Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)
Ὁ Κύριος εὑρίσκεται εἰς τὴν πεδιάδα τῆς λίμνης Γεννησαρέτ. (1) «Ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ἀπῆλθεν εἰς τὰ ὅρια» ἤτοι «εἰς» πρὸς «τὰ» μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος».
Ὁ Κύριος δηλαδὴ ἀνεχώρησε πρὸ τὴν κατεύθυνσιν τῶν Φοινικικῶν αὐτῶν πόλεων, οὐχὶ ἵνα κηρύξῃ, ἀλλὰ ἵνα ἀποφύγῃ τὸν ἐνθουσιασμὸν τοῦ πλήθους, οἱ ὁποῖοι ἤθελον νὰ κάμωσιν Αὐτὸν Βασιλέα καὶ τὰς πλεκτάνας τῶν Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι, ὡς εἴδομεν προηγουμένως, ἐθύμωσαν, ὅταν ἤκουσαν τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου περὶ τοῦ νομικοῦ, σωματικοῦ καθαρισμοῦ.
Ὁ Κύριος φθάσας εἰς τὰ ὅρια Γαλιλαίας καὶ Φοινίκης εἰσέρχεται εἰς πόλιν τινὰ εὑρισκομένην ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ. Εἰσελθὼν εἰς τὴν πόλιν ταύτην κατηυθύνετο, ἵνα εἰσέλθῃ «εἰς οἰκίαν» εἰς κἄποιο σπίτι «καὶ οὐδένα ἠθέλησε γνῶναι» δὲν ἤθελε δηλαδὴ νὰ γίνῃ εἰς οὐδένα γνωστὴ ἡ παρουσία Του. Ἡ φήμη Του ὅμως προέδραμεν Αὐτοῦ «καὶ οὐκ ἠδυνάσθη λαθεῖν» δὲν ἠδυνήθη δηλαδὴ νὰ μείνῃ ἄγνωστος.
«Ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία, ἧς τὸ θυγάτριον αὐτῆς εἶχε πνεῦμα ἀκάθαρτον, ἀκούσασα περὶ Αὐτοῦ, ἐξελθοῦσα ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἔκραξε λέγουσα˙ ἐλέησόν με, Κύριε υἱὸς Δαυΐδ˙ ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. Ἡ δὲ γυνὴ ἦν Ἑλληνὶς Συροφοινίκισσα τῷ γένει». Ἡ γυναῖκα αὕτη ὀνομάζεται Χαναναία, διότι ἦτο ἀπόγονος τῶν ἀρχαίων κατοίκων τῆς Παλαιστίνης, οἵτινες ὠνομάζοντο Χαναναῖοι καὶ οἱ ὁποῖοι κατὰ τὴν κατάκτησιν τῆς Παλαιστίνης ὑπὸ τῶν Ἑβραίων ἀπωθήθησαν εἰς τὰ βόρεια μέρη τῆς χώρας. Ὀνομάζεται δὲ Συροφοινίκισσα, διότι ἔζη εἰς τὴν Φοινίκην, ἡ ὁποία ἀνῆκεν εἰς τὴν Συρίαν ἤ ὡμίλει τὴν συρικὴν γλῶσσαν καὶ κατήγετο ἀπὸ τὴν Φοινίκην. Ὀνομάζεται ἐπίσης Ἑλληνίς, διότι ἦτο κατὰ τὴν θρησκείαν εἰδωλολάτρις. Ἡ ἀπὸ πάσης ἀπόψεως ξένη λοιπὸν αὕτη γυνὴ ἀκούσασα, ὅτι ὁ Χριστὸς ἔφθασεν εἰς τὰ ὅρια τῆς Φοινίκης καὶ ἔχουσα πεισθῇ, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας τῶν Ἰουδαίων ἐξῆλθε τῶν ὁρίων τῆς Τύρου ἤ τῆς Φοινίκης καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ παρεκάλει τὸν Χριστὸν νὰ θεραπεύσῃ τὴν μικράν της κόρην, ἡ ὁποία ἦτο δαιμονόπληκτος.
