Quantcast
Channel: Πνευματικοί Λόγοι
Viewing all 19379 articles
Browse latest View live

Άγιος Παΐσιος: Δαιμονισμένος ή ψυχοπαθής; (Διαφορές)

$
0
0
– Γέροντα, πως μπορεί κανείς να καταλάβη αν κάποιος είναι δαιμονισμένος και όχι ψυχοπαθής;
– Αυτό και ένας απλός γιατρός, ευλαβής, μπορεί να το καταλάβη. Όσοι πάσχουν από δαιμόνιο, όταν πλησιάσουν σε κάτι ιερό, τινάζονται. Έτσι φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχουν δαιμόνιο.
Λίγο αγιασμό αν τους δώσης η με άγιο Λείψανο αν τους σταύρωσης, αντιδρούν, επειδή στρυμώχνονται μέσα τους τα δαιμόνια, ενώ, αν έχουν ψυχοπάθεια, δεν αντιδρούν καθόλου. Ακόμη και επάνω σου αν έχης έναν σταυρό και τους πλησίασης, ανησυχούν, ταράζονται.

Κάποτε σε μια αγρυπνία στο Άγιον Όρος μου είπαν οι πατέρες ότι έχουν τον λογισμό πως κάποιος λαϊκός που ήταν εκεί είχε δαιμόνιο.

Κάθησα στο διπλανό στασίδι και ακούμπησα επάνω του τον σταυρό μου που έχει Τίμιο Ξύλο. Τινάχθηκε επάνω· σηκώθηκε και πήγε στην άλλη μεριά. Όταν έφυγε λίγο ο κόσμος, πήγα με τρόπο δίπλα του. Πάλι τα ίδια. Κατάλαβα ότι πράγματι είχε δαιμόνιο.

Όταν μου φέρνουν στο Καλύβι παιδάκια και μου λένε ότι έχουν δαιμόνιο, για να διαπιστώσω αν είναι δαιμονισμένα, μερικές φορές παίρνω ένα τεμάχιο αγίου Λειψάνου του Αγίου Αρσενίου και το κρύβω στην χούφτα μου. Και να δήτε, ενώ έχω κλειστά και τα δυο χέρια μου, το παιδάκι, αν έχη δαιμόνιο, κοιτάζει φοβισμένο το χέρι με το όποιο κρατώ το άγιο Λείψανο.
Αν όμως δεν έχη δαιμόνιο, άλλα λ.χ. κάποια αρρώστια εγκεφαλική, δεν αντιδρά καθόλου. Άλλοτε πάλι τους δίνω νερό στο οποίο προηγουμένως έχω βουτήξει τεμάχιο άγιου Λειψάνου, αλλά, αν έχουν δαιμόνιο, δεν το πίνουν απομακρύνονται.

Σε ένα δαιμονισμένο παιδάκι έδωσα μια φορά να φάη πρώτα γλυκά, για να διψάση πολύ, και μετά του έφερα από αυτό το νερό. «Στον Γιαννάκη, είπα, θα δώσω πιο καλό νερό». Μόλις ήπιε λίγο, άρχισε να φωνάζη: «Αυτό το νερό με καίει. Τι έχει μέσα;». «Τίποτε», του λέω. «Τι με κάνεις; με καίει», φώναζε.«Δεν καίει εσένα· κάποιον άλλον καίει», του λέω. Τον σταύρωνα στο κεφάλι, και τινάζονταν τα χέρια, τα πόδια του… Έπαθε δαιμονική κρίση.

Το δαιμόνιο το έκανε ένα κουβάρι. Θυμάστε κι εκείνον τον φοιτητή που είχε έρθει εδώ παλιά; «Έχω μέσα μου δαιμόνιο, μου έλεγε, και με τυραννάει πολύ. Περνάω μαρτύριο από τον δαίμονα, γιατί με αναγκάζει να λέω και αισχρά. Έχω φθάσει σε απελπισία. Αισθάνομαι να με πιέζη μέσα μου, να με σφίγγη πότε εδώ, πότε εκεί», και ο καημένος έδειχνε την κοιλιά του, το στήθος, τα πλευρά, τα χέρια. Επειδή ήταν πολύ ευαίσθητος, για να μην τον πληγώσω και για να τον παρηγορήσω, του είπα: «Κοίταξε, δεν έχεις μέσα σου δαιμόνιο· μια εξωτερική δαιμονική επίδραση είναι επάνω σου».

Όταν πήγαμε στην εκκλησία, είπα στις αδελφές που ήταν εκεί να κάνουν ευχή για το δυστυχισμένο πλάσμα του Θεού, κι εγώ πήρα από το Ιερό ένα τεμάχιο αγίου Λειψάνου του Αγίου Αρσενίου, τον πλησίασα και τον ξαναρώτησα: «Σε ποιο σημείο σε πιέζει και σε βασανίζει ο δαίμονας; Που νομίζεις ότι βρίσκεται;».

Μου έδειξε τότε τα πλευρά του. «Που, εδώ;», τον ρώτησα και ακούμπησα επάνω την χούφτα μου με το άγιο Λείψανο. Βγάζει αμέσως ένα ουρλιαχτό! «Μ’ έκαψες, μ’ έκαψες! Δεν φεύγω…ω…ω! Δεν φεύγω!». Φώναζε, έβριζε, έλεγε αισχρά. Τότε άρχισα μέσα μου να λέω: Κύριε Ίησου Χριστέ, Κύριε Ιησού Χριστέ, δίωξε το ακάθαρτο πνεύμα από το πλάσμα Σου και να τον σταυρώνω με το ιερό Λείψανο.

Αυτό γινόταν επί είκοσι λεπτά. Ύστερα ο δαίμονας τον σπάραξε, τον έρριξε κάτω. Έκανε τούμπες. Το κουστούμι του έγινε μέσ’ στις σκόνες. Τον σηκώσαμε όρθιο. Έτρεμε ολόκληρος και έκανε έντονες σπασμωδικές κινήσεις. Πιάσθηκε από το τέμπλο, για να στηριχτεί. Από τα χέρια του έτρεχε κρύος ιδρώτας, όπως είναι η δροσιά στα χορτάρια. Σε λίγο έφυγε ο δαίμονας και ηρέμησε. Έγινε καλά και τώρα είναι μια χαρά.
«Μη δίνετε σημασία στα λόγια του δαιμονισμένου»

– Γέροντα, τι πρέπει να προσεχή κανείς, όταν συζητά με έναν δαιμονισμένο;

– Να λέη την ευχή και να του φέρεται με καλωσύνη.

– Γέροντα, θυμούνται οι δαιμονισμένοι τι λένε πάνω στην κρίση τους;

– Άλλα τα θυμούνται και άλλα δεν τα θυμούνται. Δεν ξέρουμε πως εργάζεται ο Θεός. Μερικές φορές επιτρέπει να τα θυμούνται, για να ταπεινωθούν και να μετανοήσουν.
Και όταν ζητάη κάτι ο δαιμονισμένος, δεν είναι εύκολο να καταλάβη κανείς πότε αυτό είναι από τον διάβολο και πότε το έχει ανάγκη ο ίδιος.

Είχα συναντήσει κάπου μια δαιμονισμένη κοπέλα. Αυτή είχε διαβάσει Καζαντζάκη και πίστευε κάτι βλάσφημα πράγματα με αποτέλεσμα να δαιμονισθή.

Ξαφνικά την επίασε το δαιμόνιο και έβαλε κάτι φωνές! «Καίγομαι, καίγομαι!». Οι δικοί της την κρατούσαν, για να την σταυρώσω.
Μετά φώναζε: «Νερό, νερό!». Λέω:«Φέρτε της νερό». «Όχι, όχι, μου λένε, γιατί μας είπε κάποιος να μην κάνουμε υπακοή στον διάβολο». «Τώρα, λέω, η καημένη διψάει. Φέρτε νερό». Καταλάβαινα πότε ήταν το κάψιμο από τον διάβολο και πότε ήταν από δίψα. Ήπιε η καημένη κάνα-δυο ποτήρια νερό. «Κάρβουνα, έλεγε, έχω μέσα μου, τόσο κάψιμο νιώθω. Και έναν κουβά νερό να έπινα, δεν θα έσβηνε μέσα μου η φωτιά». Τέτοιο κάψιμο ένιωθε!

-Όταν, Γέροντα, φωνάζη ένας δαιμονισμένος, πως καταλαβαίνουμε πότε μιλάει ο διάβολος μέσω του άνθρωπου και πότε ο άνθρωπος;

– Όταν μιλάη ο διάβολος, τα χείλη δεν κινούνται κανονικά· κινούνται σαν μηχανή. Ενώ, όταν μιλάη ό άνθρωπος, κινούνται φυσιολογικά. Όταν φωνάζη ένας δαιμονισμένος, την ώρα που του διαβάζουν εξορκισμούς η οι άλλοι εύχονται γι’ αυτόν, άλλοτε η ίδια η ψυχή βασανίζεται και λέει λ.χ. στον διάβολο: «φύγε, τι κάθεσαι;» και άλλοτε ο διάβολος βρίζει τον άνθρωπο η τον ιερέα η βλασφημάει τον Χριστό, την Παναγία, τους Άγιους. Άλλοτε λέει ψέματα η άλλοτε πιέζεται από την δύναμη του ονόματος του Χριστού να πη την αλήθεια.

Μερικές φορές πάλι ο δαιμονισμένος λέει δικά του από τα πνευματικά που έχει διαβάσει κ.λπ. Τι να πω; Μπερδεμένα πράγματα. Γι’ αυτό, όταν συζητάτε μαζί του, να προσέχετε πολύ. Μη δίνετε σημασία στα λόγια του. Μπορεί να λέη λ.χ. «με καίς». Αν πράγματι τον καίς και πης «τον καίω», κάηκες. Αν δεν τον καίς και πιστέψης ότι τον καίς, κάηκες δυο φορές. Η μπορεί να φωνάζη «βρωμιάρες» και σε μια να πη: «Εσύ είσαι καθαρή». Αν εκείνη το πιστέψη, πάει, χάθηκε. Γι’ αυτό μην κάνετε πειράματα με τον διάβολο.

Σε ένα μοναστήρι πήγαν έναν δαιμονισμένο και ο ηγούμενος είπε στους πατέρες να πάνε στην εκκλησία να κάνουν κομποσχοίνι. Είχαν εκεί και την κάρα του Αγίου Παρθενίου1, επισκόπου Λαμψάκου, και το δαιμόνιο στρυμώχθηκε πολύ. Συγχρόνως, ο ηγούμενος ανέθεσε και σε έναν ιερομόναχο να διάβαση στον δαιμονισμένο εξορκισμούς.

Ο ιερομόναχος αυτός ήταν ευλαβής μεν εξωτερικά, αλλά εσωτερικά είχε κρυφή υπερηφάνεια. Ήταν αγωνιστής και τυπικός σε όλα. Νουθετούσε πνευματικά τους άλλους, γιατί ήταν και λόγιος. Ο ίδιος όμως δεν βοηθιόταν από κανέναν, γιατί οι άλλοι, από σεβασμό, όταν τον έβλεπαν να κάνη κάτι στραβό, δίσταζαν να του το πούν.

Είχε δημιουργήσει ψευδαισθήσεις στον εαυτό του ότι είναι ο πιο ενάρετός της μονής κ.λπ. Ο πονηρός βρήκε ευκαιρία εκείνη την ημέρα να του κάνη κακό. Έβαλε την πονηριά του, για να του δώση την εντύπωση ότι αυτός διώχνει το δαιμόνιο από τον δαιμονισμένο.
Μόλις λοιπόν άρχισε να διαβάζη τους εξορκισμούς, άρχισε το δαιμόνιο να φωνάζη: «καίγομαι! που με διώχνεις, άσπλαχνε;», οπότε νόμισε ότι καίγεται από τον δικό του εξορκισμό – ενώ ο δαίμονας ζοριζόταν, γιατί προσεύχονταν και οι άλλοι πατέρες -, και απάντησε στον δαίμονα: «Να έρθης σ’ εμένα».

Το είχε πεί αυτό ο Άγιος Παρθένιος σε ένα δαιμόνιο, άλλα εκείνος ήταν άγιος. Μια φορά δηλαδή που ένα δαιμόνιο φώναζε: «καίγομαι, καίγομαι, που να πάω;», ο Άγιος του είπε: «Έλα σ’ εμένα». Τότε το δαιμόνιο είπε στον Άγιο: «και μόνον το όνομά σου με καίει, Παρθένιε!», και έφυγε από τον δαιμονισμένο που ταλαιπωρούσε.

Πήγε και αυτός να κάνη τον Άγιο Παρθένιο και δαιμονίσθηκε. Από εκείνη την στιγμή τον εξουσίαζε πια ο δαίμονας. Χρόνια ολόκληρα βασανιζόταν και δεν μπορούσε να αναπαυθή πουθενά. Συνέχεια γύριζε, πότε έξω στον κόσμο και πότε μέσα στο Άγιον Όρος. Τι τράβηξε ο καημένος!
Του είχε δημιουργήσει αυτή η κατάσταση ψυχική κούραση και σωματική κόπωση με τρεμούλα. Και να δήτε, ενώ ήταν καλός παπάς, δεν μπορούσε μετά να λειτουργήση[2]. Βλέπετε τι κάνει ο διάβολος;

– Γέροντα, έχει κάποια σχέση ο καφές με τις αντιδράσεις ενός δαιμονισμένου;

– Όταν το νευρικό σύστημα είναι ταραγμένο και πιή κανείς πολλούς καφέδες, κλονίζονται τα νεύρα και το ταγκαλάκι εκμεταλλεύεται αυτήν την κατάσταση. Δεν είναι ότι ο καφές είναι κάτι δαιμονικό. Χρησιμοποιεί το ταγκαλάκι την επίδρασή του στα νεύρα, και ο δαιμονισμένος αντιδράει χειρότερα.
_______________

1. Η μνήμη του εορτάζεται στις 7 Φεβρουαρίου.
2. Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 96-97.
Απόσπασμα από τις σελίδες 195-200 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης - «Πλὴν διὰ τὰς δολιότητας αὐτῶν κατέβαλες αὐτοὺς»

$
0
0

Προσευχή μέ τό Ψαλτήρι

Ὁμιλία τοῦ π. Σάββα στίς 29-9-2017 (Κήρυγμα)
 Ἱ.Μ. Ἁγίας Τριάδος Ἐδέσσης

«Να προσευχόμαστε για τους σημερινούς μάρτυρες της Μέσης Ανατολής και για τους δύο απαχθέντες Μητροπολίτες»

$
0
0
Να προσεύχονται όλοι για τους σημερινούς μάρτυρες της Μέσης Ανατολής, «για όλους αυτούς που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους» και για εκείνους, «που δεν προφθαίνουν να την 
εγκαταλείψουν αλλά θυσιάζουν τη ζωή τους εκεί επί τόπου», προέτρεψε τους πιστούς ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ο οποίος το απόγευμα της Παρασκευής χοροστάτησε, επί τη εορτή του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μηνά, στον πανηγυρίζοντα φερώνυμο Ιερό Ναό της Κοινότητας Υψωμαθείων της Πόλης.

«Να θυμόμαστε και τους δύο Μητροπολίτας οι οποίοι εδώ και τεσσεράμισι χρόνια τώρα, έχουν απαχθεί και κανείς δεν γνωρίζει εάν ζουν ή εάν εμαρτύρησαν. Είναι ένας ελληνορθόδοξος Μητροπολίτης, ο Χαλεπίου Παύλος, και ένας Συροϊακωβίτης, επίσης Χαλεπίου. Εξηφανίσθησαν μαζί και κανείς έκτοτε δεν έμαθε που βρίσκονται, τι απέγιναν, εάν εβασανίσθησαν, εάν εμαρτύρησαν ή εάν είναι απλώς φυλακισμένοι. Ας τους θυμόμαστε όλους στις προσευχές μας και ας δοξάζουμε τον Θεό που μας τηρεί εν ασφαλεία, εν ειρήνη, στον τόπο που ζούμε, και ας ανταποδίδουμε αυτές τις ευεργεσίες του ζώντας κατά το θέλημά του, εν ομονοία και αγάπη μεταξύ μας, και με τη χάρη του Αγίου Μηνά και των άλλων απειραρίθμων μαρτύρων και ομολογητών οι οποίοι κοσμούν το νοητόν στερέωμα της Εκκλησίας μας και οι οποίοι είναι ένθεοι προστάτες μας».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στην ομιλία του, συνεχάρη τον Μητροπολίτη Σηλυβρίας Μάξιμο, Επόπτη της Περιφερείας Υψωμαθείων, για το ζήλο με τον οποίο επιτελεί τα καθήκοντα που του ανέθεσε η Μητέρα Εκκλησία σε αυτή την περιοχή της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και στην Επαρχία του, όπου καταβάλλει προσπάθειες για να ολοκληρώσει την ανέγερση ενός μικρού Ιερού Ναού αφιερωμένου στον Άγιο Νεκτάριο, που γεννήθηκε στη Σηλυβρία, αλλά και στην Παναγία τη Σηλυβριανή.
Προηγουμένως, ο Μητροπολίτης Σηλυβρίας, ως Επόπτης της Περιφερείας Υψωμαθείων, υπεδέχθη τον Οικουμενικό Πατριάρχη και αναφερόμενος στον τιμώμενο Άγιο αλλά και στον πανηγυρίζοντα φερώνυμο Ιερό Ναό που είναι κτισμένος πάνω ακριβώς από το σωζόμενο μέχρι σήμερα αρχαίο μαρτύριο των Αγίων Κάρπου και Παπύλου, σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «το μαρτύριο είναι συνυφασμένο με τον ιστορικό βίο της Αγίας Εκκλησίας μας. Μαρτύριο, μαρτυρία, μαρτυρώ είναι λέξεις που προσδιορίζουν τη ζωή και το ήθος της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας».

