῾Ο ᾽Ιησοῦς Χριστός ἀπαρχῆς τῆς ἐμφανίσεώς Του στόν κόσμο μέχρι σήμερα καί ὅσο θά ὑπάρχει κόσμος ἦταν καί εἶναι μία πρόκληση καί μία κρίση γιά τούς ἀνθρώπους: κάθε ἄνθρωπος καλεῖται νά λάβει μία συγκεκριμένη στάση ἀπέναντί Του, θετική ἤ ἀρνητική.
᾽Ακόμη καί οἱ θεωρούμενοι ἀδιάφοροι ἤδη ἔχουν λάβει θέση, καί μάλιστα τήν χειρότερη ἀρνητική, δεδομένου ὅτι πάντοτε ἰσχύει τό τοῦ Κυρίου λόγιο ῾ὁ μή ὤν μετ᾽ ἐμοῦ κατ᾽ ἐμοῦ ἐστι καί ὁ μή συνάγων μετ᾽ ἐμοῦ σκορπίζει᾽.
Κατά τόν προφητικό λόγο τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ θεοδόχου ῾οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον᾽. Πολλά εἰπώθηκαν καί γράφηκαν γιά τό πανάχραντο πρόσωπο τοῦ Κυρίου, ἀλλά πάντοτε ἐκεῖνο πού ἐνδιαφέρει ἕναν χριστιανό εἶναι ἡ στάση τῆς ᾽Εκκλησίας, ἡ στάση συνεπῶς τῶν ἁγίων πού ἀποδέχονται τόν Χριστό καί προσπαθοῦν νά προσαρμόζουν τήν ζωή του ἐπί τά ἴχνη Αὐτοῦ. Τό ἐνδιαφέρον αὐξάνει ὅταν ἡ διαχρονική στάση τῶν ἁγίων ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τούς σημερινούς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι γίνονται ἀπό τήν ἄποψη αὐτή οἱ συνεχιστές τῆς ἁλυσίδας τῆς Παραδόσεως, φέρνοντάς μας μπροστά πράγματι στό μυστήριο τῆς παρουσίας Του.
Αὐτά πού θά μᾶς ἀπασχολήσουν δι᾽ ὀλίγων στήν συνέχεια εἶναι ἀκριβῶς ἡ στάση ἀπέναντι στόν Χριστό τοῦ τελευταίου ἀναγνωρισμένου ἁγίου τῆς ᾽Εκκλησίας, τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, δηλαδή πῶς ἔβλεπε ἕνας βεβαιωμένα ἅγιος τόν Κύριο καί πῶς μᾶς καλεῖ συνεπῶς ἀντιστοίχως νά Τόν βλέπουμε κι ἐμεῖς. Τά λόγια του αὐτά ἀποτελοῦν τήν πεμπτουσία θά λέγαμε τῆς ὅλης ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας τοῦ ὁσίου Γέροντα καί ἀπό τήν ἄποψη αὐτή θεωροῦνται ἐξόχως σημαντικά.
Τά ἴδια τά λόγια του πάνω στό θέμα αὐτό προέρχονται ἀπό ἕνα ἀπόσπασμα μίας ἀπομαγητοφωνημένης συζήτησης πού ἔγινε τόν ᾽Ιούλιο τοῦ 1988, στις τρεῖς τό πρωΐ, μέσα σ᾽ ἕνα ἐρημοκκλήσι στήν Εὔβοια. ᾽Εκεῖ ἀποσυρόταν μερικές φορές ὁ Γέροντας τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, ὅταν πιά ἦταν τυφλός καί ἀνήμπορος. (Σημ.: τό CD πού περιλαμβάνει τή συζήτηση αὐτή ἔχει κυκλοφορηθεῖ ἀπό τό μοναστήρι τοῦ ὁσίου Γέροντα στήν Μαλακάσα ᾽Αττικῆς).
῾Λοιπόν, ἔτσι πράγματι πρέπει νά βλέπωμε τόν Χριστό. Εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας, εἶναι ὅ,τι καλό καί ὡραῖο. Εἶναι τό πᾶν. ᾽Αλλά εἶναι φίλος καί τό φωνάζει: ῾Σᾶς ἔχω φίλους, βρέ, δέν τό καταλαβαίνετε; Εἴμαστε ἀδέλφια. Βρέ, ἐγώ δέν εἶμαι… Δέν βαστάω τήν κόλαση στό χέρι, δέν σᾶς φοβερίζω, σᾶς ἀγαπάω, σᾶς θέλω νά χαίρεστε μαζί μου τή ζωή᾽.
