Quantcast
Channel: Πνευματικοί Λόγοι
Viewing all 19379 articles
Browse latest View live

π. Ανδρέας Κονάνος - Έστω και ένα βλέμμα μπορεί να 'ναι παρηγοριά

$
0
0
Η αγάπη της μάνας είναι η πιο καθαρή, λένε. Είναι αυτή που γεύεται κανείς στα πρώτα παιδικά χρόνια του.
Αγάπη είναι κι ένα βλέμμα που δεν ρίχνεις. Για να μην πονέσεις τον άλλον. Ή ένα βλέμμα που ρίχνεις. Το βλέμμα του γονιού στο παιδί. Το παιδί σου. 
Φωτογραφία του χρήστη Ανδρεας κονανος.
Το βλέμμα της μάνας ή του πατέρα αλλά και το βλέμμα κάθε ανθρώπου είναι απέραντη παρηγοριά και στοργή και θηλασμός. Είναι σαν να θηλάζεις συνέχεια όταν βλέπεις το βλέμμα του άλλου που σε αποδέχεται. Απέραντη ξεκούραση ένα τέτοιο βλέμμα. Μου 'πε μια γυναίκα κάτι που με τρέλανε: «Εγώ πιστεύω ότι ο άντρας μου, την ώρα που βλέπει τηλεόραση στο σαλόνι, ακόμα κι αν ανέβω σε λευκό άλογο και μπω μες στο σαλόνι καβάλα σε αυτό, με ξέπλεκα μαλλιά, που 'χουν αρπάξει και φωτιά, δεν θα γυρίσει να με κοιτάξει! Είναι τόσο απορροφημένος απ'την τηλεόραση, που ξεχνάει να μου ρίξει έστω ένα βλέμμα». Είδες τι ζήτησε η γυναίκα αυτή; Εστω ένα βλέμμα. Και της φτάνει. Κι ένα απλό άγγιγμα είναι, επίσης, αγάπη.

Ο Χριστός λέει: «Φυλακή ήμουν, και ήρθατε να με δείτε. Γυμνός ήμουν, και με ντύσατε. Πεινασμένος, και με ταΐσατε. Διψασμένος και με ποτίσατε...» Ολα αυτά είναι μορφές αγάπης. Και μακάρι να μπορείς να κάνεις και στην κυριολεξία πράξη αυτά τα λόγια του Χριστού. Δηλαδή, να πας και σε ιδρύματα και σε φυλακές. Και να ταΐσεις και να ντύσεις και να ποτίσεις τον άλλον. Υπάρχει όμως και μια άλλη φυλακή, που μπορεί καθένας μας να επισκεφτεί. Φυλακισμένος δεν είναι μόνο αυτός που είναι κλεισμένος στο ίδρυμα της φυλακής. Υπάρχει ο φυλακισμένος στη μελαγχολία. Μια φυλακή δεν είναι η μελαγχολία; Λέει, επίσης, ο Χριστός: «Ημουν γυμνός». Γυμνός από τι; Γυμνός από ρούχα. Υπάρχουν και τέτοιοι γυμνοί σήμερα δίπλα μας. Αλλά υπάρχει κι ο γυμνός από στοργή κι από φροντίδα. Γυμνός από αισθήματα. Γυμνός από αξία.

«Με είχαν ξεγυμνώσει οι πάντες. Δεν είχα προσωπικότητα». Ντύσε, λοιπόν, κάποιον. Ρίξε κάτι επάνω του. Λες σε κάποιον: «Τι ωραίος άνθρωπος που είσαι!» Και την ώρα που λες αυτή την κουβέντα, ντύνεις έναν γυμνό. Μια γυμνή ψυχή. Ενα βλέμμα είναι μια παρηγοριά. Ενας λόγος γλυκός που θα πεις ή που δεν θα πεις. Ή ένας πικρός λόγος που δεν λες, από αγάπη. Ολα μπορεί να γίνουν αγάπη. Η αγάπη της μάνας είναι η πιο καθαρή, λένε. Είναι αυτή που γεύεται κανείς στα πρώτα παιδικά χρόνια του. Κι αυτό είναι το μέτρο σύγκρισης για το τι θα πει αγάπη. Η μάνα πιάνει το μωρό, το ταΐζει, το φροντίζει. Το κοιτάει συνέχεια. Στην κυριολεξία συνέχεια. Και δεν υπολογίζει ξενύχτια, αϋπνίες, κόπους, πόνους. Πολλές φορές ματώνει το στήθος της όταν το θηλάζει. Και πονά. Είναι αυτή που κλαίει όταν αρρωσταίνει το μικρό της. Πληρώνει για χάρη του. Βασανίζεται. Κρυώνει, αν χρειαστεί, για χάρη του. Ολα τα περνάει για το παιδί της. Οταν όμως μεγαλώσει το παιδί και μεγαλώσει και η μάνα περισσότερο, τότε η αγάπη της μάνας θέλει κάθαρση. Για να πεις ότι η αγάπη σου είναι ανιδιοτελής, θα χρειαστούν δύσκολες αποδείξεις.
Από το βιβλίο του π. Ανδρέα Κονάνου: «Στο βάθος κήπος», των εκδόσεων Άθως.

Yποδοχή της Αγίας Άννης στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου του Νέου (Θήβα)

$
0
0
Υπό βροχή, έγινε η Υποδοχή της Θαυματουργού Εικόνος της Αγίας Θεοπρομήτορος Άννης το Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017 την οποίαν εκόμισε ο Γέρων της Ι.Μονής Αναλήψεως του Σωτήρος Σκούτων Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Τανάγρας κ.Πολύκαρπος.
Αμέσως ακολούθησε ο Μεγάλος Αρχιερατικός Εσπερινός με αρτοκλασία και Θείο Κήρυγμα. Το πρωί της Κυριακής μετά την Πανηγυρική Θ.Λειτουργία τελέσθηκε η Δοξολογία για την ανάμνηση του Θαύματος της Σωτηρίας της Ενορίας μας από τους Ναζί τον Οκτώβριο του 1943 τη προστασία του Οσιομάρτυρος Αγίου Νικολάου του Νέου. Το απόγευμα μετά τον Εσπερινό εψάλη η Παράκληση στην Αγία Άννα και το πρωί της Δευτέρας τελέσθηκε η Θεία Λειτουργία. Το μεσημέρι στις 4.00 αφού εψάλη ο Εσπερινός και η Παράκληση με την συνοδεία 60 περίπου πιστών μεταφέραμε το εικόνισμα στην Ι.Μονή Αναλήψεως Σκούρτων όπου την υποδέχθηκαν ο Θεοφιλέστατος ,η Γερόντισσα Ευπραξία και οι αδελφές της Μονής.
Μετά το Μοναστηριακό κέρασμα ξεναγηθήκαμε στους χώρους της Μονής, στην κατακόμβη του Τιμίου Προδρόμου και στο ανεγειρόμενο Καθολικό όπου θαυμάσαμε την καλαισθησία, το μεράκι και τον ζήλο του Κτήτορος Γέροντος Πολυκάρπου για. το Μοναστήρι του αλλά και ωφεληθήκαμε από την διδαχή του την οποία άφθονα μας προσέφερε.
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες εδώ.

«Βάζει ο ένας στον άλλο μετάνοια και μου καταστρέφουν όλη τη δουλειά»

$
0
0
Από το Γεροντικό
Δύο αδέλφια πήγαν μαζί στην έρημο και ασκήτευαν στην ίδια καλύβη. Ο διάβολος, φθονώντας την αγάπη τους, βάλθηκε να τους χωρίσει.
Ένα βράδυ ο νεώτερος πήγε ν’ ανάψει το λυχνοστάτη, τον αναποδογύρισε και χύθηκε το λάδι. Ο μεγαλύτερος θύμωσε και του έδωσε ένα μπάτσο.Τότε ο πιο μικρός, χωρίς να ταραχτεί, έσκυψε, του έβαλε μετάνοια και είπε ταπεινά:

– Συγχώρησε την απροσεξία μου, Αδελφέ. Τώρα αμέσως θα ετοιμάσω άλλο.Την ίδια νύχτα ένας ειδωλολάτρης ιερεύς, που έτυχε να βρίσκεται μέσα στο ειδώλειο, άκουσε τα δαιμόνια να κάνουν δικαστήριο μεταξύ τους. Ένα απ’ αυτά ομολόγησε ντροπιασμένο στον αρχηγό του: «Πηγαίνω και κάνω άνω κάτω τους Μοναχούς. Μα τι φταίω, όταν κάποιος απʼ αυτούς γυρίζει και βάζει στον άλλο μετάνοια και μου καταστρέφει όλη τη δουλειά;»

Ακούγοντας αυτά ο ειδωλολάτρης, έγινε ευθύς χριστιανός κι’ αποτραβήχτηκε στην έρημο. Σʼ όλη του τη ζωή κράτησε στην καρδιά του την ταπείνωση και στο στόμα του είχε διαρκώς πρόχειρο το «συγχώρησόν με».

Οι άγιοι Νεομάρτυρες Θεόδωρος, Λάμπρος και Ανώνυμος, οι Βραχωρίτες

$
0
0
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Άγιοι αναδείχτηκαν από όλες τις κοινωνικές τάξεις και τα επαγγέλματα. Πολλούς αγίους έδωσε και το επάγγελμα των εμπόρων, παρά το γεγονός ότι είναι συνδεδεμένο με την άδικη συχνά αντίληψη ότι το επάγγελμα του εμπόρου είναι συνώνυμο με την κλοπή. 
Ανάμεσα στους εμπόρους αγίους συγκαταλέγονται και οι Νεομάρτυρες Θεόδωρος, Λάμπρος και Ανώνυμος (δεν μας έχει διασωθεί το όνομά του), οι οποίοι μαρτύρησαν στο Βραχώρι (Αγρίνιο) στα 1786).

Έζησαν κατά τον 18ο αιώνα και καταγόταν από την Πελοπόννησο και ασκούσαν το επάγγελμα του εμπόρου. Λόγω των εμπορικών τους δραστηριοτήτων, έκαναν συχνά ταξίδια σε όλη την Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Μάλιστα για να διευκολύνουν τις συναλλαγές τους, είχαν μάθει και την αλβανική διάλεκτο. Εικάζεται ότι οι τρεις αυτοί έμποροι ήταν συνεταίροι και είχαν μια μεγάλη εμπορική εταιρεία στην ιδιοκτησία τους, η οποία είχε δραστηριότητες και εκτός της Πελοποννήσου.

Στα 1786 έκαναν ένα εμπορικό ταξίδι στα ξακουστά Γιάννενα. Όταν τέλειωσαν τις δουλειές τους πήραν το δρόμο του γυρισμού, για την πατρίδα τους, το οποίο ήταν κοπιαστικό, επώδυνο και επικίνδυνο με τα μέσα συγκοινωνίας της εποχής και τους κινδύνους, που ενέδρευαν στο δρόμο. Όταν έφτασαν στο Βραχώρι, το σημερινό Αγρίνιο, νύχτωσαν και ήταν αναγκασμένοι να διανυκτερεύσουν εκεί.

Η πόλη κατοικούνταν κυρίως από Τούρκους και Εβραίους, και ήταν καλά οχυρωμένη για το φόβο των αντιποίνων των υπόδουλων Ελλήνων, τους οποίους καταπίεζαν αφόρητα. Επίσης πρέπει να αναφέρουμε πως το Βραχώρι ήταν σημαντικό κέντρο της οθωμανικής διοίκησης της Δυτικής Ελλάδος και κέντρο συγκέντρωσης των φόρων, που πλήρωναν υπέρμετρα οι Έλληνες και προορίζονταν για την Υψηλή Πύλη, το Σουλτάνο στην Πόλη. Μάλιστα είχαν τοποθετηθεί ειδικοί φοροεισπράκτορες, με άτεγκτο πραγματικά χαρακτήρα, οι οποίοι εισέπρατταν τον διαβόητο κεφαλικό φόρο από τους άτυχους ρωμιούς, φροντίζοντας να τον εισπράττουν με βία. Γι’ αυτό οι ρωμιοί φρόντιζαν να βρίσκουν πολλές δικαιολογίες να τον αποφύγουν. Αυτό έκαμαν και οι τρεις περαστικοί έμποροι, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν φόρο, περνώντας από την πόλη.

Όταν έφτασαν στην κεντρική πύλη της πόλεως, εκεί τους περίμεναν οι κακεντρεχείς φοροεισπράκτορες (γιομπρουκτσήδες) στο τελωνείο (γιομπρούκι), για να τους αδειάσουν τις σακούλες τους. Εκείνοι σκέφτηκαν να προσποιηθούν τους μουσουλμάνους για να αποφύγουν την καταβολή των φόρων. Ντύθηκαν μουσουλμανικά ενδύματα και τους χαιρέτισαν με τον μουσουλμανικό χαιρετισμό: «σαλάμ αλέκουμ». Εκείνοι τους πέρασαν για αρβανίτες μουσουλμάνους εμπόρους και τους άφησαν να εισέλθουν στην πόλη και να ξενυχτήσουν ελεύθερα.

Οι τρεις ταξιδιώτες έμποροι πήγαν σε κάποιο σπίτι κάποιου χριστιανού γνωστού τους, όπου κατέλυσαν να περάσουν τη νύχτα και το επόμενο πρωί να συνεχίσουν το ταξίδι τους για την πατρίδα τους. αλλά οι τούρκοι ήθελαν να βεβαιωθούν για το ποιοι ήταν, και κατ’ άλλους να μάθουν νέα από τα Γιάννενα, έστειλαν άνθρωπό τους να τους ακολουθήσει κρυφά, να δουν που πήγαν. Ο τούρκος όταν έφτασε στο σπίτι, έπεσε σε συζήτηση που είχαν οι τρεις έμποροι, σχετικά με τον τρόπο που γλύτωσαν το φόρο. Τους άκουσε να λένε στον σπιτονοικοκύρη «ευτυχώς, μ’ ένα “σαλάμ’” γλυτώσαμε την καταβολή του φόρου»! 

Ο τούρκος κατάσκοπος κατάλαβε ότι ήταν χριστιανοί, οι οποίοι τους ξεγέλασαν. Αμέσως έτρεξε να το αναγγείλει στους ανθρώπους, που τον έστειλαν να τους παρακολουθήσει. Δεν πέρασε παρά ελάχιστος χρόνος, όπου όρμισαν στο σπίτι, γκρεμίζοντας την πόρτα και συλλαμβάνοντας τους τρεις εμπόρους.

