“Ο Χριστός είναι το άκρον εφετόν, το άκρον επιθυμητόν, δεν υπάρχει ανώτερο. Όλα τα αισθητά έχουν κόρο, αλλά ο Θεός δεν έχει κόρο. Αυτός είναι το πάν. Ο Θεός είναι το άκρον εφετόν. Καμιά άλλη χαρά, κανένα άλλο κάλλος, τίποτε δεν μπορεί να παραβγεί μ΄ Αυτόν. Τι άλλο από το ανώτατον;
Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι άλλος έρως. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει.
Όταν αγαπήσουμε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν΄ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά-σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σ΄ απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μια ηδονή ακόρεστος, που δεν τη βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.
Μόνο σ΄ ένα σημείο σταματά ο κορεσμός. Όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Χριστό. Αγαπάει, αγαπάει, αγαπάει κι όσο αγαπάει, τόσο βλέπει ότι θέλει ακόμη ν΄ αγαπήσει. Το βλέπει ότι δεν έχει ενωθεί, δεν έχει δοθεί στην αγάπη του Θεού. Έχει συνεχώς την έφεση, την επιθυμία, τη χαρά, για να κατορθώσει να φτάσει στο άκρον εφετόν, στον Χριστό. Όλο νηστεύει κι όλο κάνει μετάνοιες κι όλο προσεύχεται κι όμως όλο δεν ικανοποιείται. Δεν το καταλαβαίνει ότι έφτασε ήδη σ΄ αυτή την αγάπη. Αυτό που επιθυμεί δεν το νιώθει ότι τον γέμισε, ότι το πήρε, ότι το αισθάνεται, ότι το ζει. Αυτόν τον θείο έρωτα, αυτήν την θεία αγάπη λαχταρούν και ποθούν όλοι οι ασκητές. Μεθούν με τη θεία μέθη. Μ΄ αυτή τη θεία μέθη το μεν σώμα μπορεί να γηράσκει, να παρέρχεται, το πνεύμα, όμως, νεάζει και ανθεί.
Οι ύμνοι και τα τροπάρια της Εκκλησίας μας είναι γεμάτα με θείο έρωτα. Ακούστε τι λέει στον κανόνα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος:
"Ποθήσας θερμώς των εφετών το ακρότατον, και δι΄αγάπης συγκραθείς, πόθω κατάλληλον ζωήν, μετήλθες θεόληπτε, δια παντός, σου κατοπτεύων τον έρωτα, και της αυτού θεωρίας πιμπλάμενος".
“Συγκραθείς” σημαίνει γίνεσαι ένα, ενώνεσαι με τον ερωμένο. Και “πιμπλάμενος”, από το “πίμπλημι”, σημαίνει γεμίζω, χορταίνω. Ω, λέξεις σπουδαίες! Ναι, δεν χορταίνεται η αγάπη στον Χριστό. Όσο Τον αγαπάεις, νομίζεις ότι δεν Τον αγαπάεις κι όλο θέλεις πιο πολύ να Τον αγαπάεις. Συγχρόνως, όμως, πλημμυρίζει η ψυχή σου απ΄ την παρουσία Του και την εν Κυρίω χαρά την αναφαίρετο. Δεν θέλεις τότε τίποτε να επιθυμήσεις. Κάτι παρόμοιο γράφει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.
“Η χαρά, ήτις πηγάζει από τον Θεόν, υπάρχει δυνατωτέρα της ενταύθα ζωής και όστις γευθή αυτήν, όχι μόνον δεν θέλει προσέχει εις τα πάθη, αλλ΄ουδέ την ενταύθα ζωήν αυτού θέλει επιθυμήσει, ούτε άλλο τι αισθητόν θέλει προτιμήσει αυτής της χαρά, εάν αύτη υπάρχη αληθής και όχι πλάνη. Η αγάπη του Θεού είναι γλυκυτέρα της προσκαίρου ζωής… είναι γλυκυτέρα υπέρ μέλι και κηρίον, δεν λυπείται η αγάπη να δεχθή μέγαν θάνατον υπέρ των αγαπώντων αυτήν … και εις εκείνην την καρδίαν, ήτις δέχεται αυτήν πάσα γλυκύτης τούτου του κόσμου θεωρείται περιττή, διότι κανέν άλλο πράγμα δεν δύναται να εξομοιωθή με την γλυκύτητα της επιγνώσεως του Θεού”.
Και στο Κεκραγάριον του Ιερού Αυγουστίνου διαβάζουμε: “Σε αγαπώ Κύριε ο Θεός μου κι επιθυμώ
να σ΄αγαπώ πάντα και πιο πολύ.
Γιατί Εσύ ΄σαι πράγματι απ΄το καλύτερο μέλι γλυκύτερος, απ΄το εκλεκτότερο γάλα θρεπτικότερος κι απ΄όλο το φως αστραφτερότερος.
Γι΄αυτό είσαι για μένα κι από το χρυσάφι Και από τ΄ασήμι και απ΄τα πολύτιμα πετράδια πολυτιμότερος. Ω αγάπη, που πάντα είσαι παραπάνω από ολόθερμη και δεν καταπέφτεις ποτέ σε χλιαρότητα! Περίφλεξέ με!
Θα Σ΄αγαπήσω Κύριε, γιατί Σύ πρώτος μ΄αγάπησες. Και που να ΄βρω λόγια αρκετά, ώστε να περιγράψω όλα τα δείγματα της μεγίστης αγάπης Σου για μένα;
Με καταλάμπρυνες προσέτι και με του προσώπου Σου το φως, που το ΄βαλες επιγραφή πάνω στο ανώφλι της καρδιάς μου. Μ΄αυτό το φως”.
Από το βιβλίο: «ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ»
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