῾Ο Χριστός εἶναι τό πᾶν. Εἶναι ἡ χαρά, εἶναι ἡ ζωή, εἶναι τό φῶς, τό φῶς τό ἀληθινό, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πετάη, νά βλέπη ὅλα, νά βλέπη ὅλους, νά πονάη γιάὅλους, νά θέλη ὅλους μαζί του, ὅλους κοντά στόν Χριστό.
᾽Αγαπήσατε τόν Χριστό καί μηδέν προτιμῆστε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ. ῾Ο Χριστός εἶναι τό πᾶν, εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς, εἶναι τό ἄκρον τῶν ἐφετῶν, εἶναι τό πᾶν. ῞Ολα στόν Χριστόὑπάρχουν τά ὡραῖα.
῾Ο ἄνθρωπος τοῦ Χρστοῦ πρέπει νά ἀγαπήση τόν Χριστό, κι ὅταν ἀγαπήση τόν Χριστό,ἀπαλλάττεται ἀπό τόν διάβαλο, ἀπό τήν κόλαση καί ἀπό τόν θάνατο᾽.
Σχόλια
(α) ῾῾Ο Χριστός εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας…᾽.
῾Ο Χριστός κατά τόν ὅσιο Γέροντα δέν εἶναι φόβητρο καί ἀπειλή τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου λόγω τῆς παντοδυναμίας Του. Μία τέτοια εἰκόνα περί Θεοῦ ἔχουν οἱ ἄλλες θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες ἐκφράζουν τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία ἄνθρωπο. ῾Ο ἄνθρωπος τῆς πτώσεως θεωρεῖται ὅτι ἔχει φράγμα στήν ψυχή του πού τόν χωρίζει ἀπό τόν Θεό λόγω τῆς ἁμαρτίας του, ὁπότε νιώθοντας τήν δίψα γιά Θεό ὡς δικό Του δημιούργημα ψάχνει νά Τόν εὕρει, ἀλλά χωρίς ἐπιτυχία. Δημιουργεῖ ἔτσι εἴδωλα, πλάσματα τῆς φαντασίας του, γι᾽ αὐτό καί φαντάζεται τόν Θεό ἤ τούς θεούς μέσα στήν παντοδυναμία τους ὡς τρομερά καί ἀπειλητικά γιά τήν ὕπαρξή του ὄντα. Μέ ἄλλα λόγια δημιουργεῖ θεότητες κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωση τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν παθῶν του, ὅπως συμβαίνει γιά παράδειγμα μέ τούς ῾θεούς᾽ τοῦ ᾽Ολύμπου τῶν ᾽Αρχαίων ῾Ελλήνων, οἱ ὁποῖοι περιδινίζονταν μέσα στά πάθη τους. Κατά φυσικό τρόπο γνώρισμα τῆς ῾σχέσεως᾽ αὐτῆς μέ τούς ῾θεούς᾽ εἶναι ὁ φόβος.
