τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Σωφρόνιου Μιχαηλίδη
Τό δεύτερο μέρος τῆς ἀρχιερατείας τοῦ Κιτίου Κυπριανοῦ ἐντάσσεται στά πλαίσια τῆς Ἀγγλοκρατίας, ἡ ὁποία ἄρχισε στήν Κύπρο στήν 28/29 Ἰουνίου 1878. Ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ ἀγγλικός στόλος ὑπό τόν ναύαρχο John Hay κατέπλευσε στή Λάρνακα ὅπου καί ἀποβίβασε τά πρῶτα ἀγγλικά στρατεύματα.
Οἱ Ἕλληνες τῆς Κύπρου εἶδαν μέ χαρά τή μεταπολίτευση, ἡ ὁποία ἔθετε τέρμα στήν τουρκική τυραννία τριῶν αἰώνων καί ἄνοιγε προοπτικές -ὅπως νόμιζαν- γιά ἐθνική ἀποκατάσταση, ἐνῶ οἱ Τοῦρκοι, δυσαρεστημένοι μέν ἀλλά καί φοβισμένοι, προσποιοῦνταν τόν ἀδιάφορο.
«Ἡ ἑλληνική κοινότης τῆς Λάρνακος ὑπεδέχθη τόν στόλον τῆς κατοχῆς μετά φιλικωτάτων ἐνδείξεων. Αὐτός ὁ μητροπολίτης Κιτιέων Κυπριανός προσεφώνησε τόν ναύαρχον Χαίη κατά τήν πρώτην ἐπίσημον ὑποδοχήν αὐτοῦ ἐν τῇ πόλει διά τῶν μᾶλλον φιλοφρονητικῶν ἐκφράσεων». Ἐκεῖ στό Κονάκι (Διοικητήριο) τῆς πόλης ὁ ναύαρχος Hay ἀνήγγειλεν ἐπίσημα τήν ἀγγλική κατοχή τῆς Κύπρου.
«Ἡ ἑλληνική κοινότης τῆς Λάρνακος ὑπεδέχθη τόν στόλον τῆς κατοχῆς μετά φιλικωτάτων ἐνδείξεων. Αὐτός ὁ μητροπολίτης Κιτιέων Κυπριανός προσεφώνησε τόν ναύαρχον Χαίη κατά τήν πρώτην ἐπίσημον ὑποδοχήν αὐτοῦ ἐν τῇ πόλει διά τῶν μᾶλλον φιλοφρονητικῶν ἐκφράσεων». Ἐκεῖ στό Κονάκι (Διοικητήριο) τῆς πόλης ὁ ναύαρχος Hay ἀνήγγειλεν ἐπίσημα τήν ἀγγλική κατοχή τῆς Κύπρου.
Ὅταν στίς 10/22 Ἰουλίου 1878 ἔφθασε στή Λάρνακα ὁ πρῶτος Ἁρμοστής Sir Garnet Wolseley, ὁ Κιτίου Κυπριανός καλωσορίζοντάς τον, ὡς πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπείας τῶν πόλεων Σκάλας-Λάρνακος, ἐξέφρασε τούς πόθους καί τίς προσδοκίες τοῦ ἑλληνικοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ, λέγοντας: «...Ἀποδεχόμε- θα τήν ἀλλαγήν τῆς Κυβερνήσεως καθ’ ὅσον πιστεύομεν ὅτι ἡ Βρεττανία θά βοηθήση τήν Κύπρον, ὅπως ἔπραξε καί μέ τάς νήσους τοῦ Ἰονίου πελάγους, ἵνα ἑνωθῆ μετά τῆς μητρός Ἑλλάδος μετά τῆς ὁποίας φυσικῶς συνδέεται...».
Οἱ προσδοκίες τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ γρήγορα διαψεύσθηκαν. Ἡ ἀπογοήτευση καί ἡ ὀργή ἄρχισαν νά διαδέχονται τήν εὐφροσύνη καί τίς προσδοκίες. Ὅσον ἀφορᾶ τήν Ἐκκλησία, οἱ νέοι κυρίαρχοι ὄχι μόνο κατήργησαν σιωπηρά ὅλα τά προνόμιά της, «ἀλλά καί αὐτήν τήν ὑπόστασίν της μόλις καί σιωπηλῶς ἀνεγνώρισαν». Ὁ Κιτίου Κυπριανός ἦταν ὁ πρῶτος ἀπό τούς ἡγέτες τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου, ὁ ὁποῖος σύρθη- κε ἀπό τούς νέους κυριάρχους στά δικαστήρια. Παρομοίως, ἐπιστολή του ἡμ. 24 Φεβρουαρίου 1879 πρός τόν Ἁρμοστή Wolseley, μέ τήν ὁποία κατάγγελλε τίς ἐνέργειες τοῦ Διοικητοῦ Λεμεσοῦ Warren, πρέπει νά θεωρηθῆ ὡς τό πρῶτο ἐπίσημο διάβημα τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου πρός τή νέα Κυβέρνηση τῆς νήσου. Ὁ ζωηρός καί ὁρμητικός χαρακτήρας του τόν ἔκαμε πρωτο- πόρο στόν ἐθνικό ἀγώνα τῆς Κύπρου· ἡγέτη πού ἐγκαινίασε ἐπί Ἀγγλοκρατίας τόν ἀγώνα γιά ἕνωση τῆς Κύπρου μέ τήν Ἑλλάδα.