Ὁ Κύριος ἐπιθυμῶν νὰ φανῇ ἡ πίστις τῆς γυναικὸς ταύτης «οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον», δὲν ἀπαντᾷ εἰς αὐτήν. Ἡ γυνὴ ὅμως ἐξακολουθεῖ νὰ παρακαλῇ Αὐτόν. «Οἱ μαθηταὶ προσελθόντες ἠρώτων Αὐτὸν λέγοντες ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν». Οἱ Ἀπόστολοι δηλαδὴ ἐκ συμπαθείας πρὸς αὐτήν, ἀλλὰ καὶ ἵνα ἀποφύγωσι τὰς ἐπικρίσεις καὶ σχόλια τοῦ πλήθους καὶ ἀπαλλαγῶσιν αὐτῆς πλησιάσαντες παρακαλοῦσι τὸν Χριστόν, ἵνα κάμῃ τὸ αἴτημά της. Ὁ Κύριος ἀπαντᾷ: «οὐκ ἀπεστάλην, εἰμὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ». Ὁ λόγος οὗτος ἦτο σκληρότερος τῆς σιωπῆς Του διὰ τὴν γυναῖκα. Τὸ ἔργον τοῦ Κυρίου ἦτο δι’ ὅλον τὸν κόσμον. Προσωπικῶς ὅμως ὁ ἴδιος δὲν ἀπεστάλη διὰ τοὺς Ἐθνικούς, ἀλλὰ διὰ τοὺς Ἰσραηλίτας, διότι ὁ χρόνος, τὸν ὁποῖον εἶχε πρὸς διάθεσιν δὲν ἤρκει καὶ διὰ τοὺς δύο Ἰουδαίους καὶ Ἐθνικούς. Οἱ Ἀπόστολοι θὰ συνεχίσουν τὸ ἔργον Αὐτοῦ πρὸς τοὺς Ἐθνικούς, τοὺς εἰδωλολάτρας.
Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Κύριος εἰσέρχεται μετὰ τῶν μαθητῶν Του εἴς τινα οἶκον. Ἡ γυνὴ αὕτη «εἰσελθοῦσα» εἰς τὸν οἶκον «καὶ ἐλθοῦσα» ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ «προσέπεσε πρὸς τοὺς πόδας Αὐτοῦ, λέγουσα˙ Κύριε βοήθει μοι»˙ ἐπιπροσθέτως ἡ γυνὴ αὕτη «ἠρώτα» παρεκάλει «δὲ Αὐτόν, ἵνα τὸ δαιμόνιον ἐκβάλῃ ἐκ τῆς θυγατρὸς αὐτῆς». Ὁ Κύριος, ὁ ταπεινώνων τὰς ταπεινὰς ψυχάς, ἵνα περισσότερον φανῇ ἡ ταπεινοφροσύνη αὐτῶν, λέγει πρὸς αὐτήν: «οὐκ ἔξεστιν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις». Δὲν εἶναι ὀρθὸν νὰ λάβωμεν τὸν ἄρτον, ὁ ὁποῖος προορίζεται διὰ τὰ τέκνα μιᾶς οἰκογενείας καὶ νὰ τὸν ρίψωμεν εἰς τὰ σκυλιὰ τοῦ σπιτιοῦ. «Ἄφες πρῶτον χορτασθῆναι τὰ τέκνα». Ὁ Κύριος παρομοιάζει τοὺς εἰδωλολάτρας ὡς κυνάρια τοῦ σπιτιοῦ, διότι δὲν ἐπίστευον εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν, ἀλλὰ εἰς τὰ εἴδωλα. Τοὺς δὲ Ἰσραηλίτας παρομοιάζει πρὸς τέκνα, διότι ἐπίστευον εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν. Ἂς