«Ο Άγιος Μηνάς, αφού συνάρμοσε όλα τα μέλη του σκοτωμένου, προσευχήθηκε και τον ανέστησε»

$
0
0
Κάποιος Χριστιανός από την Κωνσταντινούπολη μεταβαίνοντας στην πανηγύρι του Αγίου Μηνά, κατέλυσε σ’ ένα ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος, που τον αντελήφθη ότι είχε χρήματα μαζί του, σηκώθηκε κατά τα μεσάνυχτα και τον σκότωσε. Έπειτα, αφού κομμάτιασε τα μέλη του, τα έβαλε σ’ ένα ζεμπίλι και τα κρέμασε, αναμένοντας να ξημερώσει, για να τα εξαφανίσει.
Ενώ όμως ο φονιάς βρισκόταν σε αγωνία και μέριμνα, πώς, πού και πότε να εξαφανίσει τα μέλη του σκοτωμένου χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς, νάσου και του παρουσιάζεται ο Άγιος Μηνάς ως στρατιώτης καβαλάρης και τον ρωτά τί έγινε ο ξένος που κατέλυσε στο πανδοχείο του τη νύκτα. Ο ξενοδόχος προσποιείται παντελή άγνοια. Τότε ο Άγιος καταβαίνοντας από το άλογο μπήκε στο εσωτερικό της οικίας και πήγε ίσια προς το ζεμπίλι. Αφού το κατέβασε, κοίταξε με άγριο βλέμμα τον φονιά και του είπε.

Ποιός είναι αυτός;

Έντρομος ο ξενοδόχος έμεινε άφωνος και ρίχτηκε σαν πτώμα ελεεινό στα πόδια του Αγίου. Ο Άγιος, αφού συνάρμοσε όλα τα μέλη του σκοτωμένου, προσευχήθηκε και τον ανέστησε.

Ο νεκρός σηκωμένος σαν από ύπνο βαθύ, θυμήθηκε όσα έπαθε από τον ξενοδόχο. Δόξασε τον Θεό που τον έφερε στη ζωή και προσκυνούσε ευχαριστώντας τον φαινόμενο στρατιώτη, σαν αιτία της αναστάσεώς του. Αφού σηκώθηκε στα πόδια του και ο φονιάς, ο Άγιος του πήρε τα κλεμμένα χρήματα και δίνοντάς τα πίσω στον αναστημένο, του είπε:

– Πήγαινε, αδελφέ, στο ταξίδι σου.

Κατόπιν, αφού στράφηκε προς τον φονιά, τον έδειρε όπως του άξιζε. Εκείνος, πεσμένος στα πόδια του Αγίου, τον παρακαλούσε να τον συγχωρήσει. Τελικά ο Άγιος, αφού τον νουθέτησε αρκετά, τον συγχώρησε. Προσευχήθηκε επί τόπου εκεί για λογαριασμό του, ανέβηκε ύστερα στο άλογο κι έγινε άφαντος. Τότε αντιλήφθητε ο ξενοδόχος πως ήταν ο Άγιος Μηνάς, στο πανηγύρι του οποίου πήγαινε να προσκυνήσει ο ξένος.
Πηγή: Τα θαύματα αυτά είναι σταχυολογημένα από τον Ιερό Συναξαριστή και μεταγλωττισμένα στη νεοελληνική γλώσσα.

Χαιρετισμοί στην Παναγία Κυκκώτισσα

$
0
0
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Τη Υπερμάχω.
Εν δεξιά χειρί Χριστόν σεμνώς βαστάζουσαν, ως ο Απόστολος Λουκάς λαμπρώς ιστόρησεν, Ελεούσαν ανυμνήσωμεν Θεοτόκον, ουρανόθεν την αεί πιστοίς αρήγουσαν, και Κυπρίων τας χορείας εποπτεύουσαν, πόθω κράζοντες· Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.
Άγγελοι λαμπροφόροι, ως αυτών υπερτέρα, υμνούσί Σε Κυκκώτισσα Μήτερ (γ’), και χοροί χοϊκών ως σεπτόν, του Υψίστου θρόνον παμφαές Δέσποινα, απαύστως Σε γεραίρομεν, και ύμνοις Σοι φαιδρώς βοώμεν·

Χαίρε, αγλάϊσμα νήσου Κύπρου· 
χαίρε, εγκαύχημα μάνδρας Κύκκου.
Χαίρε, Αποστόλου Λουκά έργον τίμιον· 
χαίρε, θλιβομένου λαού παραμύθιον.
Χαίρε, χείμαρρος αστείρευτος, δωρεών παντοδαπών· 
χαίρε, όρμος ο γαλήνιος, ποντουμένων ναυτικών.
Χαίρε, η ορεινόμος υπερύμνητος Κόρη· 
χαίρε, η φωτοφόρος και υπέρλαμπρος Νύμφη.
Χαίρε, παστάς Κυρίου αμόλυντος· 
χαίρε, λαμπάς αγνείας χρυσάκτινος.
Χαίρε, θερμή αντιλήπτωρ νοσούντων· 
χαίρε, σεπτή παρακλήτωρ μερόπων.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Βλέμμασι συμπαθείας, εποπτεύεις τους πίστει, υμνούντάς Σε Κυκκώτισσα Μήτερ, και ταχύ τας αιτήσεις πληροίς, των ασπαζομένων Σον σεπτόν έκτυπον, το βρύον πάσι νάματα, Σης χάριτος τοις εκβοώσιν·

Αλληλούϊα.

Γάνυται μονοτρόπων, η χορεία κυκλούσα, Κυκκώτισσα Εικόνα Σην θείαν, προτροπή Ησαΐου σεπτού, την αχθείσαν ώδε θαυμαστώς Άνασσα, εκ πόλεως του Βύζαντος, και άδει Σοι πιστώς τοιαύτα·

Χαίρε, αΰλων χαρίτων δόσις· 
χαίρε, νοσούντων απάντων ρώσις.
Χαίρε, θυγατρός Αλεξίου υγίανσις· 
χαίρε, του φωτός του αστέκτου επίλαμψις.
Χαίρε, φάρμακον σωτήριον, πολλαπλών ασθενειών· 
χαίρε, έκτυπον περίδοξον, της Κυρίας ουρανών.
Χαίρε, ότι μερόπων θεραπεύεις το άλγος· 
χαίρε, ότι απίστων καταστέλλεις το θράσος.
Χαίρε, πιστών χαρά αναφαίρετος· 
χαίρε, ημών ισχύς η στερέμνιος.
Χαίρε, αζύγων Μονής Σου προστάτις· 
χαίρε, Κυπρίων θερμή παραστάτις.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Δεύτε πιστών χορείαι, ασπασώμεθα πόθω, Εικόνα της σεπτής Κυκκωτίσσης, λυτρουμένης αυχμού ζοφερού, τρικυμίας βίου και πολλών θλίψεων, εκάστοτε τους σπεύδοντας, αυτή και ευλαβώς φωνούντας·

Αλληλούϊα.

Ένθεος Ησαΐας, ερημίτης ων Κύκκου, κομίσαι Μανουήλ εις την Κύπρον, ον ιάσω εκ νόσου δεινής, Ελεούσα Μήτερ Σον λαμπρόν έκτυπον, εκ Βασιλίδος Πόλεως, προέτρεψε και Σοι εβόα·

Χαίρε, το καύχημα της ψυχής μου· 
χαίρε, το έμβλημα της ζωής μου.
Χαίρε, αγιάσματος βρύσις θεόβρυτος· 
χαίρε, θείου Πνεύματος θήκη χρυσέρυθρος.
Χαίρε, η Ελεούσα αεννάως Σους δούλους· 
χαίρε, η φρυκτωρούσα τους δρυμούς του Τροόδους.
Χαίρε, λιμήν καμνόντων πανεύδιος· 
χαίρε, πυθμήν πολλής αγαθότητος.
Χαίρε, λειμών μυροβόλος αγνείας· 
χαίρε, βροτών πύλη της σωτηρίας.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Ζώσα στηλογραφία, αρραγούς προστασίας, Κυκκώτισσα Κυπρίων απάντων, Ησαΐας κομίζων μορφήν, Σην σεπτήν και δένδρα καθορών κλίνοντα, προ της Σης Μήτερ χάριτος, τας κορυφάς τρανώς εβόα·

Αλληλούϊα.

Ήγειρεν η Ση χάρις, παραλύτου εκ κλίνης, δαιμόνων εφυγάδευσε στίφος, απεκάθηρε πλήθος λεπρών, και βωβούς ευλάλους εν σπουδή Δέσποινα, Κυκκώτισσα εποίησεν, εγείρουσα αυτούς βοάν Σοι·

Χαίρε, Αγίων Αγιωτέρα· 
χαίρε, Αγγέλων η υπερτέρα.
Χαίρε, ασθενούντων ταχύ ιατήριον·
χαίρε, Ορθοδόξων θερμόν ιλαστήριον.
Χαίρε, όρμος ο γαλήνιος, των εν δίναις ευσεβών· 
Χαίρε, κράτος μυριόνικον, κατ’ εχθίστων ασεβών.
Χαίρε, ότι εκτρέπεις δυσμενούς τας δυνάμεις· 
χαίρε, ότι διώκεις εξουσίας απάτης.
Χαίρε, πηγή θαυμάτων ακένωτος· 
χαίρε, αρχή ημών της θεώσεως.
Χαίρε, Λουκά ιερά ζωγραφία· 
χαίρε, χαρά πάντων και θυμηδία.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Θείον ως δώρον ήκεν, εις την νήσον της Κύπρου, Κυκκώτισσα σεμνή Ελεούσα, η αγία Εικών Σου ημίν, δαψιλώς βραβεία θεϊκά νέμουσα, και παραδόξως θαύματα, τελούσα τοις πιστώς βοώσιν·

Αλληλούϊα.
Ίσχυσεν Ησαΐας, ως φιλέρημος όρνις, Κυκκώτισσα δρυμού εν τω μέσω, πήξαί Σοι καλιάν ιεράν, και εν ταύτη θέσθαι Σον σεπτόν έκτυπον, ο πίστει ασπαζόμενοι, κραυγάζομεν εν κατανύξει·

Χαίρε, Τροόδους η εποπτεία· 
χαίρε, του νίκους βροτών αιτία.
Χαίρε, Ησαΐου Οσίου ενίσχυσις· 
χαίρε, παραλύτου ταχεία ανάρρυσις.
Χαίρε, ότι προσεκύνησαν πεύκων Σε αι κορυφαί· 
χαίρε, ότι Σε ηγάσθησαν πολεμίων αι στρατιαί.
Χαίρε, του οδοιπόρου Γεωργίου η ρώσις· 
χαίρε, του παμβεβήλου μισοκάλου η τρώσις.
Χαίρε, πολλών πασχόντων διάσωσμα· 
χαίρε, εχθρών απίστων κατάπτωμα.
Χαίρε, εν η θεία χάρις εκλάμπει· 
χαίρε, δι’ ης ο Βελίαρ στενάζει.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Κύκκου Μονής ακέστορ, Παναγία Παρθένε, το έκτυπον της θείας μορφής Σου, χάριν έχον πολλήν του εκ Σου, θαυμαστώς τεχθέντος ως ποτε έφησθα, εκ πόθου ασπαζόμενοι, ρωννύμεθα και εκβοώμεν·

Αλληλούϊα.

Λύσασα παραλύτου, τα δεσμά επιθέσει, Κυκκώτισσα Σου θείου μανδύου, του καλύπτοντος Σου την μορφήν, εν τω Βυζαντίω αυθωρεί ήγειρας, τους θεωμένους θαύμά Σου, το ξένον ευθαρσώς κραυγάζειν·

Χαίρε, βροτών κοινόν ιατρείον· 
χαίρε, πολλών θαυμάτων ταμείον.
Χαίρε, τοις αλάλοις φωνήν η βραβεύουσα· 
χαίρε, μονοτρόποις Σην χάριν παρέχουσα.
Χαίρε, χείμαρρε κατάρρυτε, πλύνων νόσους αλγεινάς· 
χαίρε, στέφανε ανθόπλοκε, στέφων ευσεβεί ψυχάς.
Χαίρε, η πλημμυρούσα δαψιλώς τας ιάσεις· 
χαίρε, η εκπληρούσα εν σπουδή τας αιτήσεις.
Χαίρε, μορφήν Σην θείαν η κρύπτουσα· 
χαίρε, ζωήν πιστών η ευφραίνουσα.
Χαίρε, η ρύσις δεινώς παρειμένου· 
χαίρε, η ρώσις παντός ασθενούντος.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Μήτερ Θεού γλυκεία, η εν όρει του Κύκκου, θαυμάτων δοξασθείσα πληθύϊ, δια της Σης αγίας μορφής, μη λιτάς παρίδης ταπεινών δούλων Σου, αλλά αυτάς τω Τόκω Σου, προσάγαγε ως αν βοώμεν·

Αλληλούϊα.

Νύμφη δεδοξασμένη, του Πατρός του ανάρχου, Κυκκώτισσα τον συντετριμμένον, εθεράπευσας πόδα ποτέ, οδοιπόρου άμα ληθαργόν δούλόν Σου, ιάσω τον Σην σώσαντα, Εικόνα εκ πυρός βοώντα· 

Χαίρε, τραυμάτων η θεραπεία· 
χαίρε, σωμάτων η ευεξία.
Χαίρε, εκ πυρός Σην Εικόνα η σώσασα· 
χαίρε, χαλεπώς ασθενούντας ιάσασα.
Χαίρε, πίναξ θεοχάρακτος, χαρισμάτων θεϊκών· 
χαίρε, πίδαξ θείας χάριτος, και ταμείον δωρεών.
Χαίρε, ότι δαιμόνων καταφλέγεις το θράσος· 
χαίρε, ότι μερόπων κατευφραίνεις το πλήθος.
Χαίρε, Χριστού καθέδρα περίδοξος· 
χαίρε, εχθρού ενέδρα ολέθριος.
Χαίρε, πολλών δωρεών χορηγία· 
χαίρε, σεμνών μοναστών προστασία.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Ξένων ώφθης αζύγοις, ημερών εν ευσήμων, νυκτί περιπλούσα ναόν Σου, λαμπροφόρος μετά ζοφεράν, της σεπτής Μονής Σου αγλαή Δέσποινα, πυρπόλησιν ων ήθελες, τα στόματα ανοίξαι ψάλλειν·

Αλληλούϊα.

Όμβρους γη τη διψώση, και αέρας ευκράτους, Κυκκώτισσα σεμνή Θεοτόκε, ως πλουτήσασα χάριν ημίν, δαψιλώς ως δρόσον θεϊκήν έδωκας, και χείλη πάντων ήνοιξας, φωνή Σοι στεντορεία κράζειν·

Χαίρε, νεφέλη η ομβροτόκος· 
χαίρε, η θήκη η μυροβόλος.
Χαίρε, πανταιτίου Τριάδος το οίκημα· 
χαίρε, φιλαρέτου ζωής εξεικόνισμα.
Χαίρε, νέφος θεοδώρητον, το κατάγον Ύδωρ ζων· 
χαίρε, στέφος ανθοστόλιστον, αρετών παντοδαπών.
Χαίρε, γην την αυχμώσαν η πιάνασα όμβροις· 
χαίρε, πόνον ελκώδη θεραπεύσασα τάχος.
Χαίρε, κρατήρ πολύτιμος χάριτος· 
χαίρε, πρηστήρ εχθρού του αλάστορος.
Χαίρε, παστάς φωτοφόρος Κυρίου· 
χαίρε, λαμπάς του φωτός του αδύτου.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Πάντες ώφθησαν ζώντες, οι κατακεχωσμένοι, υπό των ερειπίων Μονής Σου, και ακέραιοι και αβλαβείς, Σην ανύμνουν Μήτερ ακλινή εύνοιαν, και έκραζον Κυκκώτισσα, τω Τόκω Σου πανευσχημόνως·

Αλληλούϊα.

Ρεύματα Θεοτόκε, του αγιάσματός Σου, εκ πέτρας αναβλύζοντα ξένως, θεραπεύουσι νόσους δεινάς, και ιώνται άλγη ζοφερά πάνσεμνε, Κυκκώτισσα διόπερ νυν, βοώμέν Σοι αξιοχρέως·

Χαίρε, το πέλαγος των χαρίτων· 
χαίρε, το στέλεχος θαυμασίων.
Χαίρε, Μανουήλ Βουτομίτου η ίασις· 
χαίρε, ασθενούντων ταχεία επίσκεψις.
Χαίρε, πέτρα η πηγάζουσα, ύδωρ ιαματικόν· 
χαίρε, χάρμα ομηγύρεως, των αΰλων στρατιών.
Χαίρε, ότι τα έλκη των ποδών θεραπεύεις· 
χαίρε, ότι τα άλγη ασθενούντων διώκεις.
Χαίρε, δεινώς καμνόντων αντίληψις· 
χαίρε, πικρώς στενόντων ανάψυξις.
Χαίρε, ιάτειρα μάνδρας του Κύκκου· 
χαίρε, θεράπαινα του Παντεπόπτου.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Σύμπασα νήσος Κύπρος, τη θερμή αρωγή Σου, και θεία προστασία προσφεύγει, εν του βίου δειναίς συμφοραίς, και ασπαζομένη ευλαβώς έκτυπον, Σον πάνσεπτον Κυκκώτισσα, πληρούται χαρμονής και κράζει·

Αλληλούϊα.

Τις υμνήσει αξίως, δωρεών Σου τον πλούτον, Κυκκώτισσα ο πάσι παρέχεις; Το παιδίον γαρ προσκομισθέν, ως νεκρόν Εικόνι Ση σεπτή πάναγνε, ανέστησας και έπιθες, γεννήτορας αυτού κραυγάζειν·

Χαίρε, η έγερσις τεθνεώτων· 
χαίρε, εκτύπωσις των μελλόντων.
Χαίρε, των γονέων φωνών επακούουσα· 
χαίρε, των δικαίων λιταίς ους η κλίνουσα.
Χαίρε, νάμα ότι έβλυσας εκ της πέτρας θαυμαστώς· 
χαίρε, κλαύμα ότι έπαυσας των θρηνούντων αλγεινώς.
Χαίρε, των εμπυρέτων νοσημάτων η δρόσος· 
χαίρε, των δαιμονίων η ανίατος νόσος.
Χαίρε, πιστών ψυχής αγαλλίαμα· 
χαίρε, ημών ατίμητον σέμνωμα.
Χαίρε, πνοή ζωτικής επιπνοίας· 
χαίρε, πηγή αϊδίου ευκλείας.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Ύμνους υφαίνουσί Σοι, τα στρουθία του δάσους, Κυκκώτισσα και πλήθη μερόπων, συν Αγγέλων παμφώτων χοροίς, ότι πάσης πέλεις ορατής κτίσεως, και αοράτου άνασσα, πιστούς αναβοάν ποθούσα·

Αλληλούϊα.