Συμπεριφερόμενοι σαν θηρία ανήμερα και λυσσασμένα τους άρπαξαν, τους ξυλοφόρτωσαν και τους έσυραν δεμένους στον τούρκο ιεροδικαστή, στον οποίο τους κατάγγειλαν ότι: «Αυτοί οι τρεις άνθρωποι ενώ είναι ρωμιοί περνώντας σήμερα από το γιομπρούκι μας χαιρέτησαν με το “σαλάμ αλέκουμ”. Πρέπει λοιπόν ν’ ανακριθούν γιατί το είπαν αυτό το οποίο είναι χαρακτηριστικό των Τούρκων και όχι των Ρωμιών. Και αν μεν περιγέλασαν την πίστη πρέπει σύμφωνα με τον νόμο, να τιμωρηθούν, αν δε αγάπησαν το Ισλάμ, διαφορετικά, να περιτμηθούν και να τιμηθούν». Ο τούρκος δικαστής τους ρώτησε αν αληθεύουν οι κατηγορίες. Τότε οι τρεις άνδρες απάντησαν με θάρρος, ειλικρίνεια και χωρίς υπεκφυγές: «Ναι, είναι αλήθεια, ότι χαιρετίσαμε τούρκικα, για να μην πληρώσουμε τον φόρο, όχι όμως πως αγαπήσαμε το Ισλάμ»! 

Ο κριτής, αφού άκουσε με έκπληξη την θαρραλέα απολογία τους, τους γνώρισε τις συνέπειες της πράξης τους, υποδεικνύοντάς τους πως θα γλύτωναν απ’ αυτές: «Το σφάλμα σας είναι βαρύ. Δεν έχετε άλλη επιλογή να γλυτώσετε τη ζωή σας, παρά να γίνεται τούρκοι και να σπασθείτε το Ισλάμ. Ειδεμή θα βασανιστείτε και θα θανατωθείτε»!

Οι τρείς άνδρες δε χρειάστηκε να το σκεφτούν. Αμέσως έδωσαν την απάντηση στο δικαστή: «Εμείς, ενδοξότατε αφέντη, είπαμε αυτόν τον λόγο, για να γλυτώσουμε χρήματα, όμως το ν’ αρνηθούμε την πίστη μας είναι αδύνατον, κάνε μας ό, τι θέλεις»! Ο δικαστής έγινε έξαλλος από το θυμό του και ουρλιάζοντας σαν άγριο θηρίο, έδωσε διαταγή να τους δείρουν αλύπητα και να τους ρίξουν στο πιο σκοτεινό και υγρό κελί της φυλακής.

Εκεί οι τρεις άνδρες έδινε ο ένας στον άλλο παρηγοριά και δύναμη, διότι ήξεραν πολύ καλά τια μαρτύρια και τι τέλος τους περίμενε. Ο ένας από αυτούς, ο οποίος ήταν και μορφωμένος, τους είπε πως «προσέχετε αδελφοί μου, μη δειλιάσει κανένας και χάσει αυτό το κελεπούρι που μας έτυχε. Λίγο θα υπομείνουμε και την αιώνια ζωή θα κερδίσουμε. Να μη λυπηθούμε ούτε συγγενείς, ούτε φίλους, ούτε την πρόσκαιρη πατρίδα αλλά να σταθούμε ανδρείοι στην πίστη του Χριστού, για να πάμε χαίροντες στην άλλη πατρίδα, όπου δεν έχει τέλος ποτέ»! Προσεύχονταν με θέρμη ψυχής, παρακαλώντας το Θεό, όχι να τους σώσει, αλλά να τους στηρίξει στην ομολογία τους και στα μαρτύρια ως το τέλος.

Αφού πέρασαν κάποιες μέρες, χωρίς φαγητό και νερό, τους οδήγησαν και πάλι στο δικαστή, πιστεύοντας ότι θα «είχαν λογικευθεί» και θα αλλαξοπιστούσαν. Ο δικαστής τους επανέλαβε πως ο μόνος τρόπος να σώσουν τη ζωή τους, ήταν να ασπασθούν το Ισλάμ και να γίνουν τούρκοι. Να τους δοθούν προνόμια, τιμές και δόξες. Εκείνοι όμως, με ένα στόμα και μια καρδιά απέρριψαν και πάλι τις προτάσεις και τα δέλεαρ του δικαστή. Είχαν πάρει την ευλογημένη απόφαση να χύσουν το αίμα τους για το Χριστό, τον αληθινό Θεό. Να μην ανταλλάξουν την αιώνια βασιλεία με την πρόσκαιρη καλοπέραση, ακολουθώντας μια ψεύτικη θρησκεία. Ο δικαστής έδωσε και πάλι διαταγή να βασανιστούν και να φυσλακισθούν.

Μετά από πέντε ημέρες βασανισμών, ο δικαστής με τον μουλεσήμη (διοικητή) της πόλεως έβγαλαν διαταγή για τη θανάτωσή τους. Θάνατος δι’ απαγχονισμού! Τους πήραν και τους οδήγησαν σε τρία διαφορετικά σημεία να τους εκτελέσουν. Τον έναν τον κρέμασαν σε έναν πλάτανο στην αγορά της πόλεως (τζαρσί). Τον έτερο τον κρέμασαν στο πλάτανο, δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και τον τρίτο στην άκρη της πλατείας, στην είσοδο της πόλεως. Ήταν 2 Νοεμβρίου 1786. Οι τρεις μακάριοι αυτοί άνδρες αντάλλαξαν την πρόσκαιρη αυτή ζωή με την αιωνιότητα.

Πανέμορφο οδοιπορικό στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου

Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Γεωργίου του Μεγαλομάρτυρα και Τροπαιοφόρου και Ανάμνηση εγκαινίων του Ναού του στη Λύδδα της Ιόππης

$
0
0
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής, καὶ τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής, ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος, τροπαιοφόρε μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ο Μεγάλος Μάρτυρας Γιώργος Νικηφόρος στο θρόνο
Κοντάκιον
Ἦχος πλ.δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ ὑπερμάχῳ καὶ ταχείᾳ ἀντιλήψει σου, προσπεφευγότες οἱ πιστοὶ καθικετεύομεν, λυτρωθῆναι παρὰ τοῦ Χριστοῦ Ἀθλοφόρε, τῶν σκανδάλων τοῦ ἐχθροῦ τοὺς ἀνυμνούντας σε, καὶ παντοίων ἐκ κινδύνων καὶ κακώσεων· ἵνα κράζωμεν, Χαίροις Μάρτυς Γεώργιε.
Ο Μεγάλος Μάρτυρας Γιώργος Νικηφόρος
Ὁ Οἶκος
Μέγας ἐν προστασίαις ἐπὶ γῆς ἀνεδείχθης, τοῦ Κυρίου θεράπον καὶ φίλε· τὸν πιστὸν γὰρ λαὸν περισκέπων, σῴζεις ἀεὶ Ἔνδοξε· διὸ πίστει καὶ πόθῳ βοῶμέν σοι πολύαθλε.
Ο Μεγάλος Μάρτυρας Γιώργος Νικηφόρος
Χαῖρε, δι'οὗ φρυκτωρεῖται ὁ κόσμος, χαῖρε, δι'οὗ ὁ στρατὸς καταλάμπει.
Χαῖρε, τῶν πιστῶν αἰχμαλώτων ἡ λύτρωσις, χαῖρε, δεσμωτῶν ἡ ὀξεῖα ἀντίληψις.
Χαῖρε, ὕψος τῶν ἐκ πίστεως προστρεχόντων σοι θερμῶς,
χαῖρε, πλοῦτος τῶν ποθούντων σε, καὶ ἐν θλίψει χαρμονή.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις βασιλέων τὸ τεῖχος, χαῖρε, ὅτι παρέχεις ἐν πολέμοις τὸ νῖκος.
Χαῖρε, ἀστὴρ φωτίζων τοὺς πλέοντας, χαῖρε, λυτὴρ παντοίας κακώσεως.
Χαῖρε, εἰς ὃν πᾶς πιστὸς καταφεύγει, χαῖρε, δι'οὗ εὐφημεῖται ὁ πλάστης.
Χαίροις, Μάρτυς Γεώργιε.
Ο Μεγάλος Μάρτυρας Γιώργος Νικηφόρος
Μεγαλυνάριον
Πλῆρες εὐωδίας ἁγιασμοῦ, δίκην μυροθήκης, ἐκ λαγόνων ὤφθη τῆς γῆς, τὸ σεπτόν σου σκῆνος, Γεώργιε παμμάκαρ, ἀρωματίζον κόσμῳ, θαυμάτων χάριτας.
Ο Μεγάλος Μάρτυρας Γιώργος Νικηφόρος
Αποτέλεσμα εικόνας για Αγιοσ Γεωργιοσ
Ο τάφος του Αγίου Γεωργίου στη Λύδδα

Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ένας σύγχρονος Καππαδόκης Θεολόγος και σύγχρονοι εμπειρικοί Θεολόγοι

Αδημοσίευτες εμπειρίες με τον Άγιο Παΐσιο

$
0
0
Έχοντας γνωρίσει και συναναστραφεί, όσο μου ήταν δυνατό, τον Γέροντα Παΐσιο κατά τα τελευταία τέσσερα χρόνια της επίγειας ζωής του, το καλοκαίρι του 1994, πληροφορήθηκα αρκετές μέρες μετά την 12η Ιουλίου για τον θάνατό του˙ ο ίδιος, άλλωστε, είχε αφήσει οδηγίες
να μην ανακοινωθεί τίποτα για τουλάχιστον τέσσερις μέρες.
Ήταν γεγονός, ότι από το πρώτο λεπτό της αλησμόνητης και πρωτόγνωρης συνάντησής μου μαζί του, το 1990, αγκιστρώθηκα πνευματικά επάνω του (όπως κι αμέτρητοι άλλοι) διότι βρήκα ακριβώς αυτό που έψαχνα εναγωνίως.
Συνειδητά ή ασυνείδητα, από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια, το Περιβόλι της Παναγίας μου απηύθυνε με τον τρόπο του το «έρχου και ίδε». Έκτοτε, βίωσα πριν και μετά το θάνατο του Οσίου Αυτού, πολλά αξιοθαύμαστα γεγονότα που με ανάθρεψαν εξ αρχής και έκτοτε με συντηρούν. Γράφω ανώνυμα εδώ, για να μην εξανεμιστεί το όφελος του αναγνώστη, από τον οποιοδήποτε λογισμό νομίζοντας ότι αποζητώ την περιαυτολογία ή την αυτοπροβολή.

