Γεωργίου Ζαραβέλ-Θεολόγου
ΜΑ Ιστορικής Θεολογίας - Λειτουργικής ΕΚΠΑ
Η Οπισθάμβωνη ή Οπισθάμβωνος Ευχή συνιστά ένα από τα στοιχεία του τελευταίου μέρους της Θείας Λειτουργίας, της απόλυσης της σύναξης, δηλαδή της κατακλείδας του μυστηρίου και της ειρηνικής αποχώρησης των μελών της κοινότητας μετά την επιτέλεση του.
Άμβωνας με δύο κλίμακες
Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλαμπάκας
Η ευχή, συγκεκριμένα, συνιστά το δεύτερο τμήμα της ενότητας της απόλυσης της Θείας Λειτουργίας και είναι σαφώς αρχαιότερη από τη σύγχρονη απόλυση δια της επικλήσεως του Κυρίου, της Θεοτόκου, των αγίων και του «Δι’ εὐχῶν».
Η ευχή επονομάζεται ως Οπισθάμβωνη λόγω της ανάγνωσής της πίσω από τον άμβωνα του ναού, ο οποίος στην αρχαία Εκκλησία βρισκόταν στο μέσο του οικοδομήματος.
Η ευχή επονομάζεται ως Οπισθάμβωνη λόγω της ανάγνωσής της πίσω από τον άμβωνα του ναού, ο οποίος στην αρχαία Εκκλησία βρισκόταν στο μέσο του οικοδομήματος.
Η ακριβής θέση του άμβωνα ήταν ακριβώς μπροστά από την ωραία πύλη του ιερού βήματος, ήταν ψηλός, συνήθως μαρμάρινος ή πέτρινος και είχε δύο κλίμακες, μία προς τα ανατολικά και μία προς τα δυτικά. Η είσοδος των κληρικών από την ωραία πύλη γινόταν συνήθως με τη διέλευση από τις αναβαθμίδες του άμβωνα.
Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλαμπάκας
Η μεταφορά του άμβωνα από το μέσο του ναού στα αριστερά του σολέα ή σε μία από τις κολώνες του αριστερού κλίτους δεν συμπαρέσυρε και την ονομασία της ευχής, η οποία διατήρησε το παλαιό όνομά της. Η ανάγνωσή της, όμως, δεν ακολούθησε τη μετάθεση του άμβωνα.
Ο λειτουργός, σύμφωνα με την κανονική διάταξη, εξέρχεται από το ιερό Βήμα μετά την εκφώνηση «Ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν» τὸ διακονικό αίτημα προσευχής προς το λαό «Τοῦ Κυρίου Δεηθῶμεν», την απόκριση του χορού των ψαλτών «Κύριε, Ἐλέησον» (τρις) καὶ «Πάτερ Ἅγιε εὐλόγησον». Η έξοδος του πρεσβυτέρου από το ιερό Βήμα για την ανάγνωση της Οπισθάμβωνης Ευχής προαναγγέλλεται με τον τρόπο αυτό.
Ο κληρικός αποδίδει την ευχή, ενώ στέκεται στο μέσο του ναού ή έστω πριν τις αναβαθμίδες της ωραίας πύλης, εάν το πρώτο δεν είναι εφικτό. Ο λειτουργός αναγιγνώσκει την ευχή εις επήκοον όλων, στραμμένος προς την Ανατολή.
Την πρακτική αυτή καταγράφει και ο τελευταίος βυζαντινός υπομνηματιστής της Θείας Λειτουργίας, Συμεών αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, στη λειτουργική πράξη του ΙΕ’ αι., όπως και άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας. Πολλοί κληρικοί συνηθίζουν να αναγιγνώσκουν την ευχή διαφορετικά από την ανωτέρω κανονική διάταξη της Θείας Λειτουργίας. Η νεώτερη συνήθεια του κλήρου επιβάλλει τη στάση του κληρικού στην Ωραία Πύλη, με κατεύθυνση προς τη δεσποτική εικόνα του Χριστού στο τέμπλο και όχι προς την Ανατολή.