Φαίνεις τη υφηλίω, Σων θαυμάτων ακτίσι, Κυκκώτισσα φωτόλαμπρε Μήτερ, και διώκεις παθών χοϊκών, τον ζοφώδη γνόφον των πιστώς πάντοτε, σπευδόντων τη Ση χάριτι, και ύμνοις μελιχροίς βοώντων·

Χαίρε, αστήρ τηλαυγής αγνείας· 
χαίρε, λαμπτήρ βροτών συμπαθείας.
Χαίρε, η δεσμά της στειρότητος λύουσα· 
χαίρε, η χαράν θλιβομένοις βραβεύουσα.
Χαίρε, Μήτερ η βαστάζουσα τον Χριστόν Ση δεξιά· 
χαίρε, Κόρη πάντας σκέπουσα εν Ση σκέπη κραταιά.
Χαίρε, η της θαλάσσης καταπαύουσα δίνην· 
χαίρε, η Σης αγάπης ενδεικνύουσα ψάμμον.
Χαίρε, Μονής του Κύκκου θησαύρισμα· 
χαίρε, αυγής παμφώτου στεφάνωμα.
Χαίρε, πιστούς Ελεούσα απαύστως· 
χαίρε, βροτοίς βοηθούσα αόκνως.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Χάριτος Σης πλουσίας, απολαύοντες πάντες, υμνούμέν Σε Κυκκώτισσα Μήτερ, και την κεκαλυμμένην μορφήν, Σης σεπτής Εικόνος ευλαβώς πάντοτε, αγνή κατασπαζόμεθα, και πόθω Σω Υιώ βοώμεν·

Αλληλούϊα.

Ψάλλων Σοι ο εκ πάθους, λυτρωθείς ανιάτου, ως έθηκεν αυτού τω τραχήλω, το κολλούριον εν τη Μονή, τη σεπτή Σου πόθω και χαρά έκραζε, Κυκκώτισσα πανύμνητε, ιάσεων παντοίων φρέαρ·

Χαίρε, ταμείον φιλανθρωπίας· 
χαίρε, πυξίον φιλευσπλαγχνίας.
Χαίρε, ασφαλές των υμνούντων Σε στήριγμα· 
χαίρε, τιμαλφές των τιμώντων Σε κλέϊσμα.
Χαίρε, ότι ηλευθέρωσας πάθους πρόσφυγα τον Σον· 
χαίρε, ότι εθεράπευσας Καστορίας τον υιόν.
Χαίρε, η ξενοτρόπως Ελεούσα τον κόσμον· 
χαίρε, η αλανθάστως οδηγούσα προς πόλον.
Χαίρε, παστάς Παντάνακτος έμψυχος· 
χαίρε, λαμπάς θαυμάτων φωτόλαμπρος.
Χαίρε, πιστών αδιάπτωτον σθένος· 
χαίρε, ημών σωτηρία και εύχος.
Χαίροις Μήτερ Κυκκώτισσα.

Ω Μονής Κύκκου γέρας, τιμαλφές Θεοτόκε, η τάχος Ελεούσα Σους δούλους (γ’), καταξίωσον πάντας τυχείν, της εν θείοις δόμοις χαρμονής κρείττονος, αεί τους Σε γεραίροντας, και ψάλλοντας Σω θείω Τόκω·

Αλληλούϊα.

Μοναχός Συμεών Ξενοφωντινός (1893 – 12 Νοεμβρίου 1983)

$
0
0
Ο κατά κόσμον Σπυρίδων Γερασίμου Πυλαρινός γεννήθηκε στο χωριό Ιλάριον της Κεφαλλονιάς. Τελείωσε το Γυμνάσιο στη Θεσ­σαλονίκη. Εργάσθηκε καπετάνιος στα πλοία, μηχανοδηγός στα τρένα, γνώριζε αγγλικά και με τον κόπο του απόκτησε μεγάλη περιουσία. 
ο Οσιώτατος Μοναχός Συμεών Ξενοφωντινός
Ήλθε και σε γάμου κοινωνία. Από τον γάμο του απόκτησε έναν υιό που έγινε αξιωματικός και φονεύθηκε κατά την οπισθοχώρηση του αλβανικού μετώπου. Μετά τον θάνατο και της συζύγου του μοίρασε την περιουσία που είχε στη Θεσσαλονίκη σε συγγενείς κι έφυγε για το
Πε­ριβόλι της Παναγίας μας το 1958.

Ερχόμενος στο Άγιον Όρος στην αρχή εργάσθηκε ως μισθωτός κη­πουρός στη μονή του Αγίου Παύλου και κατόπιν στη μονή Ξενοφώντος. Όταν αποφάσισε να μονάσει, παρέδωσε στον ηγούμενο Ευδόκιμο ένα ποσό λιρών, που είχε φέρει από τον κόσμο. Εκάρη μεγαλόσχημος μο­ναχός το 1958 κι έλαβε το όνομα Συμεών προς τιμήν του Αγίου Συμεών του Στυλίτου. Υπήρξε αγωνιστής και βιαστής μοναχός. Είχε κάποτε 14 έτη να εξέλθει της πύλης της μονής. Διακόνησε ως αρχοντάρης, μάγει­ρος και κολλυβάς.

Μία περίοδο του είχε παρουσιασθεί κήλη, που τον καταταλαιπωρούσε και από τους πολλούς πόνους διπλωνόταν στα δύο. Βρισκόταν στο ψαρόσπιτο, ένα οίκημα στην είσοδο της μονής, και παρακαλούσε την Πα­ναγία να τον βοηθήσει. Του παρουσιάσθηκε η Παναγία μέσα σε νεφέλη να κατεβαίνει. «Όπως είναι», έλεγε, «σε μία εικόνα στο Βατοπέδι». Τον ευλόγησε και τον θεράπευσε. Μέσα στην απλότητα και τη χαρά του φώναζε: «Μη φεύγεις, μη φεύγεις, Παναγία μου». Όλος ο χώρος ευωδίασε. Η Παναγία πάλι ανέβηκε και χάθηκε μέσα σε φως δυνατό και διαφορετικό. Μετά την αναχώρηση έμεινε η λεπτή εκείνη ευωδία.

Πάλι είδε την Παναγία να έρχεται με καΐκι στην παραλία. Να της συμπαρίστανται οι άγιοι Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος, ο προστάτης της μονής και Δημήτριος ο Μυροβλύτης, και να δορυφορείται από πλήθος αγγέλων. Εισήλθε στο Καθολικό της μονής, το παλαιό και το νέο, στην τράπεζα και το μαγειρείο. Όλος ο τόπος έλαμπε. Την παρακαλούσε ο αγαθός Συμεών να μείνει. Εκείνη του έλεγε: «Έχω να πάω σε πολλά μέρη …». Άλλη μία φορά είδε σε όραμα την Παναγία, μαζί με τις αγίες Μαρίνα, Ευφημία και Αικατερίνη, ενώ ήταν στους κήπους και είχε ξαπλώσει στη γη από τους πολλούς πόνους.

Του άρεσε να διηγείται στους νεότερους μοναχούς τα της ζωής του. Τέσσερις φορές τον κάλεσαν στον στρατό. Στην πολύκλαυστη μικρασι­ατική καταστροφή ήταν στη Σμύρνη. Με δάκρυα στα μάτια έλεγε πως δυστυχώς υπήρχε και ξεπεσμός στην πόλη. Οι στρατιώτες μας έκαναν και λάθη. «Γι’ αυτό επέτρεψε ο Θεός να τα χάσουμε όλα», έλεγε. Κλαίγοντας διηγείτο πως οι Άγγλοι στο λιμάνι της Σμύρνης υπερφόρτωναν σε βάρκες τους Έλληνες και βυθίζονταν. Όσοι προλάβαιναν να σωθούν και γνώριζαν κολύμβηση πήγαιναν στα καράβια ν’ ανέβουν και τους έκοβαν τα χέρια … Μία φορά, που τον κάλεσαν στον στρατό, θυμάται, είχε αναπαυθεί ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως και όλοι μιλούσαν για τη μεγάλη του αγιότητα.

Ήταν λίαν φιλακόλουθος. Πάντοτε ήταν πρώτος στο Καθολι­κό. Σηκωνόταν αρκετή ώρα πριν την αρχή του Μεσονυκτικού, για να ετοιμασθεί και να προσευχηθεί. Μία φορά, πηγαίνοντας για την ορθρινή ακολουθία, είδε τον διάδρομο της κόρδας που κατοικούσε κατάφωτο. Άγγελοι φεγγοβολούσαν τον τόπο κι έψαλλαν εξαίσια.

Μία ήμερα δεν πρόλαβε την τράπεζα. Με παράπονο απευθύνθηκε στην αγία Ευφημία, που ήταν το παρεκκλήσι της εκεί στο αρχονταρίκι: «Εργάζομαι από το πρωί ως το βράδυ και δεν έχω ούτε λίγο ψωμί να φάω». Ξαφνικά βρέθηκαν στα χέρια του δύο ζεστά πρόσφορα. «Γλυκύ­τερα και ωραιότερα», έλεγε, «δεν έφαγα ποτέ στη ζωή μου».

Ήταν πάντοτε αυστηρός στον εαυτό του. Συγκαταβατικός όμως προς τους άλλους. Μυστικός εργάτης των αρετών. Για να βγάλεις λόγο από το στόμα του, έπρεπε να κοπιάσεις. Είχε πάρα πολλές θείες εμπειρίες. Από ορισμένα περιστατικά φαίνεται ότι εκοσμείτο από το διορατικό χάρισμα. Όταν τον ρωτούσαν: «Πού το ξέρεις, Γέροντα;». Απαντούσε: «Μου το λέγει μια κρυφή ελπίδα στην καρδιά». Τους λαϊκούς που ζητούσαν τις συμβουλές του, τους έστελνε στους εξομολόγους. Απέφευγε συστηματικά τον ανθρώπινο έπαινο και την προβολή. Ένας αδελφός που τον πλησίασε σε ώρα ακολουθίας αισθάνθηκε άρρητη ευωδία. Στα τέλη του, σχεδόν έχασε το φως του, έβλεπε μόνο σκιές, αλλά συνέχιζε να πηγαίνει σιγά-σιγά στην εκκλησία, αρνούμενος να κρατήσει μπα­στούνι. Δεν επιτρέπεται άλλος με μπαστούνι, εκτός από τον ηγούμενο», έλεγε. Συνεχώς κρατούσε το κομποσχοίνι του λέγοντας τη γλυκιά ευχή τού Ιησού. Στη δύση του βίου του άκουγε ουράνιες ψαλμωδίες. Κατά μαρτυρία πολλών πατέρων στις αγρυπνίες το πρόσωπό του έλαμπε.

Ευλαβέστατος πάντοτε ο ευλογημένος. Γέρος και άρρωστος έτρεχε με λαχτάρα παιδιού στο Καθολικό. Όταν είχε μεγάλη αδυναμία, διά­βαζε στο κελλί του κι έκανε κομποσχοίνι. Έκανε και μετάνοιες όσο μπορούσε. Στην αδυναμία του να κάνει εδαφιαίες μετάνοιες, έκανε ως εκεί που έφθανε. Έβαζε μετάνοια και στους διακονητές που τον βοηθούσαν· στον γηροκόμο του παπα-Πρόδρομο, που τον φρόντιζε όσο πιο καλά μπορούσε. Τους ευχαριστούσε όλους με χαρά ψυχής μεγάλη. Είχε ένα αθώο βλέμμα σαν μικρό παιδί. Το πρόσωπό του έλαμπε από αγαλλίαση, όταν μεταλάμβανε των αχράντων Μυστηρίων. Κάποτε τον είδαν στη Λιτή του Καθολικού να υψώνει τα χέρια του ψηλά. Όταν του είπαν: «Τί κάνεις εκεί Γερο-Συμεών»; Απάντησε: «Καμιά φορά ξεχνάω και προσεύχομαι». Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 12.11.1983. Στην ανακομιδή των λειψάνων του τα οστά του ήταν κατακίτρινα.
Πηγές – Βιβλιογραφία:
Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Ξενοφώντος. Πληροφορίες παλαιών Ξενοφωντινών πατέ­ρων.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Β’ – 1956-1983, σελ. 1079-1082 , Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011.

Εάν βυθίστηκαν υπερωκεάνια, εμείς οι βαρκούλες…;

$
0
0
Lemesou1
Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος, αναλύοντας κεφάλαια από τον Αόρατο Πόλεμο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, αναφέρεται στον πόλεμο που διεξάγει ο πιστός κατά των παθών και τονίζει την σημασία της αοργησίας και της συγχωρητικότητας για την θεραπεία της ψυχής μας.

Πηγή

Πώς καταλαβαίνει ένας άνδρας αν είναι υγιής;

$
0
0
Πόσο υγιής είστε; Έχουμε μερικές συμβουλές για να σας βοηθήσουμε να το καταλάβετε!
Υπάρχουν, άραγε, τρόποι για έναν άνδρα, ώστε να καταλάβει πάνω-κάτω αν η υγεία του βρίσκεται σε καλή κατάσταση; 
Προφανώς, τα τακτικά check-up στον γιατρό δεν μπορούν να αντικατασταθούν, αλλά υπάρχουν και ορισμένες πληροφορίες που μπορούμε να πάρουμε από το σώμα μας… Ποιες είναι αυτές;

Οι παλμοί της καρδιάς

Οι παλμοί της καρδιάς ενός άνδρα, όταν βρίσκεται σε ανάπαυση, είναι πολύ καλό μέτρο για να καθορίσουμε την γενικότερη κατάσταση της υγείας του. Αν οι παλμοί σας είναι 70-75, τότε όλα είναι φυσιολογικά, αλλά σε γενικές γραμμές, οτιδήποτε ανάμεσα στο 60 και το 100 θεωρείται φυσιολογικό για τους ενηλίκους.

Τα νύχια των χεριών

Τα νύχια πρέπει να είναι σφιχτά, με ροζ χρώμα και λεία. Μην σας ανησυχήσει κάποια μικρή αλλαγή στο χρώμα, ειδικά στις άκρες, αλλά αυτό που πρέπει να προσέχετε είναι να μην είναι αδύναμα, να μην μοιάζουν έτοιμα να σπάσουν, να μην είναι στραμμένα προς τα πάνω, και να μην έχουν βαθουλώματα.

Τα μαλλιά

Τα μαλλιά πρέπει να είναι λαμπερά και γερά, και όχι εύθραυστα και με “θαμπό” χρώμα. Αυτό μπορεί να είναι σημάδι κακής διατροφής.

Το δέρμα

Αν η επιδερμίδα σας είναι ελαστική, είναι υγιής. Προφανώς, όσο περνούν τα χρόνια, το δέρμα μας χάνει την ελαστικότητά του και αυτό είναι φυσιολογικό. Επίσης, προσέξτε το χρώμα του δέρματός σας—αν παρατηρήσετε να είναι θαμπό και άτονο, ίσως υπάρχει κάποιο πρόβλημα.

Τα ούρα

Τα ούρα μας μπορούν να μας δώσουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας μας. Ιδανικά, πρέπει να έχουν ένα θαμπό κίτρινο χρώμα—ακόμα και οριακά διαφανές, αν πίνουμε μεγάλες ποσότητες νερού καθημερινά. Όσο πιο σκούρο είναι το χρώμα τους, τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητες αφυδάτωσης. Προσέξτε τις αλλαγές στην οσμή, επίσης.

Το σπέρμα

Η συνηθισμένη ποσότητα σπέρματος σε μια εκσπερμάτιση είναι 2-5ml. Το χρώμα πρέπει να είναι λευκό ή γκριζωπό, και η υφή κολλώδης. Αν είναι συστηματικά πολύ νερουλό ή πολύ λίγο, καλό θα ήταν να μιλήσετε με τον γιατρό σας.

Η γλώσσα

Μια υγιής γλώσσα είναι ζεστή, με χρώμα κοντά στο ροζ, όχι ιδιαίτερα λεία, και όχι με χρώμα χλωμό ή κιτρινωπό.

Θαύματα της Παναγίας Μαλεβῆς

$
0
0
Πάρνωνας, τὸ κατάφυτο Βουνὸ τῆς Κυνουρίας μὲ τὰ πολλὰ μοναστήρια, φιλοξενεῖ στὴ βορεινὴ τοῦ πλευρὰ τὴν ἱερὰ μονὴ τῆς Παναγίας Μαλεβῆς.
Ἡ θεομητορικὴ εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως, ποὺ φυλάσσεται σ᾿ αὐτή, ἡ μυροβλύτισσα καὶ θαυματουργή, ἔχει σαγηνεύσει τὶς τελευταῖες δεκαετίες τὸ πανελλήνιο.

Τὸ ἅγιο μύρο ἀναβλύζει εὐωδιαστὸ ἀπὸ τὴν ἁγία εἰκόνα. Συχνὰ εἶναι τόσο πολύ, ὥστε κατεβαίνει στὸ προσκυνητάρι καὶ φθάνει μέχρι τὸ δάπεδο τοῦ ναοῦ.

Ἡ γυναίκα μὲ τὸ μύρο. 