῾Ο Χριστός ὡς ὁ Θεός πού ἀποκαλύπτεται φέρνει τήν ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτή ἡ εἰκόνα εἶναι τοῦ φίλου καί ἀδελφοῦ, τοῦ Πατέρα πάνω ἀπό ὅλα τοῦ ἀνθρώπου, πού κύριο γνώρισμά Του ἔχει τήν ἀγάπη. ῾Η παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ ἐν προκειμένῳ εἶναι κατεξοχήν ἐνδεικτική. ῾Ο ὅσιος Γέρων Πορφύριος λοιπόν ἐκφράζει τήν ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ καί τήν διδασκαλία τῆς ᾽Εκκλησίας. Δέν ἀναπτύσσει προσωπικές του ἀπόψεις. Βρίσκεται μέσα στό ποτάμι τῆς παραδόσεως τῆς ᾽Εκκλησίας, ὅπως εἴπαμε, καί συνεπῶς καταθέτει τήν ἐκκλησιαστική του ἐμπειρία περί τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ. Αὐτό πού λέει ἀποτελεῖ τήν κοινή ἐμπειρία τῶν ἀποστόλων καί ὅλων τῶν Πατέρων. Τό παρακάτω ἀπόσπασμα τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου εἶναι πολύ χαρακτηριστικό: ῾᾽Εγώ Πατήρ(λέει ὁ Χριστός), ἐγώ νυμφίος, ἐγώ οἰκία, ἐγώ τροφεύς, ἐγώ ρίζα, ἐγώ θεμέλιος. Πᾶν ὅπερ ἄν θέλῃς ἐγώ…᾽Εγώ καί φίλος καί ξένος καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μήτηρ. Πάντα ἐγώ. Μόνον οἰκείως ἔχε πρός ἐμέ.᾽Εγώ πένης διά σέ καί ἀλήτης διά σέ, ἐπί σταυροῦ διά σέ, ἐπί τάφου διά σέ, ἄνω ὑπέρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί. Κάτω ὑπέρ σοῦ πρεσβευτής παραγέγονα παρά τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σύ καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος. Τί πλέον θέλεις;᾽ (᾽Εγώ εἶμαι ὁ Πατέρας σου, ἐγώ ὁ νυμφίος σου, ἐγώ τό σπίτι σου, ἐγώ αὐτός πού σέ τρέφει, ἐγώ ἡ ρίζα σου, ἐγώ τό θεμέλιό σου. ῞Οτιδήποτε κι ἄν θελήσεις, εἶμαι ἐγώ…᾽Εγώ εἶμαι καί φίλος καί ξένος καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μητέρα. ῞Ολα ἐγώ. Μόνο δές με φιλικά. ᾽Εγώ ἔγινα φτωχός καί ἀλήτης γιά χάρη σου, ἀνέβηκα στόν Σταυρό γιά σένα, κατέβηκα στόν τάφο γιά σένα, στόν Οὐρανό παρακαλῶ τόν Πατέρα γιά σένα. ῏Ηλθα ἀπό τόν Πατέρα στόν κόσμο νά πρεσβεύσω γιά σένα. Ὅλα μοῦ εἶσαι ἐσύ, καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος. Τί περισσότερο θέλεις;)
(β) ῾Η μαρτυρία τοῦ ἁγίου Γέροντα περί τοῦ Χριστοῦ βλέπουμε ὅτι κινεῖται μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο: ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ῾τό πᾶν καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί ὅλων τῶν ὡραίων᾽, ἀλλά εἶναι καί ῾ὁ φίλος καί ὁ ἀδελφός᾽. ῾Ο Χριστός δηλαδή γιά τόν ἅγιο εἶναι καί ὁ παντοδύναμος Θεός, ἀλλά καί ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦλθε στόν κόσμο, ἔζησε καί ἔπαθε καί σταυρώθηκε γιά ἐμᾶς. ῾Η διπλή αὐτή προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοῦ καί ἀνθρώπου ἀποτελεῖ, ὡς γνωστόν, τήν βάση τῆς πίστεώς μας στήν ᾽Εκκλησία, πού ὅταν αὐτή ἀμφισβητήθηκε ἀπό αἱρετικούς, διατυπώθηκε ἀπό τούς Πατέρες σέ Οἰκουμενικές Συνόδους ὡς δόγμα, δηλαδή ὡς ὅριο πού θέτει τό ὀρθό πλαίσιο στήν πίστη. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ἐκφράζοντας μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Γέροντας τήν πίστη του καί τήν ἐμπειρία του γιά τόν Χριστό καταδικάζει καί αὐτός τόσο τήν αἵρεση τοῦ μονοφυσιτισμοῦ ὅσο καί τήν αἵρεση τοῦ νεστοριανισμοῦ.
Κι ἀκόμη πιό πέρα: ἡ αἴσθηση τοῦ ἁγίου Γέροντα περί τοῦ Χριστοῦ φανερώνει αὐτό πού ἡ ᾽Εκκλησία μας διδάσκει περί τοῦ Θεοῦ ὡς οὐσίας καί ἐνεργείας: ῾Ο ἐν τρισίν ὑποστάσεσι καί μιᾷ οὐσίᾳ Θεός μας εἶναι ἀπείρως μακριά μας καί ἀπρόσιτος ὡς πρός τήν οὐσία Του, εἶναι ἀπείρως κοντά μας ὡς ἐνέργεια.
