Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Τη διαφορά λοιπόν των βαπτισμάτων τη μάθαμε από αυτά, πρέπει όμως στη συνέχεια να πούμε για ποιo λόγο βαπτίζεται ο Χριστός και ποιό είναι το βάπτισμα που κάνει. Δεν κάνει ούτε το παλιό ιουδαϊκό βάπτισμα, ούτε το δικό μας που καθιερώθηκε στη συνέχεια, καθόσον
δεν είχε ανάγκη από συγχώρηση αμαρτημάτων· διότι πώς θα συνέβαινε αυτό σε εκείνον που δεν είχε καμία αμαρτία; Διότι, λέει, «αμαρτία δεν έκανε, ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του»(Α΄ Πετρ.2, 22)· και πάλι· «Ποιός μπορεί από σας να με ελέγξει για αμαρτία;»( Ιω. 8,46). Ούτε η σάρκα εκείνη στερούνταν το Πνεύμα· διότι πώς ήταν δυνατό αυτό στη σάρκα εκείνη που συνελήφθη από Πνεύμα άγιο; Εάν λοιπόν η σάρκα εκείνη ούτε το άγιο Πνεύμα στερούνταν, ούτε ήταν υπεύθυνη για αμαρτήματα, για ποιό λόγο βαπτίσθηκε; Αλλά προηγουμένως πρέπει να μάθουμε ποιο βάπτισμα έκανε, και τότε και αυτό θα μας γίνει πιο κατανοητό.
Ποιο λοιπόν βάπτισμα έκανε; Ούτε το ιουδαϊκό, ούτε το δικό μας, αλλά το βάπτισμα του Ιωάννη. Γιατί; Με σκοπό να μάθεις και από τη φύση αυτού του βαπτίσματος, ότι δεν βαπτίσθηκε για αμαρτίες του, ούτε επειδή είχε ανάγκη της χορηγίας του αγίου Πνεύματος· διότι το βάπτισμα εκείνο στερούνταν τη δυνατότητα και των δύο αυτών βαπτισμάτων, όπως ακριβώς βέβαια και αποδείξαμε.
Και ότι δεν ήρθε στον Ιορδάνη ούτε για άφεση αμαρτημάτων, ούτε για τη χορηγία του αγίου Πνεύματος έγινε φανερό από αυτά· όμως για να μη νομίσει κάποιος από εκείνους που ήταν τότε παρόντες, ότι πηγαίνει εκεί για μετάνοια, όπως ακριβώς πήγαιναν και οι άλλοι, άκουσε πως και αυτό το διευκρινίζει ο Ιωάννης. Διότι εκείνος που έλεγε στους άλλους, «Να κάνετε έργα άξια της μετάνοιας» (Ματθ. 3, 8), άκουσε τί λέει σ’ αυτόν· «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα, και συ έρχεσαι προς εμένα;»(Ματθ. 3, 14). Αυτό το έλεγε για να δείξει ότι δεν πήγε σ’ αυτόν για τον ίδιο λόγο που πήγαιναν οι άλλοι· και ότι τόσο πολύ απέχει από την ανάγκη να βαπτισθεί γι’ αυτό, αφού ήταν κατά πολύ πιο ανώτερος και από τον ίδιο το Βαπτιστή, και ασύγκριτα καθαρότερος. Για ποιό λόγο λοιπόν βαπτίσθηκε, εάν αυτό δεν το έκανε ούτε για μετάνοια, ούτε για συγχώρηση αμαρτημάτων, ούτε για χορήγηση του Πνεύματος; Για δύο άλλους λόγους, που ένας είναι αυτός που αναφέρει ο μαθητής, και ο άλλος αυτός που λέγεται απ’ αυτόν στον Ιωάννη.