Η πράξη αυτή, η οποία δυστυχώς έχει υιοθετηθεί και από το σύνολο των σύγχρονων εκδόσεων ιερατικών εγχειριδίων, είναι αβάσιμη. Η ευχή, αφενός, ονομάζεται Οπισθάμβωνος, οπότε το φυσικό σημείο της ανάγνωσής της είναι στην παλαιά θέση του άμβωνα και όχι από τα βημόθυρα. Το περιεχόμενο της ευχής, αφετέρου, δεν αφορά τον εικονιζόμενο στη δεσποτική εικόνα Χριστό, τον ένσαρκο Υιό και Λόγο του Θεού και δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, αλλά τον Θεό Πατέρα. Ο κληρικός οφείλει, για το λόγο αυτό, να στρέφεται προς την αψίδα του ιερού, το κέντρο της οποίας εικονίζει συμβολικά την εσχατολογική Βασιλεία.
Η γνωστότερη Οπισθάμβωνος Ευχή είναι η συνδεδεμένη με τη Θεία Λειτουργία του ι. Χρυσοστόμου: «Ὁ εὐλογῶν τοὺς εὐλογοῦντάς Σε, Κύριε» Το περιεχόμενο της ευχής αυτής βρίσκεται στο ευχαριστιακό πλαίσιο της όλης ενότητας. Η ευχή αναγνωρίζει την προθυμία του Θεού να εισακούσει τις προσευχές των παιδιών Του και να ανταποκριθεί σε αυτές (Ὁ εὐλογῶν τους εὐλογοῦντας Σέ, Κύριε, καὶ ἁγιάζων τοὺς ἐπὶ Σοῖ πεποιθότας), ενώ ακολουθεί ένα σύμπλεγμα αιτήσεων από τον ιερέα, εκ μέρους όλης της σύναξης, το οποίο μπορεί να περιγραφεί γενικά στη φράση «σῶσον τὸν λαόν Σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου».
Ο λειτουργός παρακαλεί τον Θεό να ευλογήσει, να διαφυλάξει και να σώσει τον λαό Του, δηλαδή την Εκκλησία.
Ο χαρακτηρισμός «κληρονομία» είναι συνήθης διατύπωση για τα μέλη της Εκκλησίας, γνωστή ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, με αποκορύφωμα το βιβλίο των Ψαλμών του Δαυίδ (Ψαλμ. 27,9· 46,4· 78,1· 126,3 κ.α.). Η φράση αυτή αναλύεται διεξοδικότερα στο επόμενο τμήμα, όπου ο λειτουργός δέεται παρακλητικά για την διαφύλαξη των πιστών, τον αγιασμό της ζωής τους, την εσχατολογική απόδοση δόξας σε όσους τον λατρεύουν, την στερέωση όσων έχουν αποθέσει σε Αυτόν τις ελπίδες τους και την απόδοση ειρήνης σε όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας, οποιαδήποτε θέση εκκλησιαστική ἢ κοσμική κι αν κατέχουν. Η ευχή, ακολούθως, εξυμνεί τις θείες δωρεές ως αγαθές και τέλειες, επειδή αυτές προέρχονται από το Θεό, και κατακλείεται ως συνήθως με δοξολογική ευχαριστία προς Εκείνον.
Σημαντικό στοιχειό της ευχής αυτής, το οποίο δίνει λύση και στο τελετουργικό ζήτημα του τρόπου και του τόπου ανάγνωσής της, αποτελεί ἡ επίκληση στον Θεό ως «Πατρὸς τῶν φώτων». Με την διατύπωση αυτή δηλώνεται ἡ αναφορά της ευχής στον Θεό Πατέρα, το α’ Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο οποίος αιωνίως γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα.
Ο χαρακτηρισμός του Θεού Πατέρα ως «Πατρὸς τῶν φώτων» δεν πρέπει να εννοηθεί λανθασμένα υπό αρειανική χρειά, δηλαδή να εννοηθούν ως φώτα του Πατέρα ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, με ταυτόχρονη εισαγωγή ποιοτικών βαθμίδων στην Αγία Τριάδα. Μία τέτοια ερμηνεία θα μπορούσε να υπαγάγει τα δύο πρόσωπα της Αγίας Τριάδας στη βαθμίδα των κτισμάτων και να αλλοιώσει την ορθή τριαδική διδασκαλία της Εκκλησίας. Ως φώτα πρέπει να εννοήσουμε ολόκληρη την κτιστή δημιουργία και δη τον άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί το τελειότερο κτίσμα του Θεού. Άλλωστε, η ευχή αυτή παρακαλεί τον Θεό Πατέρα όλα όσα ζητά η ευχαριστιακή σύναξη, δηλαδή ο άνθρωπος, προς τον Πλάστη της.
