Παντελεήμων Λαμπαδάριος (Μητροπολίτης Ἀντινόης)
Στἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός μᾶς ἀνάπτυξε τήν παραβολή τῶν Ταλάντων. Μᾶς φέρει μπροστά σ’ ἕνα σοβαρό θέμα, πού ἀπασχολεῖ τόν καθένα μας.
Κάθε ἄνθρωπος ἔχει προικισθεῖ ἀπό τόν Θεό μέ διάφορα τάλαντα, διάφορα χαρίσματα, διάφορες ἱκανότητες. Αὐτά τά τάλαντα ὀφείλει νά τά θεωρεῖ ὅτι εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος τά ἐμπιστεύθηκε καί, ὅτι γιά τήν διαχείρισή των, θά λογοδοτήσει στό Θεό.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τήν παραβολή τῶν Ταλάντων ἐξηγεῖ, ὅτι ἐδῶ μέ τόν ὅρο «τάλαντα» ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἐννοεῖ τίς δυνάμεις καί τίς ἱκανότητες τοῦ καθενός μας στό νά πράξουμε τό καλό μέ τήν θεάρεστη καί ὑπεύθυνη χρήση. Εἴτε, λοιπόν, εὐρισκόμεθα σέ κάποια ἐπίσημη θέση, ἤ ἔχομε κάποιο ἀξίωμα, ἤ εἴμαστε σέ ἀνώτερη διοικητική θέση, εἴτε ἔχομε χρήματα, ἤ τό χάρισμα τοῦ λόγου καί τῆς διδασκαλίας, ἤ μέ ὁποιονδήποτε ἄλλο τρόπο, ἤ μέ ὁποιανδήποτε ἄλλη καλή ὑπηρεσία, τά πάντα εἶναι «τάλαντα» δοσμένα ἀπό τόν Θεό.
Σύμφωνα μέ τήν παραβολή, τά «τάλαντα» τά ἔδωσε ὁ Θεός στούς δούλους Του, τούς ἀνθρώπους. Ἀλλά, στή Ἁγία Γραφή γενικά ὁ Θεός ὀνομάζει τούς ἀνθρώπους παιδιά Του, ὅμως ἐδῶ ἀκοῦμε νά τούς ὀνομάζει «δούλους». Αὐτό τό κάμνει γιά νά δείξει, ὅτι εἴμεθα ὑπεύθυνοι ἀπέναντί Του, καί ὅτι ὀφείλομε νά εἴμεθα ὑπήκοοι σέ τέλειο βαθμό· ὄχι γιατί εἴμεθα δοῦλοι, ἀλλά διότι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι τέλειος καί εὐεργετικός σ’ ὅλους. Καί ἐκεῖνος πού ἀκολουθεῖ τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ καθίσταται πραγματικά ἐλεύθερος καί ὀφείλει νά δίδει τόν ἑαυτό του στήν τέλεια ὑπακοή πρός τόν Θεό. Ἄλλως τε, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἔγινε τό πρότυπο παράδειγμα γιά ὅλους τοὺς πιστούς. Χάρη σέ μᾶς ἔγινε «δοῦλος», καί ταπεινώθηκε τόσο πολύ, καί ἔγινε ὑπήκοος τοῦ θείου θελήματος μέχρι θανάτου. «Ὅς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμόν ἠγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ’ ἑαυτόν ἐκένωσε μορφήν δούλου λαβῶν, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καί σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλ. 2:6-8).
Ὁ κύριος της παραβολῆς ἔδωσε τά τάλαντα στούς δούλους του καί ἀμέσως ἀπεδήμησε, ἔφυγε σέ μακρινή χώρα. Ὁ Θεός μᾶς δίδει τά τάλαντά Του, τίς διάφορες ἱκανότητές μας, ἀλλά δέν κάθεται ἀπό πάνω μας δεσποτικά καί τυραννικά γιά νά μᾶς ἀπειλεῖ καί νά μᾶς βιάζει, ἀλλά μᾶς ἀφήνει ἐλευθέρους νά διαχειρισθοῦμε τά τάλαντά μας. Καί ἄν στίς περισσότερες φορές δέν τά διαχειριζόμεθα καλά, ἀλλά ἄπιστα καί αὐθαίρετα, Ἐκεῖνος ἐξακολουθεῖ νά σέβεται τήν ἐλευθερία μας καί μένει στήν ἀποδημία Του καί μακροθυμεῖ ὑπομονετικά μέχρις ὅτου ἔρθει ἡ κατάλληλη ὥρα, ὅπου θά ἐπιστρέψει γιά νά ζητήσει λόγον ἀπό τόν καθένα μας.