Ποια λοιπόν λέει ο Ιωάννης ότι είναι η αιτία του βαπτίσματος αυτού; Για να μάθουν οι πολλοί, όπως και ο Παύλος έλεγε, ότι «ο Ιωάννης βάπτισε βάπτισμα μετάνοιας, λέγοντας να πιστέψουν σ’ εκείνον που έρχεται μετά απ’ αυτόν»(Πραξ. 19, 4)· αυτό ήταν το κατόρθωμα του βαπτίσματος. Διότι το να πηγαίνει στο σπίτι του καθενός, και πλησιάζοντας στις πόρτες και έχοντας μαζί του το Χριστό να τους καλεί έξω και να τους λέει, ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού, αυτό θα έκανε ύποπτη τη μαρτυρία και θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο· επίσης το να τον πάρει πάλι και, μπαίνοντας στη συναγωγή, να τον δείχνει, και αυτό πάλι κατά τον ίδιο τρόπο έκανε ύποπτη τη μαρτυρία.
Αλλ’ όμως το να έρθει και αυτός προς τον Ιωάννη με σκοπό να βαπτισθεί, τη στιγμή που όλος ο κόσμος από κάθε πόλη ξεχυνόταν στον Ιορδάνη και διέμενε στις όχθες του ποταμού, και εκεί να δεχθεί την ουράνια μαρτυρία που γινόταν με τα λόγια του Πατέρα, τη μαρτυρία που γινόταν με την επιφοίτηση του αγίου Πνεύματος με μορφή περιστεράς, αυτό έκανε ανύποπτη τη μαρτυρία που έδινε ο Ιωάννης γι’ αυτόν. Γι’ αυτό λέει, «και εγώ δεν τον γνώριζα», κάνοντας έτσι αξιόπιστη την μαρτύρια του.
Επειδή ήταν συγγενείς, για να μη φανεί ότι δίνει τη μαρτυρία για το Χριστό εξαιτίας της συγγένειάς τους, ρύθμισε η χάρη του αγίου Πνεύματος να περάσει ο Ιωάννης όλα τα προηγούμενα χρόνια του στην έρημο, για να μη φανεί ότι η μαρτυρία δίνεται από φιλία ή από κάποια άλλη παρόμοια επινόηση, αλλ’ όπως το έμαθε αυτό από το Θεό, έτσι και το κάνει γνωστό στον κόσμο. Γι’ αυτό λέει, «και εγώ δεν τον γνώριζα». Και από πού λοιπόν το έμαθες; «Εκείνος», λέει, «που με έστειλε να βαπτίζω με νερό, εκείνος μου είπε». Τί σου είπε; «Σ’ όποιον θα δεις να κατεβαίνει το Πνεύμα με μορφή περιστεράς και να μένει επάνω σ’ αυτόν, αυτός είναι εκείνος που βαπτίζει με Πνεύμα άγιο» (Ιω. 1, 33).
Βλέπεις ότι γι’ αυτό ήρθε το άγιο Πνεύμα, όχι ότι τότε κατέβηκε για πρώτη φορά, αλλά για να φανερώσει εκείνον που κηρυσσόταν, κάνοντας αυτόν γνωστό σ’ όλους, σαν με κάποιο δάχτυλο, με την πτήση του υπό μορφή περιστεράς; Γι’ αυτό λοιπόν ήρθε να βαπτισθεί αλλά και για μία άλλη αιτία, την οποία αναφέρει αυτός. Και ποιά είναι αυτή; Όταν ο Ιωάννης είπε, «εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα και συ έρχεσαι προς εμένα;», αυτός αποκρίθηκε και είπε· «άφησέ τα αυτά τώρα διότι πρέπει εμείς να εκτελέσουμε κάθε εντολή»(Ματθ. 3, 14-15). Είδες ευγνωμοσύνη δούλου; Είδες ταπεινοφροσύνη Κυρίου; Τί τέλος πάντων σημαίνει, «να εκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη»; Δικαιοσύνη ονομάζεται η εκπλήρωση όλων των εντολών· όπως ακριβώς όταν λέει·«Ήταν και οι δύο δίκαιοι και εκτελούσαν κατά τρόπο άμεμπτο όλες τις εντολές του Κυρίου»(Λουκ. 1,6). Επειδή λοιπόν έπρεπε να εκτελέσουν τις εντολές αυτές όλοι οι άνθρωποι, όμως κανένας δεν πραγματοποίησε αυτές στην εντέλεια, γι’ αυτό έρχεται ο Χριστός και εκτελεί την πραγματοποίηση αυτών των εντολών.