Είχα γυρίσει από την Αγγλία στις αρχές Ιουλίου του 1994, απ’ όπου σπούδαζα τότε, και προγραμματίζαμε με κοντινούς φίλους, την καθιερωμένη επίσκεψή μας στον Άθωνα. Απ’ τη στιγμή που έμαθα ότι ο Γέροντας δε θα ήταν, πλέον, ποτέ πια εκεί, για πολλές μέρες είχα έντονα το αναπόφευκτο συναίσθημα του δυσαναπλήρωτου κενού, που αφήνει ένας τέτοιος άνθρωπος όταν φεύγει από τον κόσμο. Βασανιζόμουν, μάλιστα, με το ερώτημα «και τώρα τι, και τώρα ποιος;» -το οποίο μου απαντήθηκε αργότερα με θαυμαστό τρόπο. Σκεπτόμουν, ότι έπρεπε οπωσδήποτε να βρω κάποιον σαν κι εκείνον, για να συνεχίσω να έχω μία αυθεντική πνευματική αναφορά κι ένα ζωντανό πρότυπο έμπνευσης, αλλά γνωρίζοντας ότι σαν τον Γέροντα Παΐσιο θα περνούσε σίγουρα πολύς καιρός μέχρι να βρεθεί παρόμοιος άνθρωπος που θα είχε τη Χάρη μέσα του σε τέτοιο βαθμό, επικρατούσε μέσα μου μία χαρμολύπη, η οποία έτεινε να μεταλλαχθεί με έναν ύπουλο τρόπο σε απελπισία…
Όντας στο αποκορύφωμα αυτής της διάθεσης, μία από ‘κείνες τις μέρες, επέστρεφα από τη δουλειά μου στον Πειραιά. Οδηγώντας στην αρχή της οδού Πειραιώς, στο πρώτο φανάρι σταμάτησα και είδα να πλησιάζει προς το παράθυρό μου, ένας νέος, μέτριος στο ανάστημα θα έλεγα, αδύνατος, με πυκνά μαύρα, ελαφρώς σγουρά μαλλιά και λεπτό μουστάκι. Θύμιζε να έχει ένα στυλ από παλαιότερες εποχές. Προς στιγμήν, θεώρησα ότι ήταν κάποιος που συχνάζει στα φανάρια και είτε θα πουλάει κάτι, είτε θα ζητάει λεφτά καθαρίζοντας τζάμια ή όχι. Ο συγκεκριμένος, πλησιάζοντας όλο και πιο πολύ και προσποιούμενος ότι θέλει κάτι να μου πει, με επηρέασε ώστε να κατεβάσω το παράθυρό μου. Πρόσεξα από πιο κοντά ότι ο άνθρωπος αυτός είχε μία οικεία φυσιογνωμία, μία ασυνήθιστα χαρμόσυνη έκφραση και εξέπεμπε μία απρόσμενη αισιοδοξία.
Το φανάρι ετοιμαζόταν ν’ ανάψει πράσινο και μέχρι να αναγκαστώ να ξεκινήσω από τα κορναρίσματα, μου μίλησε χαμογελώντας, αφού τον ρώτησα χωρίς να το πολυσκεφτώ:
«Από πού έρχεσαι;»
«Ήμουν στο Άγιο Όρος , ξέρεις στον Γέροντα Παΐσιο. Όλους τους βοηθάει και δεν αφήνει κανέναν», μου είπε ετοιμόλογα.
«Και… εγώ…τον ήξερα» του απάντησα με έκπληξη και αυθορμητισμό. «Τώρα όμως που κοιμήθηκε, το έμαθες;»
«Ναι, αλλά μην ξεχνάς ότι εκείνος τους νοιαζόταν όλους, πόσο μάλλον τώρα…» απάντησε με νόημα. «Γι’ αυτό, μην ανησυχείς αδερφέ μου. Στο καλό!».
Αναγκάστηκα να τον χαιρετήσω γρήγορα φωνάζοντας του ένα «Ευχαριστώ, να ‘σαι καλά» κι έφυγα εντυπωσιασμένος για τη συζήτηση αυτή με έναν άγνωστο. Σκεπτόμουν, επίσης, ότι αυτό που μόλις είχε συμβεί ήταν ένα μήνυμα ότι άνθρωποι σαν τον Γέροντα Παΐσιο, παρόλο που αφήνουν σωματικώς τον κόσμο, είναι περισσότερο παρόντες μετά το θάνατο τους, κι έτσι το συναισθηματικό κενό που είχα ίσως να ήταν λίγο απερίσκεπτο.
Επίσης, κατάλαβα ότι απ’ τον άνθρωπο αυτόν του Θεού θα βλέπαμε περισσότερα «σημεία και τέρατα» στο μέλλον, απ’ ότι μέχρι τότε, και συνειδητοποίησα αμέσως ότι θα ερχόταν αργά ή γρήγορα η ώρα που θα προσευχόμαστε και θ’ αναφερόμαστε σε ‘κείνον μπροστά σε αγιογραφίες του. Ακόμα, ότι όλοι εμείς που γνωρίσαμε σύγχρονους Αγίους σαν τον Γέροντα Παΐσιο, βρισκόμασταν τώρα με τη σειρά μας στη θέση εκείνων που θαυμάζαμε επειδή συναναστράφηκαν, αιώνες πριν, μεγάλους Αγίους και Μάρτυρες (σημειωτέον ότι ο Γέροντας απολαμβάνει και τα δύο στεφάνια), κι ότι αυτό δεν θα έπρεπε ποτέ ν’ αποτελέσει καύχηση, αλλά ανάξια ευλογία και βαρύ χρέος πνευματικής αξιοποίησης και μετάδοσης αυτών των εμπειριών, με ταπεινότητα και σεβασμό. Δηλαδή, με εκείνη την «πνευματική αρχοντιά» την οποία δίδασκε ο Γέροντας σε όλους με τα έργα του.
Πάντως, η συζήτηση με την ασυνήθιστα ευφρόσυνη φιγούρα της νεανικής εκείνης μορφής, την οποία παρόλο που αναζητούσα εκεί σχεδόν καθημερινά, δεν ξαναείδα, χαράχθηκε γλυκά και ανεξίτηλα στη μνήμη μου.
* * *
Μετά από λίγα χρόνια, κυκλοφορούσαν ήδη αρκετά βιβλία για τον Γέροντα Παΐσιο. Τα έπαιρνα κι εγώ, φυσικά, για να τα διαβάσω και να απορροφήσω τα περιεχόμενά τους, αν και μερικά απ’ αυτά επαναλάμβαναν ίδια περιστατικά. Ξεφυλλίζοντας, όμως, τις πρώτες σελίδες σε ένα απ’ αυτά, το βλέμμα μου κόλλησε πάνω στη φωτογραφία του νέου που είχα συναντήσει τότε…
Πρόκειται, για μία νεανική φωτογραφία του Γέροντα, που τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια, αν θυμάμαι καλά, του εμφυλίου πολέμου και βρισκόταν μέσα σε χιόνια φορώντας στρατιωτική στολή. Δεν μπορούσα να το χωνέψω και την κοιτούσα επίμονα μήπως έκανα κάποιο λάθος, αλλά η νεανική μορφή του Γέροντα στη φωτογραφία αυτή, με το ίδιο και απαράλλακτο χαρούμενο ύφος του, ήταν ακριβώς η ίδια με του νέου που είχα συναντήσει στο δρόμο, λίγο μετά από την κοίμησή του. Όλα τα αξέχαστα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας που συνάντησα, που συνομίλησα και που δεν ξέχασα ποτέ, ήταν απόλυτα ταιριαστά, λες και ήταν κλωνοποιημένα με εκείνα στη φωτογραφία.
Αισθάνθηκα μέσα μου, εκείνη την ώρα, τη βεβαιότητα ότι ήταν ο ίδιος ο Γέροντας και πάλευα να μην ξεχάσω την αναξιότητά μου. Ταυτόχρονα, δεν μου φαινόταν αδύνατο να είχε συμβεί κάτι τέτοιο, αν και δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι μπορεί, μες στη μέση του δρόμου, να είχε παρουσιαστεί «εν ετέρα μορφή», ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος. (Ούτως ή άλλως, εγώ δεν είχα δει ποτέ κάποια νεανική φωτογραφία του μέχρι τότε, ώστε να μπορέσω να συνταιριάξω άμεσα το γεγονός ότι ο νέος ήταν ο Γέροντας, παρόλο που το πρόσωπό του μου απέδιδε οικειότητα.) Είχα απλά συμπεράνει, ότι ο Θεός, σε μία στιγμή και μία περίοδο που το χρειαζόμουν καθοριστικά, είχε προνοήσει και φώτισε έναν ευσεβή άγνωστο νέο να έρθει και να μου μιλήσει για να παρηγορηθώ από τα λεγόμενά του.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια, επειδή κυκλοφόρησαν πολλά βιβλία και δημοσιεύματα, από διάφορες πηγές, πίστευα ότι δεν θα έπρεπε πέραν του στενού και οικογενειακού περιβάλλοντός μου, να γνωστοποιήσω (και) τα δικά μου βιώματα μέχρι, ίσως, να δοθεί η σωστή αφορμή στον σωστό χρόνο. Το περιστατικό αυτό μαζί με όλα τα υπόλοιπα συνολικά, τα έχω εμπιστευτεί σε πνευματικούς ανθρώπους, που γνωρίζουν τα βιογραφικά μου στοιχεία κι επιβεβαίωσαν με το παραπάνω, του λόγου το ασφαλές. Παντού αλλού, όμως, επιθυμώ να μαρτυρώ για τον Γέροντα ως ένας εκ των ελαχίστων ανωνύμων, όπως άλλωστε είμαι.
Προσπαθώντας να εξηγήσει κάποιος την παγκόσμια απήχηση κι επιρροή που έχει το όνομα κι η διδασκαλία του Γέροντα, αρκεί να υπολογίσει κάποιος που τον γνώριζε, με πρόχειρες και συγκρατημένες μετρήσεις, πως από τότε που άρχισε να γίνεται περισσότερο γνωστό το όνομά του μέχρι που εκοιμήθη, δέχθηκε την επίσκεψη εκατοντάδων χιλιάδων διαφορετικών ανθρώπων από την Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο. Σχεδόν μισό εκατομμύριο άνθρωποι έχουν βοηθηθεί προσωπικά, και κατ’ επέκταση οι οικογένειές τους, ώστε να μπορούμε να μιλάμε χωρίς υπερβολή αλλά και ρεαλισμό, για εκατομμύρια ανθρώπους ωφελημένους απ’ τον Όσιο αυτό άνθρωπο του Θεού, με έμμεσο ή άμεσο τρόπο.
Με αφορμή, λοιπόν, τα είκοσι χρόνια χωρίς τον Γέροντα Παΐσιο ή μάλλον τα είκοσι χρόνια που είναι πιο κοντά σε όλους μας, και την προσδοκώμενη Αγιοκατάταξή του από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, καταθέτω αυτήν την μικρή πνευματική «μπαταρία» σε όποιον τη χρειάζεται, είτε για απόθεμα είτε για πνευματική επαναφόρτιση.
Άλλωστε, αυτό δεν έκανε πάντα ο Γέροντας και αρεσκόταν να λέει; Ότι «το Άγιο Όρος γεμίζει τις μπαταρίες μας».
Δι’ ευχών του.
12 Ιουλίου 2014
Γ.Γ.Σ.

Το Σύμβολο της Πίστεως (ΠΙΣΤΕΥΩ) και η ερμηνεία του

$
0
0
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

ΚΕΙΜΕΝΟΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
1. Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων.
Πιστεύω, ως ορθόδοξος Χριστιανός, σε έναν Θεό, Πατέρα, Κυρίαρχο του παντός, που δημιούργησε από το μηδέν και με απόλυτη ελευθερία και αγάπη τον ουρανό και τη γη. Δημιούργησε, δηλαδή, τόσο τον ορατό και υλικό, όσο και τον αόρατο και πνευματικό κόσμο.
2. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων˙ Φως εκ Φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι'ου τα πάντα εγένετο.
Πιστεύω και σ’ έναν Κύριο, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, που είναι ο μονογενής Υιός του Θεού Πατέρα 
και Γεννήθηκε απ’ Αυτόν προαιωνίως. Είναι φως, όπως και ο Πατέρας Του. Είναι αληθινός Θεός, επειδή γεννήθηκε από τον αληθινό Θεό. Ο Υιός δεν είναι δημιούργημα ή κτίσμα του Θεού, όπως πίστευαν διάφοροι αιρετικοί, αλλά έχει την ίδια Θεία ουσία με τον Πατέρα (είναι «ομοούσιος») και τα πάντα δημιουργήθηκαν δια του Υιού.
3. Τον δι'ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος άγιου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα.
Ο Υιός του Θεού, για τη δική μας σωτηρία, κατέβηκε από την ουράνια δόξα Του στη γη και έλαβε σάρκα, όμοια με τη δική μας, από την Παρθένο Μαρία με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Έγινε δηλαδή άνθρωπος όμοιος σε όλα μ’ εμάς, εκτός από την αμαρτία και έζησε σε συγκεκριμένο χρόνο πάνω στη γη.
4. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα.
Σταυρώθηκε, έπαθε και τάφηκε για μας, όταν ρωμαίος επίτροπος της Ιουδαίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος.
5. Και αναστάντα τη τρίτη ήμερα κατά τας Γραφάς.
Και αναστήθηκε, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, την τρίτη ημέρα από τον τάφο, ενώ ήταν νεκρός.
6. Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός.
Μετά την Ανάστασή Του ανέβηκε στον ουρανό με τη δύναμη που είχε ως Θεός, δοξάζοντας έτσι την ανθρώπινη φύση. Ανέβηκε και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα Του.
7. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς· ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος.
Θα έρθει και πάλι στον κόσμο με δόξα, σε χρόνο που τον γνωρίζει μόνο ο Θεός, για να κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς. Και η Βασιλεία Του δεν θα έχει τέλος.
8. Και εις το Πνεύμα το άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν δια των προφητών.
Πιστεύω και στο Άγιο Πνεύμα, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που έχει κυριότητα και εξουσία. Ζωοποιεί όλη την κτίση και εκπορεύεται από τον Πατέρα. Είναι ομοούσιο με τον Πατέρα και τον Υιό. Προσκυνείται και δοξάζεται ισότιμα μαζί Τους. Καθοδήγησε τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, που προείπαν για τον ερχομό του Σωτήρα.
9. Εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν.
Πιστεύω και στην Εκκλησία. Είναι μία, επειδή μία είναι η κεφαλή της, ο Χριστός και μία η πίστη εκείνων που μετέχουν στη ζωή της. Είναι αγία, χωρισμένη από κάθε αμαρτία. Είναι καθολική, επειδή κατέχει όλη την αλήθεια και θέλει να συμπεριλάβει όλους τους ανθρώπους. Είναι αποστολική, επειδή διατηρεί ανόθευτη τη διδασκαλία των Αποστόλων και  επειδή οι επίσκοποι που την ποιμαίνουν είναι διάδοχοι εκείνων.
10. Ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών.
Ομολογώ ένα βάπτισμα στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Μ’ αυτό αρχίζουμε την καινούρια ζωή μέσα στην Εκκλησία. Με αυτό συγχωρείται το προπατορικό αμάρτημα.
11. Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών.
Πιστεύω και περιμένω την κοινή ανάσταση όλων των νεκρών. Θα αναστηθεί κάθε σώμα για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή του. Η ανάσταση όλων θα γίνει με τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου.
12. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.
Προσδοκώ ότι, μετά την ανάσταση και την τελική κρίση όλων των ανθρώπων από τον Χριστό, θα αξιωθώ να απολαύσω την αιώνια ζωή, μαζί με όλους τους αγίους. Αμήν.

Αββάς Δωρόθεος: «Οι άνθρωποι όσο πλησιάζουν τον Θεό, πλησιάζουν ο ένας τον άλλον»

Ὁ π. Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης, ὁ κορυφαῖος θεολόγος τῆς Ὀρθοδοξίας (Μέρος 1ο καὶ 2ο)

$
0
0
Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος στὴν τηλεοπτική ἐκπομπὴ τοῦ σταθμοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν, "Λύχνος", "ἐν λόγω ἀληθείας"τοῦ Νικολάου Μεσσαλᾶ (Δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στὶς 9 Μαρτίου 2014 λόγω περιορισμῶν στὴν διάρκεια ἀπὸ τὸ youtube, ἑνοποιήθηκε σὲ ἕνα στὶς 4 Μαρτίου 2015) .

Η Κομοτηνή υποδέχθηκε την Δεξιά Χείρα του Αγίου Γεωργίου (φωτογραφίες)

$
0
0
Τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 2ας Νοεμβρίου 2017 ἔλαβε χώραν ἡ ὑποδοχή τῆς θαυματουργοῦ δεξιᾶς χειρός τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου ἀπό τήν Ἱερά Μονή Ξενοφῶντος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἔμπροσθεν τοῦ Δημοτικοῦ Μεγάρου 
Κομοτηνῆς, ἐν συνεχείᾳ δέ ἐσχηματίσθη πομπή συνοδείᾳ τοῦ ἱεροῦ κλήρου, τοπικῶν Ἀρχῶν, Στρατιωτικῆς Μουσικῆς καί Ἁγήματος πού κατέληξε στόν Ἐνοριακό Ἱερό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Κομοτηνῆς, ἀκολούθως ἐψάλη ὁ πανηγυρικός ἑσπερινός, Χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Παντελεήμονος.

Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κατά τήν προσφώνησίν του ἀναφέρθηκε στήν ἀξία τῆς προσκυνήσεως τῶν ἱερῶν Λειψάνων, στήν παρρησία τοῦ Μεγαλομάρτυρος Ἁγίου τῆς πίστεώς μας, εὐχαρίστησε δέ τόν Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὀσίου Ξενοφῶντος Γέροντα Ἀλέξιο καί τούς συνοδούς Πατέρες γιά τήν ἀνταπόκρισή τους στό αἴτημα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί τούς εὐσεβεῖς Χριστιανούς γιά τή συμμετοχή τους στίς πνευματικές εὐκαιρίες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

Τό θαυματουργόν ἱερόν λείψανον θά παραμείνῃ πρός προσκύνησιν, εὐλογίαν καί ἁγιασμόν πάντων μέχρι τήν πρωΐαν τῆς Κυριακῆς, 5ης Νοεμβρίου, ὁπότε καί θά ἀναχωρήσῃ, ἵνα ἐπιστρέψῃ εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Ξενοφῶντος, ὅπου φυλάσσεται.