Ὅταν τόν Φεβρουάριο τοῦ 1880 οἱ Φιλελεύθεροι τοῦ φιλέλληνα Γλάδστωνος ἀνῆλθαν στήν ἐξουσία, ὅλη ἡ Κύπρος πανηγύριζε μέ ἐνθουσιασμό. Ἄν καί διέψευσαν καί αὐτοί τίς μεγάλες ἐλπίδες τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ, ἐν τούτοις, εἶναι γεγονός ἀναμφισβήτητο ὅτι βελτίωσαν τή διοίκηση τῆς νήσου: εἰσήγαγαν ἀρκετές φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στή διοίκηση, στήν ἀπονομή δικαιοσύνης, στήν ἐκπαίδευση, καί ἐγκαινίασαν τή συμμετοχή τοῦ λαοῦ στή διοίκηση μέσω ἐκλελεγμένων ἀντιπροσώπων του στό Νομοθετικό Συμβούλιο. Οἱ μεταρρυθμίσεις ὁλοκληρώθηκαν μέχρι τίς 30 Νοεμβρίου 1882 ὁπότε μέ διάταγμα τῆς βασίλισσας Βικτώριας καθορίστηκε σαφῶς τό πολίτευμα τῆς Κύπρου.
Οἱ πρῶτες βουλευτικές ἐκλογές ἔγιναν τό 1883, στίς 13 Ἰουνίου. Μεταξύ τῶν ὑποψη- φίων, σέ δύο μάλιστα διαμερίσματα (Λάρνακος- Ἀμμοχώστου καί Λεμεσοῦ - Πάφου) ἦταν καί ὁ Κιτίου Κυπριανός, ὁ ὁποῖος ἐξελέγη πανηγυρικά καί στά δύο. Μετά τήν ἐκλογή του παραιτήθηκε ἀπό τό ἕνα, ἐκεῖνο τῆς Λεμεσοῦ - Πάφου. Τό παράδειγμα τοῦ Κυπριανοῦ ἀκολούθησαν, ἀπό τούς διαδόχους του, ὁ Κύριλλος Παπαδόπουλος, ὁ Νικόδημος Μυ- λωνᾶς καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄.
Στό Νομοθετικό Συμβούλιο, παρά τήν περιο- ρισμένη δικαιοδοσία πού εἶχε τό σῶμα αὐτό, ὁ Κυπριανός ἀνέπτυξε ἕνα πολύ δραστήριο ρόλο πού ἄνοιγε τό δρόμο γιά τίς πολιτικές, οἰκονομικές καί κοινωνικές διεκδικήσεις τοῦ κυπριακοῦ λαοῦ. Ἡ δράση τοῦ Κυπριανοῦ κατά τή διάρκεια τῆς πρώτης συνόδου τοῦ Νομοθετικοῦ Συμβουλίου ὑπῆρξεν ἀπόλυτα ἐπιτυχής καί προμήνυε μιά λαμπρή πολι- τική σταδιοδρομία. Ὁ λαός ἐκτιμώντας τήν ὡς τότε προσφορά του τόν ἐπανεξέλεξε στίς ἐκλογές τοῦ Ὀκτωβρίου τοῦ 1886, ὁ ἀπροσδόκητος ὅμως θάνατός του στίς 25 Νοεμβρίου/ 7 Δεκεμβρίου τοῦ ἴδιου χρόνου ἀνέκοψε πρόωρα τήν τόσο πολλά ὑποσχόμενη πολιτική του πορεία.