Ὁ ἀείμνηστος λαϊκὸς ἱεροκήρυκας Δ. Παναγόπουλος, ὁ ὁποῖος συντέλεσε πολὺ στὴ διάδοση τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ γεγονότος, διηγεῖται τὴν ἐντυπωσιακὴ γνωριμία του μὲ τὸ ἅγιο μύρο καὶ τὸ μοναστήρι τῆς Μαλεβῆς:

Μετὰ τὸ τέλος μίας ὁμιλίας μου, μὲ πλησιάζει κάποια ἄγνωστη μαυροφορεμένη γυναίκα. Κρατοῦσε στὸ χέρι λευκὸ φάκελο μὲ ἀρκετὸ μπαμπάκι, ποὺ ἀνέδιδε μία πρωτόγνωρη εὐωδιά. Μοῦ τὸ προσφέρει καὶ μοῦ λέει:

- Κύριε Παναγόπουλε, αὐτὸ εἶναι μπαμπάκι μὲ ἅγιο μύρο ἀπὸ τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς μονῆς Μαλεβῆς, ποὺ βρίσκεται στὸ Ἄστρος τῆς Κυνουρίας. Σᾶς τὸ στέλνουν σὰν εὐλογία καὶ σᾶς περιμένουν νὰ πᾶτε.

Τὸ πῆρα, τὸ ἀσπάστηκα καὶ τὸ ὀσφράνθηκα. Ἔνοιωσα μία ἀσυνήθιστη καὶ ἀπερίγραπτη εὐωδία.

Σ᾿ ἕνα ἀκριβῶς χρόνο μὲ πλησιάζει πάλι μετὰ τὴν ὁμιλία μου μία ἄγνωστη μαυροφορεμένη γυναίκα, ἡ ὁποία μου προσφέρει καὶ μοῦ ἐπαναλαμβάνει ὅ,τι καὶ τὴν πρώτη φορά.

Τὸν τρίτο χρόνο συνέβη πάλι τὸ ἴδιο. Τότε, σὰν νὰ ξύπνησα ἀπὸ λήθαργο, ἀναρωτήθηκα ποιὰ νὰ ἦταν αὐτὴ ἡ γυναίκα ποὺ μὲ ἐπισκέφθηκε γιὰ τρίτη ἤδη φορά!

Τὸ 1970 ἀξιώθηκα νὰ κάνω ἕνα προσκύνημα στὴ μονὴ τῆς Μαλεβῆς. Πρὶν ἀκόμη μπῶ στὸ μοναστήρι, μὲ ὑποδέχτηκε τὸ οὐράνιο ἐκεῖνο ἄρωμα ποὺ πρὶν τρία χρόνια εἶχα ὀσφρανθεῖ ἀπὸ τὸ μπαμπάκι τῆς μαυροφορεμένης γυναίκας.

Ἡ συγκίνησή μου τὴ βραδιὰ ἐκείνη στὸ μοναστήρι ἦταν ἀπερίγραπτη. Ὓστερ᾿ ἀπ᾿ αὐτὸ ἐφοδιάστηκα μὲ φωτογραφίες καὶ κράτησα στοιχεῖα γιὰ τὴ μονὴ καὶ τὴν ἱερὴ εἰκόνα, μὲ σκοπὸ νὰ βοηθήσω κι ἐγὼ στὴ διάδοση τοῦ θαυμαστοῦ γεγονότος».

Ἡ θεραπεία τῆς δόκιμης μοναχῆς. 

Μεταξὺ τῶν πολλῶν καὶ ποικίλων θαυμάτων ποὺ ἐνεργεῖ ἡ χάρη τῆς Παναγίας Μαλεβῆς, εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ θεραπεία τῆς δόκιμης μοναχῆς Βερονίκης, στὴ μονὴ ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου, στὸν συνοικισμὸ τοῦ Παπάγου:

Ἡ Βερονίκη ἔπασχε ἀπὸ καρκίνο. Εἶχε νοσηλευθεῖ πολλὲς φορὲς στὸ νοσοκομεῖο τῆς Βούλας. Τελικὰ ἐπέστρεψε στὴ μονή της, παράλυτη στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, γιὰ νὰ πεθάνει ἐκεῖ.

Οἱ μοναχὲς συμφώνησαν νὰ καρεῖ μεγαλόσχημη τὴν Τετάρτη, 8 Μαρτίου 1970, γιὰ νὰ «φύγει» σὰν μοναχή. Ὁ γιατρὸς ὅμως δὲν ἔδινε πολλὰ περιθώρια ζωῆς, γι᾿ αὐτὸ ἀποφασίστηκε νὰ γίνει ἡ κουρὰ τὴν Κυριακή της 5ης Μαρτίου στὸν ἑσπερινό.

«Στην Παναγία μας έχω μεγάλη ευγνωμοσύνη. Με γιάτρεψε διπλά και μ’ έσωσε» ( Θαύμα της Παναγίας Βαρνάκοβα )

$
0
0
…Ήταν προχωρημένο το απόγευμα και είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Πλησίαζε η ώρα, που το Μοναστήρι θα έκλεινε τις πύλες του, όταν ήρθε βιαστικός ο τελευταίος προσκυνητής. Ένας αρκετά νέος άντρας, από την γειτονική κωμόπολη. 
Αφού προσκύνησε, γεμάτος συγκίνηση είπε:
- Στην Παναγία μας έχω μεγάλη ευγνωμοσύνη. Με γιάτρεψε διπλά και μ’ έσωσε. 
Και με δυο λόγια διηγήθηκε την πράγματι συγκινητική περίπτωσή του:
- Εγώ δούλευα σαν μπαρμαν σ’ ένα ξενοδοχείο και δυστυχώς συνήθισα το ποτό. Επί 17 χρόνια ήμουν συνέχεια μεθυσμένος! Τελικά το οινόπνευμα μου προξένησε κύρωση στο συκώτι. Με πήγαν στο Νοσοκομείο σε κακή κατάσταση. Ο θάνατος ήταν πλέον κοντά!
Τότε μέσα σ’ αυτήν τη δυσκολία που ζούσα και στον κίνδυνο, γιατί η συνήθεια δεν με άφηνε να το κόψω, θυμήθηκα την Παναγία, που τόσες φορές είχα προσκυνήσει στη Βαρνάκοβα και Της είπα απλά αλλά με την καρδιά μου αυτά τα λόγια:
- Παναγία μου, Σε παρακαλώ, ελευθέρωσέ με από το πάθος του ποτού και σώσε με…
Κι Εκείνη με άκουσε αμέσως. Μου δυνάμωσε τη θέλησή μου και όταν αντιμετώπιζα τις αντιδράσεις του οργανισμού από την έλλειψη του ποτού, είπα στην καρδιά μου, που είχε τρελλή ταχυπαλμία:
- Αν θέλεις, σπάσε! Τουλάχιστον να πεθάνω ξεμέθυστος!
Πράγματι, σε λίγο η καρδιά μου ηρέμησε. Μετά από αυτό ήλθε αμέσως το τελικό δώρο: τελεία αποστροφή προς το ποτό. Ενώ άλλοι παλεύουν πολύ χρόνο, για να γίνει η αποτοξίνωση.
Και το δεύτερο δώρο; Το κατεστραμμένο συκώτι θεραπεύθηκε τελείως!
Τώρα πια είμαι ελεύθερος και υγιής. Πώς να μην Την ευγνωμονώ; 
Όταν αργότερα έμαθε πως μερικά από τα θαυμαστά της Παναγίας θα γραφτούν σε βιβλίο, παρακάλεσε να γραφή ένα μήνυμά του ειδικά προς τους νέους ανθρώπους, σαν συμπέρασμα της πικρής εμπειρίας του:
“Οι στιγμές της χαράς, όταν είσαι ελεύθερος από εξαρτήσεις και ζεις σωστά, όπως θέλει ο Θεός, είναι απείρως περισσότερες από τις λίγες και ψεύτικες χαρές, που δίνει η ζωή της αμαρτίας, φίλοι μου…”
Από το βιβλίο: 
«ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ»
ΙΕΡΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ –ΚΟΙΝΟΒ.
ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
2005

Μόρφου Νεόφυτος: Οἱ δαιμονικὲς ἐνέργειες στὴ ζωή μας

$
0
0
Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ ΣΤ΄ Λουκᾶ, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Ἄλωνας τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (22.10.2017).

Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς Η´ Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ ( Τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου)

$
0
0
Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
«Διδάσκαλε, τί ποιήσας, ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;»
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, προβάλλει μὲ σαφήνεια μπροστά μας «τὸ κεφάλαιο, τὴν βάση τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητῶν», τὴν καρδιὰ καὶ τὴν οὐσία τῆς πνευματικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τὴν κορυφαία ἀρετὴ τῆς ἀγάπης. 
Αποτέλεσμα εικόνας για Pilda samarineanului milostiv
Τῆς διπλῆς ἀγάπης, αὐτῆς πρὸς τὸν Δημιουργὸ καὶ Σωτήρα μας Θεό, καὶ αὐτῆς πρὸς τὸν ἀδελφό μας, τὸν κάθε ἀδελφὸ καὶ πλησίον μας.
Ταυτόχρονα ὅμως μᾶς παρουσιάζει φανερά, μέσα ἀπὸ τὸν παραβολικὸ τοῦ Κυρίου μας λόγο, τὴν ἄμετρη θεία εὐσπλαγχνία πρὸς τὸν ἄνθρωπο,τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, ποὺ περιέπεσε στοὺς δαίμονες ληστὲς στὴν ὁδὸ τοῦ βίου καὶ τραυματίστηκε θανάσιμα ἡ ψυχή του. Ἀλλά, ἂς ἰδοῦμε τὴν περικοπὴ ἀπὸ τὴν ἀρχή.

Κάποτε, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς δίδασκε τοὺς μαθητές Του, ἀπευθυνόμενος ἰδιαιτέρως πρὸς τὸν κύκλο τῶν ἑβδομήκοντα, ἀποκαλύπτοντάς τους βαθειὲς ἀλήθειες τῆς Πίστης. Τότε, κάποιος νομοδιδάσκαλος Ἰουδαῖος, ὁ ὁποῖος, ὅπως διαφαίνεται, θεωροῦσε σοφὸ καὶ πολύξερο τὸν ἑαυτό του, παρεμβαίνει καὶ ζητεῖ νὰ δοκιμάσει καί, ἂν μπορέσει, νὰ παγιδεύσει μὲ λόγους τὸν ἀληθινὸ καὶ Μέγα Διδάσκαλο, τὸν Χριστό, ἐρωτώντας τον: «Δάσκαλε, τί πρέπει νὰ κάνω, τί νὰ τηρήσω, γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή»; Καὶ ὁ Κύριος ἀμέσως τὸν παραπέμπει στὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ νομικὸς νὰ δώσει τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημά του. Κι αὐτὸ πανσόφως τὸ ἔκανε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ δείξει ὅτι δὲν ἦταν ἀντίθετος πρὸς τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο — ὅπως τὸν κατηγοροῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι, κι ὅπως ἀσφαλῶς θὰ νόμιζε ὁ νομικὸς αὐτός —, ἀλλὰ τηροῦσε τὸν Νόμο, τὸν ὁποῖο «οὐκ ἦλθε καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι», δηλαδὴ νὰ τὸν συμπληρώσει καὶ νὰ τὸν ἀναγάγει σὲ ὕψιστη τελειότητα. Καὶ ὀρθότατα ὁ νομικὸς ἀπάντησε πὼς ἡ καίρια προϋπόθεση γιὰ τὴ σωτηρία μας εἶναι ἡ τήρηση τῆς διπλῆς ἀγάπης, αὐτῆς πρὸς τὸν Θεό, μὲ ὅλη τὴν ψυχή, τὴν ἰσχὺ καὶ τὴ διάνοιά μας, καὶ αὐτῆς πρὸς τὸν πλησίον μας, ποὺ νὰ εἶναι τοὐλάχιστον ἴση μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας. Καὶ ὁ Χριστός μας ἐπικρότησε τὴν ἀπάντησή του, λέγοντας: «Σωστὰ ἀπάντησες. Ἔτσι νὰ κάνεις καὶ θὰ ἀξιωθεῖς τὴν αἰώνια ζωή». Αὐτὸς ὅμως, δυσαρεστημένος τελικὰ ποὺ ἀπέτυχε τὸν σκοπό του, καὶ θέλοντας νὰ ‘ξελασπώσει’ ἀπὸ τὴν παγίδα στὴν ὁποία ὁ ἴδιος ἔπεσε, ἐρωτώντας κάτι τοῦ ὁποίου γνώριζε τὴν ἀπάντηση, ἐρωτᾶ καὶ πάλιν, «καί, ποιός εἶναι ὁ πλησίον μου;», γιὰ νὰ λάβει ὡς ἀπάντηση τὴν ἔξοχη παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου, ποὺ σήμερα ἀκούσαμε. Γιὰ νὰ καταλήξει ὁ Κύριος: «πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως». Δηλ. πήγαινε, καὶ κάνε καὶ σὺ τὸ ἴδιο. Ὄχι ὅ,τι ἔκαμε ὁ ἱερέας, ποὺ εἶδε τὸν δυστυχὴ Σαμαρείτη πεσμένο κάτω, πληγωμένο, αἱμόφυρτο, «ἡμιθανῆ», καὶ τὸν προσπέρασε ἀδιάφορα! Οὔτε ὅ,τι ἔκανε καὶ ὁ Λευΐτης —καὶ τοῦτος ἐκπρόσωπος τῶν ἀφιερωμένων στὴν ὑπηρεσία τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ—, ποὺ τὸν περιεργάστηκε ἀσυμπάθητα καὶ τράβηξε ἀνέμελος τὸν δρόμο του. Ἀλλὰ ὅ,τι ἔκανε ποιός; Ἕνας ἄγνωστος, ἕνας ἀλλοεθνής, ἕνας Σαμαρείτης πρὸς Ἰουδαῖο, παρότι μεταξύ τους ὑπῆρχε ἀπέχθεια καὶ μίσος καὶ οὔτε κἂν ἀντάλλασσαν ἕνα ἁπλὸ χαιρετισμό.

Ἡ ἐντολὴ τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, ἀδελφοί, «πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως», ἀπευθύνεται διαχρονικὰ πρὸς ὅλους, κατεξοχὴν ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς. Ἡ ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεός μας πρέπει νὰ κατευθύνεται σὲ κάθε ἐμπερίστατο συνάνθρωπό μας. Τί ἔκαμε ὅμως ἀκριβῶς ὁ καλὸς Σαμαρείτης, ποὺ πρέπει νὰ μιμηθοῦμε; Βλέποντας τὸν δυστυχισμένο συνάνθρωπό του πεσμένο στὸν δρόμο, ἀμέσως τὸν συμπόνεσε. Ἔτρεξε, ἔσκυψε ἐπάνω του, ἔπλυνε τὶς πληγές, ἔδεσε τὰ τραύματά του, τὸν φόρτωσε στὸ ζῶο του, τὸν μετέφερε στὸ πανδοχεῖο, τὸν φρόντισε, πλήρωσε ἀκόμη γιὰ νὰ συνεχίσουν τὴ φροντίδα του καὶ ὑποσχέθηκε στὸν ξενοδόχο πὼς θὰ ξαναπερνοῦσε γιὰ νὰ καταβάλει ὅσα τυχὸν θὰ δαπανοῦσε ἐπιπλέον γιὰ τὴ θεραπεία του. Οἱ λόγοι τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι τυχαῖοι, δὲν εἶναι ὄμορφες καὶ συγκινητικὲς ἱστοριοῦλες. Μᾶς καθοδηγοῦν ἐπακριβῶς στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Καὶ τούτη ἡ σπουδαία παραβολή, τί μᾶς διδάσκει γιὰ τὸ χρέος τῆς ἀγάπης;

Πρῶτον, ἡ ἀγάπη μας νὰ ἐκφράζεται ἔμπρακτα, κι ὄχι μόνο μὲ λόγια. «Ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρὰ ἐστί», τονίζει ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος. Κι ὁ ἀπόστολος τῆς ἀγάπης Ἰωάννης, «τεκνία, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ, μηδὲ γλώσσῃ, ἀλλ᾽ ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ». Ἡ ἀγάπη νὰ μεταφράζεται σὲ συγκεκριμένες πράξεις: Ὁ φτωχὸς θέλει βοήθεια, ὁ πεινασμένος ψωμί, ὁ γυμνὸς ἔνδυμα, ὁ φυλακισμένος ἐπίσκεψη, ὁ ἄρρω-στος παρηγορία καὶ συμπαράσταση.

Δεύτερο, ἡ ἀγάπη μας νὰ ἐκδηλώνεται ἄμεσα. Ὅσο πιεστικότερη ἡ ἀνάγκη τοῦ ἄλλου, τόσο ταχύτερη νὰ εἶναι ἡ ἀνταπόκρισή μας. Καὶ συχνά, ὅταν ἀντιληφθοῦμε τὴν ἀνάγκη τοῦ ἀδελφοῦ μας, δὲν πρέπει νὰ περιμένουμε νὰ ἔρθει ὁ ἴδιος νὰ μᾶς ζητήσει βοήθεια. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ στεροῦνται, ἀλλὰ ἀπὸ ἀξιοπρέπεια δὲν βγαίνουν στοὺς δρόμους νὰ ζητήσουν ἐλεημοσύνη.

Τρίτον, ἡ ἀγάπη μας νὰ εἶναι ὅσο γίνεται τελειότερη, ὁλοκληρωμένη. Δὲν ἀρκεῖ συχνὰ κάτι νὰ δώσουμε στὸν ἄλλο, γιὰ νὰ τὸν ‘‘ξεφορτωθοῦμε’’. Τὸ ἐνδιαφέρον μας νὰ εἶναι πηγαῖο καὶ ἔντονο καὶ ἡ προσφορά μας ὄχι ἕνα μπάλωμα, μὰ πραγματικὴ ἀνακούφιση.