Ιερός Αυγουστίνος: «Ότι θέλεις μπορείς να το αποφύγεις, όλα εκτός από την συνείδηση σου»

Τα πλεονεκτήματα της ευχής

$
0
0
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος,
Ἑσπερινή ὁμιλία στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό ἔτος 1999
Κατ᾽ ἀρχάς, νά εὐχηθῶ σέ ὅλους σας, ἔστω καί λίγο καθυστερημένα, Καλή καί Ἁγία Τεσσαρακοστή μέ πλουσία τήν πνευματική σας καρποφορία. Μέ νηστεία, καί σέ ποιότητα, καί σέ ποσότητα, γιατί ἡ νηστεία εἶναι ἡ ἀρχή κάθε καλοῦ. 
Εἶναι τό Α τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Εἶναι τό πρῶτο βῆμα, ἰσχυροποιεῖ τήν θέλησι, σταυρώνεται ὁ ἄνθρωπος, ὠφελεῖται ὁ ὀργανισμός, διότι γίνεται μιά κάποια σχετική ἀποτοξίνωσις, καί, πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, κάνομε ὑπακοή εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία κι ἔτσι θάβομε τόν ἐγωκεντρισμό μας.
Ἐπειδή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπαιτεῖται ταπείνωσις ἀπό τόν ἄνθρωπο γιά νά νηστέψη. Γιά νά νηστέψη δηλαδή, ὄχι ὅποτε θέλει ὁ ἴδιος, ἤ γιά ἄλλους λόγους, ἀλλ᾽ ὅποτε καί ὅπως ὁρίζη ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία καί ἐπειδή ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ.

Πρίν ὅμως προχωρήσωμε στήν συνέχεια τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, νά συμπληρώσωμε τήν ἀπάντησί μας σέ κάποια ἀπορία, ἡ ὁποία μεταξύ τῶν ἄλλων μᾶς ἐρωτοῦσε, ἄν εἶναι ἐμφανεῖς οἱ καρποί τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ.

Εἴχαμε πῆ, ἄν ἐνθυμῆσθε, ὅτι, ὅσο προχωράει ὁ ἄνθρωπος καί πολεμάει στό πνευματικό του μέτωπο, τότε ἀνάλογα καί ἀντίστοιχα, ἐπιτρέπει, παραχωρεῖ δηλαδή ὁ Θεός, νά πολεμήση, ὁ ἑκάστοτε ἀγωνιστής, καί μέ πιό δυνατούς, μέ πιό ἰσχυρούς, μέ πιό ὕπουλους ἀντιπάλους. Ἔτσι, δέν καταλαβαίνει πάντα ἄμεσα, τήν πρόοδό του ὁ ἀγωνιστής. Ἄλλωστε, τό καθαρό κέρδος ἀπό τόν πνευματικό ἀγῶνα δέν εἶναι τόσο ὁ ἴδιος ὁ πνευματικός ἀγῶνας, αὐτός καθ᾽ ἑαυτός, ἀλλά ἡ πραγματική ταπείνωσις πού προκύπτει ἀπό αὐτόν. Καί ὁ ἄνθρωπος δέν στεφανώνεται γιά τίς ἀρετές καί τούς ἀγῶνες του, ἀλλά στεφανώνεται γι᾽ αὐτήν τήν ταπείνωσι, πού εἶναι ἀπόρροια τοῦ προσωπικοῦ του πνευματικοῦ ἀγῶνα καί ἡ ὁποία ἀποκτᾶται ἀκριβῶς μετά ἀπό αὐτόν.

Ἀλλά, γιά νά ἔλθη ἡ ταπείνωσις, πρέπει ἀπαραίτητα, μά ἀπαραίτητα, νά παραχωρηθοῦν πειρασμοί. Χωρίς ἀγῶνα, ἡ ταπείνωσις νά ξέρετε, ἤ εἶναι νόθος, ἤ ἔστω τῶν ἀρχαρίων. Δέν εἶναι ἡ πλουτοποιός ταπείνωσις τῶν πραγματικῶν ἀγωνιστῶν. Καί χωρίς πειρασμούς, δέν μπορεῖς ἄνθρωπέ μου νά γνωρίσης τήν ἀδυναμία σου. Πάντα θά ἔχης ἄγνοια, δέν θά ξέρης τόν ἑαυτό σου, θά πετᾶς στά σύννεφα, θά ἔχης μαῦρα πνευματικά μεσάνυκτα. Χωρίς πειρασμούς δέν μπορεῖς νά ταπεινωθῆς πραγματικά.

Εἶναι ὄντως μυστήριο. Ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος προχωρεῖ πνευματικά, σωστά ἐννοεῖται, τόσο περισσότερο βλέπει πόσο, μά πόσο, πίσω εἶναι. Καί νά δῆ κάποια βελτίωσι, ταυτόχρονα μέ τήν βελτίωσι, βλέπει τότε καθαρώτερα, πιό ρεαλιστικά, πιό ὀρθά, πιό ξάστερα, πόσο ὑστερεῖ. Καί αὐτό, τοῦ δίνει ἀκριβῶς νέα ὤθησι γιά νέες πνευματικές ἀποφάσεις καί πνευματικούς ἀγῶνες.
Ὅποιος κάνει κάποια πνευματική προσπάθεια καί μέ αὐτήν αἰσθάνεται αὐτάρκεια, νομίζει δηλαδή ὅτι αὐτό εἶναι ἀρκετό καί δέν χρειάζεται κάτι περισσότερο, αὐτός δέν ἔχει καταλάβει τίποτε ἀπό τό τί θά πῆ ὀρθή πνευματική ζωή, τό τί θά πῆ γνήσια Ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Ἀγνοεῖ ὅτι ἡ τελειότης, καί αὐτῶν ἀκόμη τῶν τελείων, εἶναι ἀτέλεστος. Ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ''ἡ τῶν τελείων ἀτέλεστος τελειότης''. Καί αὐτή ἡ κατάστασις ἐπεκτείνεται καί στήν ἄχρονη αἰωνιότητα.

Βέβαια, ἡ πρόοδος τῶν σεσωσμένων εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, πού θά ἔλθη μετά τήν Δευτέρα Αὐτοῦ φρικτή Παρουσία, θά γίνεται ἄκοπα. Ὄχι ὅπως τώρα δηλαδή, πού γιά νά προοδεύση κανείς πρέπει νά χύση, πνευματικά ἐκλαμβανόμενο, αἷμα. Τώρα ἡ πρόοδος γίνεται μόνο μετά ἀπό πνευματικό ἱδρῶτα. Ἀκόμη καί αὐτή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία ξεπερνᾶ σέ δόξα, ἀσύγκριτα μάλιστα, καί αὐτά τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ, σήμερα, τήν στιγμή πού ὁμιλοῦμε, ἄν τό θέλετε, εἶναι ἁγιωτέρα ἀπό χθές. Καί αὔριο θά εἶναι ἁγιωτέρα ἀπό σήμερα. Ἄκοπα ὅπως εἴπαμε. Καί θά εἶναι ἁγιωτέρα ἀπό σήμερα, μέ τήν ἔννοια, ὅτι θά εἶναι δεκτικωτέρα περισσοτέρου θείου Φωτός, διότι ἁπλούστατα τό θεῖο Φῶς δέν εἶναι δεξαμενή πού κάποτε στερεύει.

Βέβαια, γιά νά τό ξεδιαλύνωμε μιά γιά πάντα, ὁ ἄνθρωπος ὅσο περισσότερο προοδεύει, τόσο περισσότερο βλέπει τό πόσο πίσω εἶναι. Αὐτή ἡ νέα κατάστασις δέν ἔχει καμμία σχέσι μέ τήν μελαγχολία, τήν ἀπογοήτευσι καί ὅλα τά συνεπακόλουθα αὐτῶν. Ἁπλῶς αἰσθάνεται μέν ἀσύγκριτα καλύτερα ἀπό πρίν, παρ᾽ ὅλα αὐτά ὅμως ἔχει μία καλή καί σωτήρια ἀνησυχία, ἡ ὁποία αὐτή καλή ἀνησυχία εἶναι ὑπερτέρα πάσης νηφαλιότητος, πάσης ἠρεμίας, πάσης εἰρήνης. Καί αὐτή ἡ καλή ἀνησυχία τόν ὠθεῖ στό νά προχωρήση σέ νέους ἀγῶνες καί σέ νέες πνευματικές καταστάσεις, ἐφ᾽ ὅσον μπροστά του βλέπη ὅτι τοῦ ἀνοίγονται νέοι πνευματικοί ὁρίζοντες. Ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ἕναν ''ἀκόρεστο κορεσμό''. Ἐνῶ δηλαδή αἰσθάνεται γεμᾶτος, ταυτόχρονα μέ αὐτό τό ''γέμισμα''αἰσθάνεται καί μία ὤθησι γιά νέους ἀγῶνες. Βέβαια αὐτά εἶναι μυστήρια τοῦ Πνεύματος καί τά καταλαβαίνουν μόνον ὅσοι ἀγωνίζονται. Πῶς δηλαδή ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται γεμᾶτος καί ταυτόχρονα θέλει νά γεμίση ἀκόμη, μά ἀκόμη, πιό πολύ.

Ἄς μή μᾶς φαίνεται παράξενο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Οἱ ἀνθρώπινες λέξεις, τά ἀνθρώπινα λεκτικά σχήματα δέν μποροῦν νά ἀποδώσουν ἐπαρκῶς τά φαινόμενα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, δέν μποροῦν νά τά ὁλοκληρώσουν, οὔτε κἄν, καλά-καλά νά τά προσεγγίσουν. Ἄν μυστήριο καλύπτη τήν ζωή γύρω μας καί μέσα μας, κατά γενική ὁμολογία ὅλων, κατά μείζονα λόγο μυστήριο ἀνεξάντλητο ὑπάρχει στά πνευματικά φαινόμενα, πού ἐκπηγάζουν ἀπό τόν Θεό καί κατευθύνονται στά λογικά Του κτίσματα, τά ὁποῖα Τόν ἀναζητοῦν.

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ ὅμως στό σημεῖο αὐτό, νά συμπληρώσωμε καί κάτι ἀκόμη στήν σχετική ἐρώτησι, πού ἐρωτᾶ ἐάν καταλαβαίνη ὁ ἀγωνιζόμενος μέ τήν εὐχή τήν προσωπική του πρόοδο.
Σέ αὐτό ἀπαντοῦμε, ὅτι στήν ἀρχή τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα, ὁ Θεός ἀπό συγκατάβασι μᾶς προσεγγίζει.

Καί ἕνας ἀπό τούς τρόπους προσεγγίσεώς Του εἶναι νά μᾶς δίνη κάποιες πνευματικές ''καραμέλες''γιά νά μᾶς προσελκύση, γιά νά μᾶς γλυκάνη μέ τήν Χάρι Του, γιά νά μᾶς τραβήξη καί νά μᾶς ξεκολλήση ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἡ ἁμαρτία, ἰδιαίτερα στήν ἀρχή, μᾶς ἐξαπατᾶ. Φαίνεται πολύ γλυκειά, ἄσχετα ἄν τελικά βέβαια, ἀργά ἤ γρήγορα ὁδηγῆ σέ ἀφάνταστη πικρία, καί σέ αὐτήν τήν ζωή, καί πολύ περισσότερο στήν αἰωνία ζωή.

Στήν ἀρχή λοιπόν τῆς πνευματικῆς στροφῆς μας αἰσθανόμεθα, κάποιες στιγμές, αἰσθητά τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ. Ὅταν κάνωμε κάποια πνευματική στροφή, τό αἰσθανόμεθα αὐτό. Αἰσθανόμεθα μία κατάνυξι, μία ὄρεξι, πού πρίν ὅλα αὐτά γιά μᾶς ἴσως ἦταν καί ἀνεξήγητα.

Μετά ὅμως μέ τόν καιρό, φαινομενικά, ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται τήν ἄρσι, τό σήκωμα, τό πάρσιμο τῆς Χάριτος, ἀνάλογα βέβαια μέ τήν περίπτωσι, διότι οἱ περιπτώσεις τῶν πνευματικῶν καταστάσεων καί τῶν ἀγωνιζομένων εἶναι ἀναρίθμητες καί πολυποίκιλες. Καί αὐτήν τήν στιγμή φυσικά δέν μπαίνομε σέ λεπτομέρειες. Ἁπλῶς ἐδῶ ἀναφέρομε ὅτι, ἄν τυχόν κάποιος ἐνδιαφέρεται, τόν παραπέμπομε στόν Ρῶσο ἀρχιμανδρίτη Σωφρόνιο πού ἔγραψε τό βιβλίο μέ τίτλο ''Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης''καί ὅπου ἀλλοῦ θέλει. Στήν Πατερική Γραμματολογία ἐπεξηγεῖται τό πῶς αἴρεται ἡ Χάρις στούς ἀγωνιζομένους.

Λοιπόν, φαινομενικά ὁ ἄνθρωπος ἀπό κάποια στιγμή καί μετά, ἀρχίζει νά βιώνη τήν ἄρσι τῆς ἀρχικῆς Χάριτος, τό πάρσιμό Της. Καί ἀναγκάζεται πλέον νά παλαίψη μέ τά πάθη, πού πρῶτα ἦσαν θαμμένα μέσα του, καί ἀπό τά ὁποῖα ἴσως πάθη ἐνόμιζε, ἐσφαλμένα βέβαια, ὁ ἀγωνιστής, ὅτι ἀπαλλάχθηκε, δῆθεν, μιά γιά πάντα. Γι᾽ αὐτό ποτέ μά ποτέ, δέν πρέπει νά ξεθαρρεύωμε στήν πνευματική ζωή, ἕως τελευταίας μας πνοῆς. Ὅπως ἔλεγε ὁ σοφός ἱερέας, ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος: ''Σάρξ-πλάξ''. Δηλαδή, τά πάθη τῆς σάρκας, καί ὄχι μόνο αὐτά βέβαια, μόνο ἡ ταφόπλακά μας θά τά σταματήση. Πρίν μπῆ ἡ ταφόπλακα ἀπό πάνω μας, πάντα ὑπάρχει, ἀνα πᾶσα ὥρα καί στιγμή, ὁ κίνδυνος τά πάθη τῆς σάρκας νά ἐκδηλωθοῦν μέ τήν α´ ἤ β´ μορφή.