χορτάσουν πρῶτον τὰ παιδιὰ τοῦ σπιτιοῦ καὶ ἔπειτα βλέπομεν διὰ τὰ σκυλιά. Ἡ Χαναναία δὲν ἀπογοητεύεται. Ἡ πίστις καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη τῆς γυναικὸς ταύτης λαμβάνουσι τὰ ταπεινωτικὰ ταῦτα λόγια τοῦ Κυρίου καὶ εὐφυέστατα αὕτη ἀπαντᾷ. «Ναὶ Κύριε ˙ καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ὑποκάτω τῆς τραπέζης ἐσθίουσι ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». «Ἡ γυνὴ αὕτη ὑποστηρίζει τὸ αἴτημά της χωρὶς νὰ ἀρνηθῇ τὴν προνομιοῦχον θέσιν τῶν Ἰουδαίων, διὰ τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ἔδωσε τόσας εὐεργεσίας καὶ λίαν ταπεινωτικῶς λέγει: Ὅταν τρώγουν ἀκόμη καὶ δὲν ἔχουν χορτάσει τὰ παιδιὰ εἰς ἕνα σπίτι, ῥίπτουν καὶ κάτι εἰς τὰ σκυλάκια τοῦ σπιτιοῦ. Ἑπομένως δύναμαι καὶ ἐγὼ ὡς σκυλάκι ν’ ἀπολαύσω κἄτι, ἀφοῦ τόσα καλὰ ἔκαμες διὰ τοὺς Ἰσραηλίτας.
Ὁ Κύριος θαυμάζων τὴν πίστιν τῆς γυναικὸς λέγει˙ «ὦ γῦναι μεγάλη σου ἡ πίστις .Ὁ Κύριος συνεχίζει πρὸς αὐτήν. «Δία τοῦτον τὸν λόγον ὕπαγε˙ Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις, ἐξελήλυθεν τὸ δαιμόνιον ἐκ τῆς θυγατρός σου». Ἐπειδὴ δέχεται νὰ ὀνομάζεται ἡ ἰδία καὶ ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ σκυλάκι, διότι δέχεται ἔστω καὶ τὸ ἐλάχιστον, τὸ ψίχαλον, λαμβάνει τὸ μέγιστον τὴν θεραπείαν τῆς κόρης της! Καὶ πράγματι ἡ θυγάτηρ ἐθεραπεύθη τὴν ὥραν ταύτην, διότι ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει: «ἰάθη» ἐθεραπεύθη «ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης». Ἡ γυνὴ «ἀπελθοῦσα εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς εὗρε τὸ παιδίον βεβλημένον ἐπὶ τῆς κλίνης καὶ τὸ δαιμόνιον ἐξεληλυθός». Ἡ μικρὰ δηλαδὴ αὕτη κόρη ἀνεπαύετο ἤρεμος εἰς τὸ κρεββάτι της ἐν ἀντιθέσει πρὸς τοὺς σπασμούς, ἐκ τῶν ὁποίων ὑπέφερε μέχρι τώρα.
Θέμα: Πίστις δοκιμαζομένη καὶ πίστις θριαμβεύουσα
Ἡ δοκιμαζομένη καὶ θριαμβεύουσα πίστις φαίνεται ἐκ τῆς παρούσης εὐαγγελικῆς περικοπῆς τῆς Χαναναίας καὶ ἐκ τῆς ζωῆς μας. Ἂς ἴδωμεν καὶ τὰ δύο.