Τέταρτον, ἡ ἀγάπη μας πρέπει νὰ δραστηριοποιεῖται ἄφοβα. Νὰ μὴν μᾶς ἀνακόπτουν τὰ τυχὸν πικρόχολα σχόλια ἢ οἱ εἰρωνεῖες καὶ κατηγορίες, ποὺ κάποιοι ὄχι σπάνια ἐκτοξεύουν ἀβασάνιστα. Ὅποιος ἀγαπᾶ κατὰ Θεόν, ἀψηφᾶ τὰ πάντα καὶ ἐνεργεῖ μὲ ὁδηγὸ καὶ βοηθὸ τὸν Θεό.

Τέλος, ἡ ἀγάπη μας νὰ εἶναι ἀνιδιοτελής, χωρὶς ὑστεροβουλίες. «Ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς». Βασικὸ γνώρισμα τῆς γνήσιας ἀγάπης εἶναι ἡ μὲ ἀνιδιοτέλεια, ἀφάνεια καὶ ταπείνωση ἔκφρασή της. Ἡ ὅποια ἐπίδειξη στὴν ἀγαθοεργία μας, μᾶς στερεῖ τὸν οὐράνιο μισθό της.

Νὰ παρεμβάλουμε ἐδῶ μία σύντομη διήγηση ἀπὸ τὸ σπουδαῖο βιβλίο ποὺ λέγεται Γεροντικόν, καὶ τὸ ὁποῖο συνιστᾶται νὰ τὸ διαβάζουμε, γιατὶ εἶναι πολὺ ψυχωφελές. Ἡ διήγηση τούτη μᾶς δείχνει πῶς ἐφάρμοσε αὐτὴν τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἀββᾶς Ἀγάθωνας, μεγάλος Αἰγύπτιος ἀσκητὴς τοῦ 5ου αἰώνα. Πήγαινε, λέει, κάποτε στὴν Ἀλεξάνδρεια νὰ πωλήσει τὸ μικρό του ἐργόχειρο, κάτι ζεμπίλια καὶ καλαθάκια ποὺ εἶχε πλέξει, γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὸ λιτό του φαγητό, λίγο δηλαδὴ παξιμάδι. Ἐκεῖ πηγαίνοντας, βρίσκει παραπεταμένο στὸν δρόμο ἕνα λεπρό. -Ποῦ πηγαίνεις; ἐρωτᾶ ὁ λεπρὸς τὸν Γέροντα. -Στὴν πόλη νὰ πωλήσω τὸ ἐργόχειρό μου. -Κάνε ἀγάπη, τοῦ λέει ὁ ἄρρωστος, καὶ πάρε με κι ἐμένα ἐκεῖ ποὺ πᾶς. Τὸν ὑποβάστασε τότε ὁ Ἀββᾶς καὶ τὸν πῆρε μαζί του στὴν πόλη. Κι ὅταν πώλησε ἐκεῖ ἕνα σκεῦος, τὸν ρωτάει ὁ λεπρός: -Πόσα τὸ πώλησες; -Τόσα, τοῦ ἀπάντησε ὁ Γέροντας. -Ἀγόρασέ μου, παρακαλῶ, μιὰ πίττα νὰ φάω, ποὺ εἶμαι πεινασμένος. Καὶ τοῦ ἀγόρασε. Κι ὅ,τι πωλοῦσε, ὁ ἄρρωστος τοῦ ζητοῦσε κάθε φορὰ καὶ κάτι νὰ τοῦ ἀγοράσει, μέχρι ποὺ πώλησε ὅλα τὰ καλαθάκια του καὶ ξόδεψε ὅλες τὶς εἰσπράξεις του γιὰ τὸν λεπρό. Καί, ὅταν ἦταν νὰ ἐπιστρέψει στὸ καλύβι του, τὸν παρακάλεσε ὁ ἄρρωστος νὰ τὸν μεταφέρει ξανὰ ἐκεῖ ποὺ τὸν βρῆκε. Μὲ πολλὴ ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη ὁ Ἀγάθωνας τὸν φορτώθηκε ξανὰ καὶ τὸν πῆρε στὸ μέρος ποὺ τὸν εἶχε πρωτοβρεῖ. Καὶ ἀκούει νὰ τοῦ λέει: «Εὐλογημένος νὰ εἶσαι Ἀγάθων ἀπὸ τὸν Κύριο στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ!», καὶ χάθηκε ἀπὸ μπροστά του! Ἦταν ἄγγελος Κυρίου, ποὺ στάληκε νὰ δοκιμάσει τὴ μεγάλη του ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη! Νὰ θυμηθοῦμε ἐδῶ καὶ τὴν ὑπόδειξη τοῦ Παύλου· «Ἡ φιλαδελφία μενέτω, τῆς φιλοξενίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε· διὰ ταύτης γὰρ ἔλαθόν τινες ξενίσαντες Ἀγγέλους» (Ἑβρ. 13,2). Δηλαδὴ νὰ παραμένει σ᾽ ἐσᾶς ἡ φιλαδελφία καὶ νὰ μὴν παραλείπετε νὰ ἐφαρμόζετε τὴ φιλοξενία. Διότι διαμέσου της ὁρισμένοι φιλοξένησαν ἀγγέλους, χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν.

Ἀδελφοί μου, ὁ καλὸς Σαμαρείτης τῆς παραβολῆς, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ τὴν ἀγάπη μας, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε κι ἀναστήθηκε χάριν μας, καὶ ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία, τὸ μέγα τοῦτο πνευματικὸ πανδοχεῖο καὶ ἰατρεῖο, γιὰ ὅλους ἐμᾶς, ποὺ ἤμασταν πεσμένοι καὶ πληγωμένοι ἀπὸ τοὺς νοητοὺς ληστές, τοὺς δαίμονες. Κι ὅλ᾽ αὐτὰ τὰ ἔπραξε ἀπὸ μόνη τὴν ἀγάπη Του. Κι αὐτὴ ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς. Ν’ ἀκολουθοῦμε τ’ ἀχνάρια Του· νὰ ἐμπνεόμαστε ἀπὸ Ἐκεῖνον, ποὺ «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι». Καὶ νὰ διακονοῦμε ὅσο καὶ ὅπως μπορεῖ ὁ καθένας τὸν πλησίον μας, τοὺς συνανθρώπους μας, ποὺ δὲν εἶναι ξένοι καὶ ἄγνωστοι, ἀλλὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί μας. Γιὰ νὰ ἀκούσουμε ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως: «Ἐφ᾽ ὅσον κάνατε τὸ καλὸ σ᾽ ἕναν ἐλάχιστο ἀδελφό μου, σ᾽ ἐμένα τὸ κάνατε. Εἰσέλθετε στὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου σας!» Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε Ἰησοῦ!

Πρώτη Ἀγρυπνία πρὸς τιμὴν τοῦ ὁσίου Γέροντος Ἰακώβου Τσαλίκη

$
0
0
Φέρεται εἰς γνῶσιν τοῦ εὐσεβοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ὅτι τὴν Παρασκευή, 17 πρὸς 18 Νοεμβρίου 2017 καὶ ὥρα 8:00 μ.μ., θὰ τελεσθεῖ στὸν ἱερὸ ναὸ τῶν Ὁσίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος τῆς 
κοινότητας Περιστερώνας (Μόρφου) ἡ πρώτη πανηγυρικὴ Ἀγρυπνία μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς μνήμης τοῦ μακαριστοῦ ἁγίου Γέροντος Ἰακώβου Τσαλίκη, τοῦ «μὲ συγχωρεῖτε», τοῦ διατελέσαντος Καθηγουμένου τῆς ἱερᾶς καὶ σεβασμίας Μονῆς τοῦ Ὁσίου Δαβὶδ στὴν Εὔβοια - Ἑλλάδα, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ στὶς 21.11.1991.

Τῆς Ἀκολουθίας τῆς Ἀγρυπνίας θὰ προστεῖ ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος, πλαισιούμενος ἀπὸ τὸν ἱερὸ κλῆρο τῆς Μητροπόλεως Μόρφου. Στὴν Ἀγρυπνία θὰ ἐκτεθεῖ πρὸς προσκύνησιν ὁ ἐπιστήθιος Σταυρὸς τοῦ ἁγίου Γέροντος, τὸν ὁποῖο ἔφερε ὡς Ἀρχιμανδρίτης, καὶ προσέφερε στὸν Πανιερώτατο Μητροπολίτη Μόρφου Νεόφυτο εἰς ἀνάμνησιν αὐτοῦ.

Εἶναι βεβαίως γνωστὸ πὼς ἡ ἐπίσημη ἔνταξη τοῦ Γέροντος Ἰακώβου Τσαλίκη στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο δὲν ἔχει ἀκόμη γίνει. Οἱ λόγοι ὅμως τέλεσης τῆς πανηγυρικῆς αὐτῆς Ἀγρυπνίας πρὸς τιμή του εἶναι ποικίλοι:...

Καταρχήν, ἡ πεποίθηση γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Ἰακώβου στὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῶν ἀνὰ τὸ πανορθόδοξον πιστῶν χριστιανῶν ἔχει παγιωθεῖ, ἕνεκα τοῦ θεοφόρου βίου, τῶν ζωηφόρων λόγων καὶ τῶν ποικίλων θεοσημειῶν ποὺ τέλεσε ὁ ὅσιος ζῶν καὶ συνεχίζει νὰ τελεῖ μετὰ θάνατον. Κατὰ τὸ ψαλμικό, «εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτοῦ καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα καὶ τὰ θαύματα αὐτοῦ». 

Παντοῦ ἁγιογραφοῦνται εἰκόνες του, εὐσεβεῖς ὑμνογράφοι συνθέτουν ἑορταστικοὺς ὕμνους πρὸς αὐτόν, οἱ πιστοὶ τὸν ἐπικαλοῦνται στὶς προσευχές τους μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους δύο συγχρόνους καὶ συνομίλους του ὁσίους, Πορφύριον τὸν Καυσοκαλυβίτην καὶ Παΐσιον τὸν Ἁγιορείτην. Ὁ θεόληπτος βίος καὶ ἡ σεπτή του μορφὴ καὶ μόνον, ἐπιφέρουν στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων «τὴν καλὴν ἀλλοίωσιν τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου». Καὶ νὰ τονισθεῖ ἐδῶ πώς, ἰδιαίτερα στὶς δύσκολες συνθῆκες τῆς ἐποχῆς μας, ἡ σύγχρονη ἁγιότητα ἀνανεώνει τὴν κλήση μας ὡς χριστιανῶν.

Ταυτόχρονα, οἱ εὐλαβεῖς χριστιανοὶ τῆς φιλαγίου νήσου τῆς Κύπρου καί, ὅλως ἰδιαιτέρως, τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς καθ᾽ ἡμᾶς ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου, μαρτυροῦν τὴ ζῶσα παρουσία καὶ ἐνίσχυση τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβου στὴ ζωή τους, καθὼς καὶ τὶς πολλαπλὲς θαυματουργικὲς καὶ εὐεργετικὲς παρεμβάσεις του. Ἐπὶ μίαν εἰκοσαετίαν ἡ Μητρόπολίς μας αἰσθάνεται τὴν «ἐξ ὕψους» συνεχὴ φροντίδα τοῦ Γέροντος Ἰακώβου.

Ἔτσι, ἡ πανηγυρικὴ ἀγρυπνία πρὸς τιμὴν τοῦ ὁσίου Γέροντος, ποὺ καθιερώνουμε ἀπὸ ἐφέτος καὶ ποὺ θὰ συνεχισθεῖ σὺν Θεῷ, ἀποτελεῖ μία ἔκφραση υἱϊκῆς εὐχαριστίας πρὸς τὸν ὅσιο Πατέρα μας γιὰ τὴ μετὰ τὴν κοίμησή του θεόσταλτη παρουσία του στὴ ζωὴ τοῦ ποιμνίου μας. Καί, περαιτέρω, ἡ τέλεση τῆς Ἀγρυπνίας αὐτῆς συνιστᾶ τὴν κορύφωση τῆς τιμῆς τοῦ λαοῦ πρὸς τὸ ἅγιο πρόσωπο τοῦ Γέροντος Ἰακώβου, ἑνὸς ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ ποὺ ζῆ, ποὺ νίκησε τὸν θάνατο, ποὺ ἀποδεικνύει ἔμπρακτα τὴν ἀλήθεια τοῦ λόγου ποὺ ἀνέφερε συχνά: «Ζῆ, Κύριος ὁ Θεός, ὁ ποιῶν ἔνδοξά τε καὶ ἐξαίσια». 

Χαιρετισμοί εις τον Άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη

$
0
0
Κοντάκιον.
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τοῦ Παρακλήτου τὸν ναὸν τὸν ἁγιώτατον,καὶ τῆς Πανάγνου Θεοτόκου προσφιλέστατον ἀνυμνήσωμεν Πορφύριον ἐκ καρδίας.
Ἀγαπᾷ γὰρ καὶ ἰᾶται πάντας, καὶ φρουρεῖ,καὶ πρεσβεύει, ἵνα τύχωμεν θεώσεως.
Ὅθεν κράζομεν· χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Ἄσημος καὶ τῷ κόσμῳ ἀφανὴς διετέλεις,ποιμὴν τῶν τοῦ πατρός σου προβάτων.Καὶ τὴν τοῦ Καλυβίτου ζωὴνμελετῶν, ἐν ζήλῳ ἔσπευσας, ὅσιε,
μιμήσασθαι τὸν βίον του·κραυγάζομέν σοι ὅθεν ταῦτα·

Χαῖρε, ποιμὴν λογικῶν προβάτων·
χαῖρε, παθῶν κρουνὲ ἰαμάτων.
Χαῖρε, τῆς ἁγνείας ὁ φίλος ὁ ἔνθερμος·
χαῖρε, ἀποῤῥήτων ὁ μύστης ὁ ἔνθεος.
Χαῖρε, σκεῦος καθαρώτατον τῆς τοῦ Πνεύματος μονῆς·
χαῖρε, ὄργανον κατάλληλον θείας χάριτος ῥοῆς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ὁδηγὸς τοῖς ἀνθρώποις·
χαῖρε, ὅτι ἐξάρχεις ἀθλητῶν ἐν τοῖς κόποις.
Χαῖρε, ἀστὴρ φωτίζων μυστήρια·
χαῖρε, ἡμῖν διδάσκων σωτήρια.
Χαῖρε, Εὐβοίας ὁ ἔνδοξος γόνος·
χαῖρε, δι’ οὗ ἐξαλείφεται πόνος.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Βήμασι σῶν γερόντων ἠκολούθεις ἀσκήσει,τὸν βίον τούτοις ὅμοιον ἔχων.
Καυσοκαλυβίων ἀσκητὴς ἀπαράμιλλος ὑπακοῇ δέδειξαι,διδάσκων ταπεινότατα Θεῷ τοὺς προσκυνοῦντας ψάλλειν·

Ἀλληλούϊα.

Γνῶσιν ἄῤῥητον, πάτερ, ὁ Θεὸς δέδωκέ σοι,βραβεύων τὴν ἁγίαν ζωήν σου·
καὶ ἰάσεις παθῶν χορηγεῖ καὶ μυστήριά σε ἐρευνᾶν δίδωσι,ἀνθρώπων εὐεργέτην σε δεικνύς,τῶν κραυγαζόντων οὕτω·

Χαῖρε, ὁ μύστης γνώσεως θείας·
χαῖρε, ἐρῶν ζωῆς τῆς ἁγίας.
Χαῖρε, νοημάτων Θεοῦ ὁ ἐξάγγελος·
χαῖρε, ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ ὁ ἰσάγγελος.
Χαῖρε, ὄμμα καθαρώτατον ἐξετάζον τὰ κρυπτά·
χαῖρε, στόμα ἱερώτατον ἑρμηνεῦον μυστικά.
Χαῖρε, τῶν ἱερέων σεμνὸν ἐγκαλλώπισμα·
χαῖρε, τῶν ἀθλουμένων ἐν Ἄθωνι κόσμημα.
Χαῖρε, πολλοῖς παρέχων βοήθειαν·
χαῖρε, λαλῶν ἡμῖν τὴν ἀλήθειαν.
Χαῖρε, σοφὲ ἰατρὲ νοσημάτων·
χαῖρε, πηγὴ τῶν ψυχῆς ἰαμάτων.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Δόκιμος ἀνεδείχθης παλαιστὴς τοῦ Βελίαρ,συντρίψας αὐτὸν τῇ ταπεινώσει.
Καὶ τὸ γέρας τῆς νίκης λαβών,ἀπεστάλης κόσμῳ βοηθός, ὅσιε,ποιμαίνων καὶ ἰώμενος βοῶντας εὐγνωμόνως οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ἔχων ἐν τῇ ψυχῇ σου τὰ χαρίσματα, πάτερ,ἀνέδραμες πρὸς τὴν σὴν πατρίδα.Καὶ ἐν τῇ Χαραλάμπους μονῇ ἀσκούμενος καὶ διακονῶν, ὅσιε,
ἰάτρευες τοὺς πάσχοντας ,ὡς ψάλλειν ἐν χαρᾷ τοιαῦτα·

Χαῖρε, χαρὰ ἁπάσης Εὐβοίας·
χαῖρε, καρπὲ πολλῆς εὐσεβείας.
Χαῖρε, ἐρευνῶν μυστικὰ συνειδήσεων·
χαῖρε, διαλύων πλοκάμους συγχύσεων.
Χαῖρε, ἄνθρωπε οὐράνιε, γῆν οἰκήσας ταπεινῶς·
χαῖρε, ἄγγελε ἐπίγειε, δι’ ὃν χαίρει οὐρανός.
Χαῖρε, ὅτι πικρίας καρδιῶν ἀφανίζεις·
χαῖρε, ὅτι χαρὰν καὶ ἐλπίδα χαρίζεις.
Χαῖρε, χορῶν ἀγγέλων ὁ μέτοχος·
χαῖρε, χαρᾶς καὶ λύπης συμμέτοχος.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς ἡμᾶς εὐλογία·
χαῖρε, ἡμῶν ἡ χαρὰ καὶ ὑγεία.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Ζῆλον ἔχων, θεόφρον,ἐπιστρέψαι ὡς πλείους τῇ μάνδρᾳ τοῦ Χριστοῦ, τοῦ σωθῆναι,εἰς Ἀθήνας ἦλθες ταπεινός·ἐν ναϋδρίῳ δὲ ὑπηρετῶν ἔσῳζες
πολλοὺς εἰς σὲ προστρέχοντας,ὡς κράζειν τῷ Κυρίῳ οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ἤθλεις ἐν Ὁμονοίᾳ καταπλήσσων τοὺς πάντας ,ὡς ἄγγελος οἰκῶν Βαβυλῶνα.Καὶ ἐγένου ἐν ταῖς Ἀθήναις ἰατρὸς καὶ πᾶσιν ὁδηγός, ὅσιε,πολλοὺς Χριστῷ ἀνάγων,ὥστε κράζειν σοι σωθέντας ταῦτα·

Χαῖρε, δι’ οὗ ὁ Χριστὸς ὑμνεῖται·
χαῖρε, ἐξ οὗ ὁ ἐχθρὸς φοβεῖται.
Χαῖρε, Ἐκκλησίας Ἑλλάδος τὸ καύχημα·
χαῖρε, τῆς Εὐβοίας λαμπρὸν τὸ διάδημα.
Χαῖρε, ὅτι σὴν καρδίαν ἀεὶ εἶχες καθαράν·
χαῖρε, ὅτι καὶ μυστήρια ἠξιώθης διορᾶν.
Χαῖρε, ὁ τοὺς ἀγῶνας νικηφόρως ἀνύσας·
χαῖρε, τὴν τεθλιμμένην ἀτραπὸν διανύσας.
Χαῖρε, πολλῇ ὑψωθεὶς ταπεινώσει·
χαῖρε, σοφίζων ἁπλοῦς θείᾳ γνώσει.
Χαῖρε, εἰς ὃν Ἀθηναῖοι προστρέχουσι·
χαῖρε, δι’ οὗ εἰς Χριστὸν ἐπιστρέφουσι.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Θαύματα ἐπετέλεις ἀφανῶς ἀσθενέσι ταῖς θείαις προσευχαῖς σου, παμμάκαρ.Καὶ τὰς τῶν ἰαθέντων τιμὰς Γερασίμῳ ἔνεμες σεμνῶς, ὅσιε.Διό σου τὴν ταπείνωσιν ἐδόξαζον Χριστῷ βοῶντες·

Ἀλληλούϊα.