Ἐπαναλαμβάνομε λοιπόν ὅτι, ἀπό κάποια στιγμή καί μετά, φαίνεται ὅτι ἡ Χάρις ἐγκαταλείπει τόν ἀγωνιστή ἄνθρωπο, ἀλλά στήν πραγματικότητα, αὐτή ἡ ἴδια ἡ Χάρις, μυστικά τοῦ δίνει τήν δύναμι, τήν ψυχική ἀντοχή, τό κουράγιο νά ἀντέξη στίς διάφορες ὀδυνηρές πνευματικές δοκιμασίες. Διότι, ἄν στήν πραγματικότητα ὄντως μᾶς ἐγκατέλειπε ἡ θεία Χάρις, τότε αὐτόματα θά πέφταμε στό κενό, ὅπως ἔλεγε σχετικά ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, καί μάλιστα σέ μεγάλη ἡλικία εὑρίσκετο τότε, λίγο πρίν τόν θάνατό του. Τί ἔλεγε; Ἀκοῦστε λόγο: «Ἄν μέ ἐγκαταλείψη ἡ Χάρις, θά μέ δῆτε πρῶτον νά χορεύω στίς ταβέρνες, στίς διασκεδάσεις, στά μπουζούκια». Συγγνώμη πού τά λέμε λίγο ἁπλᾶ, ἀλλά ἔτσι ἀκριβῶς τά ἔλεγε, γελῶντας χαριτωμένα ὁ Γέροντας, γιά νά δείξη ὅτι ὅλα ὅσα ἔχομε τά ὀφείλομε στήν θεία Χάρι.

Ἡ Χάρις βέβαια δέν ἐγκαταλείπει ποτέ τόν ἄνθρωπο, ἐκτός καί ἄν εἶναι μόνιμα ὑπερήφανος, ἤ ἐκτός ἄν, τελικά, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἐν ψυχρῷ ἐγκαταλείψωμε τήν Χάρι καί γενικώτερα παρατήσωμε καί ἀχρηστεύσωμε τά διάφορα θεῖα ὅπλα, τά ὁποῖα μᾶς ἔχουν δοθῆ, γιά τόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Ἀκόμη λοιπόν καί τότε πού ὁ ἄνθρωπος βιώνει τήν ἄρσι τῆς Χάριτος καί δοκιμάζεται καί πάσχει, οὐσιαστικά καί τότε μέ μυστικό τρόπο, ἡ ἴδια ἡ Χάρις τόν ἐνισχύει. Καί, ἄς γίνωμε ἀκόμη πιό παραστατικοί. Θυμηθεῖτε τόν Μέγα Ἀντώνιο, πού ἐπί δέκα ἕξι ὁλόκληρα χρόνια ἔπασχε συνεχῶς ἀπό τά δαιμόνια. Καί τί πειρασμούς δέν τοῦ προξενοῦσαν! Καί μόνο μετά ἀπό τήν δοκιμασία αὐτή, τόν περιέλαμψε θεῖο Φῶς καί εἶπε στόν Χριστό, ὅταν τοῦ ἐνεφανίσθη: «Ποῦ ἤσουν, Κύριε;» Καί τοῦ εἶπε ὁ Χριστός: «Δίπλα σου ἤμουν Ἀντώνιε καί παρακολουθοῦσα τούς ἀγῶνες σου».

Ἔτσι συμβαίνει συνήθως στά πνευματικά. Στήν ἀρχή, κάποια χαρά δοκιμάζει ὁ ἀγωνιζόμενος. Μετά ὅμως, δοκιμασίες πολλές, ἀνάλογα βέβαια μέ τήν δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου καί μέ τό ἀντίστοιχο θεῖο σχέδιο. Λοιπόν, στήν ἀρχή χαρά, καί μετά δοκιμασίες πολλές. Καί, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν κάνη πίσω - ἐδῶ φαίνονται τά παλληκάρια, στήν πρᾶξι - ἐάν δέν ἀπογοητευθῆ, ἀλλά συνεχίση νά ἀγωνίζεται, νά πάσχη, ἔ, μετά, ἀκολουθεῖ ἀσύγκριτη, μεγαλυτέρα πνευματική χαρά.

Θέλω νά πιστεύω, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅτι ἔστω καί λίγοι ἔχουν αὐτή τήν μικρή γευσούλα τῆς Χάριτος. Ἀλλά πολύ φοβᾶμαι, ὅτι ἄν ὄχι ὅλοι μας, σχεδόν ὅλοι μας, μετά, δέν δείχνομε τή ἀπαιτουμένη καρτερία στίς πνευματικές δοκιμασίες πού ἀκολουθοῦν, καί δέν κάνομε ἀγῶνα ὅπως πρέπει, καί ἔτσι, στερούμεθα, ἀλλοίμονο μας, τήν μεγάλη χαρά πού ἀκολουθεῖ καί πού ὅταν ἔλθη, ξεπερνᾶ σέ ἀπόλαυσι, σέ ποσότητα, σέ ποιότητα, κάθε ἐμπειρία αὐτῆς τῆς ζωῆς. Αὐτή ἡ οὐράνια χαρά εἶναι ἀνώτερη ἀπό κάθε ἀπόλαυσι αὐτῆς τῆς ζωῆς, εἴτε αὐτή ἡ ἀπόλαυσι εἶναι νόμιμη, εἴτε εἶναι παράνομη. Ὁ,τιδήποτε γήινο, καί τό πιό ἐπαινετό, ὠχριᾶ μπροστά στήν γοητεία καί στήν ἡδονή, ἡ ὁποία προξενεῖται ἀπό αὐτήν τήν πνευματική χαρά.

Ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, στήν ἀρχή ὁ Θεός μᾶς δίνει ἕνα πνευματικό γλυκάκι γιά νά μᾶς τραβήξη ἀπό τήν ἁμαρτία. Μετά ὅμως μᾶς δίνει τά ἀπαραίτητα ἐργαλεῖα γιά νά κουρασθοῦμε προσωπικά καί νά φτιάξωμε μόνοι μας γλυκά, νά φτιάξωμε πνευματικό ''ζαχαροπλαστεῖο''. Νά γίνωμε πνευματικοί ''ζαχαροπλάστες''. Ἀλλά αὐτό, θέλει κόπο. Θέλει τήν ἰδική μας ἐργασία πρῶτα. Ἤ, ὅπως ἔλεγε, πάλι ὁ ἴδιος Γέροντας, ἀκόμη πιό παραστατικά: «Ὅταν ἔχης ἕνα μικρό δενδράκι, ἕνα μικρό φυτό, στήν ἀρχή, αὐτό τό μικρό φυτό θέλει μόνο πότισμα, θέλει μόνο ''χάϊδεμα''. Μετά ὅμως, ὅταν μεγαλώση λίγο, ἄν δέν τό κλαδέψης τό φυτό, τό δένδρο, ὅσο καί νά τό ποτίζης, δέν κάνει τήν προβλεπόμενη προκοπή, δέν βγάζει δηλαδή τούς ἀναμενόμενους καρπούς».

Ἔ, κάπως ἔτσι ἰσχύει καί στά πνευματικά. Γιά νά βγοῦν πνευματικοί καρποί, χρειάζεται ἀπαραίτητα πνευματικό κλάδεμα, χρειάζεται πνευματική ἐγχείρησις. Ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, στίς ἀρχές μέν εἶχε φοβερή ἐπίσκεψι τῆς Χάριτος καί μάλιστα εἶδε τόν ἴδιο τόν Χριστό μέσα σέ θεῖο Φῶς. Μετά ὅμως τόν ἐγκατέλειψε - ἐξ ὑποκειμένου πάντα, ἐννοεῖται - ἡ Χάρις, καί τότε εἶχε ἐπί χρόνια φοβερό μαρτύριο δαιμονικῶν προσβολῶν. Ἔπασχε συνεχῶς ἀπό λογισμούς. Ἐπί παραδείγματι, ἄλλες φορές τοῦ ἔλεγαν οἱ λογισμοί ὅτι ἦταν ἅγιος καί ἄλλες φορές τοῦ ἔλεγαν ὅτι θά χανόταν. Ἀφοῦ νά σκεφθῆτε, ἔκανε στρωτές μετάνοιες καί ἔβλεπε μπροστά του δαιμόνια μεταμορφωμένα νά κάθωνται ὄρθια καί νά σαρκάζουν. Καί εἶχε τήν πικροτάτη αἴσθησι, ὅτι προσκυνοῦσε, μέ τίς μετάνοιες πού ἔκανε, ὄχι τόν Χριστό, ἀλλά τόν διάβολο.

Σέ μᾶς βέβαια δέν ὑπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, οὔτε διαβόλους νά δοῦμε, οὔτε τίποτε ἀπό αὐτά. Ἀλλά, ξέρεις τί εἶναι ἀδελφέ μου, νά κάνης μετάνοια, νά προσκυνᾶς τόν Θεό, καί νά βιώνης ὅτι προσκυνᾶς, ἀντί γιά τόν Χριστό, τόν διάβολο; Νά μή τύχῃ τέτοιο πρᾶγμα! Καί ἐν συνεχείᾳ, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σιλουανός: «Ἄν δέν εἶχα δεχθῆ τήν πρώτη δυνατή Χάρι, δέν θά ἄντεχα, οὔτε ἕνα βράδυ, τό δαιμονικό αὐτό μαρτύριο. Ἀλλά, ἦταν τόσο ἔντονη, γλυκειά καί καθοριστική αὐτή ἡ Χάρις πού δέχθηκα, πού ἄντεξα, ἐπί πολλά χρόνια, ἀναρίθμητες τέτοιες μακάβριες δαιμονικές νύχτες». Καί σέ κάποια ἄλλη συνάφεια, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σιλουανός στόν Χριστό: «Κύριε, θέλω νά προσευχηθῶ καί δέν μέ ἀφήνουν οἱ λογισμοί». Καί τότε ἄκουσε θεϊκή φωνή πού τοῦ ἔλεγε: «Ἔτσι ὑποφέρουν οἱ ὑπερήφανοι». Καί ἐν συνεχείᾳ, ἄκουσε τό περίφημο καί γνωστό σας πλέον: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ᾅδη, καί μήν ἀπελπίζεσαι». Νά ἔχης, δηλαδή, συντετριμμένο νοῦ καί νά μή στενοχωριέσαι γι᾽ αὐτά πού σοῦ συμβαίνουν.

Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὡς πρός τήν ἀπορία αὐτή. Ἐπειδή τά θεωρήσαμε πολύ βασικά καί χρήσιμα, γι᾽ αὐτό καί τά ἀναφέραμε, γιατί πολλοί ἀπό μᾶς, ἐνῶ στήν ἀρχή κάνωμε κάποιο ἀγῶνα, μετά, μέ τό παραμικρό, τά παρατᾶμε, ἀγνοῶντας τά ''παιχνίδια''τῆς Χάριτος. Ἔ, πῶς νά τό κάνωμε; Θέλομε καί ἐκεῖ Παράδεισο, καί ἐδῶ Παράδεισο; Συνέχεια; Δέν γίνεται. Ὁ Παράδεισος γιά νά κατακτηθῆ θέλει πολύ κόπο. Τί λέγει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ; «Ἀδελφέ μου, ἄνθρωπέ μου, θέλεις νά ἀνεβῆς στόν οὐρανό καί ὑπολογίζεις κόπους καί πόνους καί θυσίες; Δέν βλέπεις πῶς κινοῦνται οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι γιά ἄλλες κοσμικές ὑποθέσεις; Διδάξου ἀπό αὐτούς».

Καί ἐν προκειμένῳ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, νά τό ξέρωμε καλά, θέλει πολύ ἀγῶνα, θέλει καρτεροψυχία, θέλει πολύ ὑπομονή, δέν γίνεται σέ ἕνα βράδυ, σέ δύο βράδυα, σέ ἕναν μῆνα νά ἐπιτύχωμε αὐτά τά ὁποῖα θά θέλαμε. Βέβαια, τό ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ ἀπέκδυσις τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό κυρίως πρέπει νά ζητοῦμε διά τῆς προσευχῆς. Θέλει ὅμως πολύ ὑπομονή καί πολύ κόπο. Δέν μοῦ ἀρέσει νά σᾶς τά ὡραιοποιῶ. Θέλω νά σᾶς λέγω τήν ἀλήθεια.
Μία ἄλλη ἀπορία εἶναι ἡ ἑξῆς: ''Ἄν ἐπιτρέπεται ἡ προσευχή γιά τούς ἀλλοθρήσκους''.

Σέ αὐτήν, ἐλλείψει χρόνου, ἀπαντοῦμε ἐπιγραμματικά: Φυσικά καί ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά προσευχώμεθα καί γιά τούς ἀλλοθρήσκους. Γι᾽ αὐτούς, ἐπί παραδείγματι, ἡ προσωπική μας προσευχή, μέ τό κομβοσχοίνι, ἤ χωρίς αὐτό, ἄς εἶναι ὡς ἑξῆς: Νά λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησε τόν δοῦλο σου τάδε, ἤ τούς δούλους σου τάδε''. Θά τά ἀναλύσωμε ὅμως ὅλα αὐτά καί πιό κάτω. Ὅμως, δέν πρέπει τά ὀνόματα αὐτά τῶν ἀλλοθρήσκων ἤ τῶν αἱρετικῶν, ὅταν δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι δηλαδή, νά τά δίνωμε στούς ἱερεῖς γιά νά μνημονεύωνται στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, στίς Θεῖες Λειτουργίες, στήν Προσκομιδή, κλπ. Δηλαδή, σέ καμμία περίπτωσι, δέν πρέπει αὐτά τά ὀνόματα νά μνημονεύωνται στήν Θεία Λειτουργία.