(γ) Αὐτή ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ (῾σᾶς ἀγαπάω…᾽) – λέει ὁ ὅσιος – κάνει καί τόν ἄνθρωπο νά τήν ζεῖ μέ τόν τρόπο ᾽Εκείνου: ῾κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πονάη γιά ὅλους…᾽ Δηλαδή ὁ πιστός σάν τόν Γέροντα ὄχι μόνο νιώθει τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ὡς Πατέρα καί φίλου καί ἀδελφοῦ, ἀλλά καί τήν βιώνει παρομοίως ὡς ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο. Ποῦ ὀφείλεται αὐτό; Πῶς ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ γίνεται ζωή καί τοῦ πιστοῦ; ᾽Ασφαλῶς καί πρωτίστως διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ ἁγίου χρίσματος, μέ τά ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέλος ᾽Εκείνου, συνεπῶς ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ ἐξακτινώνεται καί γίνεται ζωή καί τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος θά τό διατυπώσει μέ τόν καλύτερο τρόπο: ῾Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός᾽.
(δ) Προσοχή ὅμως! ῞Οταν μιλᾶμε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πού γίνεται ἀγάπη καί τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐννοοῦμε μία ἐγωϊστική ἀγάπη ἤ μία οὐδέτερη κοσμικοῦ τύπου ἀγάπη. Γιατί βεβαίως ὑπάρχουν πολλῶν εἰδῶν ῾ἀγάπες᾽ πού δέν σώζουν τόν ἄνθρωπο. ῾Καί ἐάν ἀγαπᾶτε τούς ἀγαπῶντας ὑμᾶς ποία ὑμῖν χάρις ἐστίν; Καί γάρ οἱ ἁμαρτωλοί τό αὐτό ποιοῦσιν᾽. ῾Υπάρχει δηλαδή ἡ παρά φύσιν ἀγάπη τοῦ δαιμονικοῦ ἐγωϊσμοῦ, ἡ κατά φύσιν ἀγάπη τῆς ἀνθρώπινης καί οὐδέτερης γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἠθικῆς καί ἡ ὑπέρ φύσιν χαρισματική ἀγάπη. ῾Η ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μόνη σώζουσα ὑπέρ φύσιν ἀγάπη, μέ κύριο γνώρισμα τήν θυσία τοῦ ἑαυτοῦ γιά χάρη τοῦ ἄλλου. ῾Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείςἔχει, ἵνα τις τήν ψυχήν αὐτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ᾽.
(ε) ῾Ο Χριστός ὅμως εἶναι κατά τόν ἅγιο καί ῾ἡ χαρά…πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται...᾽. Κι εἶναι κάτι πού πρέπει νά σημειώσουμε ἔντονα. Διότι οἱ μή χριστιανοί ἤ καί οἱ ῾χριστιανοί᾽ πού ἔχουν χάσει τήν πίστη τους κατηγοροῦν τόν χριστιανισμό ὅτι εἶναι θλίψη καί στενοχώρια καί κατήφεια. Προφανῶς μπερδεύουν τήν κακή μαρτυρία ζωῆς πολλῶν χριστιανῶν πού πράγματι εἶναι μονίμως θλιμμένοι καί κατσουφιασμένοι, πού περιφέρουν ὅπως λέμε διαρκῶς τή μιζέρια τους, μπερδεύουν λοιπόν τήν κακή αὐτή μαρτυρία μέ αὐτό πού εἶναι ἀληθῶς ἡ ἐν Χριστῷ πίστη καί ἡ ἁγιότητα. Κι αὐτό πού δίνει ἡ πίστη αὐτή εἶναι ἡ χαρά. ῾Ο χριστιανός δηλαδή εἶναι ὁ χαρούμενος ἄνθρωπος, ὄχι ὅμως μέ τήν ἔννοια τοῦ ῾χαζοχαρούμενου᾽ ὅπως λέμε, ἀλλά οὔτε ἁπλῶς μέ τήν ἔννοια μίας ἐξωτερικῆς καί ἐπιφανειακῆς καί ἐπίπλαστης χαρᾶς. ῾Ο χριστιανός εἶναι χαρούμενος ἐσωτερικά, γιατί ἡ καρδιά του χαίρεται ἀπό τήν παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος πού φανερώνει τήν ἐνοίκηση τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ μέσα σ᾽ αὐτήν, πράγμα πού ἀντανακλᾶ καί στό πρόσωπό του καί σέ ὅλη του τήν ὕπαρξη. Αὐτή εἶναι ἡ λάμψη πού ὑπῆρχε καί ὑπάρχει στά πρόσωπα τῶν ἁγίων μας, ἔστω κι ἄν αὐτοί βρίσκονταν μέσα στίς θλίψεις καί τίς ἐξωτερικές δοκιμασίες.