Ἴον, μύρον εὐῶδες ἀποπνέον ἐν κόσμῳ, ἐδείχθης, ὁσιώτατε πάτερ.Καὶ λαὸς εὐφραίνετο ἐν σοὶ πάμπολυς πιστῶς σε ἀσπαζόμενος,καὶ κράζων ἐν χαρᾷ τοιαῦτα·

Χαῖρε, πολλοὺς ὁ τῇ πίστει στηρίζων·
χαῖρε, ἀγάπην λαοῦ ὁ θερίζων.
Χαῖρε, ἱερέων ὁ τύπος ὁ ἄριστος·
χαῖρε, ὁ κανὼν εὐσεβείας ὁ ἄπταιστος.
Χαῖρε, ἄνθος παραδείσιον ἐξανθῆσαν ἐπὶ γῆς·
χαῖρε, ποταμὲ βαθύῤῥοε εὐσπλαγχνίας καὶ στοργῆς.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ σεμνὸς ὑπηρέτης·
χαῖρε, ὑπὲρ ἀλγούντων ἐν δεινοῖς ὁ εὐχέτης.
Χαῖρε, κλεινὸν τῆς χάριτος οἴκημα·
χαῖρε, λαμπρὸν πιστῶν τὸ ἐντρύφημα.
Χαῖρε, οἰκῶν ἐν Θεοῦ Βασιλείᾳ·
χαῖρε, στολίσας πολλοὺς εὐσεβείᾳ.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Κόσμον ὅλον ἠγάπας, εἰ καὶ πάντα ἠρνήθης τὰ τερπνὰ καὶ ἡδέα τοῦ κόσμου.Μύστης ὄντως τῶν ἐν οὐρανοῖς,διηκόνεις πάντας ἐν χαρᾷ, ἅπαντα εὐχαῖς σου ἁγιάζων,καὶ διδάσκων πᾶσι ψάλλειν οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Λάμψις ὅλη ἡλίου περιέβαλε, πάτερ,σεπτήν τε πολιὰν κεφαλήν σου,
ἐπισκεπτομένου σε Θεοῦ, χάριτι,ποιοῦντός τε ἰᾶσθαί σε τοὺς ἀσθενοῦντας,ὥστε ψάλλειν·

Χαῖρε, πλασθεὶς φωτὸς Θαβωρίου·
χαῖρε, γευθεὶς ζωῆς οὐρανίου.
Χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ ἱερεὺς εὐλαβέστατος·
χαῖρε, ἐντολῶν τηρητὴς ἀκριβέστατος.
Χαῖρε, σκήνωμα ἁπλότητος καὶ ἀγάπης θεϊκῆς·
χαῖρε, ἔμπλεως γενόμενος θεωρίας μυστικῆς.
Χαῖρε, ὅτι ἐφάνης ἡ λαμπὰς τῆς ἁγνείας·
χαῖρε, ὅτι ἐδείχθης κοινωνὸς ἀπαθείας.
Χαῖρε, ὁ χαρὰν πρὸς ὅλους σκορπίσας·
χαῖρε, ὁ Χριστὸν σφοδρῶς ἀγαπήσας.
Χαῖρε, ἀεὶ πρὸς Θεὸν μεσιτεύων·
χαῖρε, Παρθένον ἁγνὴν ἱκετεύων.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Μέγας ἐν τοῖς ὁσίοις ἀθλητὴς ἀνεδείχθης,ταπείνωσιν τὴν ἄκραν ἀσκήσας
καὶ ἀγάπην πολλὴν ἐν ταὐτῷ.Καὶ δαιμόνων φόβος καὶ κλαυθμὸς γέγονας
διώκων τούτους, ὅσιε,ὡς χαίροντας ἡμᾶς συμψάλλει

Ἀλληλούϊα.

Νοῦς ὁρῶν ταῖς ἀκτίσι Παρακλήτου ἐφάνης καὶ μύστης φοβερῶν καὶ ἀῤῥήτων. Ἑρμηνεύων δ’ ἀνθρώποις αὐτά,καὶ προφήτης ὄντως δέδειξαι, ὅσιε, μηνύων τὰ συμφέροντα τοῖς κράζουσιν ἐν θάμβει οὕτως·

Χαῖρε, ἀποῤῥήτων Θεοῦ ὁ προφήτης·
χαῖρε, ὁ τῶν λόγων Χριστοῦ ὑποφήτης.
Χαῖρε, ὁ αἰδέσιμος πᾶσι καὶ τίμιος·
χαῖρε, ἀληθείας ἡ βάσις στερέμνιος.
Χαῖρε, δῶρον τὸ θεόσταλτον, προσφερόμενον ἡμῖν·
χαῖρε, πάντων καταφύγιον ναυαγῶν καὶ ὁ λιμήν.
Χαῖρε, ὁ χορηγῶν τοῖς ἀσθενέσιν ἰάσεις·
χαῖρε, ὁ ἐρευνῶν τὰ μυστικὰ διοράσει.
Χαῖρε, καρπὸν τρυγήσας θεώσεως·
χαῖρε, τυχὼν καλῆς ἀλλοιώσεως.
Χαῖρε, ναὲ οὐρανίου σοφίας·
χαῖρε, στολὴν ὁ πλουτῶν παῤῥησίας.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Ξένα πάντως ποιῶν συ,καταπλήττεις τὸν κόσμον τὸν νοῦν εἰς οὐρανοὺς ἀνατείνων,ἀπελαύνων εὐχῇ δαίμονας φρικτούς,θεραπεύων πάντα πάθη δυσίατα,γνωστὰ ποιῶν ἀπόκρυφα πιστοῖς,οἳ τῷ Χριστῷ βοῶσιν·
Ἀλληλούϊα.

Ὅλος ἦσθα ἐν κόσμῳ, καὶ συνάμα μετεῖχες τῆς τοῦ Ἄθωνος τερπνῆς ἐρημίας.Ἡ καρδία σου ἦν ἐν αὐτῇ καὶ οὐδόλως ἀπῆσθα αὐτῆς πνεύματι.Ἐν Καυσοκαλυβίοις κοιμηθέντι δέ, βοῶμεν ταῦτα·

Χαῖρε, χαράν, εἰρήνην ὁ ἔχων·
χαῖρε, δ’ ἡμῖν ὁ ταῦτα παρέχων.
Χαῖρε, μοναζόντων ἀσύγκριτον ἄκουσμα·
χαῖρε, ἀσκουμένων ἐν κόσμῳ τὸ καύχημα.
Χαῖρε, ἀηδὼν γλυκύλαλος βίου ἡσυχαστικοῦ·
χαῖρε, ὁ πετῶν χρυσάετος νόου διορατικοῦ.
Χαῖρε, ὅτι ὑδάτων ἐντοπίζεις τὰς φλέβας·
χαῖρε, ὁ καὶ ἀπίστων ἀποσπάσας τὸ σέβας.
Χαῖρε, ἐν ᾧ σεμνύνονται γέροντες·
χαῖρε, δι’ οὗ καθαίρονται πταίοντες.
Χαῖρε, πολλῶν ἀσθενῶν ἡ ὑγεία·
χαῖρε, Χριστοῦ ἀληθὴς μαρτυρία.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Πάτμῳ ἀποκαλύψεις ἠξιώθης ἰδεῖν τεκαὶ ἀκοῦσαι ὡς ὁ Ἰωάννης.Καὶ ἀρθεὶς ἐν ἐκστάσει μικρᾷ,ἐθεώρεις πάντα φοβερά, ὅσιε,καὶ ἔμφοβος πρὸς Κύριον ἐβόας εὐγνωμόνως οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ῥώμην ἔχων ἐξ ὕψους Παρακλήτου τε χάριν,ἐδείχθης θεοφόρος ἐν κόσμῳ. Τὴν τοῦ μύρου ἀπέπνεις ὀσμήν·ἐθεάθης πάσχοντας ἐπισκέπτεσθαι, ἁγίους δ’ ὑποδέχεσθαι. Θαυμάζοντες διὸ βοῶμεν·

Χαῖρε, ὁ θείας ἰδὼν ὁράσεις·
χαῖρε, παρέχων ἡμῖν ἰάσεις.
Χαῖρε, καθ’ ὕπαρ ὁ ἁγίους δεχόμενος·
χαῖρε, ἀθέατος ἀέρι πετόμενος.
Χαῖρε, ἅγιε ἐγκόσμιε ταπεινώσει ὑψωθείς·
χαῖρε, πάμπολλα χαρίσματα Παρακλήτου ὁ δεχθείς.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς καρδίας ἡδύνας·
χαῖρε, ἀσθενειῶν σου ὑπομείνας ὀδύνας.
Χαῖρε, πηγὴ ἰάματα βρύουσα·
χαῖρε, αὐγὴ ἐρέβη φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁ γνοὺς τὸν Θεὸν καὶ ποθήσας·
χαῖρε, πολλοὺς εἰς Χριστὸν ὁ ζωγρήσας.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Σάλον τὸν ἐν καρδίαις καταπαύεις εὐχαῖς σου, γαλήνην χορηγῶν ἡμῖν, πάτερ.Καταυγάζεις σκότος τοῦ νοὸς καὶ ἐμπνέεις ὕμνους πρὸς Θεόν, ὅσιε. Διόπερ εὐγνωμόνως ἀνυμνοῦντες τῷ Θεῷ βοῶμεν·

Ἀλληλούϊα.

Τέλειος ἀπεδείχθηςὡς ποιμὴν τῶν ἀνθρώπων,τὴν ψυχήν σου τιθεὶς ὑπὲρ τούτων. Ἀποκόπτων γὰρ θέλημα σόν, ἐμαρτύρεις καθ’ ἡμέραν, ὅσιε,
γενόμενος διάκονος τῶν ἐν χαρᾷ πρός σε βοώντων·

Χαῖρε, Χριστὸν ἐν πόθῳ ζητήσας·
χαῖρε, αὐτοῦ τῇ πίστει ἀθλήσας.
Χαῖρε, ἀπαθείας λαμπρὸν ἐνδιαίτημα·
χαῖρε, ἐκπληρῶν εὐσεβούντων πᾶν αἴτημα.
Χαῖρε, νοῦς ὁ καθαρώτατος μυστηρίων θεωρός·
χαῖρε, πάντων, ἐν πολέμοις τοῦ Βελίαρ, ὁ φρουρός.
Χαῖρε, ὁ ἀψηφῶν τὰς ἀπειλὰς τοῦ δολίου·
χαῖρε, ὁ ἐντρυφῶν ἐν διδαχαῖς τοῦ Κυρίου.
Χαῖρε, σεπτὴ εἰκὼν τῆς πραότητος·
χαῖρε, πολλῆς τυχὼν ἱλαρότητος.
Χαῖρε, δι’ οὗ Ἐκκλησία ὑμνεῖται·
χαῖρε, δι’ οὗ ἀπιστία κλονεῖται.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Ὕμνους εὐχαριστίας,ἐκ δεινῶν λυτρωθέντες, προσφέρομεν τῇ σῇ εὐσπλαγχνίᾳ. Ἀγαπήσας γὰρ ὡς τέκνα ἡμᾶς, τὰς ἀγκάλας εἶχες ἀνοικτάς, ὅσιε,ἀεὶ τοῦ θάλπειν ἅπαντας καὶ στέγεις τοὺς πρὸς Κύριον βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Φωτοφόρος ἐφάνης προσευχόμενος, πάτερ,ἐκπλήξας εὐσεβεῖς σὲ ἰδόντας.
Τὸ γὰρ ἄϋλον ἤστραπτε φῶς χορηγόν σοι γνῶσιν ἐρευνᾶν ἄῤῥητα,
ἰᾶσθαί τε νοσήματα τῶν μελῳδούντων σοι τοιαῦτα·

Χαῖρε, λαμπὰς Χριστοῦ πυρφόρε·
χαῖρε, πατὴρ ἀληθῶς Χριστοφόρε.
Χαῖρε, εὐσεβείας πηγὴ ἡ ἀστείρευτος·
χαῖρε, ἀληθείας φωνὴ ἀδιάψευστος.
Χαῖρε, ὅτι σῷ χαρίσματι Κύπρῳ εἶδες εἰσβολήν·
χαῖρε, ὅτι ἀποτρέπεις τῶν δαιμόνων προσβολήν.
Χαῖρε, τὴν ἡσυχίαν ἐκ ψυχῆς ὁ ποθήσας·
χαῖρε, ποιμαντικὴν ταπεινῶς ὁ ἀσκήσας.
Χαῖρε, Χριστῷ τὴν ἀγάπην ἐκφαίνων·
χαῖρε, ψυχὰς τεθλιμμένων εὐφραίνων.
Χαῖρε, μονῆς σου φρουρὸς καὶ προστάτης·
χαῖρε, πολλῶν ἐν δεινοῖς παραστάτης.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Χάριν ἔλαβες, πάτερ, καὶ πηγὰς ἐντοπίζειν ὑδάτων, ἐν τῷ βάθει γῆς ὄντων.Καὶ πολλοῖς ὑπέδειξας αὐτάς, ὥστε γεωλόγους ἀπορεῖν, ὅσιε, χαίρειν δὲ γαιοκτήμονας καὶ κράζειν εὐχαρίστως·

Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντες εὐφροσύνως χαρισμάτων σου πλῆθος, ὑμνοῦμεν Παναγίαν Τριάδα.Ὑπ’ αὐτῆς ἀνεδείχθης ἀνὴρ διορατικὸς καὶ βρύων ἰάματα, φωτίζων τε μυστήρια,ἐμπνέων δὲ βοᾶν σοι πάντας·

Χαῖρε, πασῶν ἀρετῶν ἡ ἀκρότης·
χαῖρε, ζωῆς ἐν ἁγνείᾳ πιστότης.
Χαῖρε, εὐσεβείας θεμέλιος ἄῤῥηκτος·
χαῖρε, ἀληθείας κρουνὸς ὁ ἀείρυτος.
Χαῖρε, κρίνον τὸ ἡδύπνοον παραδείσου μυστικοῦ·
χαῖρε, ἄστρον φαεινότατον οὐρανοῦ πνευματικοῦ.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας λαμπρότης καὶ δόξα·
χαῖρε, τοῦ ἀντιπάλου συντρίβων τὰ τόξα.
Χαῖρε, Εὐβοίας ὁ θεῖος Εὐάγγελος·
χαῖρε, χαρᾶς, ἐλπίδος τε ἄγγελος.
Χαῖρε, παθῶν μιαρῶν ὁ καθαίρων·
χαῖρε, ψυχὰς πρὸς οὐράνια αἴρων.
Χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Ὦ τρισόλβιε πάτερ, ἀσκητῶν ὡραιότης,Πορφύριε, ἁπάντων προστάτα· (γ΄)
μετ’ ἀγγέλων Χριστὸν ἀνυμνῶν,μετανοίας δάκρυα ἡμῖν πάρεχε,καὶ Παραδείσου αἴτησον ἀπόλαυσιν τοῖς συμβοῶσιν·

Ἀλληλούϊα.

Καὶ αὖθις τὸ Κοντάκιον.
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Τοῦ Παρακλήτου τὸν ναὸν τὸν ἁγιώτατον,
καὶ τῆς Πανάγνου Θεοτόκου προσφιλέστατον
ἀνυμνήσωμεν Πορφύριον ἐκ καρδίας.
Ἀγαπᾷ γὰρ καὶ ἰᾶται πάντας, καὶ φρουρεῖ,
καὶ πρεσβεύει, ἵνα τύχωμεν θεώσεως.
Ὅθεν κράζομεν· χαίροις, πάτερ Πορφύριε.

Δίστιχον.

Παράσχου, Πορφύριε, χαράν, ὑγείαν τῷ, χαῖρε, βοῶντί σοι νῦν Εὐαγγέλῳ.