Ὁ Κυπριανός συνήθιζε νά πηγαίνει πολύ συχνά γιά νά λειτουργεῖ καί κηρύττει τόν θεῖο λόγο στά χωριά τῶν διαφόρων διαμερισμάτων τῆς ἐπαρχίας του. Τουλάχιστον τό μισό του χρόνο τόν διέθετε στίς περιοδεῖες αὐτές. Οἱ ἐπισκέψεις του τόν ἔφερναν σέ ἄμεση ἐπαφή μέ τό ποίμνιό του, τοῦ ὁποίου γνώριζε ἀπό προσωπική πείρα τά προβλήματα καί τίς ἀνάγκες. Εἴτε ἐπρόκειτο γιά θέματα οἰκογενειακά ἤ κοινοτικά ἤ κοινωνικά ἤ πολιτικά ἤ ἐθνικά, ὁ Κυπριανός ἐξασκοῦσε μιά ἀδιαφιλονίκητη ἐπιρροή πάνω στούς κατοίκους τῶν χωριῶν. Δέν ἐδίσταζε νά κατεβαίνει στό ἁπλό ἐπίπεδο τοῦ λαοῦ γιά νά τόν νουθετήσει καί νά τοῦ συμπαρασταθεῖ καί ἐπί πλέον νά διεκδικήσει καί μέ τήν ἀρχιερατική του ἰδιότητα καί μέ τή βουλευτική του ἰδιότητα ἀπό τό 1883 τή βελτίωση τῆς πνευματικῆς, κοινωνικῆς καί οἰκονομικῆς του θέσης. Ἀντιλαμβανόταν ὅσο κανείς τή νοοτροπία καί τήν ψυχοσύνθεση τοῦ λαοῦ καί μιλοῦσε ἁπλά καί κατανοητά πρός τόν λαό.
Μιά τελευταία λεπτομέρεια πού ἀξίζει νά ἀναφερθῆ εἶναι ὅτι ὁ Κυπριανός, σέ ἀντίθε- ση μέ ὅλους τούς προκατόχους του, προτιμοῦσε νά διαμένει πιό πολύ χρόνο στή Λεμεσό παρά στή Λάρνακα ὅπου ἦταν ἡ ἕδρα του, καί τοῦτο γιά δύο, ὑποθέτουμεν, λόγους: (1) Στή Λάρνακα ἀντιμετώπιζε ἰσχυρή ἀντιπολίτευση ὅσον ἀφορᾶ τήν πολιτική του: πολλοί Λαρνακεῖς θεωροῦσαν ὅτι ἡ ἀδιάλλακτη ἔναντι τῶν Ἄγγλων πολιτική του ἦταν μᾶλλον ἐπιζήμια γιά τόν τόπο παρά ὠφέλιμη· καί, (2) στή Λεμεσό βρίσκονταν στενοί συγγενεῖς του. Γι’ αὐτούς τούς λόγους φαίνεται νά ἔνοιωθε πιό ἄνετα στή Λεμεσό, ὅπου ἄφησε τελικά καί τήν τελευταία του πνοή.
Ὁ Κιτίου Κυπριανός πέθανε σέ ἡλικία 53 χρόνων, στήν ἀκμή τῆς δράσης του καί τοῦ δυναμισμοῦ του.
Ὁ Φ. Ζαννέτος στό ἔργο του Ἱστορία τῆς Νήσου Κύπρου, γράφει, μεταφέροντας αὐτού- σια τά λόγια τῆς ἐφημερίδας Ἀλήθεια τῆς Λεμεσοῦ:
«Τήν 25 Νοεμβρίου τό ἐγκαλλώπισμα τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας, τό ἐγκαύχημα τῆς Κυπριακῆς Πολιτείας, ἡ ἡδύλαλος ἀη- δών τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ καί τοῦ θύματος τοῦ λαοῦ, ὁ ἄνθρωπος ἐφ’ ᾧ πᾶς Κύπριος δικαίως ἐνεκαυχᾶτο καί ἐνηβρύνετο, ὁ γεραρός καί πατριωτικώτατος Μητροπολίτης Κιτιέων Κυπριανός δέν ὑπῆρχε πλέον ἐν τοῖς ζῶσιν». ῾Ο θάνατος τοῦ Κυπριανοῦ συγκλόνισε τόν Κυπριακό Ἑλληνισμό πού τόν θρήνησε ὅσο κανένα ἄλλο μέχρι τότε. Ἡ κηδεία πού τοῦ ἔγινε στή Λεμεσό, ἦταν κάτι τό μοναδικό στά μέχρι τότε κυπριακά χρονικά.
Σήμερα, τόν Κιτίου Κυπριανό θυμίζουν στή Λεμεσό ὁ τάφος του στό Κοιμητήριο τοῦ Ἁγ. Νικολάου καί μιά ὁδός ἀφιερωμένη στό ὄνο- μά του στήν κεντρική Λεμεσό.