Ἀον Ἐκ τοῦ Εὐαγγελίου: Ἡ Χαναναία αὕτη δὲν ἦτο Ἰσραηλίτισσα, ὥστε νὰ τρέχῃ εἰς τὰς φλέβας της τὸ αἷμα τοῦ Ἀβραὰμ καὶ εἰς τὴν ψυχὴν της τὸ πνεῦμα τοῦ Ἑβραϊκοῦ, τοῦ μόνου τότε ἀληθινοῦ νόμου. Ἦτο Συροφοινίκισσα, Χαναναία, κυνάριον, ὅπως βεβαιοῦσιν ὁ Εὐαγγελιστὴς καὶ ὁ Κύριος. Καὶ ὅμως ἡ γυνὴ αὕτη εἶχε τοιαύτην πίστιν, ὥστε ἐθαύμασεν ὁ Ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας ὁ Χριστός! Τὸ μέγεθος τῆς πίστεως τῆς γυναικὸς ταύτης φαίνεται ἀπὸ τὴν ποικιλίαν τῶν ἀρετῶν της, αἱ ὁποῖαι ἐπήγασαν ἐκ τῆς πίστεως καὶ ἀπὸ τὴν ποικιλίαν τῆς δοκιμασίας τῆς πίστεως ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ πρῶτον ἡ ποικιλία τῶν ἀρετῶν. Ἡ μητρική της ἀγάπη. Ἡ ἀρετὴ αὕτη δὲν φαίνεται μόνον ἐκ τοῦ ὅτι ὑπεβλήθη εἰς τὸν κόπον ἡ γυνὴ αὕτη νὰ ἐξέλθῃ ἐκ τῶν ὁρίων τῆς χώρας της καὶ νὰ μεταβῇ εἰς τὸν Χριστόν, ἀλλὰ μεταβᾶσα πρὸς Αὐτὸν δὲν εἶπε θεράπευσον, εὐσπλαγχνίσου τὴν κόρην μου, ἀλλὰ «ἐλέησόν με, ὅτι ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Εὐσπλαγχνίσου ἐμέ. Ἐθεώρει ὡς ἴδιον δῶρον τὴν θεραπείαν τῆς κόρης της! Ὅσον μεγάλη ἦτο ἡ μητρικὴ αὕτη ἀγάπη, τόσον μεγάλη καὶ ἡ πίστις, ἀπὸ τὴν ὁποίαν αὕτη ἐπήγαζε, διὰ νὰ λεχθῇ μὲ τόσον ἐνθουσιασμόν. Ἡ πίστις τῆς Χαναναίας ἦτο πολὺ διαφορετική τῆς ὀλιγοπιστίας τοῦ πατρὸς τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ, ἂν καὶ οἱ δύο εἶχον τὸν αὐτὸν πόνον τοῦ δαιμονιζομένου τέκνου των. Ἡ πίστις της δὲν ἀναδεικνύει μόνον τὴν μητρικὴν ἀγάπην , ἀλλὰ καὶ πολλάς ἄλλας ἀρετάς τῆς γυναικὸς ταύτης. Δεικνύει τὴν ἐπιμονὴν της ἐν τῇ προσευχῇ, τὴν ταπείνωσίν της. Δεικνύει τρυφερότητα τοιαύτην, ὥστε ἔπειτα ἀπὸ 2.000 χρόνια τρυφεραίνει τὰς ἰδικάς μας καρδίας. Δεικνύει τοιαύτην εὐφυΐαν, ὥστε ἔκαμε τὸν Χριστὸν νὰ μὴ δύναται νὰ ἀρνηθῇ τὸ αἴτημά της.