Αὐτά, εἴχαμε νά ποῦμε ὡς προς τίς σχετικές μέ τό θέμα μας ἀπορίες.
Τώρα, ἄς ὑπενθυμίσωμε, ὅτι στό θέμα τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, εἴχαμε φθάσει, στήν προηγουμένη σύναξί μας, στό τρίτο στάδιο τῆς προσευχῆς, ὅπου ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ, στήν κατάστασι αὐτή, μέ τήν καρδιά του, χωρίς πλέον καμμία βία ἤ ἀνθρωπίνη προσπάθεια, νά λέη τήν εὐχή, εἴτε ἐργάζεται χειρωνακτικά, εἴτε ἀκόμη καί διανοητικά, ἀκόμη καί ὅταν κοιμᾶται. Αὐτή ἡ κατάστασις, τό ξανατονίζομε, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Καί τά δῶρα Του τά δίνει ὁ Θεός ὅποτε Ἐκεῖνος κρίνει καί θέλει. Ἀλλά δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε, ὅτι τά δῶρα Του τά δίνει ὁ Θεός σέ ὅσους, καί μόνο σέ ὅσους, ἀγωνίζονται, καί μάλιστα σωστά.

Μία φορά, ὁ νεοφανείς Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης κουβέντιαζε μέ κάποιον ἄλλον ἀγωνιστή μοναχό. Καί ἔλεγε ὁ ἄλλος μοναχός στόν Ἅγιο Σιλουανό: «Ὅλα καλά, ὅταν κάνω κάποια χειρονακτική ἐργασία, μπορεῖ ταυτόχρονα νά λέγεται καί ἡ εὐχή μέ τόν νοῦ μου. Τήν κρατάω καλά μέ τόν νοῦ μου. Ἀλλά, ὅταν κάνω μιά πρᾶξι πού θέλει ἰδιαίτερη προσοχή, εἶναι δηλαδή διανοητική ἐργασία, τότε δέν μπορῶ, ταυτόχρονα, νά κρατήσω καί τήν εὐχή στό μυαλό μου γιατί τό μυαλό μου εἶναι ἀφοσιωμένο, πέρα γιά πέρα, εἰς τήν ἐργασία ἐκείνη». Αὐτά ἐκμυστηρεύθηκε ὁ μοναχός ἐκεῖνος στόν Ἅγιο Σιλουανό. Τότε, ὁ Ἅγιος Σιλουανός χαμογέλασε ἐλαφρά, μέ πόνο καί ἀγάπη, καί τοῦ εἶπε: «Σέ μᾶς, δέν συμβαίνει ἔτσι...». Μόνο αὐτήν τήν φρασούλα τοῦ εἶπε. Καί ἐννοοῦσε φυσικά, ὅτι κατεῖχε τήν καρδιακή προσευχή. Δηλαδή ὅ,τι καί νά ἔκανε, εἴτε εὑρίσκετο ἀνάμεσα σέ τόσους ἐργάτες, πού εἶχε μεγάλη ὑπευθυνότητα τότε ὁ ἅγιος Σιλουανός ὡς οἰκονόμος πού ἦτο εἰς τό Μοναστήρι - ἄν ἐνθυμοῦμαι καλά -, παρά δηλαδή τίς ἐργασίες πού εἶχε, παρά τό πλῆθος τῶν ἐργατῶν πού κατηύθυνε, παρά τίς τόσες ἐξωτερικές, πολλές φορές, ἀντιξοότητες πού ἀντιμετώπιζε, μέσα του κρατοῦσε αὐτήν τήν καρδιακή προσευχή, ὡς δῶρο Θεοῦ.

Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς κάνωμε μία παρένθεσι. Ἄλλωστε, πιστεύω, οἱ πιό πολλοί θά τό γνωρίζετε. Πρόκειται γιά τόν π. Φώτιο ἀπό τήν Μυτιλήνη, ἕναν χαριτωμένο παππούλη, πολύ μεγάλης ἡλικίας τώρα, πού εἶχε λειτουργήσει στό Μοναστήρι καί μᾶς εἶχε ἐπισκεφθῆ ἀρκετές φορές, ὁ ὁποῖος προσωπικά ἐγνώρισε τόν πατέρα τότε Σιλουανό, νῦν Ἅγιο Σιλουανό. Τότε, μεταξύ τῶν ἄλλων, μᾶς διηγήθηκε ὁ π. Φώτιος καί τό ἑξῆς:

Αὐτό συνέβη, ὅταν ἦτο ὁ π. Φώτιος νέο καλογέρι εἰς τό Ἅγιον Ὄρος. Τότε πῆγε κάποια στιγμή, γιά κάποια δουλειά, στό Ρωσικό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, εἰς τό ὁποῖο ἀσκήτευε ὁ π. τότε Σιλουανός. Ἐκεῖ λοιπόν, κάποια στιγμή, ὁ παπα-Φώτιος χρειάσθηκε, γιά κάποια δουλειά, τόν π. Σιλουανό. Τόν ἀνεζήτησε καί ἀφοῦ δέν τόν εὕρισκε, στήν συνέχεια ἐπῆγε καί ἐκτύπησε τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του, ὅπως ἦτο φυσικό. Ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὅμως, ἄν καί συμπτωματικά ἐκοιμᾶτο, ἀμέσως ἐσηκώθηκε καί ἤρεμα καί πρόθυμα ἐξυπηρέτησε τόν π. Φώτιο. Καί μάλιστα ἔμεινε μαζί του γιά ἀρκετή ὥρα, ἐπειδή ἐπρόκειτο γιά δουλειά σοβαρή πού ἀπαιτοῦσε πολύ χρόνο. Τοῦ ἔκανε δέ πολύ καλή ἐντύπωσι, τοῦ π. Φωτίου, ἡ προθυμία, ἡ ἠρεμία, ἡ καλωσύνη τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ. Ὅταν ὅμως μετά ἀπό λίγο, ὅλα αὐτά τά ἀνέφερε, εὐχαριστημένος καί αὐθόρμητα, σέ κάποιους ἄλλους μοναχούς πού ἀσκήτευαν τότε στό Ρωσικό Μοναστήρι, ὅταν δηλαδή ὁ π. Φώτιος εἶχε ἀποχαιρετήσει τόν π. Σιλουανό, τότε ἔμαθε, ὅτι ὁ Ἅγιος Σιλουανός, τήν στιγμή πού τόν ξυπνοῦσε ὁ π. Φώτιος, ἀκριβῶς πρίν ἀπό λίγο εἶχε πάει στό κελλί του γιά νά ξεκουρασθῆ ὕστερα ἀπό ὁλονύκτια ἀγρυπνία. Καί τότε ἐθαύμασε, ὁ π. Φώτιος, ἀκόμη πιό πολύ τήν πραότητα τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ καί τήν κρυφή ἐσωτερική του ἐργασία, πού δηλαδή δέν τοῦ ἀνέφερε οὔτε μία λεξούλα σάν παράπονο, ὅπως «ξέρεις, εἶμαι ἀπό ἀγρυπνία, περίμενε λίγο, κλπ.». Τίποτε ἀπό αὐτά. Τέτοια λεπτότης, τέτοια διάκρισις ἐχαρακτήριζαν τόν Ἅγιο Σιλουανό. Δέν τοῦ εἶπε: «Ξέρεις, μόλις ξάπλωσα. Ἄν θέλης, ἔλα ἀργότερα, δέν μπορῶ τώρα,...». Οὔτε ἔκανε ἔστω ἕναν ὑπαινιγμό. Τέτοια ἐντύπωσι ἔκανε τοῦ π. Φωτίου ὅλη αὐτή ἡ στάσι τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, πού ὅλα αὐτά τοῦ ἔμειναν γιά τόσα πολλά χρόνια μέσα στήν διάνοιά του. Τόσο μεγάλη ἐντύπωσι, πού ἀρκεῖ νά σκεφθῆ κανείς, ὅτι μᾶς τά διηγήθηκε μετά ἀπό 60 περίπου, ἴσως καί περισσότερο, χρόνια. Νέο καλογέρι τότε, γέρων τώρα, καί τά θυμόταν σάν νά ἦταν χθές, σάν νά ἦταν αὐτήν τήν στιγμή.

Λοιπόν, ἄς συνεχίσωμε:
Ὁ π. Παΐσιος ἐπισκέφθηκε κάποιον μοναχό στά τελευταῖα του, ὁ ὁποῖος ξεψυχοῦσε. Ἐκεῖνος ὁ μοναχός, ἀπό ὑπερβολική ταπείνωσι, ἔλεγε στόν π. Παΐσιο, ὅτι ἐπέρασε μία ὁλόκληρη ζωή στήν ματαιότητα, στήν ἁμαρτία. Ἔλεγε: «Εἶμαι σκέτη ἁμαρτία. Δέν ἔκανα τίποτε». Τότε ὁ π. Παΐσιος, γιά νά τοῦ δώση θάρρος, ἐπειδή ἐγνώριζε τήν κρυφή του πνευματική ἐργασία, τοῦ εἶπε: « Ἄς ἀφήσωμε τά ἄλλα, τό παρελθόν. Ἐν τάξει. Δέν ἔκανες τίποτε. Τώρα, ὅταν κοιμᾶσαι ἀδελφέ, ἡ εὐχή δέν λέγεται ἀπό μόνη της;» Καί ἀπήντησε ὁ ψυχορραγῶν μοναχός: «Ἔ αὐτό γίνεται, τοὐλάχιστον. Αὐτό ἔλειπε νά μή γινόταν καί αὐτό!» Δηλαδή, λίγο-πολύ τό ἐθεωροῦσε φυσικό νά γίνεται ἡ προσευχή στόν ὕπνο, νά ἐνεργῆται ἀπό μόνη της. Καί ἱκανοποιημένος ἀπό αὐτήν τήν ἀπάντησι ὁ π. Παΐσιος εἶπε στόν μοναχό αὐτόν, πρό τοῦ τέλους του: «Ἔ, ἀφοῦ αὐτό γίνεται, μή φοβᾶσαι γιά τό οὐράνιο ταξεῖδι σου. Ὅλα θά πᾶνε καλά. Ὁ Θεός θά σέ σώση».

Συγχωρέστε με, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀλλά τώρα μοῦ ἔρχονται κι ἄλλες σχετικές ἱστορίες ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος. Μοῦ ἔρχεται εἰς τό μυαλό ἕνα παρόμοιο περιστατικό, πού μᾶς τό ἐδιηγεῖτο πάλι ὁ π. Παΐσιος:

Κάποτε ψυχορραγοῦσε ἕνας ρουμᾶνος μοναχός. Αὐτός ἦταν ὑποτακτικός σέ κάποιον Γέροντα - καί οἱ δύο ἦσαν πολύ μεγάλης ἡλικίας. Ὅταν ψυχορρραγοῦσε ὁ ὑποτακτικός, πῆγε, ἀνήμερα τῆς Παναγίας, ἔτσι συνέπεσε, ἕνας πρακτικός γιατρός ἀπό ἐκεῖ κοντά, ὀνόματι Δανιήλ. Αὐτός ὁ γιατρός πῆγε γιά νά προσφέρη στόν ψυχορραγοῦντα ὑποτακτικό τίς τελευταῖες ἀνθρώπινες δυνατές βοήθειες. Τότε ἀπεγνωσμένα ὁ Γέροντας τοῦ ψυχορραγοῦντος μοναχοῦ ἔλεγε μέ ἀγωνία πρός τόν πρακτικό γιατρό, σέ σπαστά Ἑλληνικά - γιατί, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἦτο Ρουμᾶνος: «Μή Ντανῆλο - Δανιήλ, δηλαδή -, μή κάνης τίποτε. Ἄσε καλύτερα, νά πεθάνη σήμερα. Γιατί, σήμερα εἶναι μεγάλη γιορτή. Εἶναι τῆς Παναγίας. Γιατί, καί νά κάνης κάτι, ἤ θά πεθάνη αὔριο, ἤ μεθαύριο. Καλύτερα νά πεθάνη σήμερα, πού εἶναι γιορτή. Μεγάλη εὐλογία. Εἶναι τῆς Παναγίας». Ἄς μή κάνωμε σχόλια τώρα τό πῶς ἀντιμετωπίζομε ἐμεῖς τέτοιες καταστάσεις....

Αὐτή ἡ μέθοδος τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, ἔχει τρία κύρια μεγάλα πλεονεκτήματα:
Κατ᾽ ἀρχάς, δέν ἀπαιτοῦνται εἰδικές συνθῆκες τόπου καί χρόνου. Δέν θέλει δηλαδή νά ἔχωμε δικό μας εἰδικό χῶρο, εἰδικό δωμάτιο, βιβλία, καί ἄλλον ἐξοπλισμό. Μποροῦμε νά λέμε τήν εὐχή παντοῦ καί πάντοτε, εὐκαίρως-ἀκαίρως, εἴτε ὅταν εἴμαστε ἀπερίσπαστοι, εἴτε παράλληλα καί ταυτόχρονα μέ ἄλλες ἀσχολίες. Καί ὅταν ταξειδεύωμε, καί ὅταν κάνωμε ὁποιαδήποτε δουλειά, καί ὅταν περπατᾶμε, καί στά διαλείμματα τῶν ἐργασιῶν, καί ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή, ὅπως ἤδη ἔχομε ἐξηγήσει. Μέ μία λέξι, δέν ὑπάρχει ἀκατάλληλη στιγμή γιά τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Πάντα ἐνδείκνυται, πάντα ἐπιβάλλεται. Ὄχι ἁπλῶς ἐπιτρέπεται, ἀλλά καί ἐπιβάλλεται. Πάντα εἶναι ὠφέλιμη, πάντα εἶναι σωτήρια. Καί ἀντί συνεχῶς νά σκεπτώμεθα καί νά ἀκοῦμε ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα πού, ἄν δέν εἶναι βλαβερά, εἶναι τό ὀλιγώτερο ἀνώφελα καί μάταια, καί τά ὁποῖα μᾶς κουράζουν, μᾶς ἀποπροσανατολίζουν, μᾶς θολώνουν τό μυαλό, ἀντί λοιπόν νά κάνωμε ὅλα αὐτά, μποροῦμε νά δίνωμε, ἄν ὄχι πάντα, τοὐλάχιστον ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν, ὡς στερεά πνευματική τροφή, στόν ἑαυτό μας, τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο μεγάλο πλεονέκτημα. Δέν ἀπαιτεῖται εἰδικός χῶρος, δέν ἀπαιτοῦνται εἰδικές συνθῆκες.