Και ποια εντολή εκτελεί με το να βαπτισθεί; Το να υπακούσει στον προφήτη ήταν εντολή. Όπως ακριβώς λοιπόν περιτμήθηκε, πρόσφερε θυσία, τήρησε τα Σάββατα, και έλαβε μέρος σε ιουδαϊκές εορτές, έτσι πρόσθεσε και αυτό που υπολειπόταν, το να υπακούσει στον προφήτη που βάπτιζε. Διότι, το ότι ήταν τότε θέλημα του Θεού να βαπτίζονται όλοι, άκουσε τι λέγει ο Ιωάννης· «Εκείνος που με έστειλε να βαπτίζω με νερό»(Ιω. 1, 33) και πάλι ο Χριστός λέει· «οι τελώνες και το πλήθος του λαού τήρησαν τις εντολές του Θεού, διότι έκαναν το βάπτισμα του Ιωάννη, οι Φαρισαίοι όμως και οι γραμματείς απέρριψαν το θέλημα του Θεού με το να μη βαπτισθούν απ’ αυτόν»(Λουκ. 7, 29-30).
Εάν λοιπόν αποτελεί εντολή το να υπακούει κανείς στο Θεό, ο δε Θεός έστειλε τον Ιωάννη για να βαπτίσει το λαό, ο Χριστός μαζί με όλες τις άλλες νομικές διατάξεις εκπλήρωσε και αυτή την εντολή. Υπόθεσε, δηλαδή, ότι οι εντολές του νόμου ήταν διακόσια δηνάρια. Αυτό το χρέος έπρεπε να το πληρώσει το δικό μας το ανθρώπινο γένος. Δεν το πληρώσαμε. Μας είχε στην εξουσία του ο θάνατος, επειδή ήμασταν υπεύθυνοι γι’ αυτές τις κατηγορίες. Όταν ήρθε ο Χριστός και μας βρήκε να είμαστε κάτω από την εξουσία του, κατέβαλε το χρέος, πλήρωσε την οφειλή και ελευθέρωσε εκείνους που δεν είχαν να πληρώσουν. Γι’ αυτό δεν είπε, ‛πρέπει να κάνετε σεις αυτό και αυτό’, αλλά, «να πληρώσω κάθε δικαιοσύνη»(Ματθ. 3,15). Εγώ ο Κύριος, λέει, που έχω, πρέπει να πληρώσω για εκείνους που δεν έχουν.
Αυτή είναι η αιτία του βαπτίσματος, για να φανεί ότι τηρεί όλες τις εντολές του νόμου· αυτή είναι η αιτία καθώς και εκείνη που αναφέρθηκε πριν απ’ αυτή. Γι’ αυτό και το Πνεύμα κατεβαίνει με μορφή περιστεράς, διότι όπου υπάρχει συμφιλίωση με το Θεό, παρουσιάζεται περιστερά. Καθόσον και στην περίπτωση της κιβωτού του Νώε ήρθε η περιστερά κρατώντας κλαδί ελιάς, σύμβολο της φιλανθρωπίας του Θεού και της απαλλαγής από τον κατακλυσμό.
Και τώρα παρουσιάζεται το Πνεύμα με μορφή περιστεράς, και όχι με το σώμα της (διότι πρέπει αυτά να τα γνωρίζομε σωστά), γνωστοποιώντας τη φιλανθρωπία του Θεού στην οικουμένη, και συγχρόνως φανερώνοντας, ότι ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να μη έχει πονηριά, να είναι αγνός και άκακος, όπως ακριβώς και ο Χριστός λέει· «εάν δεν μετανοήσετε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δεν θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών»(Ματθ, 18, 3). Εκείνη λοιπόν η κιβωτός, αφού σταμάτησε ο κατακλυσμός, έμεινε στη γη, ενώ αυτή η κιβωτός, αφού καθησύχασε η οργή, ανέβηκε στον ουρανό, και τώρα βρίσκεται το καθαρό εκείνο και αμόλυντο σώμα στα δεξιά του Πατέρα.
(Αγίου Ι. Χρυσοστόμου, Λόγος στο Άγιο Βάπτισμα, Ε.Π.Ε. τ. 35-αποσπάσματα).