Αἱ ἀρεταὶ αὗται ἐκδηλοῦνται, ὅταν ἡ πίστις της δοκιμάζεται. Καὶ συγκεκριμένως: Ἡ γυνὴ αὕτη φωνάζει, προσεύχεται πρὸς τὸν Κύριον περὶ τῆς θεραπείας τῆς κόρης της. Ὁ Κύριος σιωπᾷ. Ἐπερίμενε τις νὰ καμφθῇ ἡ πίστις της, νὰ τσακίσῃ ἡ προσευχή της. Ἐκείνη ὅμως ἐξακολουθεῖ νὰ προσεύχεται, νὰ παρακαλῇ, διότι ἡ πίστις της ἦτο μεγάλη. Κατόπιν ἀκούει τὸ ψυχρὸν ἐκεῖνο τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου «ἀπόλυσον αὐτήν, ἵνα μὴ κράζῃ...». Οὔτε ἡ παγερὰ σιωπὴ τοῦ Κυρίου οὔτε ὁ ψυχρὸς λόγος τῶν μαθητῶν ἐκρύωσαν τὴν πίστιν της. Ἐκείνη παρακαλεῖ! Τέλος ὁ Κύριος ὀνομάζει αὐτὴν κυνάριον. Ἐπερίμενὲ τις νὰ σπάσῃ ἡ πίστις της. Καὶ ὅμως ἀναδεικνύεται διὰ τῆς φράσεως τῆς Χαναναίας. Ναὶ Κύριε˙ καὶ τὰ κυνάρια τρώγουσι ἀπὸ τὰ περισσεύματα τῶν τραπεζῶν, ὅπου τρώγουσι τὰ παιδιά. Εἰς τὴν φράσιν ταύτην ὑπάρχουσιν ἡ εὐφυΐα, ἡ ταπείνωσις, ἡ τρυφερότης τῆς Χαναναίας. Ὅσον περισσότερον κτυπᾶται καὶ δοκιμάζεται ἡ πίστις της τόσον περισσότερον ἀναβλύζουν αἱ ἀρεταί της, τόσον αὐτὴ θριαμβεύει.
Εἶχε λοιπὸν δίκαιον ὁ Κύριος νὰ ἀμείψῃ τὴν θριαμβεύουσαν πίστιν ταύτην ἠθικῶς ἐπαινέσας τὴν Χαναναίαν καὶ σωματικῶς θεραπεύσας τὴν κόρην της εἰπὼν εἰς αὐτήν, «γεννηθήτω σοι ὡς θέλεις». Ἐπειδὴ ἐζήτησε τὸ ἐλάχιστον, τὸ ψίχουλον, ἔλαβε τὸ μέγιστον, ὅ,τι θέλει. Πόσον μέγας εἶναι ὁ θρίαμβος οὗτος τῆς πίστεώς της! Ἰδοὺ ἡ δοκιμασία καὶ ὁ θρίαμβος τῆς πίστεως τῆς Χαναναίας.
Βον Ἐκ τῆς ζωῆς: Ἡ χριστιανικὴ πίστις ἡμῶν εἶναι δοκιμαζομένη καὶ θριαμβεύουσα ὄχι μόνον ἀτομικῶς ἀλλὰ καὶ ὁμαδικῶς. Ὁμαδικὴ δοκιμασία καὶ ὁμαδικὸς θρίαμβος ἀφορᾷ τὴν Χριστιανικὴν πίστιν. Καὶ ἰδού: Κατὰ τὰ πρῶτα 300 ὁλόκληρα χρόνια μέχρι τοῦ Μ. Κωνσταντίνου ἡ χριστιανικὴ πίστις ἐδοκιμάσθη καὶ ἐθριάμβευσεν, ὥστε παρ’ ὅλα τὰ μαρτυρικὰ μέσα, τὰ ὁποῖα διέθετε ἡ πανίσχυρος τότε Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, οἱ Χριστιανοὶ ἔζησαν εἰς τὰς κατακόμβας! Ἡ χριστιανικὴ πίστις διετήρηοε τὸ Βυζαντινὸν Κράτος ἀπὸ τοῦ 4ου αἰῶνος μέχρι τοῦ 1453, ἐπὶ 1000 ὁλόκληρα ἔτη! 400 περίπου χρόνια τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος εὑρισκόμενον ὑπόδουλον εἰς τὸν Τουρκικὸν ζυγὸν παρ’ ὅλα τὰ μαρτυρικὰ βάσανα καὶ τὸ τάγμα τῶν Γενιτσάρων, διέσωσε τὴν ἐθνικήν του συνείδησιν χάρις εἰς ποῖον μέσον; Τὴν χριστιανικὴν πίστιν του!.. Μικρὸς εἶναι αὐτὸς ὁ θρίαμβος τῆς πίστεώς μας, ἡ ὁποία ἐπὶ 700 ἔτη ἐδοκιμάσθη — 300 ὑπὸ Ρωμαίων καὶ 400 ὑπὸ Τούρκων — καὶ μέχρι τώρα 1950 ἔτη θριαμβεύει; Ὁ θρίαμβος οὗτος τῆς πίστεως γίνεται ἐξώφθαλμος, ἂν σκεφθῇ τὶς πόσαι ἄλλαι πίστεις ἐξηφανίσθησαν παλαιῶν καὶ νέων Αὐτοκρατοριῶν. Ποῦ εἶναι ἡ παλαιὰ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ὁ σημερινὸς Φασισμὸς τῶν 8.000.000 λογχῶν καὶ ὁ τρομερὸς Χίτλερ μὲ τὸν Φυλετισμόν του; Ἐξηφανίσθησαν! Ὁ Χριστὸς ὅμως θριαμβεύει!