Δεύτερο μεγάλο πλειονέκτημα πού ἔχει αὐτός ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς, εἶναι ὅτι δέν ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερος προσωπικός μας φιλολογικός καί θεολογικός καταρτισμός. Δέν χρειάζονται ἰδιαίτερες γνώσεις. Διότι, πολλά τά αἴτια μέν, ἄς μή κρυβώμαστε δέ. Λίγο πολύ, ὅλοι μας ὑστεροῦμε σέ θεολογικο-φιλολογική κατάρτησι καί δέν καταλαβαίνομε, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ, τά ἐξαίσια, κατά τά ἄλλα, βαθειά, βαθύτατα, νοήματα τῶν τροπαρίων, πού ψάλλονται εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία κατά τήν διάρκεια τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Ἐπειδή, γιά νά καταλάβη κάποιος καλά τά ἐξαίσια αὐτά τροπάρια, πρέπει νά ξέρη, καί τήν Παλαιά Διαθήκη, καί τήν Καινή Διαθήκη, καί τούς βίους τῶν Ἁγίων, τά συγγράμματα τῶν Ἁγίων, ἐκκλησιαστική ἱστορία, δογματική, νά ξέρη καί κάποια ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Καί πολλές φορές, ἄν εἶναι ἰαμβικοί οἱ στίχοι τῶν τροπαρίων, ὅπως κατά τά Χριστούγεννα, Θεοφάνεια καί κάποιες ἄλλες γιορτές, πρέπει νά ξέρη καλά ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Καί ὅλα αὐτά βέβαια, ἐφ᾽ ὅσον ἀποδίδωνται σωστά καί ἀπό τούς ἱεροψάλτες.

Ὅπως καταλαβαίνετε, ὅλα αὐτά γιά νά συντρέχουν ταυτόχρονα, δέν εἶναι καί τόσο εὔκολο, γιά νά μή ποῦμε ὅτι εἶναι πολύ δύσκολο. Ὁπότε εἶναι φυσικό πολλές φορές, νά αἰσθανώμεθα κάποια ἀνία κατά τήν διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν μέσα στόν ναό. Γιατί, ἄν δέν καταλαβαίνη κάποιος τί ἀκούει, ὅσο καί ἄν ὑπάρχη ἕνα ἐξαίσιο πνευματικό κλῖμα ἀπό τήν ψαλμωδία, δέν εἶναι παράξενο νά αἰσθάνεται ἀνία. Ὁπότε, ἀντί νά ἔχωμε πολλές φορές αὐτό τό ὄχι σωτήριο αἴσθημα, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν καταλαβαίνομε τό νόημα τῶν λεγομένων, εἶναι πολύ ὠφέλιμο καί χρήσιμο, παράλληλα μέ τό ἐξαίσιο πνευματικό κλῖμα τό ὁποῖο δημιουργεῖται μέ τήν βυζαντινή ψαλμωδία, νά λέμε παράλληλα, κάπου - κάπου, καί τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, τό ''Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με''. Ἤ, ἐάν ἐκείνη τήν στιγμή τό τροπάριο ἀναφέρεται στήν Παναγία, μποροῦμε νά λέμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με'', ἤ, ἄν κάποιο τροπάριο ἀναφέρεται σέ κάποιον Ἅγιο, νά λέμε ''Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ''. Εἶναι πολύ πιό χρήσιμο, πολύ πιό ὠφέλιμο.

Βέβαια, στό σημεῖο αὐτό νά ποῦμε ὅτι φταῖμε λίγο-πολύ ὅλοι μας, πού, ἐνῶ μαθαίνωμε ξένες γλῶσσες, ἐνῶ μαθαίνωμε ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα, βλαβερά, ἀνώφελα, δέν κάνομε μία προσπάθεια νά βελτιώσωμε τά Ἑλληνικά μας, τά ἀρχαῖα Ἑλληνικά μας. Καί σέ λίγο, θά ἔλθουν νά μᾶς τά μάθουν οἱ Γερμανοί καί οἱ ξένοι γιατί, ὅπως πάει τό πρᾶγμα, θά τά ἔχωμε ξεχάσει. Τί νά μᾶς μάθουν δηλαδή οἱ ξένοι; Τήν δική μας ἐξαισία γλῶσσα! Καί αὐτό εἶναι μεγάλη μας ντροπή. Τί λέγω γιά τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἐδῶ, καλά - καλά, δέν ξέρομε τήν ἁπλῆ καθαρεύουσα καί μέ αὐτά τά μονοτονικά συστήματα, πού εἶναι ντροπή πού τά υἱοθετήσαμε, δέν ξέρω κι ἐγώ τί νά πῶ, σέ λίγο, θά πᾶμε καί στό ἀτονικό σύστημα. Ἀλλά, ἄς μή ξεφύγω ἀπό τό θέμα μας. Ὅμως ἄν κάνωμε μία προσπάθεια καί ἀπό μόνοι μας, μποροῦμε νά βελτιωθοῦμε στό θέμα αὐτό.

Ἀλλά, καί πέραν τούτου, ἄν μεγάλοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τῆς τάξεως τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, εὑρῆκαν μεγαλυτέρα πνευματική ἀνάπαυσι καί ὠφέλεια στήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, παρά στά πολλά λόγια τῶν ἄλλων προσευχῶν, παρά στήν Ὑμνολογία, πόσῳ μᾶλλον ἐμεῖς, πού ὅπως εἴπαμε στερούμεθα τόν ἀπαραίτητο θεολογικό καί φιλολογικό καταρτισμό.

Βέβαια, γιά νά εἴμαστε πιό ὁλοκληρωμένοι καί γιά νά μήν ὑπάρχη καί καμμία παρανόησις, κατά γενική ὁμολογία, στήν ἀνθρωπίνη μας φύσι ταιριάζει ἡ ἀλλαγή, ἡ ποικιλία. Διαφορετικά δημιουργεῖται στόν ἄνθρωπο μία μορφή πνευματικοῦ μουχλιάσματος. Ὁπότε, εἶναι πιό ξεκούραστο, πιό φυσικό, πιό ὠφέλιμο καί πιό ἀποδοτικό, ἄλλοτε νά ψάλλωμε ἐσωτερικά, ἤ ἐξωτερικά, καί ἄλλοτε νά λέμε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ ψιθυριστά, ἤ νοερά. Τό ἕνα δέν ἀντιμάχεται τό ἄλλο. Ἴσα-ἴσα, τό ἕνα συμπληρώνει καί βελτιώνει τό ἄλλο. Ἔτσι εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη μας φύσις. Διότι ὅ,τι ὑπάρχει στήν ἁγία μας Ἐκκλησία, εἶναι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι κατατεθειμένο. Καί, ἄν κάνωμε διακριτική χρῆσι ὅλων αὐτῶν, μεγιστοποιεῖται ἡ προσωπική μας πρόοδος. Ἄλλωστε, αὐτά δέν μπαίνουν σέ καλούπια.

Ἐπί παραδείγματι: Ὅταν λέμε μία προσευχή, ἤ ἀκοῦμε στήν ἐκκλησία μία προσευχή, εἴτε εἶναι ψαλμωδία, εἴτε εἶναι ψαλμός τοῦ Δαυΐδ, εἴτε εἶναι ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ἅμα κάποιος συγκεκριμένος στίχος μιᾶς προσευχῆς μᾶς κεντήση ἰδιαίτερα, μᾶς ''τρυπήση'', μᾶς κατανύξη, ἄν μιλήση ἰδιαίτερα μέσα μας, τότε, ὄχι μόνο δέν εἶναι ἁμαρτία νά ἀδολεσχοῦμε γύρω ἀπό αὐτόν τόν στίχο, ἀλλά ἐπιβάλλεται καί συμφέρει πνευματικά αὐτή ἡ ἐργασία.

Αὐτά λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος τονίζει περίπου τό ἑξῆς: «Μή χάσης, λέγει, τήν εὐκαιρία αὐτή, γιατί, διά μέσου αὐτοῦ τοῦ στίχου, διά μέσου αὐτοῦ τοῦ λογισμοῦ, διά μέσου αὐτοῦ τοῦ φαινομένου, σέ ἐπισκέφθηκε ὁ Θεός, γιά νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες σου, γιά νά φωτισθῆς καί γιά πολλούς ἄλλους λόγους». Βλέπετε, στήν Ὀρθοδοξία δέν ὑπάρχουν ποτέ συνταγές, ποτέ δέν ὑπάρχουν πνευματικά καλούπια. Πάντα ὑπάρχει ἡ διάκρισις, πού εἶναι ἡ συνισταμένη ὅλων τῶν πνευματικῶν φαινομένων καί ὅλων τῶν πνευματικῶν ἀρετῶν.

Ἀλλά, ἄς μή ξεφύγωμε πιό πολύ.
Καί τό τρίτο μεγάλο πλεονέκτημα πού ἔχει αὐτή ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, πού ἔμμεσα τό προαναφέραμε, εἶναι ὅτι ἡ ἐνέργεια τῆς εὐχῆς αὐτῆς μένει ἀκεραία, θά λέγαμε, καί μετά τό πέρας τῆς προσευχῆς.
Γιά παράδειγμα, ὅποιος λέγει τήν εὐχή ψιθυριστά, ὅταν δηλαδή εἶναι μόνος του, τότε, σιγά-σιγά, καί χωρίς νά τό καταλαβαίνη, ὅταν εὑρεθῆ σέ δημόσιο χῶρο, τοῦ ἔρχεται ἡ εὐχή ἀπό μόνη της καί τήν λέγει μέ τόν νοῦ του. Δηλαδή, συνεχίζει ἡ ἐνέργεια τῆς προσευχῆς μετά τό τελείωμά της.

Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἴχαμε νά ποῦμε ὡς πρός τά τρία κύρια πλεονεκτήματα πού ἔχει ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ ἔναντι τῶν ἄλλων θεαρέστων προσευχῶν.

Τώρα ἐπίσης, ἐκτός ἀπό τόν ἑαυτό μας, ἐνδείκνυται νά προσευχώμεθα, μέ τόν ἴδιο πάντα τρόπο, γιά ὁλόκληρη τήν οἰκογένειά μας, γιά ἄτομα στά ὁποῖα αἰσθανόμεθα κάποια πνευματικῆς ἤ ὑλικῆς φύσεως εὐγνωμοσύνη, γιά ἀνθρώπους πού ἔχουν κάποια εἰδική ἀνάγκη, περιπέτεια, συμφορά, κάποια ἀρρώστεια, καί γενικῶς, γιά ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα καί γιά ὅλους τούς ζῶντας λέγοντας ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''. Καί τοῦτο ἐπειδή ἡ ἀνθρωπότης, πιό πολύ ἀπό ὅλα, πάσχει ἀπό ἔλλειψι προσευχῆς. Καί ὅ,τι πολλές φορές δέν ἐπιτυγχάνομε μέ ἕνα σωρό διδασκαλίες, ἐκβιασμούς, τσακωμούς, ἀπειλές, δοσοληψίες, συζητήσεις, πού τελειωμό δέν ἔχουν καί πολλές φορές μᾶς φθείρουν καί μᾶς βγάζουν ἐκτός τόπου καί χρόνου, μποροῦμε νά τό ἐπιτύχωμε μέ τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, γιατί αὐτή κρύβει μέσα της τεραστία πνευματική δύναμι. Μποροῦμε λοιπόν νά ἀναφέρωμε κάποια ἰδιαίτερα συγκεκριμένα ὀνόματα μία μόνο φορά εἰς τήν ἀρχή, καί μετά, ὅσες φορές θέλομε, νά λέμε γενικά ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''. Εἴχαμε πῆ δηλαδή στήν ἀρχή ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησε τούς δούλους σου τάδε, τάδε, τάδε, καί ὅλην τήν ἀνθρωπότητα''. Μετά, συνεχίσαμε νά λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', ''Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''..... Στό ''ἡμᾶς''συμπεριλαμβάνονται, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα καί ἐπί πλέον κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό καί ἰδιαίτερο τρόπο, τά ὀνόματα πού προαναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά στήν ἀρχή.

Δέν χρειάζεται δηλαδή νά ζαλιζώμαστε συνεχῶς μέ πολλά ὀνόματα καί νά τά ἀναφέρομε συνεχῶς, γιατί αὐτό διαχέει τήν πνευματική μας προσοχή καί οὔτε εἶναι ἐφικτόν καί δυνατόν νά τούς θυμηθοῦμε ὅλους. Γι᾽ αὐτό, μποροῦμε νά λέμε ἐπί πλέον καί ἐν κατακλεῖδι: ''Καί τοῖς ἐντειλαμένοις ἡμῖν τοῖς ἀναξίοις εὔχεσθαι ὑπέρ αὐτῶν''. Ὁ Θεός γνωρίζει γιά ποιούς θέλομε νά προσευχηθοῦμε, ποιούς θά ἔπρεπε νά ἀναφέρωμε καί ποιούς λησμονήσαμε ἐν τῇ ἀδυναμίᾳ μας. Ἔτσι, ἄς ἀφήσωμε τόν Θεό νά κατευθύνη Ἐκεῖνος αὐτήν τήν ταπεινή μας προσευχή, ὅπου ὑπάρχει ἀνάγκη, ὅπου πρέπει, ὅπου εἶναι τό θεῖο Του θέλημα. Δηλαδή, ἐμεῖς νά λέμε ''Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', ἀναξίως βέβαια, καί νά ἀφήνωμε τόν Θεό νά ἐνεργῆ γιά λογαριασμό μας.

