Τοῦ Ἀρχιμ. Παντελεήμονος Καραλάζου
Ο σύγχρονος ἄνθρωπος ἀπολυτοποιώντας τά ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας προσπαθεῖ σέ ὅλα ὅσα γίνονται γύρω του νά δώσει ἑρμηνεία πού νά ἐπαληθεύεται ἀπό τά πειράματα καί τά πορίσματα τῶν ἐπιστημόνων.
Ὅ,τι ξεπερνάει τίς αἰσθήσεις καί τόν ὀρθό λόγο ἀπορρίπτεται ὡς ἀναπόδεικτο καί χιμαιρικό. Γι’ αὐτόν τόν λόγο εἶναι πολύ δύσκολο γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο νά πιστεύσει ὅτι πίσω ἀπό τά ὅσα συμβαίνουν στήν ζωή του κρύβεται ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ πού ἀποβλέπει πρός τό συμφέρον τῆς ψυχῆς του.
Πολύ περισσότερο δέν μπορεῖ νά πιστεύσει ὅτι τά θλιβερά συμβάντα προέρχονται ἀπό τήν φιλάνθρωπη πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
Ἄν ὅμως μελετήσει κάποιος τά συγγράμματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, θά διαπιστώσει ὅτι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας ἀποδίδουν πάντοτε τά θλιβερά συμβάντα τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν στήν παιδαγωγική πρόνοια τοῦ Θεοῦ πού στόχο ἔχει νά ὁδηγήσει τούς ἀνθρώπους στήν μετάνοια καί τήν διόρθωση. Χαρακτηριστικές εἶναι οἱ ἑξῆς ἐπισημάνσεις τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «οἱ τιμωρίες τοῦ Θεοῦ εἶναι πολύ μεγάλη ἀπόδειξη τῆς εὐεργεσίας του καί τῆς προνοίας του. Ὅταν λοιπόν δεῖς νά γί- νονται λιμοί καί λοιμοί, ξηρασίες, πλημμύρες καί ἀνωμαλίες ἀέρων ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπό τά παρό- μοια, πού τιμωροῦν τήν ἀνθρώπινη φύση, νά μήν δυσανασχετήσεις, οὔτε νά ἀποθαρρυνθεῖς, ἀλλά νά προσκυνήσεις Αὐτόν πού τά φέρνει, νά Τόν θαυμάσεις γιά τήν φροντίδα Του πρός ἐμᾶς. Διότι Αὐτός εἶναι πού τά δημιουργεῖ αὐτά καί τιμωρεῖ τό σῶμα, γιά νά σωφρονίσει τήν ψυχή. Θά πεῖ κα- νείς μά ὁ Θεός τά δημιουργεῖ αὐτά; Ὁ Θεός τά δημιουργεῖ. Καί ἄν ἀκόμη ὅλη ἡ πόλη παρουσιαστεῖ ἐνώπιόν μου, καί ἄν ἀκόμη ὅλη ἡ οἰκουμένη, δέν θά διστάσω νά τό λέω αὐτό. Μακάρι ἡ φωνή μου νά ἦταν λαμπρότερη ἀπό σάλπιγγα καί νά μοῦ ἦταν δυνατό νά σταθῶ σέ ἕνα ψηλό μέρος καί νά φωνά- ξω καί νά διακηρύξω σέ ὅλους ὅτι ὁ Θεός τά δημιουργεῖ αὐτά. Δέν τά λέω αὐτά ἀπό ἀλαζονία, ἀλλά ἔχω μαζί μου τόν προφήτη πού βοᾶ καί λέει: «οὔκ ἔστι κακία ἐν πόλει, ἥν Κύριος οὐκ ἐποίησε» (δέν ὑπάρχει κακό στήν πόλη πού νά μήν τό ἐπέφερε ὁ Θεός). Ἡ «κακία» εἶναι λέξη πού ἔχει δύο ἔννοιες. Τίς δύο αὐτές ἔννοιες θέλω νά σᾶς τίς ἐξηγήσω ἐπακριβῶς, γιά νά μήν τίς συγχέετε καί πέσετε σέ βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ».
Στήν συνέχεια ὁ ἱερός πατήρ ἐξηγεῖ ὅτι ὑπό τήν πρώτη ἔννοια ἡ λέξη «κακία» δηλώνει τήν ἁμαρτία. Αὐτή δημιουργεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀποτελεῖ τό ὄντως κακό, ἀφοῦ ἀπομακρύνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό του καί τοῦ προλειαίνει τό ἔδαφος γιά τήν αἰώνια κόλαση. Ὑπό τήν δεύτερη ἔννοια «κακία» λέγεται - χωρίς ὅμως νά εἶναι στήν πραγματικότητα - κάθε λιμός, λοι- μός, θάνατος, νόσος καί τά παρόμοια. Ἡ πρώτη κακία εἶναι ἐφεύρημα τῆς κακῆς προαιρέσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἡ δεύτερη ἔρχεται γιά νά θανατώσει τήν πρώτη. Ἄν καί τήν δεύτερη ἐπίσης ἡ Ἁγία Γραφή τήν ἀποκαλεῖ κακία, αὐτό τό κάνει, ἐπειδή χρησιμοποιεῖ τήν ὑπόνοια τῶν πολλῶν ἀνθρώπων διότι οἱ ἄνθρωποι συνηθίζουν νά ὀνομάζουν κακία ὄχι μόνο τίς κλοπές καί τίς μοιχεῖες, ἀλλά καί τίς διάφορες συμφορές. Στήν πραγματικότητα ὅμως δέν εἶναι κακία, ἀλλά θεραπευτικό μέσο τό ὁποῖο μεταχειρίζεται ὁ Θεός, γιά νά ἐπαναφέρει τόν ἄνθρωπο στήν πνευματική ὑγεία καί νά τοῦ χαρίσει τήν ὄντως Χαρά καί τήν αἰώνιο Ζωή.
Ἔχοντας τά παραπάνω ὑπ’ ὄψη μας, ἄς μήν θεωροῦμε τίς ἐπισυμβαίνουσες θλίψεις τῆς ζωῆς ἀποτελέσματα τυχαίων συμπτώσεων, ἀλλά «ὀψώνια» τῶν ἁμαρτιῶν μας. οὔτε πάλι νά τά βάζουμε μέ τόν θεραπευτή μας Θεό ἤ μέ τούς συνανθρώπους μας. Ὁ μόνος τρόπος, γιά νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτές, ὡς ἄτομα καί ὡς κοινωνίες, εἶναι ἡ ἀναγνώριση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἡ μετάνοια καί ἡ ὑπομονή. Ὅποιο ἄλλο μέσο καί ἄν χρησιμοποιήσουμε, δίχως μετάνοια καί ἐπιστροφή πρός τόν Κύριο, ὅσο καλό, εὐγενές καί ὀργανωμένο καί ἄν φαίνεται, θά μεταβαίνουμε ἀπό θλίψη σέ θλίψη καί ἀπό ἁμαρτία σέ ἁμαρτία.
ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ, Περιοδική ἔκδοση Ἱ.Ν. Ἁγ. Γεωργίου Γιαννιτσῶν
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας
ΤΕΥΧοΣ 21, ΝοΕΜΒΡΙοΣ 2010
Ἐκδίδεται μέ τήν εὐλογία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κ.κ. ΙΩΗΛ.