Ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς
Τὸ νὰ τρῶμε καὶ νὰ πίνουμε ἀπ’ ὅλα ὅσα μᾶς παραθέτουν, εὐχαριστώντας τὸν Θεό, δὲν εἶναι καθόλου ἀντίθετο μὲ τὴν πνευματικὴ γνώση· γιατὶ ὅλα τὰ δημιουργήματα εἶναι πολὺ καλά.
Τὸ νὰ ἀπέχουμε ὅμως εὐχαρίστως ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ εὐχάριστα φαγητά, αὐτὸ εἶναι δεῖγμα μεγαλύτερης πνευματικῆς διακρίσεως καὶ γνώσεως.
Ὡστόσο, δὲν θὰ καταφρονήσουμε εὐχαρίστως τὰ εὐχάριστα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἂν μὲ ὅλη μας τὴν πνευματικὴ αἴσθηση καὶ μὲ πληροφορία καρδιᾶς δὲν γευθοῦμε τὴ γλυκύτητα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν τὸ σῶμα εἶναι βαρὺ ἀπὸ πολλὰ φαγητά, κάνει τὸ νοῦ δειλὸ καὶ δυσκίνητο· ἐνῶ ὅταν ἀτονεῖ ἀπὸ τὴ μεγάλη ἐγκράτεια, κάνει τὸ θεωρητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς νὰ γίνεται σκυθρωπὸ καὶ νὰ ἀποφεύγει τοὺς λόγους.
Πρέπει λοιπὸν νὰ κανονίζουμε τὶς τροφὲς ἀνάλογα μὲ τὴν κατάσταση τοῦ σώματος, ὥστε, ὅταν εἶναι ὑγιές, νὰ χαλιναγωγεῖται ὅπως πρέπει, καὶ ὅταν εἶναι ἄρρωστο, νὰ περιθάλπεται μὲ μέτρο. Γιατὶ δὲν πρέπει νὰ ἀτονεῖ στὸ σῶμα ὁ ἀγωνιστής, ἀλλὰ νὰ ἔχει τὴν ἀπαραίτητη ἀντοχὴ γιὰ τὸν ἀγώνα, ὥστε καὶ οἱ σωματικοὶ κόποι νὰ συμβάλλουν ἀνάλογα στὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς.
Ὅταν ἡ κενοδοξία μᾶς φλογίζει πολὺ νὰ ἐπιδειχτοῦμε, βρίσκοντας ἀφορμὴ τὴν ἐπίσκεψη ἀδελφῶν ἢ ξένων, καλὸ εἶναι κατὰ τὸ χρόνο αὐτὸ νὰ ἀφήνουμε τὴ συνηθισμένη [αὐστηρὴ] δίαιτά μας. Ἔτσι θὰ διώξουμε τὸ δαίμονα τῆς κενοδοξίας ἄπρακτο, καὶ θὰ τὸν κάνουμε νὰ πενθεῖ περισσότερο γιὰ τὴν ἐπίθεση ποὺ μᾶς ἔκανε, καὶ ἄριστα θὰ ἐκπληρώσουμε τὸ νόμο τῆς ἀγάπης, καὶ μὲ τὴ συγκατάβαση δὲν θὰ φανερώσουμε τὸ μυστικὸ τῆς ἐγκράτειας.