Παράκληση στους Φίλους του Θεού: Οσία Μαρία η Αιγυπτία

$
0
0
Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
Ὁλοτρόπως θελχθεῖσα τῷ τοῦ Χριστοῦ ἔρωτι καί τοῦ Παρακλήτου ρωσθεῖσα σθένει κατήσχυνας, Μαρία, τόν δυσμενῆ, οὐ καί ἠμᾶς ἀποκροῦσαι τούς πιστούς ἀξίωσον βέλη τά πύρινα.
Η Οσία Μαρία, η Αιγυπτία [ 01 04 και Ε΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν], μεταλαμβάνει τη Θεία Κοινωνία, Μεγάλη Πέμπτη, από τον Άγιο Ζωσιμά [04 04], στην έρημο του Ιορδάνη ποταμού.
Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
Ὅλη καθαρά τῷ Νυμφίω σου ἀνέδραμες ὑπαντῆσαι. Ὤ πρεσβεύεις ἐκτενῶς ὑπέρ πάντων, ὤ Μαρία, τῶν τιμώντων σέ.
Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
Ἡ δαπανήσασα βίον τό πρότερον ταῖς ἁμαρτίαις, Χριστοῦ νύμφη πάγκαλος λαμπροῖς κατορθώμασιν ὕστερον, Μαρία, ὤφθης• διο χάριν εἴληφας πρεσβεύειν ὑπέρ τῶν τιμώντων σέ.
Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
Ὄντως ψυχῆς σου τό ἑδραῖον ἀπεθαύμασεν ὁ Ζωσιμᾶς, Μαρία, ὁ γνωστόν εἰς ἠμᾶς ποιήσας τόν σόν βίον τόν θαυμαστόν, ἀρχέτυπον ψυχοτρόφου μετανοίας.
Πηγή

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης - Το μυστήριο της μετανοίας

$
0
0
Ο καλός μας Θεός μάς χάρισε το Μέγα Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, αυτό το ιερό Βαπτιστήριο, στο οποίο πλένεται ο άνθρωπος ψυχικά και γίνεται ολόλευκος, καινούργιος κατά Χριστόν άνθρωπος.
Πόση ευχαριστία πρέπει να προσφέρουμε στον Θεό συνεχώς γι’ αυτό το μεγάλο καλό που μας άφησε! Δηλαδή μας άφησε την καρδιά Του ανοιχτή, οσάκις θελήσουμε να καθαρισθούμε, να εισερχόμαστε άνετα.Όσο και να αμαρτήσει ο άνθρωπος, όσο και να κυλισθεί στην αμαρτία, όσο και να μαυρίσει την ψυχή του, μπορεί άνετα σε μια στιγμή, σε λίγη ώρα να γίνει κατάλευκος σαν το περιστέρι και σαν το χιόνι. Υπάρχει μεγαλύτερο μεγαλείο από τούτο ή μεγαλύτερη ευτυχία για τον άνθρωπο;
Το εμπόδιο για να φθάσουμε στο εξομολογητήρι είναι η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Πώς θα πω τα αμαρτήματά μου; Πιάνει τον άνθρωπο μία ντροπή· αλλά την ντροπή αυτή πρέπει να την έχουμε, όταν πρόκειται να αμαρτήσουμε. Τότε θα μας φυλάξει, για να μη κάνουμε αμαρτίες. Όταν όμως πρόκειται να φθάσουμε στην μεγάλη αυτή σωτηρία, πρέπει να τρέξουμε αμέσως.

Όταν αντιληφθούμε ότι έχουμε την κακή αρρώστια του καρκίνου και μάθουμε ότι κάποιος γιατρός είναι στον Βόρειο Πόλο, αμέσως θα δώσουμε τα πάντα, θα εξοικονομήσουμε τα χρειώδη και θα σηκωθούμε να πάμε, να θεραπευθούμε από τη νόσο αυτή του σώματος. Δεν φειδόμεθα μήτε κόπους, μήτε μόχθους, μήτε οικονομικά, μήτε τίποτε. Τα αφήνουμε όλα και τρέχουμε. Ταπεινώνεται η ψυχή μας, προκειμένου να γίνουμε καλά.

Όταν έχουμε όμως τον καρκίνο της αμαρτίας και μας απειλεί με θάνατο της ψυχής, πόσο πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πάντα, και δουλειά και μεροκάματο και απόσταση και να τρέξουμε! Να φθάσουμε εκεί, να γονατίσουμε, να αναποθέσουμε την πληγή μας εκεί κάτω, να πάρουμε το φάρμακο, να γίνουμε καλά, κι έτσι να γλυτώσουμε από τον φοβερό θάνατο της ψυχής!

Σαν άνθρωποι που είμεθα, δεν γνωρίζουμε την ώρα που θα έρθει ο Κύριος. Μας το είπε: «Γρηγορείτε, ότι ουκ οίδατε την ημέραν, ουδέ την ώραν, εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ. 25:13). Τρέξτε, λέει, μη κάθεστε καθόλου· δεν γνωρίζετε την στιγμή, που θα αποφασίσει ο Κύριος να πάρει την ζωή σας και να σας οδηγήσει στο μεγάλο εκείνο φοβερό δικαστήριο, από το οποίο δεν εξαιρείται κανείς.

Δεν έχουμε συλλάβει την έννοια του πράγματος, τόσο της Ιεράς Εξομολογήσεως όσο και της ίδιας μας της ζωής. Πόσο είναι επισφαλής η ζωή μας! Από στιγμή σε στιγμή ενδέχεται να συναντήσουμε το δικαστήριο και τον δικαστή.

Τώρα, όσο ακόμη είμαστε στη ζωή, μπορούμε να κάνουμε τον Χριστό μας ευσπλαχνικότερο, και να Τον συναντήσουμε με καθαρό πρόσωπο με τη μετάνοιά μας και την εξομολόγηση. Διαφορετικά, δια της αμετανοησίας, θα Τον συναντήσουμε χωρίς έλεος και συγνώμη.

Η Εκκλησία μας εύχεται εκτενώς. Εκφωνεί ο διάκονος: «Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά και καλήν απολογίαν, την επί του φοβερού βήματος του Χριστού». Πράγματι, αυτό πρέπει να ισχύει για όλους μας. Αυτή την καλή απολογία να ζητούμε, αυτό το ειρηνικό τέλος.
Από το βιβλίο: Γέροντος Εφραίμ Προηγουμένου Ι.Μ. Φιλοθέου, Η τέχνη της σωτηρίας. Έκδ. Ι.Μ. Φιλοθέου, Άγιον Όρος 2005. Ομιλία ΙΣΤ’, Το μυστήριον της μετανοίας, σελ. 241 (αποσπάσματα).

Παναγία η Μαχαιριώτισσα

$
0
0
Η Παναγία η Μαχαιριώτισσα είναι μια θαυματουργός εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Παναγίας του Μαχαιρά στην Κύπρο. Με την εν λόγω εικόνα συνδέεται ιστορικά και πνευματικά και η Ιερά Μονή, η οποία οφείλει και το όνομά της στην ιστορία της εικόνας.
Αυτή η εικόνα θεωρείται μία από τις 70 εικόνες της Παναγίας που αγιογράφησε ο Απόστολος Λουκάς και τον τότε καιρό βρισκόταν πάνω από την Αγία Σορό, δηλαδή την Αγία Έσθήτα (φόρεμα) και την Αγία Ζώνη της Θεοτόκου, στον ναό της Παναγίας στις Βλαχέρνες. 
Αυτό ενισχύεται από την επιγραφή «Αγιοσορίτισσα» πάνω στην εικόνα, η οποία μεταλλάχθηκε αργότερα σε «Μαχαιριώτισσα». 
Σύμφωνα με μιά προφορική παράδοση, κατά τον καιρό της Εικονομαχίας (716 - 843 μ.Χ.) ένας ασκητής έφερε στην Κύπρο από την Κωνσταντινούπολη την εικόνα της Παναγίας της Αγιοσορίτισσας, και εγκαταστάθηκε σε μιά σπηλιά στην τοποθεσία που βρίσκεται σήμερα το μοναστήρι. 
Μετά την κοίμηση του ασκητού η εικόνα ξεχάστηκε και βάτοι κάλυψαν την είσοδο της σπηλιάς μέχρι τον 12o αιώνα μ.Χ., όταν η Παναγία με θαυματουργικό τρόπο έδωσε ένα μαχαίρι στους Οσίους ασκητές Νεόφυτο και Ιγνάτιο, για να κόψουν τους βάτους και έτσι να βρουν την εικόνα. Όταν ο Όσιος Νεόφυτος κοιμήθηκε, κοντά στον Iγνάτιο προσήλθε ένας άλλος γηραιός μοναχός, ο Προκόπιος. 
Οι δύο αυτοί πατέρες αποφάσισαν, όταν η αδελφότητα έγινε πολυπληθής, να ανεγείρουν μοναστήρι, το όποιο θα λειτουργούσε σύμφωνα με το κοινοβιακό πρότυπο που ακολουθούσαν τα μεγάλα μοναστικά κέντρα της εποχής.
H Ιερά, Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας του Μαχαιρά, βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της οροσειράς του Τροόδους κοντά στην κορυφή Κιόνια, σε υψόμετρο 870 μέτρων. Είναι κτισμένη σε μιά όμορφη, κατάφυτη από πεύκα βουνοπλαγιά, που καταλήγει στον χείμαρρο Πεδιαίο. 
Ονομάζεται βασιλική γιατί κτίσθηκε με βασιλική βοήθεια, και σταυροπηγιακή, γιατί κατέστη εκκλησιαστικά αυτοδιοίκητη, πράγμα το όποιο συμβολίζεται με την τοποθέτηση σταυρού στα θεμέλια της.

Όσιος Πορφύριος: «Να ξέρεις ότι οι Άγιοι του Θεού είναι ικανοί για τα πάντα»

Στον θάνατο ενός ανθρώπου παρευρίσκονται άγγελοι, άγιοι αλλά και δαίμονες

$
0
0
Από την διδασκαλία του Χριστού και την όλη παράδοση της Εκκλησίας γνωρίζουμε ότι υπάρχουν και οι άγγελοι και οι δαίμονες, οι οποίοι δεν είναι προσωποποίηση του καλού ή του κακού, αλλά ιδιαίτερα όντα 
δημιουργημένα από τον Θεό. Οι δαίμονες ήταν άγγελοι που έχασαν την κοινωνία με τον Θεό. Πολλοί άγιοι αξιώθηκαν να δουν αγγέλους όσο ζούσαν, καθώς επίσης είδαν και τους πειράζοντας δαίμονας.

Κατά την διδασκαλία των Πατέρων μας οι άγγελοι και οι άγιοι, πολλές φορές και ο Χριστός και η Παναγία, εμφανίζονται στους μελλοθανάτους για να τους ενισχύσουν, να τους ενδυναμώσουν ώστε να αποφύγουν τον φόβο ο οποίος προκαλείται από τον θάνατο. Αλλά και οι δαίμονες εμφανίζονται, ιδιαιτέρως όταν έχουν επίδραση σε συγκεκριμένους ανθρώπους, λόγω των παθών και διεκδικούν την εξουσία πάνω στις ψυχές τους. Αυτό μας υπενθυμίζει και η προσευχή στην Παναγία κατά την ακολουθία του Αποδείπνου: «και εν τω καιρώ της εξόδου μου την αθλίαν μου ψυχήν περιέπουσα και τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων πόρρω αυτής απελαύνουσα».

Είναι γνωστόν από την διδασκαλία της Εκκλησίας ότι κάθε άνθρωπος έχει τον «φύλακα άγγελο», που τον προστατεύει, γι’ αυτό και στην ακολουθία του Αποδείπνου υπάρχει ειδική προσευχή στον φύλακα άγγελο. Ο π. Παΐσιος, ένας μοναχός του Αγίου Όρους, μου έλεγε ότι πολλές φορές έβλεπε δίπλα του τον φύλακα άγγελό του και τον ασπαζόταν. Επίσης, με την φιλοτιμία που τον διέκρινε έλεγε ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε για να σωθούμε, ώστε ο φύλακας άγγελός μας, που έκανε τόσο κόπο να μας προστατεύει σε όλη την ζωή μας και να μας βοηθά, να μη πάει άπρακτος στον Θεό, εάν εμείς με την αδιαφορία μας δεν σωθούμε.

Με συγκίνηση ενθυμούμαι τον πατέρα μου που όταν εισερχόταν στον Ιερό Ναό, πήγαινε στην βορεινή πύλη του ιερού Βήματος και ασπαζόταν την εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και τον παρακαλούσε να παραλάβει την ψυχή του στον κατάλληλο καιρό, όταν θα έχει μετάνοια, να την προστατεύσει από τους πονηρούς δαίμονας και να την οδηγήσει στον Θεό. Ίσως αυτή η προσευχή του, εκτός των άλλων, τον βοήθησε να έχει καλή κοίμηση και το πρόσωπό του στο φέρετρο ήταν χαρούμενο, γελαστό.
Απόσπασμα από συνέντευξη που παραχώρησε ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος στον Καθηγητή-Ιατρό του Νοσοκομείου της Αγίας Ειρήνης Βουκουρεστίου και μέλος της εκεί Χριστιανικής Κοινότητος δρ. Παύλο Chirila.

Halloween (Χαλογουΐν). Ἡ σύγχρονη ἐκδοχὴ τοῦ Ἀρχαίου Κέλτικου παγανισμοῦ

$
0
0
τῆς Ἀγγελικῆς Δ. Χατζηιωάννου Δρ. Θεολογίας 
Τὰ τελευταία χρόνια παρατηρεῖται μία κίνηση γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία, ἑορτῶν ποῦ προέρχονται ἀπὸ δυτικὲς χῶρες καὶ κυρίως ἑορτῶν ποῦ ἀπευθύνονται στὴ νεολαία. 
Μία ἐξ αὐτῶν εἶναι καὶ ἡ προερχόμενη ἀπὸ τὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς γιορτὴ τοῦ Halloween (Χάλογουϊν). Σύμφωνα μὲ τὸ ἔθιμο τῆς γιορτῆς, τὰ μικρὰ παιδιὰ στὶς 31 κάθε Ὀκτωβρίου ντύνονται μὲ ἐνδυμασίες μαγισσῶν, ξωτικῶν, δαιμόνων καὶ φαντασμάτων,ἐπισκέπτονται τὰ σπίτια προκειμένου νὰ συγκεντρώσουν ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα γλυκά, μία ἐνέργεια ἡ ὁποία εἶναι γνωστὴ ὡς «trick or treat» («φάρσα ἢ κέρασμα»). Πολλοὶ συνδέουν τὴ συγκεκριμένη γιορτὴ μὲ τὶς ἑλληνικὲς ἀπόκριες, ὡστόσο αὐτὴ ἡ σύνδεση εἶναι λανθασμένη.
Πολλοὶ ἐρευνητὲς θεωροῦν πῶς αὐτὴ ἡ γιορτὴ προέρχεται ἀπὸ τὴ ρωμαϊκὴ γιορτὴ πρὸς τιμὴ τῆς θεᾶς Pomona, ποῦ θεωρεῖτο θεὰ τῶν καρπῶν καὶ τῶν φρούτων1, ἐνῶ ἄλλοι ἀπὸ τὴν ἀρχαία κελτικὴ γιορτὴ Σαμαὶν (Samhain ἢ Samuin2), ποῦ σηματοδοτοῦσε τὸ τέλος τοῦ καλοκαιριοῦ καὶ γιορταζόταν τὴν 1η Νεομβρίου 3, ἐκδοχὴ ποῦ εἶναι καὶ ἡ πιὸ πιθανή. Οἱ Κέλτες κατοικοῦσαν στὴ σημερινὴ Ἰρλανδία, στὸ Ἡνωμένο Βασίλειο καὶ στὰ βόρειά της Γαλλίας. 
Viewing all 19379 articles
Browse latest View live