρια, μέσα ἀπό τούς ὕμνους, μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων, πού μᾶς δίδουν ἕτοιμη τροφή. Μᾶς δίδουν τά βιώματά τους, αὐτά πού οἱ ἴδιοι βίωσαν γιά νά τά προσλάβομε, νά τά ἀφομοιώσομε, νά τά καλλιεργήσομε καί νά μπορέσομε νά φτάσομε σέ ἐκείνη τήν ἁγία ἡμέρα πού θά ζήσομε στήν πνευματική πανδαισία.
Ἑτοιμαζόμαστε λοιπόν μέ ὅλα τά μέσα πού μας δίδει ἡ Ἐκκλησία. Μέ τή νηστεία, μέ τή μελέτη, μέ τήν ἐλεημοσύνη, μέ τήν προσευχή, μέ τήν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, μέ τή μετάνοια, ἡ ὁποία πρέπει νά εἶναι καί καθημερινή ἐργασία μας. Ἡ μετάνοια εἶναι ἐργασία πνευματική, ἀδιάλειπτος, στόν κάθε ἄνθρωπο.
Ὅμως πέρα ἀπό ὅλα αὐτά, ἐκεῖνο τό ὁποῖο εἶναι οὐσιαστικό σημεῖο, ὅπου ὁ ἄνθρωπος δέχεται τή χάρη ἀπό τόν Θεό, ἑλκύει τή χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι νά μοιάσει στόν Χριστό, νά μιμηθεῖ τόν Χριστό. Ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ εἶναι μίμηση Χριστοῦ. Ἡ μίμηση τοῦ Χριστοῦ δέν ἔγκειται στά ἐξωτερικά γεγονότα, ἀλλά στήν καρδία. «Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ ὅτι πράος εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ», λέει ὁ Χριστός. Τό νά μιμηθοῦμε τόν Χριστό μέσα στή ζωή μας, εἶναι τό σημεῖο τῆς χάριτος, ὅπου πραγματικά ὁ ἄνθρωπος, ἀνοίγει τίς πόρτες τῆς καρδιᾶς του γιά νά μπεῖ ὁ Χριστός μέσα καί νά κατοικήσει μέσα στήν ὕπαρξή του. Ἡ μετάνοια εἶναι αὐτή ἡ ὁποία θά μᾶς εἰσάγει στή μίμηση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ μετάνοια, ἡ ὁποία σημαίνει τόν καθημερινό ἀγώνα μας, νά ἀλλάξουμε νοοτροπία. Νά ἀλλάξομε μυαλό, νά ἀλλάξομε τρόπο πού σκεφτόμαστε, πού κρίνομε, πού ἀξιολογοῦμε τά πράγματα. Αὐτός εἶναι ὁ ἀγώνας τῆς μετανοίας. Αὐτό σημαίνει μετάνοια· ἀλλαγή νοός. Ἀλλαγή τοῦ μυαλοῦ. Ὅλα τά ἔργα τῆς Ἐκκλησίας, ὅλο τό εὐαγγέλιο, ὅλη ἡ ἀγωγή τῆς Ἐκκλησίας ἔγκειται σέ αὐτό τό σημεῖο, νά ἀλλάξομε τρόπο πού ζοῦμε.