Η ευχή, εξεταζόμενη γενικά, μπορεί να κριθεί ως μία περιεκτική και συνοπτική δέηση. Μέσα σε ελάχιστες γραμμές εκφράζεται η παρακλητική προς τον Κύριο διάθεση της Εκκλησίας να διατηρήσει όσα αγαθά της προσέφερε το μυστήριο που προηγουμένως τελέσθηκε. Η σύναξη ταυτόχρονα, εναποθέτει όλες τις ελπίδες της στο Θεό, ως πλάστη και δημιουργό της, παρακαλώντας Τον να μεριμνήσει για τα παιδιά Του.
Η Οπισθάμβωνη Ευχή δεν είναι μία και συγκεκριμένη για κάθε φορά που τελείται οιοσδήποτε τύπος της Θείας Λειτουργίας. Όταν τελείται η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, αναγιγνώσκεται η ευχή: «Ὁ θυσίαν αἰνέσεως καὶ λατρείαν εὐάρεστον». Εκτός από την ύπαρξη Οπισθάμβωνης Ευχής για την περίπτωση τέλεσης της Θείας Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου, υπάρχει μία ολόκληρη σειρά ευχών, οι οποίες βρίσκονται αποθησαυρισμένες σε χειρόγραφους, λειτουργικούς κώδικες του Αγίου Όρους, της Πάτμου, της Μονής Σινά κλπ.
Ο π. Θεμιστοκλής Χριστοδούλου, Δρ. Θεολογίας, εξέδωσε προ ετών 114 Οπισθάμβωνες Ευχές, τις οποίες ανακάλυψε και συνέλεξε από τους κώδικες της Μονής Κρυπτοφέρρης της Ρώμης. Οι ευχές αυτές έχουν γραφεί με αφορμή Δεσποτικές, Θεομητορικές ή Εορτές Αγίων, οι οποίες, σε συνδυασμό με τα άλλα εορταστικά υμνολογικά και ευχολογικά στοιχεία της Θείας Λειτουργίας για τις επιμέρους εορτές (αντίφωνα, τροπάρια κλπ.), απέδιδαν την εποχή που συγγράφηκαν και αναγιγνώσκονταν καλύτερη αίσθηση του περιεχομένου και του νοήματος της εκάστοτε εορτής. Οι ευχές εκείνες, δυστυχώς, εξέπεσαν της λειτουργικής τάξης, καθώς παρέμειναν στα χειρόγραφα ευχολόγια, αλλά δεν προχώρησε η έκδοσή τους στην οικεία θέση των έντυπων βιβλίων. Η λειτουργική χρήση τους, όμως, καθίσταται δυνατή και θα ήταν ωφέλιμο να επανέλθουν στην λατρεία, τόσο για την αποκατάσταση τους στην χρήση, όσο και για την πνευματική ωφέλεια όσων μετέχουν στη Θεία Λειτουργία.
Βιβλιογραφία:
-Hubert (επιμ.), Αρχιερατικόν liber Pontificalis Ecclesiae Graecae, Parisiis MDCXLIII. Παρασκευόπουλου Χ. Γ. Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας, εκδοτικός οίκος Χαρ. και Ιω. Καγιάφα, Πάτραι 1958.
-Φουντούλη Μ. Ιω., Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας, τ. Ε’, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2003.
-Χριστοδούλου Θ. (επιμ.), Ὀπισθάμβωνες Ευχαί κατά τας μεγάλας και εορτασίμους ημέρας όλου του ενιαυτού, άπασαι ερανισθείσαι εξ αρχαίων και παλαιών λειτουργικών χειρογράφων κωδίκων, εκδ. Ομολογία, Αθήνα 2012.