Κι εἶναι εὐθύνη τῶν χριστιανῶν ἔτσι νά μή γινόμαστε αἴτιοι βλασφημίας τοῦ Θεοῦ μας καί τῆς πίστεώς μας μέ τήν κακή καί θλιμμένη μονίμως ζωή μας, λόγω βεβαίως τῆς ὀλιγοπιστίας ἤ καί τῆς ἀπιστίας μας. Καί ὑπενθυμίζουμε: Αὐτή ἡ χαρά ὡς καρπός τοῦ Πνεύματος εἶναι καρπός τῆς ἀγάπης. Μένω στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ (διά τῆς κατεξοχήν ἀποδείξως: τῆς τήρησης τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν) σημαίνει ἐνεργοποιῶ τήν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ζῶ τόν Χριστό στήν ὕπαρξή μου, νιώθω τήν χαρά ἀπό τήν παρουσία Του αὐτήν. Δέν εἶναι τυχαῖο πού ὁ ἀπόστολος θέτει τήν χαρά μετά τήν ἀγάπη. ῾῾Ο καρπός τοῦ Πνεύματόςἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη...᾽.
(στ) Τί ἐπιλέγει ὅμως ὁ ἅγιος Γέρων; Προτρέπει νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό ὑπεράνω ὅλων τῶν ἄλλων ἀγαπῶν. ῾᾽Αγαπήσατε τόν Χριστόν καί μηδέν προτιμῆστε τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ᾽. Γιατί ἄν ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό δέν γίνει ἡ προτεραιότητα τῆς ζωῆς μας, τότε σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη αὐτή. ῾Οτιδήποτε ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος ὑπεράνω τοῦ Χριστοῦ γίνεται κατακτητικό καί ἀπόλυτο γι᾽ αὐτόν. Δέν ἀφήνει χῶρο γιά τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μας. ῾Ο ὅσιος Πορφύριος ἐτόνιζε τήν ἀλήθεια αὐτή, γιατί ὁ ἴδιος εἶχε ἀγαπήσει τόν Χριστό ὑπέρ πάντα ἄλλον καί ἄλλο. Καί πρόκειται γιά τήν παρόμοια κραυγή ὅλων τῶν ἁγίων. Τά ἴδια λόγια ἀκριβῶς δέν ἔλεγε καί ὁ ἅγιος ᾽Αντώνιος; Τά ἴδια σχεδόν πιό πίσω δέν ἔλεγε καί ὁ μέγας ἀπόστολος Παῦλος; ῾Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλίψις ἤ στενοχωρία ἤδιωγμός ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα; Οὐδέν ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ᾽. ᾽Αλλά ὁ ἴδιος ὁ Δημιουργός μας καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη αὐτό διακήρυσσε: ῾᾽Αγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἐξὅλης τῆς διανοίας, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν᾽.
Κι ἀκριβῶς τό τελευταῖο σημαίνει ὅτι κανείς δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό χωρίς ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο. Μέτρο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο. ῞Οπως τό λέει καί ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης ὁ Θεολόγος στήν Α´ καθολική ἐπιστολή του: ῾῎Αν δέν ἀγαπᾶς τόν συνάνθρωπό σου πού τόν βλέπεις μέ τά μάτια σου, πῶς θά ἀγαπήσεις τόν Θεό πού εἶναιἀόρατος;᾽.
(ζ) Καί νά τό ἀποτέλεσμα, ὅπως τό σημειώνει ὁ ὅσιος: ἡ ἀγάπη αὐτή ῾ἀπαλλάττει τόνἄνθρωπο ἀπό τόν διάβολο, τήν κόλαση, τόν θάνατο᾽. ῎Ηδη ἀπό τή ζωή αὐτή δηλαδή ὁ ἄνθρωπος βιώνει τόν Παράδεισο. Ποῦ χῶρος ἔτσι, ὅταν κανείς παλεύει στήν ἀγάπη, γιά μιζέριες, γιά ἐχθρότητες, γιά ψυχολογικά προβλήματα; ῞Ολα αὐτά ξεπερνιοῦνται καί χάνονται καί διαλύονται…