Γι’ αὐτό ὁ Χριστός ἄρχισε τό εὐαγγέλιό του λέγοντας, «μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἀλλάξατε τρόπο πού σκέφτεστε. Δέν εἶναι εὔκολο. Γεννιόμαστε καί φέρνομε μέσα μας τόν τρόπο αὐτό, πού καλλιεργοῦμε δυστυχῶς, πού εἶναι κοσμικός, πού εἶναι τρόπος ἰδιοτελής, συμφεροντολογικός, πονηρός, πού ἔγκειται στήν ἐμπαθῆ κατάσταση. Γιά νά ἀλλάξει θέλει ἀγῶνες πολλούς, θέλει ὑπομονή πολλή, θέλει δάκρυα πολλά, θέλει προσευχή πολλή καί θέλει καί πειρασμούς πολλούς. Χωρίς πειρασμούς, χωρίς θλίψεις, ὁ ἄνθρωπος δυστυχῶς δέν ἀλλάζει. Εἶναι ἡ καρδία μας κατά τέτοιο τρόπο διαμορφωμένη, πού πολύ σπάνια νά βρεθεῖ ἄνθρωπος πού ἄνευ πειρασμῶν, ἄνευ θλίψεων μπορεῖ νά μπεῖ μέσα στόν χῶρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Αὐτές οἱ ἑορτές τοῦ Χριστοῦ, ἀδελφοί μου, εἶναι κρίσις γιά μας· ὅλη ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ εἶναι κρίσις. Καί ἡ ζωή τῶν ἁγίων, ἀλλά ἡ ζωή τοῦ Κυρίου μας ἰδιαίτερα, εἶναι κρίσις. Εἶναι μεγάλη κρίσις τό σπήλαιο τῆς Γεννήσεως γιά ὅλους μας. Ὁ παπά-Ἐφραίμ ὅταν ἐπέστρεφε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα στά Κατουνάκια εἶπε: «Ὅταν μπῆκα στό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ἔλιωσα. Ὅταν εἶδα ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός, ποῦ ἐγεννήθηκε ὁ Θεός, ὅλα μέσα μου διαλύθηκαν. Ἀπό τότε δέν μπορῶ νά ἔχω καμιά ἀπαίτηση γιά τίποτα. Ἐκεῖνο τό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, τά ἔσβησε ὅλα.». Γί αὐτό ὅταν ἔρχονται καί στή ζωή μας διεκδικήσεις μέ τέτοιες ἀπαιτήσεις, τέτοια παράπονα «μά δέν ἔχω, μά δέν κάνω, μά δέν μπορῶ», ἄς κάνομε καί μία στροφή ἐκεῖ. Αὐτό πού ψάλλομε ἐκείνη τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων εἶναι πολύ δυνατός λόγος: «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός».
Μπροστά σέ αὐτό τό γεγονός τῆς ἁγίας καί μεγάλης ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μας, ἄς ἀφήσομε τίς μέρες αὐτές, ἀδελφοί μου, νά μᾶς ἑτοιμάσουν. Ἄς χρησιμοποιήσομε, ἄς ἀξιοποιήσομε, ἄς ἐνεργοποιήσομε ὅλα τά μέσα πού μᾶς δίδει ἡ Ἐκκλησία μας. Τούς ὕμνους, τή νηστεία, τήν προσευχή, τή μελέτη, τήν ἐξομολόγηση, τήν ἐλεημοσύνη, τά ἀγαθά ἔργα. Ἄς πορευθοῦμε νά μιμηθοῦμε τόν Χριστό στήν καρδία μας μέσα ἀπό τήν ταπείνωση, μέσα ἀπό τή μετάνοια, τήν ἀλλαγή τῆς νοοτροπίας· ἄς ἀφήσομε νά δουλέψουν μέσα μας τά θεία γεγονότα, ὅπως ἔλεγε καί ὁ γέρο-Παΐσιος, μέσα στήν ὕπαρξή μας, καί ἡ μεγάλη αὐτή ἑορτή, ἄς γίνει κρίσις τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῶν ἐνεργειῶν μας, τῶν πράξεών μας, τῶν διανοημάτων μας, τῶν ἐνθυμήσεών μας, τῶν διαθέσεών μας γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Καί νά καταλάβουμε ἐπί τέλους ὅτι ἡ λογική του Θεοῦ δέν ταιριάζει μέ τή λογική του κόσμου τούτου. Ἄλλη εἶναι ἡ λογική του Θεοῦ.
Νά εὐχηθῶ σέ ὅλους νά ἔχουμε καλά καί ἅγια Χριστούγεννα καί ὁ Χριστός νά μᾶς ἀξιώσει νά τόν δεχθοῦμε στήν καρδία μας καί ἔστω καί λίγο νά γευθοῦμε ἀπό αὐτή τή χάρη τῶν ἁγίων ἑορτῶν.