Η σωτηρία του υπηρέτη από τον Άγιο Μηνά

$
0
0
Κάποιος πλούσιος χριστιανός έταξε στον Άγιο Μηνά να προσφέρει έναν ασημένιο δίσκο στο ναό του. Παρήγγειλε λοιπόν στον αργυροχόο δύο δίσκους και του ζήτησε στον μεν ένα να γράψει το όνομα του Αγίου στον δε άλλον το όνομα το δικό του. 
Великомученик Мина
Επειδή όμως ο δίσκος ο προορισμένος για τον Άγιο έγινε λαμπρότερος και ωραιότερος, ο χριστιανός, από απληστία κινούμενος, δίχως να ντραπεί τον κράτησε για τον εαυτό του.

Ταξιδεύοντας λοιπόν στη θάλασσα, δείπνησε στο πλοίο χρησιμοποιώντας ασυλλόγιστα και χωρίς ευλάβεια τον δίσκο του Αγίου. Μετά το δείπνο ο υπηρέτης του ανευλαβούς χριστιανού προσπάθησε να πλύνει τον δίσκο στη θάλασσα με αποτέλεσμα να του πέσει στο νερό και να βυθισθεί. Τότε ο νεαρός υπηρέτης φοβήθηκε πολύ, σάστισε και, προσπαθώντας να πιάσει τον δίσκο, έπεσε κι αυτός στη θάλασσα. Όταν ο κύριός του αντελήφθη το συμβάν, συναισθάνθηκε ότι πλήρωνε τα επίχειρα της απληστίας του και τυπτόμενος από την συνείδησή του, παρακαλούσε τον Θεό να βρει έστω το λείψανο του μικρού υπηρέτη του, τάζοντας να δώσει στο ναό του Αγίου Μηνά και τον δεύτερο δίσκο, και τα χρήματα που άξιζε ο χαμένος στη θάλασσα δίσκος. Αφού βγήκε στη στεριά περίμενε με αγωνία στην ακρογιαλιά μήπως και εκβρασθεί το πτώμα του υπηρέτη. Και ενώ παρατηρούσε τη θάλασσα, βλέπει τον μικρό να βγαίνει ζωντανός από το νερό κρατώντας στα χέρια του και τον ασημένιο δίσκο του Αγίου!

Ο πλούσιος έφριξε από το θαύμα και έβγαλε φωνή μεγάλη την οποία ακούγοντας οι επιβάτες του πλοίου βγήκαν όλοι έξω και, βλέποντας το συμβάν, ρωτούσαν τον υπηρέτη, που τους διηγήθηκε τα εξής: «Μόλις έπεσα στη θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεις άνθρωποι. Ο μεγαλύτερος από αυτούς φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν νεαρός και ο τρίτος ήταν Διάκονος. Αυτοί οι τρεις με πήραν μαζί τους από τον βυθό και περπατώντας χθες και σήμερα, με έφεραν μέχρι εδώ».

Ο κύριος του παιδιού και οι επιβάτες του πλοίου ακούγοντας το εξαίσιο θαύμα, εδόξαζαν τον Θεό και εθαύμαζαν για τους τρόπους που χρησιμοποιεί προκειμένου οι άνθρωποι «εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθείν» (Προς Τιμόθεο Β’ 3,7).

Οι τρεις που έσωσαν τον υπηρέτη ήταν ο Άγιος Μηνάς (ο στρατιωτικός), ο Άγιος Βίκτωρ (ο νεαρός) (βλέπε ίδια ημέρα) και ο Άγιος Βικέντιος (ο Διάκονος) (βλέπε ίδια ημέρα).

Οι δύο τελευταίοι Άγιοι εμαρτύρησαν την ίδια ημέρα με τον Άγιο Μηνά. Τον 2ο αι. μ.Χ.. ο Άγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανός από τους ειδωλολάτρες και τον 3ο αι. μ. Χ. ο Άγιος Βικέντιος πέθανε έπειτα από σταύρωση και εξάρθρωση των μελών στην οποία τον υπέβαλαν οι βασανιστές του.

Θαυμαστά γεγονότα από το βίο του Αγίου Βασιλείου

$
0
0
Η ζωή του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου είναι μεστή γεγονότων, τα οποία καταδεικνύουν ότι βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους και κουρασμένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους, ανεξάρτητα από το γένος, τη φυλή και το θρήσκευμα.
Ας ανατρέξουμε σε κάποια από τα πιο θαυμαστά γεγονότα του βίου του Αγίου Βασιλείου:

Ιουλιανός ο Παραβάτης

Όταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης, ο ασεβής και διώκτης των Χριστιανών, θέλησε να πάει στην Περσία να πολεμήσει πέρασε κοντά από την Καισαρεία. Ο Άγιος Βασίλειος γνωρίζοντας τον από την Αθήνα όπου ήταν συμφοιτητές πήγε μαζί με τον λαό να τον τιμήσει. Ο Ιουλιανός απαίτησε να του δωρίσει, αφού ο Άγιος δεν είχε τίποτε άλλο, τρεις από τους κριθαρένιους άρτους του. Ο Άγιος το έκανε και ο Ιουλιανός διέταξε τους υπηρέτες να ανταμείψουν τη δωρεά και να δώσουν χόρτο από το λειβάδι. Ο Άγιος Βασίλειος βλέποντας την καταφρόνηση του βασιλιά του είπε «εμείς, βασιλιά ότι μας ζήτησες από κείνο που τρώμε σου το προσφέραμε κι εσύ μας αντάμειψες από κείνο που τρως». Τότε ο Ιουλιανός θύμωσε πάρα πολύ και απείλησε, ότι όταν θα επιστρέψει από την Περσία νικητής, θα κάψει την πόλη και τον λαό θα τους πάρει δούλους. Όσο για τον ίδιο τον Άγιο Βασίλειο θα τον ανταμείψει όπως πρέπει.

Ο Άγιος Βασίλειος όταν πήγε στην πόλη ζήτησε από το λαό να μαζέψουν ότι πολύτιμο είχαν και να το αποθηκεύσουν κάπου έως ότου επιστρέψει ο φιλοχρήματος Ιουλιανός για να του το προσφέρουν. Ίσως κι έτσι κατευνάσουν την οργή του.

Όταν έμαθε ότι επιστρέφει ο άφρων βασιλιάς, ο Άγιος Βασίλειος ζήτησε από τους πολίτες να προσευχηθούν και να νηστεύσουν τρεις μέρες. Μετά όλοι μαζί ανέβηκαν στο δίδυμον όρος της Καισαρείας όπου στη μια από τις δύο κορυφές ήταν ο ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου. Εκεί προσευχόμενος ο Άγιος είδε σε οπτασία, μια μεγάλη ουράνια στρατιά, να κυκλώνει το όρος και στη μέση να κάθεται σε θρόνο μια γυναίκα (η Παναγία) και να δοξάζεται, η οποία γυναίκα είπε στους αγγέλους να της φέρουν τον Μερκούριο για να φονεύσει τον Ιουλιανό, τον εχθρό του υιού της. Έπειτα είδε τον Μάρτυρα Μερκούριο να φθάνει οπλισμένος μπροστά στην βασίλισσα των Αγγέλων κι όταν εκείνη τον πρόσταξε αυτός να φεύγει γρήγορα. Κατόπιν προσκάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και του έδωσε ένα βιβλίο που ήταν γραμμένη όλη η δημιουργία της κτίσεως κι έπειτα του ανθρώπου. Στην αρχή του βιβλίου ήταν η επιγραφή «Είπε» και στο τέλος του βιβλίου εκεί που έγραφε για την πλάση του ανθρώπου ήταν η επιγραφή «Τέλος». Μόλις είδε την οπτασία αυτή ο Άγιος ξύπνησε.

Το νόημα της οπτασίας του βιβλίου, ήταν ότι ο Άγιος Βασίλειος έγραψε, όντως, ερμηνεία στην Εξαήμερον του Μωϋσέως στην οποία διηγείται, πως ο Θεός εποίησε τον ουρανό, την γη, τον ήλιο, την σελήνη, τη θάλασσα, τα ζώα και όλα τα αισθητά κτίσματα. Όταν όμως, έμελλε να γράψει και για την έβδομη ημέρα κατά την οποία ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την Εύα, τότε ο Μέγας αυτός Άγιος άφησε την τελευταία του πνοή στη γη και πήγε στους ουρανούς να συναντήσει τον Κύριον του που με δύναμη αγάπησε και που γι’ Αυτόν μέσα σε πολύ σύντομο διάστημα που έζησε έπραξε τόσα πολλά και τόσο μεγάλα. Το έργο του συμπλήρωσε κατόπιν ο αδελφός του ο Άγιος Γρηγόριος ο Αρχιεπίσκοπος Νύσσης, που έγραψε για την έβδομη ημέρα της πλάσεως του ανθρώπου.
Όταν ο Άγιος είδε την οπτασία, πήγε στην πόλη με μερικούς κληρικούς, στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, όπου μη βρίσκοντας το λείψανο του Αγίου και τα όπλα του που φυλάσσονταν στον Ναό έναν αιώνα αφότου μαρτύρησε επί της βασιλείας του Βαλεριανού και Βαλερίου, κατάλαβε τι είχε συμβεί κι έτρεξε αμέσως στο λαό να τους ειδοποιήσει ότι ο άφρων Ιουλιανός φονεύθηκε.
Βλέποντας το θαύμα οι Χριστιανοί και την παρρησία του Αγίου Βασιλείου δεν θέλησαν να πάρουν πίσω την περιουσία που είχαν αποθηκεύσει για τον τύραννο Ιουλιανό. Ο Άγιος όμως αφού τους επαίνεσε για την πράξη τους, το ένα τρίτο του ποσού τους το έδωσε και τα υπόλοιπο ποσό το διέθεσε για να κτίσουν πτωχοτροφεία, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, γηροτροφεία και ορφανοτροφεία.

Ουάλης

Μετά τον Ιουλιανό τον παραβάτη, βασίλευσε ο θεοσεβής Ιοβιανός μόνο για ένα χρόνο και κατόπιν τη βασιλεία παρέλαβαν ο Ουαλεντιανός και ο αδελφός του Ουάλης που ήταν αιρετικός, οπαδός του Αρειανισμού και διώκτης των Ορθοδόξων Χριστιανών. Ο Ουάλης αφού πήρε με το μέρος του όλους τους επισκόπους, θέλησε να κάμψει και τον Μέγα Βασίλειο που έμαθε ότι ήταν ανένδοτος. Έστειλε δύο δικούς του ανθρώπους, οι οποίοι με απειλές προσπάθησαν να αποδεχθεί ο Άγιος τις αιρετικές και βλάσφημες δοξασίες του Αρείου. Ο ένας, μάλιστα ο άρχοντας Μόδεστος αφού γύρισε άπραγος στον βασιλιά του είπε ότι, ευκολότερο είναι να μαλακώσει κανείς το σίδηρο παρά την γνώμη του Βασιλείου. Ακούγοντας αυτά ο βασιλιάς Ουάλης θέλησε να πάει ο ίδιος στον Μέγα Βασίλειο. Αυτό και έκανε. Ήταν η μεγάλη εορτή των Θεοφανείων, όταν έφθασε ο βασιλιάς στον Ναό. Εκεί είδε την τάξη και την ησυχία των Χριστιανών που παρακολουθούσαν, τον Άγιο Βασίλειο να τους διδάσκει, σεμνός, απέριττος, με λόγο δυνατό, γεμάτο σοφία και χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο βασιλιάς έδειξε να μετανιώνει κι αφού μίλησε με τον Άγιο, έφυγε.

Οι Αρειανοί Αρχιερείς, όμως και πάλι μετέβαλαν τη γνώμη του βασιλιά και τον έπεισαν να εξορίσει τον Άγιο. Όρισε τότε ο βασιλιάς να συντάξουν ένα κείμενο με την απόφαση της εξορίας του Αγίου. ‘Ομως, βλέποντας ότι το χέρι εκείνου που θα έγραφε την απόφαση της εξορίας, ξεράθηκε και το ίδιο του το παιδί αρρώστησε βαριά, κάλεσε τον Άγιο να προσευχηθεί. Και κείνος μόνο που είδε το παιδί το ίασε. Και τον Μόδεστο, ακόμη γιάτρευσε που και κείνος κινδύνευε να πεθάνει. Αυτά είδε ο βασιλιάς και γύρισε στο θρόνο του.

Ο βασιλιάς Ουάλης αργότερα, θέλησε να χωρίσει την επαρχία της Καππαδοκίας σε δύο επαρχίες, με έδρα την Καισάρεια στη μία και τα Τύανα στην άλλη. Οι επίσκοποι αιρετικοί όπως ήταν βρήκαν ευκαιρία, γιατί συνέχεια φιλονικούσαν με τον Άγιο Βασίλειο να χωρίσουν και τις Μητροπόλεις σε δύο, ορίζοντας δικό τους Μητροπολίτη στα Τύανα. Τότε ο Άγιος με ταπείνωση τους είπε ότι η Εκκλησία δεν έχει υποχρέωση να ακολουθεί την βασιλεία, αλλά η βασιλεία την Εκκλησία, ούτε είναι πρέπον να χωρίζουν οι Μητροπολίτες, οι μιμητές του Χριστού επειδή χώρισαν οι έπαρχοι. Δεν τον άκουσαν όμως οι επίσκοποι και όρισαν Μητροπολίτη Τυάνων κάποιον Άνθιμον. Κι όχι μόνο αυτό αλλά έκλεψαν και κάποια κτήματα του Ναού του Αγίου Ορέστου που ήταν στη δικαιοδοσία του Αγίου Βασιλείου. Ο Άγιος ως μιμητής Χριστού, ειρήνευσε και αρκέσθηκε στην επαρχία της Καισαρείας. Βλέποντας ο Θεός την υπομονή του, σύντομα τιμώρησε τον Μητροπολίτη Τυάνων Άνθιμον και ενώθηκαν και πάλι οι επαρχίες. Τότε είναι καθώς λένε ότι χειροτόνησε ο Άγιος Βασίλειος τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο Επίσκοπο στα Σάσιμα.

Αργότερα πάλι, με περίσσιο θράσος οι Αρειανοί επίσκοποι και με την άδεια του βασιλιά Ουάλη εκδίωξαν τον Ορθόδοξο Αρχιερέα της Νίκαιας και τους Χριστιανούς της πόλης και κατέλαβαν τον Μητροπολιτικό Ναό. Τότε έδρασε γι’ άλλη μια φορά ο Μέγας αυτός Άγιος της Εκκλησίας μας και αφού πήρε την άδεια του βασιλιά να διευθετήσει όπως αυτός ήθελε με τον τρόπο του, αρκεί να είναι δίκαιος και για τα δύο μέρη, έφθασε στη Νίκαια και είπε να σφραγίσουν τον Ναό και οι Ορθόδοξοι και οι Αρειανοί και αφού προσευχηθούν πρώτα οι οπαδοί του Αρείου, εάν ανοίξουν οι πύλες να πάρουν αυτοί τον Ναό, εάν όμως όχι να προσευχηθούν οι Ορθόδοξοι και εάν ανοίξουν οι πύλες να τους δοθεί και πάλι ο Ναός εάν όχι να πάει στους Αρειανούς. Συμφώνησαν όλοι και περισσότερο οι Αρειανοί αφού πλεονεκτούσαν στη περίπτωση που δεν άνοιγαν οι πύλες. Έτσι κι έγινε. Προσευχήθηκαν πρώτα οι Αρειανοί, για τρεις ημέρες. Πώς να τους ακούσει ο Υιός του Θεού, όταν αυτοί τον υβρίζουν; Οι πύλες και βέβαια έμειναν κλειστές. Μετά προσευχήθηκαν οι Ορθόδοξοι με τον Άγιο Βασίλειο στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Διομήδους, που ήταν κοντά στον Μητροπολιτικό Ναό. Κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος με όλο το πλήθος των Ορθοδόξων Χριστιανών πήγαν στο Μητροπολιτικό Ναό και όταν ακούσθηκε ο Μέγας Βασίλειος να λέει «Ευλογητός ο Θεός των Χριστιανών εις τους αιώνας των αιώνων», έσπασαν οι μοχλοί και οι κλειδαριές και οι πύλες άνοιξαν. Μετά από αυτό το θαύμα ο Ναός επανήλθε στους Ορθοδόξους και πολλοί από τους πιστούς του Αρείου έγιναν Ορθόδοξοι.

Οσιος Εφραίμ ο Σύρος

Μαθαίνοντας ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, τα θαύματα του Αγίου Βασιλείου, παρακάλεσε τον Θεό να του αποκαλύψει ποιος είναι ο Άγιος. Είδε τότε στήλη πυρός που έφθανε μέχρι τον ουρανό και άκουσε μια φωνή να λέει «Εφραίμ, Εφραίμ, καθώς την πυρίνην ταύτην στήλην, τοιούτος είναι ο Μέγας Βασίλειος». Τότε γρήγορα έφυγε από την έρημο παίρνοντας μαζί του ένα διερμηνέα που να μιλάει την Ελληνική και Συριακή γλώσσα και πήγε να βρει τον Άγιο Βασίλειο. Έφθασε την ημέρα της εορτής των Θεοφανείων, όταν την ώρα εκείνη λειτουργούσε ο Μέγας Βασίλειος και βλέποντας ο Όσιος Εφραίμ τα λαμπρά και πολύτιμα άμφια τα οποία φορούσε ο Άγιος Βασίλειος, θέλησε να φύγει γιατί νόμιζε ότι μάταια πήγε. Τότε έστειλε, ο Άγιος Βασίλειος ένα διάκονο να βρει στη δυτική πύλη τον Όσιο Εφραίμ και να τον φέρει στο ιερό. Ο Όσιος δεν θέλησε να πάει λέγοντας στον διάκονο, ότι μάλλον πλανήθηκε ο Αρχιερέας, γιατί αυτοί είναι ξένοι. Έστειλε πάλι τον διάκονο ο Άγιος Βασίλειος λέγοντας του να του πει «Κύριε Εφραίμ, ελθέ εις το Άγιον Βήμα, διότι σε καλεί ο Αρχιεπίσκοπος». Κατάλαβε έτσι ο Όσιος ότι στήλη πυρός ήταν ο Μέγας Βασίλειος και πήγε στο Άγιο Βήμα και αφού τον ασπάσθηκε συνομίλησε μαζί του για πνευματικά θέματα και θεία νοήματα.