Τά τάλαντα δίνονται γιά νά τά μεταχειρισθοῦμε μέ ὑπευθυνότητα, ἐπί ἀποδόσει λογαριασμοῦ. Ὁ καιρός περνᾶ καί ὁ λογαριασμός θά ζητηθεῖ καί ἡ ὑπεύθυνη λογοδοσία θά δοθεῖ. Ἡ λογοδοσία αὐτή εἶναι ἀπαραίτητη, καί ὁ Χριστός φρόντισε νά ἐπιβεβαιώσει πολλές φορές σέ ἄλλες παρόμοιες παραβολές, ὅτι θά λάβει χώρα (Ματθ. 18:23-24. Λουκ. 19:11-26).
Μά! Ἐάν τά τάλαντα εἶναι δικά μας, γιατί ὁ Θεός ζητᾶ νά λογοδοτήσουμε γι’ αὐτά; Μπορεῖ οἱ ἱκανότητες νά εἶναι δικές μας, ἀλλά τίς ἔχομε ἀπό τόν Θεό. Οἱ ἱκανότητές μας εἴτε εἶναι ἐκ τῆς φύσεως, εἴτε δόθηκαν μέ τήν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἑπομένως ἐμεῖς τίς ὀφείλομε στό Θεό. Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος στήν παραβολή λέγει, ὅτι ὁ κύριος ἔδωσε τά ὑπάρχοντα αὐτοῦ στούς δούλους του. Τά χαρίσματα πού ἔχομε, ὀφείλομε νά τά βλέπουμε ὡς ὑπάρχοντα τοῦ Θεοῦ, πού δόθηκαν ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι, θά τά μεταχειριζόμεθα ὡς θεία παρακαταθήκη, τῆς ὁποίας τήν χρήση ὀφείλομε νά τήν κάμνουμε τήν καλύτερη, σύμφωνα μέ τίς ὑποδείξεις καί τίς διαταγές πού μᾶς ὁρίζει ὁ ἴδιος ὁ Θεός.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀναγνώριζε στόν ἑαυτό Του αὐτή τήν ὑποχρέωση. Ὅταν π.χ. οἱ κάτοικοι τῆς Καπερναούμ ἐπέμεναν νά μένει πάντοτε στή πόλη τους, τούς εἶπε: «Καί ταῖς ἑτέραις πόλεσιν εὐαγγελίσασθαί με δεῖ τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ· ὅτι εἰς τοῦτο ἀπέσταλμαι». Εἶναι καθῆκον Μου, διότι αὐτό Μοῦ ἐπιβάλλει ἡ ἀποστολή Μου. Ἀλλά καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θεωροῦσε ὑπεύθυνο τό εὐαγγελικό του τάλαντο· γι’ αὐτό ἔγραφε στούς Κορινθίους: «Οὐαί δέ μοί ἐστιν, ἐάν μή εὐαγγελίζωμαι» (Α΄ Κορινθ. 9:16).
Ἡ εὐθύνη γιά κάθε μας πράξη, γιά τή μεταχείριση τῶν ταλάντων καί ἱκανοτήτων μας, εἶναι γενική γιά ὅλους μας. Μᾶς τό διαβεβαίωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὅτι πρόκειται νά ἀποδώσει στόν καθένα σύμφωνα μέ τά ἔργα του. «Μέλλει γάρ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεσθαι ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Πατρός αὐτοῦ μετά τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ, καί τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατά τήν πράξιν αὐτοῦ» (Ματθ. 16:27). Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει, ὅτι «ἕκαστος ἡμῶν περί ἑαυτοῦ λόγον δώσει τῷ Θεῷ» (Ρωμ. 14:12).
Ἡ συνείδηση, λοιπόν, αὐτή, τῆς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εὐθύνης καί λογοδοσίας μας, ἄς μᾶς συνοδεύει σ’ ὅλη μας τήν ζωή. Τίς ἱκανότητές μας, μεγάλες ἤ μικρές, ἄς τίς μεταχειρισθοῦμε μέ τήν συναίσθηση τῆς μεγάλης εὐθύνης μας. Δέν ἀρκεῖ ἁπλά καί μόνον νά κάνουμε κάτι, ἀλλά πρέπει νά πολλαπλασιάσουμε τά τάλαντά μας ἀνάλογα μ’ αὐτά πού παραλάβαμε. Ἀλλοίμονο στό ἄτομο ἐκεῖνο πού ἔλαβε ἔστω καί ἕνα τάλαντο καί τό ἀπέκρυψε!
Γι’ αὐτό, ἀγαπημένα μου παιδιά, ἄς δεχθοῦμε μέ ταπείνωση καί εὐγνωμοσύνη τά διάφορα τάλαντα καί ἄς ἀγωνισθοῦμε νά τά πολλαπλασιάσουμε γιά τήν δόξα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος. Ἀμήν.