Δοκιμασίαν καὶ θρίαμβον δὲν ἔχει μόνον ἡ Χριστιανικὴ πίστις, ἀλλὰ ἔχουσι καὶ οἱ πιστοὶ ὡς ἄτομα. Ἰδοὺ δὲ πῶς: Ὑβρίζεσαι ἀπὸ ἀνθρώπους. Ἀπαντᾷς καὶ σὺ διὰ τῆς ὕβρεως ἤ πιστεύων εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος λέγει «οὐ μὴ σὲ ἐγκαταλίπω» ὑπομένεις τὴν ὕβριν, τὴν ὁποίαν ὡς δοκιμασίαν τῆς πίστεως καὶ ὑπομονῆς σου παρεχώρησεν εἰς σὲ ὁ Θεός; Συκοφαντεῖσαι. Δὲν λέγω, ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀπολογηθῇς. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ συκοφαντῇς καὶ σύ. Ἐὰν συκοφαντῇς, δὲν ὑπομένεις, δὲν πιστεύεις εἰς τὸν Θεόν. Εὑρίσκεσαι εἰς οἰκονομικὴν ἀνέχειαν. Ἡ πίστις σου δοκιμάζεται. Πιστεύεις, ὅτι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος τρέφει τὰ πετεινὰ τοῦ Οὐρανοῦ, θὰ ἀφήσῃ σέ; Εὑρίσκεσαι εἰς νόσον ἀνίατον. Ἡ πίστις σου δοκιμάζεται, θὰ πιστεύσῃς εἰς τὸν Θεόν, ὅτι δὲν σὲ ἐλησμόνησε, ἀφοῦ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σου «ἠριθμημέναι εἰσὶ» εἶναι μετρημέναι! Εὑρίσκεσαι εἰς κίνδυνον θανάτου. Ἡ πίστις σου δοκιμάζεται. Ἀκούεις τὰ παρήγορα ἐκεῖνα λόγια τοῦ Κυρίου, ὅτι «ὁ πιστεύων εἰς Ἐμὲ κἄν ἀποθάνῃ ζήσεται;».