Μια χάρη σου ζητώ, Άγιε Δέσποτα του είπε μέσω του διερμηνέα του ο Όσιος Εφραίμ, να προσευχηθείς στον Κύριο μας να μου χαρίσει το Πανάγιο Πνεύμα την δύναμη να μιλήσω Ελληνικά. Προσευχήθηκε ο Άγιος Βασίλειος μαζί με τον Όσιο Εφραίμ και να το θαύμα. Ο Όσιος πραγματικά μίλησε Ελληνικά. Κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος εχειροτόνησε τον Όσιο Εφραίμ Ιερέα και τον διερμηνέα του Διάκονο.

Μιμητής Χριστού

Όταν κάποτε παρατήρησε τον τοπικό άρχοντα για μία αδικία που έκανε σε μια χήρα γυναίκα, κι αφού ο άρχοντας δεν συμμορφώθηκε, αναγκάσθηκε ο Άγιος να του πει, ότι όπως έμενε ασυγκίνητος στις εκκλήσεις αυτής της αδικημένης γυναίκας έτσι κάποιοι θα μένουν ασυγκίνητοι όταν αυτός ο ίδιος θα έχει την ανάγκη τους. Έτσι έγινε όταν ο βασιλιάς του έδειξε την οργή του, οδηγώντας τον σιδηροδέσμιο οι στρατιώτες του στις πόλεις για να πληρώσει τις αδικίες που είχε κάνει. Τότε κατάλαβε την πρόρρηση του αγίου και παρακάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και τον Θεό να τον λυπηθεί. Ο αμνησίκακος Άγιος προσευχόμενος στον Θεό και μόνο με την ευχή του ηρέμησε το βασιλιά και μετά από έξι μέρες αφ’ ότου ο δυστυχής άρχοντας παρακάλεσε τον Άγιο Βασίλειο έφθασε γράμμα από το βασιλιά όπου τον ελευθέρωνε. Μ’ αυτό τον τρόπο συνετίσθηκε ο άρχοντας κι αναγνώρισε την καλωσύνη του Αγίου τον οποίο κι ευχαρίσθησε. Και στη γυναίκα που είχε αδικήσει έδωσε διπλάσιο το ποσό.

Προς το τέλος της επίγειας πορείας του, καθώς μετέβαινε στην Εκκλησία, μία αμαρτωλή γυναίκα έπεσε στα πόδια του ρίχνοντας ένα γράμμα στο οποίο έγραψε τις αμαρτίες της, γιατί ντρεπόταν η ίδια να τις ξεστομίσει και κλαίγοντας παρακαλούσε τον Άγιο να το διαβάσει και να συγχωρήσει τις αμαρτίες της. Ο Άγιος την παρηγόρησε, και είπε ότι μόνο ο Κύριος συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Φιλεύσπλαχνος, όπως ήταν, κρατούσε το γράμμα σ’ όλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Στο τέλος κάλεσε τη γυναίκα και της επέστρεψε το γράμμα. Εκείνη μόλις το άνοιξε δεν βρήκε τίποτε γραμμένο, παρά μόνο ένα σημείο όπου αναφέρει ένα θανάσιμο αμάρτημά της. Κλαίγοντας πάλι τον παρακαλούσε να την λυπηθεί και να προσευχηθεί και πάλι στο Θεό να τη συγχωρήσει. Ο Άγιος Βασίλειος τότε της είπε να πάει αμέσως στην έρημο να βρει τον Όσιο Εφραίμ και να δεηθεί αυτός, στον Θεό για το αμάρτημα της. Η γυναίκα χωρίς να χρονοτριβήσει με την ευχή του Αγίου πήγε αμέσως στην έρημο. Εκεί βρήκε τον Όσιο Εφραίμ κι αφού του διηγήθηκε την ιστορία της, τον παρακάλεσε θερμά.

Ο Όσιος όμως της αρνήθηκε, λέγοντας της να πάει στον Άγιο Βασίλειο όπου οι δικές του δεήσεις έσβησαν τις αμαρτίες της έτσι αυτός πάλι μπορεί να δεηθεί στον Κύριο και για τη μία αμαρτία που έμεινε. Να το κάνει σύντομα όμως γιατί ο Άγιος σε λίγο πεθαίνει. Εκείνη μόλις το άκουσε έφυγε τρέχοντας να προλάβει ζωντανό τον Άγιο. Όταν έφθασε, όμως η δύστυχη βρήκε το φέρετρο του και πλήθος κόσμου πάνω του. Έκλαιγε και φώναζε, ρίχνοντας το γράμμα στα πόδια του Αγίου είπε σε όλους την ιστορία. Κλαίγοντας έλεγε ότι ο Άγιος μπορούσε να δεηθεί και γι’ αυτή την αμαρτία αλλά την έστειλε σε άλλον. Ένας Ιερέας τότε θέλησε να δει στο γράμμα για ποια αμαρτία μιλούσε η γυναίκα. Και τότε να το θαύμα. Δεν υπήρχε στο γράμμα τίποτε γραμμένο.

Κατά την τελευταία μέρα πάλι της ζωής του ο Άγιος και Μέγας Βασίλειος έκανε Χριστιανό τον Εβραίο γιατρό και φίλο του Ιωσήφ καθώς και όλη του την οικογένεια με θαυμαστό τρόπο. Αφού ο γιατρός τον επισκέφθηκε, ρώτησε ο Άγιος να του πει πόσες ώρες του μένουν. Αυτός πιάνοντας τον σφυγμό του, του είπε ότι μένουν λίγες ώρες, κι ότι στη δύση του ηλίου θα πεθάνει. Ο Άγιος τότε του είπε ότι αν ζήσει μέχρι την επόμενη ημέρα τι θα κάνει. Ο Ιωσήφ του είπε ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο να πεθάνει ο ίδιος. Καλά το λες του είπε ο Άγιος να πεθάνεις την αμαρτία και να ζήσεις εν Χριστώ. Δέχθηκε ο Ιωσήφ γιατί ήταν αδύνατο με τους φυσικούς νόμους να συνέβαινε κάτι τέτοιο. Όταν έφυγε ο Εβραίος, προσευχήθηκε ο Άγιος Βασίλειος στον Θεό να του παρατείνει τη ζωή και για να δώσει την πραγματική ζωή στο φίλο του Ιωσήφ και στην οικογένεια του και για να προλάβει να έρθει εκείνη η δυστυχισμένη γυναίκα, που έστειλε στην έρημο στον Όσιο Εφραίμ. Ο Θεός άκουσε τη δέηση του αγαπημένου δούλου του. Την επόμενη ημέρα το πρωΐ ζήτησε να του φέρουν τον Εβραίο γιατρό. Εκείνος αμέσως πήγε στο σπίτι του Αγίου νομίζοντας ότι θα τον βρει νεκρό. Βλέποντας όμως ότι ο Άγιος Βασίλειος ήταν ζωντανός χωρίς καν σφυγμό και ζωή στις φλέβες του έπεσε στα πόδια του κι αναγνώρισε τον αληθινό Θεό και Σωτήρα Ιησού Χριστό. Σε λίγο ο ίδιος ο Άγιος βάπτισε τον Ιωσήφ με το όνομα Ιωάννη και όλη του την οικογένεια.

Γύρω στις δέκα ρώτησε πάλι ο Άγιος τον φίλο του «Κύριε Ιωάννη πότε θα πεθάνω;» κι εκείνος του απάντησε «όταν ορίσεις εσύ Δέσποτα».

Σταυρός: Πώς πρέπει να γίνεται και τι σημαίνει

$
0
0
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός
Ακούσατε, χριστιανοί μου, πώς πρέπει να γίνεται ο σταυρός και τί σημαίνει. Μας λέγει το άγιον Ευαγγέλιον πως η αγία Τριάς, ο Θεός, δοξάζεται εις τον ουρανόν περισσότερον από τους αγγέλους. Τί πρέπει να κάμης και εσύ;
Ο Σταυρός γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο. Σμίγεις τα τρία σου δάκτυλα με το δεξιόν το χέρι σου και, μην ημπορώντας να ανεβής εις τον ουρανόν να προσκύνησης, βάνεις το χέρι σου εις το κεφά­λι σου, διότι το κεφάλι σου είναι στρογγυλό και φανερώνει τον ουρανόν, και λέγεις με το στόμα: Καθώς εσείς οι άγγελοι δοξάζετε την αγίαν Τριάδα εις τον ουρανόν, έτσι και εγώ, ως δούλος ανάξιος, δοξάζω και προσκυνώ την αγίαν Τριάδα.

Και καθώς αυτά τα δάκτυλα είναι τρία -είναι ξεχωριστά, είναι και μαζί- έτσι είναι και η αγία Τριάς, ο Θεός, τρία πρόσωπα και ένας μόνος Θεός. Κατεβάζεις το χέρι σου από το κεφάλι σου και το βάνεις εις την κοιλίαν σου και λέγεις: Σε προσκυνώ και σε λατρεύω, Κύριέ μου, ότι κατεδέχθης και εσαρκώθης εις την κοιλίαν της Θεοτόκου διά τας αμαρτίας μας. Το βάζεις πάλιν εις τον δεξιόν σου ώμον και λέγεις: Σε παρακαλώ, Θεέ μου, να με συγχωρήσης και να με βάλης εις τα δεξιά με τους δικαίους. Βάνοντάς το πάλι εις τον αριστερόν ώμον, λέγεις: Σε παρακαλώ, Κύριε μου, μη με βάλης εις τα αριστερά με τους αμαρτωλούς.

Έπειτα, κύπτοντας κάτω εις την γην: Σε δοξάζω, Θεέ μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω ότι, καθώς εβάλθηκες εις τον τάφον, έτσι θα βαλθώ και εγώ. Και όταν σηκώνεσαι ορθός, φανερώνεις την Ανάστασιν, και λέγεις: Σε δοξάζω, Κύριε μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω, πως αναστήθηκες από τους νεκρούς, διά να μας χαρίσης την ζωήν την αιώνιον. Αυτό σημαίνει ο πανάγιος σταυρός.

Γιατί ο Ιησούς διάλεξε τον Ιορδάνη ποταμό για να βαπτισθεί;

$
0
0
Στον Ιορδάνη ποταμό είχαν γίνει πολλά θαύματα και ήταν πλήρης χαρίτων, αγιασμένος, για αυτό ο Χριστός μετέβη στον Ιορδάνη ποταμό.
Ένα εκ των θαυμάτων συνέβη όταν διήλθε από τον Ιορδάνη ο Ιησούς του Ναυή με την Κιβωτό, την οποία την κρατούσαν οι δώδεκα ιερείς. 
Με εντολή του Ιησού του Ναυή μπήκαν οι ιερείς με την κιβωτό και τότε έγινε ένα θαύμα παράδοξο: Ο Ιορδάνης στράφηκε προς τα πίσω και απέμεινε τόσο νερό, όσο ήταν αρκετό για να βραχούν οι ιερείς μόνο μέχρι τον αστράγαλο. Και έτσι έμειναν τα νερά έως ότου πέρασαν όλοι οι Εβραίοι.

Όταν ο Προφήτης Ηλίας, πέρασε τον Ιορδάνη με τον Ελισσαίο, πάλι ο ποταμός έγινε σαν στεριά. Ο Προφήτης Ηλίας «χτύπησε» με την μηλωτή του τον ποταμό και άνοιξε στο μέσον του δρόμος, ώστε πέρασαν και οι δύο χωρίς να βραχούν. Τότε ο Ηλίας ανελήφθη στους ουρανούς (ανέβηκε με άμαξα πύρινη και με τέσσερα άλογα πύρινα, ως εις τον ουρανόν), και άφησε την μηλωτή του στον Ελισσαίο. Προσπάθησε, λοιπόν, με την σειρά του κατόπιν ο Ελισσαίος να «χτυπήσει» τα νερά για να περάσει πάλι πίσω και δεν έγινε τίποτα. Τότε επικαλέστηκε τον Θεό του Ηλία και αμέσως επαναλήφθηκε το θαυμαστό αυτό γεγονός

Ένα ακόμα θαύμα, συνέβη όταν ένας στρατηγός του Βασιλιά της Συρίας, ο Νεεμάν, είχε λέπρα και πήγε στον Προφήτη Ελισσαίο να τον θεραπεύσει. Εκείνος, όμως, καθόλου δεν τον συνάντησε, αλλά του διεμήνυσε να πάει να λουστεί στον Ιορδάνη ποταμό και θα γίνει καλά. Αυτός θύμωσε αρχικά, για την αντιμετώπισή του από τον Προφήτη, αλλά στο τέλος υπάκουσε και έγινε πράγματι εντελώς καλά.

Κάποτε πήγαν ξυλοκόποι στην όχθη του Ιορδάνη, για να κόψουν ξύλα. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Προφήτης Ελισσαίος. Εκεί, καθώς έκοβαν τα ξύλα ξεκόλλησε ο πέλεκυς από την λαβή και έπεσε το σιδερένιο μέρος του τσεκουριού στο ποτάμι μέσα. Τότε ο Προφήτης, πήρε την ξύλινη λαβή και την ακούμπησε στο χείλος του ποταμού και είπε : Δείξε θαύμα Θεέ μου. Και αμέσως ξεπήδησε το σιδερένιο μέρος από το ποτάμι και μπήκε στο μέσο της λαβής, και έγινε ως Σταυρός. Σε ένα τροπάριο του κοσμά του Μελωδού αναφέρεται αυτό το θαύμα που ήταν η προτύπωση του Αγίου Βαπτίσματος, αλλά και του Τιμίου Σταυρού:
«Ο βυθώ κολπωσάμενος, τέμνουσαν ανέδωκεν Ιορδάνης ξύλω, τω Σταυρώ και το Βαπτίσματι, την τομήν της πλάνης τεκμαιρόμενος». Ο Ιορδάνης που δέχτηκε μέσα του το σίδερο που κόβει, πάλι το έδωσε πίσω στο ξύλο του, και όπως με το τσεκούρι κόβονται τα ξύλα έτσι με τη Δύναμη του Σταυρού και του Αγίου Βαπτίσματος κόπηκε η πλάνη και η αμαρτία,

Αλλά πολλά ακόμα θαύματα έγιναν, όπως ο Γεδεών ο Κριτής που πέρασε τον Ιορδάνη χωρίς να βραχεί ή και ο Ιακώβ ο υιός του Ισαάκ, ο αδελφός του Ησαύ, που και αυτός τον πέρασε με μία ράβδο, όπως λέει ο ίδιος «Εν γαρ τη ράβδω μου ταύτη διέβην τον Ιορδάνην».

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: «Με την αγάπη και τα δάκρυα μπορούμε να διορθώσουμε και τους κακούς»

$
0
0
Θέλεις να διορθώσεις τον αδερφό σου? Δάκρυσε, προσευχήσου στο Θεό γι΄αυτόν, αφού τον πάρεις ιδιαιτέρως, παρακίνησε τον στο καλό, συμβούλεψε τον, παρακάλεσε τον.
Πολλοί πολλές φορές δεν ωφελήθηκαν καθόλου απο τις συμβουλές, συγκινήθηκαν όμως απο τα δάκρυα και την συμπάθεια.Με την αγάπη και τα δάκρυα μπορούμε να διορθώσουμε και τους κακούς.

Πόνεσε σύ, ίσως έτσι συνέλθει και πονέσει κι εκείνος. Όπως ακριβώς ο άρρωστος που δεν έχει όρεξη, όταν δεί τον γιατρό του να τρώει φαγητό, παρακινείται κι αυτός να φάει, έτσι θα συμβεί κι εδώ, αν ο κακός σε δεί να θρηνείς για την κατάσταση του, θα μαλακώσει, θα γίνει καλός και πράος άνθρωπος.

Όταν λοιπόν δείς τον αδελφό σου να είναι σκληρός και αδιάλλακτος και να μην σε προσέχει, λέγε μέσα σου "μήπως με την πάροδο του χρόνου μπορέσω να τον πείσω ". Και ο απόστολος Παύλος το ίδιο έλεγε να κάνουμε "ο δούλος του Κυρίου δεν πρέπει να φιλονικεί αλλα οφείλει να είναι ήπιος και γλυκύς προς όλους και να σωφρονίζει με πραότητα τους αντιφρονούντες, μήπως κάποτε τους δώσει ο Θεός μετάνοια και οδηγηθούν στην ορθή γνώση της αλήθειας."

Θεέ μου, άγγιξέ με και πάρε μου την τεμπελιά

$
0
0
π. Ανδρέας Κονάνος
Μου 'πε ένας φίλος μου ότι κάνει μια ώρα προσευχή το πρωί. Και μία ώρα το βράδυ. Κι όλη μέρα νιώθει το Θεό δίπλα Του, όπως νιώθεις το άρωμα που φοράς, χωρίς να το σκέφτεσαι με άγχος ή πίεση. Απλά το... μυρίζεις και σου 'ρχονται ριπές δηλωτικές της παρουσίας του.
Ο φίλος μου αυτός έχει γυναίκα και παιδιά, και δουλειές, και δεν είναι παπάς ή επαγγελματίας του είδους. Είναι ένας απλός άνθρωπος, σύγχρονος, μοντέρνος, ωραίος.
Και καθόλου «θεούσος». Και είναι τόσο μπροστά. Ζηλεύω... Μοιάζω με τα παιδιά που βλέπουν τα παιχνίδια στις βιτρίνες και ζηλεύουν και τα θέλουν όλα. Θεέ μου, άγγιξέ με και πάρε μου την τεμπελιά.
Viewing all 19379 articles
Browse latest View live