Ἐὰν ἔχῃς τὴν πίστιν, θὰ θριαμβεύσῃς. Πῶς; Δία τῆς ἠρεμίας σου! Τόση δὲ εἶναι ἡ ἠρεμία ἐκ τῆς πίστεως, ὥστε ἡ ἠρεμία αὕτη ὑπάρχει καὶ εἰς τὰς ἐρημίας καὶ Μονὰς ὅπου ἀσκηταὶ καὶ μοναχοὶ κοσμοῦν τὴν φύσιν. Διὰ τῆς πίστεως θὰ ἀπόκτησῃς ὑπομονὴν εἰς τὰς ἀσθενείας σου, ταπείνωσιν ἀπὸ τὰς ἀδίκους συκοφαντίας, συχνὴν προσευχήν, προσέγγισιν μὲ τὸν Χριστόν, τρυφερότητα καὶ ὄχι τσάκισμα ἀπὸ τὰ κύματα τοῦ βίου σου, εὐφυΐαν καὶ ὄχι πονηρίαν εἰς τὰς δυσκολίας τῆς ζωῆς σου ὅπως ἡ Χαναναία. Ὁ δοκιμαζόμενος καὶ θριαμβεύων πιστὸς ὁμοιάζει πρὸς τὰ πτηνὰ ἐκεῖνα τῆς θαλάσσης, τὰ ὁποῖα ἐν καιρῷ θυέλλης ἀνέρχονται ὑψηλότερον πρὸς τὸν οὐρανόν, ὅπου ἠρεμοῦν. Καὶ ὁ πιστὸς ἐν καιρῷ θλίψεως ἀνέρχεται πρὸς τὸν Θεόν, ὅπου εὑρίσκει ἀνάπαυσιν. Μικρὸς εἶναι αὐτὸς ὁ θρίαμβος;
Ὁ θρίαμβος ὅμως τοῦ πιστοῦ εἶναι κυρίως εἰς τὴν ἄλλην ζωήν. Ἀντὶ τῆς ταπεινώσεως καὶ ὑπομονῆς, τὰ ὁποῖα ἔχει ἐδῶ ὁ πιστός, ἐκεῖ θὰ ἔχῃ δόξαν. Ἀντὶ τῆς λύπης, τὴν ὁποίαν δοκιμάζει ἐδῶ, θὰ δοκιμάσῃ ἐκεῖ χαράν. Ὁποῖος θρίαμβος ἐκεῖ;
Ἑπομένως ἡ μὲν πίστις μας δοκιμάζεται καὶ θριαμβεύει ἐδῶ, οἱ δὲ πιστοὶ δοκιμάζονται ἐδῶ, θριαμβεύουν ἐδῶ ἰδίως ὅμως ἐκεῖ. Ἔτσι ἐμοίρασεν ὁ Θεὸς τὸν θρίαμβόν Του ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, ἵνα συνδέσῃ τοὺς δύο κόσμους παρόντα καὶ μέλλοντα.
Χαρακτηριστικὸν παράδειγμα δοκιμασίας καὶ θριάμβου πίστεως εἶναι τὸ κάτωθι γεγονός. Μὲ κἄποιον πλοῖον ταξιδεύουσιν εὐσεβεῖς τινες ἄνθρωποι. Τὸ πλοῖον τοῦτο καταλαμβάνεται ὑπὸ τρικυμίας, βυθίζεται καὶ οἱ ἐπιβᾶται μόλις κατώρθωσαν ὡς ναυαγοὶ νὰ ἐξέλθουν εἰς νῆσόν τινα τοῦ ὠκεανοῦ. Μεγάλη δοκιμασία! Μεταβαίνουσιν εἰς καλύβην τινὰ τῶν ἀγρίων ἰθαγενῶν. Προσεύχονται! Κατόπιν μεταβαίνουν εἰς τὴν παραλίαν, μήπως ἴδωσι πλοῖόν τι, εἰς τὸ πέλαγος. Βλέπουσιν ὅμως τὴν καλύβην των νὰ καίεται. Ἄλλη δοκιμασία! Ἦλθεν ὅμως καὶ ὁ θρίαμβος τῆς προσευχῆς τῶν. Τὴν φωτιὰν τῆς καιομένης καλύβας εἶδον ἐπιβάται πλοίου τινός, τὸ ὁποῖον διήρχετο ἐκεῖθεν καὶ προσῆλθον καὶ παρέλαβον αὐτούς. Ἂς ὑπομένωμεν λοιπὸν τὰς δοκιμασίας, ἵνα θριαμβεύσωμεν ἐδῶ ἤ ἐκεῖ. Ἀμήν.
(1) Ματθ. 14, 34 -35.